Το "κούρεμα" νίκησε - ποιοι θα ωφεληθούν;
Κώστας Κάρης, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2011-10-30
Η πρώτη εικόνα, μετά τις αποφάσεις για το ευρωπαϊκό χρέος και το ελληνικό, είναι ότι πρόκειται για ένα τετελεσμένο γεγονός με μεγάλη “δύναμη πυρός” - οικονομική και πολιτική. Και ότι η ελληνική κυβέρνηση ανακτά κάποια πρωτοβουλία κινήσεων και στο εσωτερικό μέτωπο μετά την τρομερή πίεση του περασμένου μήνα.
ΑΝ ΚΑΙ δεν γνωρίζουμε, λίγες ώρες μετά τη συμφωνία, τις λεπτομέρειές της -ορισμένες από τις οποίες είναι κρίσιμες- οι δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν δεν δημιουργούν την υποψία ότι η συμφωνία του Οκτωβρίου θα έχει την τύχη εκείνης του Ιουλίου, να πεταχθεί δηλαδή στα σκουπίδια πριν καν εφαρμοστεί. Το πιθανότερο είναι ότι ορισμένες πράξεις θα προχωρήσουν γρήγορα ώστε να ενισχύσουν τον χαρακτηρισμό του τετελεσμένου γεγονότος, κάμπτοντας τις αντιδράσεις. Η πολιτική του μεγάλου "κουρέματος" του ελληνικού χρέους, της αναδιάρθωσής του -που ζητήθηκε από πολλές πλευρές και στην Ελλάδα, και από τα αριστερά, με άλλες προσδοκίες, είναι αλήθεια- νίκησε, έστω ως απόφαση.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Παπανδρέου εμφανίζεται έτοιμη να περάσει σε επικοινωνιακή αντεπίθεση ώστε να επιταχύνει την έγκριση της συμφωνίας, πριν συγκεντρωθούν ισχυρές αντίθετες δυνάμεις. Η υποτονική αρχική αντίδραση της Ν.Δ. δίνει αυτό το περιθώριο στην κυβέρνηση, η οποία κύριο βεβαίως πρόβλημα έχει τις εσωτερικές διαφωνίες για τα οικονομικά μέτρα που αποφασίστηκαν και κυρίως αυτά που επέρχονται.
ΟΜΩΣ, ΥΠΑΡΧΟΥΝ και τα όμως. Που δεν δικαιολογούν τα νικηφόρα κυβερνητικά λόγια. Το ευρωπαϊκό-διεθνές σκέλος των αποφάσεων, πιο επιθετικό από εκείνο του Ιουλίου, μένει να αποδειχθεί ότι θα περπατήσει επαρκώς, ώστε να μην χρειάζονται νέες ρυθμίσεις. Και όσον αφορά την οικειοθελή συμμετοχή στο "κούρεμα" -την ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων με νέα- και όσον αφορά τη χρηματοδότηση του Ταμείου από την Κίνα και την Ιαπωνία.
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ την Ελλάδα, η παραδοσιακή απόκρυψη των δεσμεύσεων και οι νεοελληνικές επικοινωνιακές νοοτροπίες προκαλούν ήδη τη συνάντηση των εύλογων επιφυλάξεων με τις δεδομένες, εκ προοιμίου αντιρρήσεις. Η προσπάθεια να ονομαστεί το κρέας ψάρι, δηλαδή η μερική χρεωκοπία της χώρας να βαφτιστεί απελευθέρωση από το παρελθόν, δεν είναι σαφές ποιους επιδιώκει να παραπλανήσει. Όσους θα κερδίσουν και στο μέλλον ή εκείνους που ήδη χάνουν; Η επιμονή π.χ. του υπουργού Οικονομικών ότι καμία πολιτική δύναμη δεν πρέπει να έχει αντίρρηση στη συμφωνία -μια παραδοσιακή ρητορεία- δεν αυξάνει, αντίθετα μειώνει την αξιοπιστία των κυβερνητικών δηλώσεων. Και γιατί δεν είναι ρεαλιστική και γιατί είναι μια ακραία διατύπωση που δεν αφήνει χώρο για την αντιπολίτευση, πολύ περισσότερο όταν η συμφωνία δεν είναι στο σύνολό της γνωστή. Και αν είναι γνωστά τα βασικά για τις τράπεζες, για τα ασφαλιστικά ταμεία υπάρχουν μόνον γενικόλογες διαβεβαιώσεις, τίποτα συγκεκριμένο.
ΚΟΡΥΦΑΙΑ κίνηση, που προκαλεί μεγάλη δυσπιστία, είναι η επίθεση, και του πρωθυπουργού, στις τράπεζες και η επιχείρηση επικοινωνιακής αξιοποίησης της αναμενόμενης κρατικοποίησής τους με ευρωπαϊκά κονδύλια. Ότι δήθεν έτσι θα πληρώσουν οι έχοντες και κατέχοντες, ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι το Δημόσιο, εμείς οι φορολογούμενοι, θα πληρώσουμε έτσι ή αλλιώς τμήμα της ζημίας των τραπεζών. Όλοι γνωρίζουμε ότι δεν πρόκειται για κρατικοποίηση όπως απαιτούσαν συνθήματα παρελθουσών δεκαετιών, υποταγή δηλαδή των τραπεζών στην κρατική βούληση.
Μάλλον εδώ έχουμε το αντίστροφο, την υλοποίηση της επιθυμίας της κρατικών ηγεσιών να παίξουν στο διεθνές πεδίο των κινήσεων κεφαλαίων, που επιτρέπουν πολλές ελευθερίες και μεγάλα κέρδη...
ΓΙ’ ΑΥΤΟ και τα μείζονα θέματα δεν είναι όσα σχετίζονται με την παρουσία του ευρωπαϊκού ελέγχου στη χώρα. Το κρίσιμο είναι τι αποφασίζεται και τι υπογράφεται από την ελληνική κυβέρνηση. Αυτό καθορίζει και ποιοι ωφελούνται, ποιοι πληρώνουν. Και πρωτίστως πώς θα χρηματοδοτηθεί η ανάσχεση της ύφεσης, η οποία όλο και ξεχνιέται μέσα στην ενασχόληση με τα ομόλογα και τα ποσοστά. Πώς θα αποτραπούν επικίνδυνες εξελίξεις με τις τράπεζες και τα ταμεία και πώς θα ανακατανεμηθούν δίκαια τα βάρη της κρίσης.
ΟΙ ΘΡΙΑΜΒΟΛΟΓΙΕΣ ή οι καταστροφολογίες μπορεί να διευκολύνουν τους προεπιλεγμένους ρόλους και την αναπαραγωγή τους, αποκρύπτουν όμως τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων και των κινδύνων. Και μια χώρα όπως η Ελλάδα τα ψέματα πια δεν τα έχει ανάγκη, δεν μπορεί πια να ζήσει με αυτά - παρά μόνον αυτοκαταστρέφεται.