Αλλάζει πολιτική η Γερμανία
Π.Κ. Ιωακειμίδης, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2011-11-26
Η Καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, σε μια ιδιαίτερα φιλοευρωπαϊκή ομιλία της, δήλωσε πρόσφατα ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να προχωρήσει σε οικονομική και πολιτική ενοποίηση και ακόμη ότι «το ευρώ αποτελεί την εγγύηση της ενωμένης Ευρώπης. Εάν το ευρώ αποτύχει, τότε και η Ευρώπη συνολικά θα αποτύχει». Είναι η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που η ηγεσία της Γερμανίας αναφέρεται στην προοπτική της Πολιτικής Ενωσης. Ωστόσο, παρά τις δηλώσεις αυτές, πολλοί θεωρούν ότι η Ευρώπη βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με ένα νέο «γερμανικό πρόβλημα». Κατά την άποψή τους, η Γερμανία, υπό την ηγεσία Μέρκελ, εμφανίζεται να ακολουθεί μια αβέβαιη στρατηγική στο πλαίσιο της ΕΕ, να αποστασιοποιείται από τον στόχο τής βαθύτερης ενοποίησης παρά τις οποιεσδήποτε δηλώσεις, να προτάσσει με τρόπο ιδιαίτερα άκαμπτο ορισμένες φορές την προάσπιση στενών εθνικών συμφερόντων εις βάρος του ευρύτερου ευρωπαϊκού συμφέροντος, να αρνείται να αναλάβει το βάρος που της αναλογεί στο πλαίσιο του συστήματος της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης (ΟΝΕ) για τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και, βεβαίως, να αρνείται να ασκήσει έναν ευεργετικά ηγετικό ρόλο στο πλαίσιο της ΕΕ (αν και η Ελλάδα δεν μπορεί, παρά τα όσα λέγονται, να έχει ιδιαίτερο παράπονο: παρά τις κάποιες διστακτικότητες, η Γερμανία εκδήλωσε το μέτρο αλληλεγγύης προς τη χώρα μας).
Πολύ περισσότερο, για ορισμένους, η Γερμανία φαίνεται να επιλέγει βαθμιαία να αναπτύξει τις σχέσεις και ρόλο της έξω από το πλαίσιο της ΕΕ, με τη Ρωσία, την Κίνα και τις νέες αναδυόμενες δυνάμεις στο παγκόσμιο σύστημα (βλέπε σχετικό άρθρο στην «International Herald Tribune» με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η Γερμανία οικοδομεί το μέλλον της πέρα από την ΕΕ», 19/7/2011). Ακόμη και στο μέτρο που η Γερμανία ενδιαφέρεται για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, το ενδιαφέρον αυτό εκτιμάται ότι στοχεύει στο να διαμορφώσει μια «Γερμανική Ευρώπη», ενώ η παραδοσιακή της πολιτική στόχευε στη δημιουργία μιας «Ευρωπαϊκής Γερμανίας». Η αμφισημία, η αναβλητικότητα, η στενότητα προσέγγισης που επέδειξε η Γερμανία, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, στην αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος και της γενικότερης κρίσης της ευρωζώνης, αλλά και άλλες πράξεις όπως η αρχική άρνηση υποστήριξης της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη Λιβύη, πιστοποιούν τη δραματική αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας. Ωστόσο χρειάζεται να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει στη Γερμανία.
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να αναγνωρισθεί ότι κάποια αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας ήταν εν μέρει αναπόφευκτη για σειρά από λόγους. Κατ’ αρχάς, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και κυρίως η ενοποίηση των δύο Γερμανιών σε ένα ενιαίο, ομοσπονδιακό κράτος διαφοροποίησαν ριζικά το γεωπολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργούσε η μεταπολεμική Γερμανία (αλλά και Ευρώπη). Οσο διαρκούσαν ο Ψυχρός Πόλεμος, η σοβιετική απειλή και η διαίρεση, η Γερμανία είχε την απόλυτη ανάγκη της ευρωπαϊκής ενοποίησης για να αποκαταστήσει τον ρόλο της, να αναπτύξει την ταυτότητά της και να κατοχυρώσει την ασφάλειά της. Ως εκ τούτου, ακολούθησε μια έντονα φιλοενοποιητική ευρωπαϊκή πολιτική. Με την ενοποίηση, η ανάγκη αυτή εξέλιπε. Η Γερμανία δεν αισθάνεται καμιά απειλή. Το αντίθετο.
Από την άλλη μεριά, στη Γερμανία (όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη) έχει έλθει στην εξουσία μια νέα γενιά πολιτικών, χωρίς τις μνήμες, τις τραυματικές εμπειρίες αλλά και τις ενοχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η γενιά των Αντενάουερ και Κολ που έζησε τον πόλεμο έβλεπε την ευρωπαϊκή ενοποίηση ως προϋπόθεση για ειρήνη, σταθερότητα, δημοκρατία και ευημερία. Με την ενοχή του πολέμου, η Γερμανία ήταν πρόθυμη να καταβάλει υψηλό τίμημα, θυσιάζοντας σημαντικά τμήματα της εθνικής της κυριαρχίας υπέρ της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η σημερινή γενιά ηγετών στη χώρα είναι απαλλαγμένη από τέτοιου είδους ενοχές. Ετσι υιοθετεί μια περισσότερο εθνικιστική προσέγγιση υπεράσπισης των συμφερόντων της Γερμανίας, αρνούμενη να καταβάλει κάποιο ξεχωριστό κόστος, είτε οικονομικό (συμβολή στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ενίσχυση κρατών ευρωζώνης), είτε πολιτικό υπέρ της ενοποίησης. Και το σημαντικότερο, εμφανίζεται (τουλάχιστον ώς σήμερα) διστακτική να στηρίξει τα επόμενα αναγκαία βήματα για τη θωράκιση της οικονομικής/δημοσιονομικής ένωσης, τελικά της πολιτικής ένωσης. Κατά ορισμένους αναλυτές, όλα αυτά σημαίνουν ότι η Γερμανία έχει γίνει ένα «κανονικό» ευρωπαϊκό κράτος, όπως όλα τα άλλα. Κατά την άποψή μου, αυτό δεν σημαίνει και εγκατάλειψη της φιλοενοποιητικής, ευρωπαϊκής πολιτικής. Σημαίνει διαφοροποίησή της.
Το ερώτημα, σε τελευταία ανάλυση, είναι: μπορεί η Γερμανία να έχει μέλλον έξω από την ΕΕ; Κατηγορηματικώς, όχι. Η Γερμανία μπορεί να αναπτύξει έντονα τον διεθνή ρόλο και τις σχέσεις της, αλλά μόνο ως ενεργό μέλος της ΕΕ, «μέσα, όχι έξω» από την Ενωση. Διαφορετικά, θα έχουμε ένα νέο γερμανικό πρόβλημα στην οξύτερη εκδοχή του με ό,τι καταστροφικό μπορεί αυτό να συνεπάγεται για την Ευρώπη συνολικά. Η Ευρώπη χρειάζεται τη Γερμανία, αλλά πολύ περισσότερο η Γερμανία χρειάζεται την Ευρώπη, ως ισχυρό, ενοποιημένο σύνολο. Από τις πρόσφατες δηλώσεις, φαίνεται ότι η Ανγκελα Μέρκελ έχει κατανοήσει αυτή την πραγματικότητα...
Πολύ περισσότερο, για ορισμένους, η Γερμανία φαίνεται να επιλέγει βαθμιαία να αναπτύξει τις σχέσεις και ρόλο της έξω από το πλαίσιο της ΕΕ, με τη Ρωσία, την Κίνα και τις νέες αναδυόμενες δυνάμεις στο παγκόσμιο σύστημα (βλέπε σχετικό άρθρο στην «International Herald Tribune» με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η Γερμανία οικοδομεί το μέλλον της πέρα από την ΕΕ», 19/7/2011). Ακόμη και στο μέτρο που η Γερμανία ενδιαφέρεται για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, το ενδιαφέρον αυτό εκτιμάται ότι στοχεύει στο να διαμορφώσει μια «Γερμανική Ευρώπη», ενώ η παραδοσιακή της πολιτική στόχευε στη δημιουργία μιας «Ευρωπαϊκής Γερμανίας». Η αμφισημία, η αναβλητικότητα, η στενότητα προσέγγισης που επέδειξε η Γερμανία, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, στην αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος και της γενικότερης κρίσης της ευρωζώνης, αλλά και άλλες πράξεις όπως η αρχική άρνηση υποστήριξης της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη Λιβύη, πιστοποιούν τη δραματική αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας. Ωστόσο χρειάζεται να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει στη Γερμανία.
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να αναγνωρισθεί ότι κάποια αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας ήταν εν μέρει αναπόφευκτη για σειρά από λόγους. Κατ’ αρχάς, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και κυρίως η ενοποίηση των δύο Γερμανιών σε ένα ενιαίο, ομοσπονδιακό κράτος διαφοροποίησαν ριζικά το γεωπολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργούσε η μεταπολεμική Γερμανία (αλλά και Ευρώπη). Οσο διαρκούσαν ο Ψυχρός Πόλεμος, η σοβιετική απειλή και η διαίρεση, η Γερμανία είχε την απόλυτη ανάγκη της ευρωπαϊκής ενοποίησης για να αποκαταστήσει τον ρόλο της, να αναπτύξει την ταυτότητά της και να κατοχυρώσει την ασφάλειά της. Ως εκ τούτου, ακολούθησε μια έντονα φιλοενοποιητική ευρωπαϊκή πολιτική. Με την ενοποίηση, η ανάγκη αυτή εξέλιπε. Η Γερμανία δεν αισθάνεται καμιά απειλή. Το αντίθετο.
Από την άλλη μεριά, στη Γερμανία (όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη) έχει έλθει στην εξουσία μια νέα γενιά πολιτικών, χωρίς τις μνήμες, τις τραυματικές εμπειρίες αλλά και τις ενοχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η γενιά των Αντενάουερ και Κολ που έζησε τον πόλεμο έβλεπε την ευρωπαϊκή ενοποίηση ως προϋπόθεση για ειρήνη, σταθερότητα, δημοκρατία και ευημερία. Με την ενοχή του πολέμου, η Γερμανία ήταν πρόθυμη να καταβάλει υψηλό τίμημα, θυσιάζοντας σημαντικά τμήματα της εθνικής της κυριαρχίας υπέρ της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η σημερινή γενιά ηγετών στη χώρα είναι απαλλαγμένη από τέτοιου είδους ενοχές. Ετσι υιοθετεί μια περισσότερο εθνικιστική προσέγγιση υπεράσπισης των συμφερόντων της Γερμανίας, αρνούμενη να καταβάλει κάποιο ξεχωριστό κόστος, είτε οικονομικό (συμβολή στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ενίσχυση κρατών ευρωζώνης), είτε πολιτικό υπέρ της ενοποίησης. Και το σημαντικότερο, εμφανίζεται (τουλάχιστον ώς σήμερα) διστακτική να στηρίξει τα επόμενα αναγκαία βήματα για τη θωράκιση της οικονομικής/δημοσιονομικής ένωσης, τελικά της πολιτικής ένωσης. Κατά ορισμένους αναλυτές, όλα αυτά σημαίνουν ότι η Γερμανία έχει γίνει ένα «κανονικό» ευρωπαϊκό κράτος, όπως όλα τα άλλα. Κατά την άποψή μου, αυτό δεν σημαίνει και εγκατάλειψη της φιλοενοποιητικής, ευρωπαϊκής πολιτικής. Σημαίνει διαφοροποίησή της.
Το ερώτημα, σε τελευταία ανάλυση, είναι: μπορεί η Γερμανία να έχει μέλλον έξω από την ΕΕ; Κατηγορηματικώς, όχι. Η Γερμανία μπορεί να αναπτύξει έντονα τον διεθνή ρόλο και τις σχέσεις της, αλλά μόνο ως ενεργό μέλος της ΕΕ, «μέσα, όχι έξω» από την Ενωση. Διαφορετικά, θα έχουμε ένα νέο γερμανικό πρόβλημα στην οξύτερη εκδοχή του με ό,τι καταστροφικό μπορεί αυτό να συνεπάγεται για την Ευρώπη συνολικά. Η Ευρώπη χρειάζεται τη Γερμανία, αλλά πολύ περισσότερο η Γερμανία χρειάζεται την Ευρώπη, ως ισχυρό, ενοποιημένο σύνολο. Από τις πρόσφατες δηλώσεις, φαίνεται ότι η Ανγκελα Μέρκελ έχει κατανοήσει αυτή την πραγματικότητα...