Ποιος φοβάται το 4ο Ράιχ
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2011-12-03
«Εκεί όπου απέτυχε ο Χίτλερ, να κατακτήσει την Ευρώπη με στρατιωτικά μέσα, η σύγχρονη Γερμανία θα επιτύχει με μέσο τη δημοσιονομική πειθαρχία. Καλώς ήλθατε στο 4ο Ράιχ!»Η φράση θα μπορούσε να προέρχεται από ομιλία κάποιου ρήτορα σε ελληνική πλατεία. Αλλά όχι: δημοσιεύθηκε στο πιο συντηρητικό από τα βρετανικά ταμπλόιντ, την «Daily mail», και την υπογράφει ο πιο συντηρητικός και ευρωφοβικός αρθρογράφος της.Ο φόβος του 4ου Ράιχ, ενός γερμανικού ιμπέριουμ που θα επιβληθεί όχι με τις τεθωρακισμένες μεραρχίες αλλά με τα επιτόκια δανεισμού, είναι της μόδας στην Ευρώπη και συγκινεί εξίσου υπερσυντηρητικούς Βρετανούς και υπερπροοδευτικούς Ελληνες. Αλλά είναι δικαιολογημένος; Ή μήπως είχε δίκιο ο υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, της χώρας που έχει τους περισσότερους ιστορικούς λόγους να φοβάται ένα νέο Ράιχ, όταν έλεγε με δραματικό ύφος: «Φοβάμαι λιγότερο τη γερμανική ισχύ απ’ ό,τι έχω αρχίσει να φοβάμαι τη γερμανική αδράνεια»;Το ερώτημα μας βασανίζει όλους. Γιατί, δυο χρόνια τώρα, το Βερολίνο αντιμετωπίζει την κρίση στην ευρωζώνη με στενοκεφαλιά και πείσμα ιεροκήρυκα; Γιατί προτάσσει το μεταφυσικό αίτημα «να τιμωρηθούν οι αμαρτωλοί» της ρεαλιστικής ανάγκης να αντιμετωπιστεί άμεσα η κρίση χρέους; Γιατί αδρανεί και επιτρέπει στην κρίση να μεταδίδεται από τη μία χώρα στην άλλη και γιατί ακόμη και τώρα, την ύστατη ώρα, αρνείται το αυτονόητο - την παρέμβαση στην κρίση μέσω ευρωομολόγων ή μέσω της μετατροπής της ΕΚΤ σε κανονική κεντρική τράπεζα;Η πιο συνηθισμένη απάντηση στο ερώτημα είναι ότι η Γερμανία κατά βάθος φλερτάρει με τη διάλυση της ευρωζώνης και την αντικατάστασή της από μία νέα που θα περιλαμβάνει μόνο την ίδια και τις δορυφορικές της οικονομίες. Αλλά η Γερμανία ήταν ο κατ’ εξοχήν ωφελημένος του ευρώ. Αύξησε θεαματικά τις εξαγωγές της, απέφυγε τις ανατιμητικές πιέσεις, γιγάντωσε τα εμπορικά της πλεονάσματα, μείωσε δραματικά το κόστος του δανεισμού της, είχε τον χαμηλότερο πληθωρισμό της ιστορίας της και κράτησε τον πληθυσμό της εκτός των συνεπειών της κρίσης. Γιατί να τα διακινδυνεύσει όλα αυτά;
Μένει, λοιπόν, η επιλογή ανάμεσα σε δύο άλλες απαντήσεις: η μία είναι πως η Γερμανία δρα υπολογιστικά, αφήνει τον πανικό των αγορών να καταστρέφει τις οικονομίες του «λατινικού μπλοκ», παίζοντας με τη φωτιά, ώστε βραχυπρόθεσμα να κερδίσει ακόμη μεγαλύτερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και μακροπρόθεσμα να επιβάλει μια γερμανικού τύπου πειθαρχία σε όλους, να φορέσει έναν στενό δημοσιονομικό κορσέ σε όλες τις οικονομίες του ευρώ. Η άλλη απάντηση είναι πως η Γερμανία παραμένει απλώς δέσμια των αταβιστικών της φόβων και των υπερσυντηρητικών ιδεολογικών της δογμάτων. Πως για όλα φταίει, δηλαδή, το «σύνδρομο της Βαϊμάρης» - η τραυματική ανάμνηση της δεκαετίας του ’20 και του καταστροφικού πληθωρισμού που οδήγησε την ισοτιμία μάρκου - δολαρίου από το ένα προς τέσσερα στο ένα προς εκατό εκατομμύρια, τότε που οι εργάτες μετέφεραν τον μισθό τους με καρότσια και η τιμή ενός ποτηριού μπίρας διπλασιαζόταν από τη στιγμή που το παρήγγελλαν μέχρι να το πιουν.Οι ιστορικοί εξηγούν, βέβαια, πως τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης δεν την κατέστρεψε ο πληθωρισμός αλλά η κρίση του ’29, πως το τραγικό τέλος της δημοκρατίας στη Γερμανία το προκάλεσε η εμμονή των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου να «τιμωρήσουν» με αφόρητες αποζημιώσεις την «αμαρτωλή» Γερμανία και η εμμονή της ίδιας της Γερμανίας να εφαρμόζει πολιτικές λιτότητας στον καιρό της μεγάλης ύφεσης. Πως τα αληθινά διδάγματα της ιστορίας (της) δηλαδή θα έπρεπε να οδηγούν τη σημερινή Γερμανία στον αντίθετο δρόμο από αυτόν που ακολουθεί.
Στο μεταξύ, όμως, η διάσωση του ευρώ και μαζί και του ιστορικού σχεδίου της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν περνά από τον φόβο της Ιστορίας - τον φόβο των ίδιων των Γερμανών ή τον φόβο των άλλων για τους Γερμανούς. Ο Πολωνός είχε δίκιο: Για να σωθεί η Ευρώπη χρειάζεται μεγαλύτερη και αυστηρότερη, πιο πειθαρχημένη, ενοποίηση οικονομικής πολιτικής αλλά και περισσότερη δημοκρατία και διαφάνεια. Και τα δύο προϋποθέτουν περισσότερη, όχι λιγότερη εμπλοκή της Γερμανίας στην Ευρώπη.
Μένει, λοιπόν, η επιλογή ανάμεσα σε δύο άλλες απαντήσεις: η μία είναι πως η Γερμανία δρα υπολογιστικά, αφήνει τον πανικό των αγορών να καταστρέφει τις οικονομίες του «λατινικού μπλοκ», παίζοντας με τη φωτιά, ώστε βραχυπρόθεσμα να κερδίσει ακόμη μεγαλύτερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και μακροπρόθεσμα να επιβάλει μια γερμανικού τύπου πειθαρχία σε όλους, να φορέσει έναν στενό δημοσιονομικό κορσέ σε όλες τις οικονομίες του ευρώ. Η άλλη απάντηση είναι πως η Γερμανία παραμένει απλώς δέσμια των αταβιστικών της φόβων και των υπερσυντηρητικών ιδεολογικών της δογμάτων. Πως για όλα φταίει, δηλαδή, το «σύνδρομο της Βαϊμάρης» - η τραυματική ανάμνηση της δεκαετίας του ’20 και του καταστροφικού πληθωρισμού που οδήγησε την ισοτιμία μάρκου - δολαρίου από το ένα προς τέσσερα στο ένα προς εκατό εκατομμύρια, τότε που οι εργάτες μετέφεραν τον μισθό τους με καρότσια και η τιμή ενός ποτηριού μπίρας διπλασιαζόταν από τη στιγμή που το παρήγγελλαν μέχρι να το πιουν.Οι ιστορικοί εξηγούν, βέβαια, πως τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης δεν την κατέστρεψε ο πληθωρισμός αλλά η κρίση του ’29, πως το τραγικό τέλος της δημοκρατίας στη Γερμανία το προκάλεσε η εμμονή των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου να «τιμωρήσουν» με αφόρητες αποζημιώσεις την «αμαρτωλή» Γερμανία και η εμμονή της ίδιας της Γερμανίας να εφαρμόζει πολιτικές λιτότητας στον καιρό της μεγάλης ύφεσης. Πως τα αληθινά διδάγματα της ιστορίας (της) δηλαδή θα έπρεπε να οδηγούν τη σημερινή Γερμανία στον αντίθετο δρόμο από αυτόν που ακολουθεί.
Στο μεταξύ, όμως, η διάσωση του ευρώ και μαζί και του ιστορικού σχεδίου της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν περνά από τον φόβο της Ιστορίας - τον φόβο των ίδιων των Γερμανών ή τον φόβο των άλλων για τους Γερμανούς. Ο Πολωνός είχε δίκιο: Για να σωθεί η Ευρώπη χρειάζεται μεγαλύτερη και αυστηρότερη, πιο πειθαρχημένη, ενοποίηση οικονομικής πολιτικής αλλά και περισσότερη δημοκρατία και διαφάνεια. Και τα δύο προϋποθέτουν περισσότερη, όχι λιγότερη εμπλοκή της Γερμανίας στην Ευρώπη.