«Διάλογος» με καριοφίλια
Τάσος Παππάς, Κυρ. Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2011-02-13
Κάθε φορά που η Ιστορία εισβάλλει ορμητικά στη δημόσια ατζέντα, η αντιπαράθεση γενικεύεται.
Εμπλέκονται οι πάντες: το κράτος, τα κόμματα, οργανωμένες ομάδες, ανειδίκευτοι δημοσιολόγοι, η Εκκλησία, τα μέσα ενημέρωσης, ενίοτε και η Δικαιοσύνη. Οταν μάλιστα η ιστορική ύλη επικαιροποιείται και συνδέεται με την τρέχουσα πολιτική και τα λεγόμενα εθνικά θέματα, ο διάλογος αποκτά χαρακτήρα πολεμικής.
Οσοι αυτοπλασάρονται ως προστάτες της ιστορικής αλήθειας οργανώνουν δίκες προθέσεων για να εμφανίσουν τους αντιπάλους τους ως εξωνημένους, μειοδότες, ύποπτους για συνεργασία (έμμισθη πάντα) με σκοτεινά κέντρα, συνήθως εξωελλαδικά, τα οποία απεργάζονται είτε την καταστροφή της εθνικής συνοχής είτε τη βεβήλωση περιούσιων ιδεολογιών.
Τέτοιες συγκρούσεις είχαμε πολλές τα τελευταία χρόνια στη χώρα (Μακεδονικό, Τσενάι, ταυτότητες, βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού). Εσχάτως ξεσηκώθηκε θόρυβος για το ντοκιμαντέρ του ΣΚΑΪ σχετικά με το 1821. Η σειρά εγκαλείται γιατί αμφισβητεί την αδιάσπαστη συνέχεια του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και αμαυρώνει την εικόνα των Ελλήνων. Στην ουσία όμως ενοχλεί επειδή θολώνει τους παυσίλυπους μύθους του γένους και υπονομεύει το κλασικό μοτίβο του εθνικιστικού ρεπερτορίου το οποίο εστιάζει στις πιο μαύρες πτυχές της ιστορίας του προαιώνιου εχθρού, εξωραΐζοντας τη δική του ιστορία για να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού.
Ο δεσπότης της Θεσσαλονίκης Ανθιμος έκανε λόγο για «διαστροφή, ανατροπή, κατάλυση και νόθευση της Ιστορίας», ενώ δύο βουλευτές του ΛΑΟΣ κατέθεσαν ερώτηση στον υπουργό Πολιτισμού Π. Γερουλάνο ζητώντας του να παραγγείλει (!) εκπομπή στη δημόσια τηλεόραση προκειμένου να απαντηθούν οι συκοφαντίες και οι ανάγωγοι ισχυρισμοί των εμπνευστών του ανίερου τηλεοπτικού εγχειρήματος.
Βεβαίως το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό και δεν αφορά μόνο την ακροδεξιά και τις διάφορες σκοταδιστικές σέχτες (ρασοφόρων και λαϊκών) που τρέφονται με τις θεωρίες συνωμοσίας και ξερνούν το μίσος τους στους άλλους, τους διαφορετικούς. Σε μερικές περιπτώσεις πρωταγωνίστησαν φιλελεύθεροι και αριστεροί στοχαστές, οι οποίοι συναίνεσαν ακόμη και στη δημιουργία μηχανισμών δίωξης εναντίον των φορέων εκείνων των αντιλήψεων που παραχάραξαν βάναυσα την ιστορική αλήθεια.
Το 1995 στις ΗΠΑ, με απόφαση της Γερουσίας, αποσύρθηκε ένα εγχειρίδιο της Ιστορίας επειδή θεωρήθηκε προσβλητικό και οι συγγραφείς του κατηγορήθηκαν ως «αποδομητές της Ιστορίας» και «μεταμοντέρνοι οπαδοί του πολιτιστικού σχετικισμού» γιατί «αποσιωπούσαν τα μεγάλα έπη του αμερικανικού έθνους, υπερέβαλλαν σε αφηγήσεις για τη σφαγή των Ινδιάνων, δεν καλλιεργούσαν το πατριωτικό, αμερικανικό φρόνημα στους μαθητές» (Π. Τσίμας «Τα Νέα» 29-9-2007). Ωστόσο με το ίδιο σκεπτικό ποινικοποιήθηκε (στην κυριολεξία) και η απόπειρα των εκπροσώπων του «ρεύματος του αναθεωρητισμού» να αμφισβητήσουν και την έκταση του Ολοκαυτώματος και την ύπαρξη του σχεδίου της τελικής λύσης.
Σε πολύ πιο ήπιους τόνους και χωρίς άλλου τύπου συνέπειες, αλλά με ανάλογα επιχειρήματα, η αριστερή ιστοριογραφία δαιμονοποιεί αυτούς που έχουν διαφορετική γνώμη για τον ελληνικό εμφύλιο (Καλύβας, Μαραντζίδης κ.ά.), γιατί λένε ότι ο εμφύλιος δεν άρχισε το Δεκέμβρη του ’44 ή το 1946 , αλλά το 1943, όταν δηλαδή ξεκίνησαν οι ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις, ότι στα Τάγματα Ασφαλείας δεν προσχώρησαν μόνον ο υπόκοσμος, οι μοναρχοφασίστες και οι μαυραγορίτες, αλλά και άνθρωποι που πιέστηκαν να ενταχθούν στο ΕΑΜ και δεν ήθελαν, ότι εκτός από τη «Λευκή Τρομοκρατία», υπήρχε και η «Κόκκινη Τρομοκρατία».
Οταν τη θέση των επιχειρημάτων καταλαμβάνει ο δογματισμός, όταν αντί για κατάθεση απόψεων ανοικτών στην κριτική έχουμε κλειστές και αδιαπραγμάτευτες αφηγήσεις, όταν αντί για έγκυρες γνώμες προβάλλονται στρατευμένες οπτικές, όταν πολύ περισσότερο η αντίθετη προσέγγιση, όσο προκλητική κι αν είναι, τίθεται εκτός νόμου, τότε και η αυταπόδεικτη αλήθεια μολύνεται από την αμφιβολία.
Στο κείμενο «Ελευθερία για την Ιστορία» το οποίο υπέγραψε και ο Πιέρ Βιντάλ Νακέ, σκληρός επικριτής των αναθεωρητών της ιστορίας, που όμως υπερασπίστηκε το δικαίωμά τους να διακινούν χωρίς νομικές επιπτώσεις τις δημαγωγικές θεωρίες τους, επισημαίνονται τα εξής: « Η Ιστορία δεν είναι θρησκεία. Ο ιστορικός δεν δέχεται κανένα δόγμα, δεν σέβεται καμιά απαγόρευση, δεν γνωρίζει ταμπού. Μπορεί κιόλας να ενοχλεί... Ρόλος του ιστορικού δεν είναι να εκθειάζει ή να κατηγορεί, αλλά να εξηγεί. Η Ιστορία δεν είναι σκλάβος της επικαιρότητας... Η Ιστορία υπολογίζει στη μνήμη, δεν υποτάσσεται όμως σ’ αυτήν. Η Ιστορία δεν είναι δικαστικό αντικείμενο. Σ’ ένα ελεύθερο κράτος, ούτε η Βουλή ούτε η δικαστική αρχή είναι αρμόδιες να ορίσουν την ιστορική αλήθεια». Τόσο απλά, τόσο αυτονόητα...
Εμπλέκονται οι πάντες: το κράτος, τα κόμματα, οργανωμένες ομάδες, ανειδίκευτοι δημοσιολόγοι, η Εκκλησία, τα μέσα ενημέρωσης, ενίοτε και η Δικαιοσύνη. Οταν μάλιστα η ιστορική ύλη επικαιροποιείται και συνδέεται με την τρέχουσα πολιτική και τα λεγόμενα εθνικά θέματα, ο διάλογος αποκτά χαρακτήρα πολεμικής.
Οσοι αυτοπλασάρονται ως προστάτες της ιστορικής αλήθειας οργανώνουν δίκες προθέσεων για να εμφανίσουν τους αντιπάλους τους ως εξωνημένους, μειοδότες, ύποπτους για συνεργασία (έμμισθη πάντα) με σκοτεινά κέντρα, συνήθως εξωελλαδικά, τα οποία απεργάζονται είτε την καταστροφή της εθνικής συνοχής είτε τη βεβήλωση περιούσιων ιδεολογιών.
Τέτοιες συγκρούσεις είχαμε πολλές τα τελευταία χρόνια στη χώρα (Μακεδονικό, Τσενάι, ταυτότητες, βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού). Εσχάτως ξεσηκώθηκε θόρυβος για το ντοκιμαντέρ του ΣΚΑΪ σχετικά με το 1821. Η σειρά εγκαλείται γιατί αμφισβητεί την αδιάσπαστη συνέχεια του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και αμαυρώνει την εικόνα των Ελλήνων. Στην ουσία όμως ενοχλεί επειδή θολώνει τους παυσίλυπους μύθους του γένους και υπονομεύει το κλασικό μοτίβο του εθνικιστικού ρεπερτορίου το οποίο εστιάζει στις πιο μαύρες πτυχές της ιστορίας του προαιώνιου εχθρού, εξωραΐζοντας τη δική του ιστορία για να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού.
Ο δεσπότης της Θεσσαλονίκης Ανθιμος έκανε λόγο για «διαστροφή, ανατροπή, κατάλυση και νόθευση της Ιστορίας», ενώ δύο βουλευτές του ΛΑΟΣ κατέθεσαν ερώτηση στον υπουργό Πολιτισμού Π. Γερουλάνο ζητώντας του να παραγγείλει (!) εκπομπή στη δημόσια τηλεόραση προκειμένου να απαντηθούν οι συκοφαντίες και οι ανάγωγοι ισχυρισμοί των εμπνευστών του ανίερου τηλεοπτικού εγχειρήματος.
Βεβαίως το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό και δεν αφορά μόνο την ακροδεξιά και τις διάφορες σκοταδιστικές σέχτες (ρασοφόρων και λαϊκών) που τρέφονται με τις θεωρίες συνωμοσίας και ξερνούν το μίσος τους στους άλλους, τους διαφορετικούς. Σε μερικές περιπτώσεις πρωταγωνίστησαν φιλελεύθεροι και αριστεροί στοχαστές, οι οποίοι συναίνεσαν ακόμη και στη δημιουργία μηχανισμών δίωξης εναντίον των φορέων εκείνων των αντιλήψεων που παραχάραξαν βάναυσα την ιστορική αλήθεια.
Το 1995 στις ΗΠΑ, με απόφαση της Γερουσίας, αποσύρθηκε ένα εγχειρίδιο της Ιστορίας επειδή θεωρήθηκε προσβλητικό και οι συγγραφείς του κατηγορήθηκαν ως «αποδομητές της Ιστορίας» και «μεταμοντέρνοι οπαδοί του πολιτιστικού σχετικισμού» γιατί «αποσιωπούσαν τα μεγάλα έπη του αμερικανικού έθνους, υπερέβαλλαν σε αφηγήσεις για τη σφαγή των Ινδιάνων, δεν καλλιεργούσαν το πατριωτικό, αμερικανικό φρόνημα στους μαθητές» (Π. Τσίμας «Τα Νέα» 29-9-2007). Ωστόσο με το ίδιο σκεπτικό ποινικοποιήθηκε (στην κυριολεξία) και η απόπειρα των εκπροσώπων του «ρεύματος του αναθεωρητισμού» να αμφισβητήσουν και την έκταση του Ολοκαυτώματος και την ύπαρξη του σχεδίου της τελικής λύσης.
Σε πολύ πιο ήπιους τόνους και χωρίς άλλου τύπου συνέπειες, αλλά με ανάλογα επιχειρήματα, η αριστερή ιστοριογραφία δαιμονοποιεί αυτούς που έχουν διαφορετική γνώμη για τον ελληνικό εμφύλιο (Καλύβας, Μαραντζίδης κ.ά.), γιατί λένε ότι ο εμφύλιος δεν άρχισε το Δεκέμβρη του ’44 ή το 1946 , αλλά το 1943, όταν δηλαδή ξεκίνησαν οι ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις, ότι στα Τάγματα Ασφαλείας δεν προσχώρησαν μόνον ο υπόκοσμος, οι μοναρχοφασίστες και οι μαυραγορίτες, αλλά και άνθρωποι που πιέστηκαν να ενταχθούν στο ΕΑΜ και δεν ήθελαν, ότι εκτός από τη «Λευκή Τρομοκρατία», υπήρχε και η «Κόκκινη Τρομοκρατία».
Οταν τη θέση των επιχειρημάτων καταλαμβάνει ο δογματισμός, όταν αντί για κατάθεση απόψεων ανοικτών στην κριτική έχουμε κλειστές και αδιαπραγμάτευτες αφηγήσεις, όταν αντί για έγκυρες γνώμες προβάλλονται στρατευμένες οπτικές, όταν πολύ περισσότερο η αντίθετη προσέγγιση, όσο προκλητική κι αν είναι, τίθεται εκτός νόμου, τότε και η αυταπόδεικτη αλήθεια μολύνεται από την αμφιβολία.
Στο κείμενο «Ελευθερία για την Ιστορία» το οποίο υπέγραψε και ο Πιέρ Βιντάλ Νακέ, σκληρός επικριτής των αναθεωρητών της ιστορίας, που όμως υπερασπίστηκε το δικαίωμά τους να διακινούν χωρίς νομικές επιπτώσεις τις δημαγωγικές θεωρίες τους, επισημαίνονται τα εξής: « Η Ιστορία δεν είναι θρησκεία. Ο ιστορικός δεν δέχεται κανένα δόγμα, δεν σέβεται καμιά απαγόρευση, δεν γνωρίζει ταμπού. Μπορεί κιόλας να ενοχλεί... Ρόλος του ιστορικού δεν είναι να εκθειάζει ή να κατηγορεί, αλλά να εξηγεί. Η Ιστορία δεν είναι σκλάβος της επικαιρότητας... Η Ιστορία υπολογίζει στη μνήμη, δεν υποτάσσεται όμως σ’ αυτήν. Η Ιστορία δεν είναι δικαστικό αντικείμενο. Σ’ ένα ελεύθερο κράτος, ούτε η Βουλή ούτε η δικαστική αρχή είναι αρμόδιες να ορίσουν την ιστορική αλήθεια». Τόσο απλά, τόσο αυτονόητα...