Πολιτικό άσυλο και ασυλία πολιτικών
Παντελής Μπουκάλας, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2011-01-18
Τα ποσοστά είναι περίπου τα ίδια και προκαλούν απολύτως όμοια αισθήματα, οδυνηρή έκπληξη και θυμό: Η ελληνική πολιτεία χορηγεί με το σταγονόμετρο πολιτικό άσυλο στους ικέτες της, από χώρες της Ασίας και της Αφρικής κυρίως, και το σχετικό ποσοστό μόλις ξεπερνάει το 0,1%, ίσα για να καταγράφεται στις δέλτους της αναλγησίας. Από την πλευρά της, η ελληνική Βουλή αίρει την ασυλία των μελών της σε ποσοστό που θα υπολειπόταν και του 0,0% αν το επέτρεπαν τα τυπικά μαθηματικά, δεδομένου ότι τα πολιτικά μαθηματικά, δημιουργημένα από το ένστικτο της συντεχνιακής αυτοσυντήρησης, όχι απλώς το επιτρέπουν αλλά το επιβάλλουν.
Και στις δύο περιπτώσεις, του πολιτικού ασύλου και της ασυλίας των πολιτικών (εθιμικής, θεσμικής, όπως θέλει τη χαρακτηρίζει κανείς), πλεονάζουν τα προσχήματα. Αν στοιβάζονται οι αδιερεύνητες και ανέλεγκτες αιτήσεις χορήγησης πολιτικού ασύλου και αν έχουν ξεπεράσει ήδη τις 46.000, η εξήγηση δεν πρέπει να αναζητηθεί στην ανεπαρκή υποδομή, όπως συνήθως γίνεται. Καθοριστικό ρόλο παίζει εδώ η βαθιά προκατάληψη των αρχών και των υπηρεσιών, οι οποίες, αδιαφορώντας ακόμα και για τη μαρτυρία ενός σώματος σακατεμένου από τα βασανιστήρια, βλέπουν παντού την «πονηρία» των μεταναστών που υποβάλλουν λέει σωρηδόν αιτήσεις για να κερδίσουν χρόνο - οι πιο ακραίοι μάλιστα ράβουν το στόμα τους μόνο και μόνο για να μας εκθέσουν σαν ανάλγητους στα όχι και τόσο ανοιχτά και ευσυγκίνητα μάτια της διεθνούς κοινότητας...
Οσο για τη μη άρση της ασυλίας των ελεγχόμενων βουλευτών, αρκεί ένα πρόσχημα: Εφόσον ο άνθρωπος έχει οριστεί ως ζώον πολιτικόν, και εφόσον και οι βουλευτές είναι άνθρωποι, κάθε τους πράξη είναι πολιτική, ακόμα και η χουλιγκάνικη εισβολή στο γήπεδο, η τροχαία παράβαση (που ίσως κόστισε μια ζωή), η χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος σε κάποιον που δεν διαθέτει κανένα από τα απαιτούμενα προσόντα (ωστόσο εσύ, σαν «χορηγός», έχεις το προσόν να τυγχάνεις γενικός γραμματέας Αθλητισμού) ή η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών άνευ αδείας. Αν συνεκτιμηθούν όσα απαλλακτικά προβλέπει ο νόμος περί (μη) ευθύνης υπουργών, καθώς και οι «στοχαστικές προσαρμογές» που υφίσταται δικομματική συναινέσει το τέχνασμα της παραγραφής, συνειδητοποιούμε τρία τινά: Πρώτον, ότι και για το Βατοπέδι και για τη Ζίμενς εμείς θα μείνουμε με τις απορίες και την αγανάκτησή μας και οι ωφελημένοι με τα οφέλη τους. Δεύτερον, ότι οι ειδήσεις που αφορούν την τιμωρία πολιτικών για παρατυπίες και παρανομίες τους θα έρχονται πάντοτε από το εξωτερικό, από την Αγγλία ας πούμε, την Ιαπωνία ή την Ισλανδία. Τρίτον, ότι και αν μια στο τόσο «λάμπει η Δικαιοσύνη» και εδώ, πρόκειται απλώς για το κάψιμο των ήδη καμένων, λ.χ. του κ. Τζοχατζόπουλου ή του κ. Μαντέλη.
Και στις δύο περιπτώσεις, του πολιτικού ασύλου και της ασυλίας των πολιτικών (εθιμικής, θεσμικής, όπως θέλει τη χαρακτηρίζει κανείς), πλεονάζουν τα προσχήματα. Αν στοιβάζονται οι αδιερεύνητες και ανέλεγκτες αιτήσεις χορήγησης πολιτικού ασύλου και αν έχουν ξεπεράσει ήδη τις 46.000, η εξήγηση δεν πρέπει να αναζητηθεί στην ανεπαρκή υποδομή, όπως συνήθως γίνεται. Καθοριστικό ρόλο παίζει εδώ η βαθιά προκατάληψη των αρχών και των υπηρεσιών, οι οποίες, αδιαφορώντας ακόμα και για τη μαρτυρία ενός σώματος σακατεμένου από τα βασανιστήρια, βλέπουν παντού την «πονηρία» των μεταναστών που υποβάλλουν λέει σωρηδόν αιτήσεις για να κερδίσουν χρόνο - οι πιο ακραίοι μάλιστα ράβουν το στόμα τους μόνο και μόνο για να μας εκθέσουν σαν ανάλγητους στα όχι και τόσο ανοιχτά και ευσυγκίνητα μάτια της διεθνούς κοινότητας...
Οσο για τη μη άρση της ασυλίας των ελεγχόμενων βουλευτών, αρκεί ένα πρόσχημα: Εφόσον ο άνθρωπος έχει οριστεί ως ζώον πολιτικόν, και εφόσον και οι βουλευτές είναι άνθρωποι, κάθε τους πράξη είναι πολιτική, ακόμα και η χουλιγκάνικη εισβολή στο γήπεδο, η τροχαία παράβαση (που ίσως κόστισε μια ζωή), η χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος σε κάποιον που δεν διαθέτει κανένα από τα απαιτούμενα προσόντα (ωστόσο εσύ, σαν «χορηγός», έχεις το προσόν να τυγχάνεις γενικός γραμματέας Αθλητισμού) ή η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών άνευ αδείας. Αν συνεκτιμηθούν όσα απαλλακτικά προβλέπει ο νόμος περί (μη) ευθύνης υπουργών, καθώς και οι «στοχαστικές προσαρμογές» που υφίσταται δικομματική συναινέσει το τέχνασμα της παραγραφής, συνειδητοποιούμε τρία τινά: Πρώτον, ότι και για το Βατοπέδι και για τη Ζίμενς εμείς θα μείνουμε με τις απορίες και την αγανάκτησή μας και οι ωφελημένοι με τα οφέλη τους. Δεύτερον, ότι οι ειδήσεις που αφορούν την τιμωρία πολιτικών για παρατυπίες και παρανομίες τους θα έρχονται πάντοτε από το εξωτερικό, από την Αγγλία ας πούμε, την Ιαπωνία ή την Ισλανδία. Τρίτον, ότι και αν μια στο τόσο «λάμπει η Δικαιοσύνη» και εδώ, πρόκειται απλώς για το κάψιμο των ήδη καμένων, λ.χ. του κ. Τζοχατζόπουλου ή του κ. Μαντέλη.