Το αυτοκτονικό φλερτ με την κινδυνολογία
Χρήστος Μαχαίρας, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2014-11-17
Οι πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης και η επικοινωνιακή υποστήριξη που τις συνόδευσε στηρίχθηκαν επί μήνες στην εκτίμηση ότι, περί τα τέλη του έτους, η λαβή της τρόικας θα χαλαρώσει. Το σενάριο προέβλεπε, μάλιστα, ότι οι δανειστές θα προικοδοτούσαν το σχήμα Σαμαρά – Βενιζέλου με μία αναδιάρθρωση του χρέους – ή, έστω, με μία πρόγευση επωφελούς διευθέτησής του – που θα αποδεικνυόταν ικανή να ενισχύσει τη γραμμή της «σταθερότητας» και, τελικά, να γυρίσει το εκλογικό παιχνίδι.
Και, ξαφνικά, το χαλί τραβήχτηκε. Η πρόσφατη ακύρωση των κυβερνητικών προσδοκιών για άμεση έξοδο στις αγορές, όσα κυοφορούνται στις Βρυξέλλες για τη γραμμή πίστωσης και, κυρίως, η αναβάθμιση των απαιτήσεων της τρόικας (όπως το τελεσίγραφο για απόσυρση του μέτρου των 100 δόσεων ) απομυθοποίησαν τις ωραιοποιήσεις και προσγείωσαν ανώμαλα τους βολονταρισμούς.
Δικαιούνται, ωστόσο, να αιφνιδιάζονται τα κυβερνητικά στελέχη για τις αντιδράσεις των δανειστών; Υπήρξε, όντως, κεραυνός εν αιθρία η σκλήρυνση της στάσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ ή, μήπως, συνέβαλε η ίδια η κυβέρνηση στην επιδείνωση του κλίματος;
Το σχέδιο που είχε καταστρωθεί πριν από μήνες, προέβλεπε την ανάδειξη του «success story» ως βασικού επικοινωνιακού όπλου για την αναστροφή του κλίματος. Η βεβιασμένη έξοδος στις αγορές και ο ερασιτεχνικός τρόπος με τον οποίο επιδιώχθηκε η απόσυρση του Ταμείου από το πρόγραμμα, άνοιξαν ένα νέο story με τους δανειστές, που δεν περιείχε ίχνος… success ούτε διέθετε προοπτικές οποιασδήποτε άλλης επιτυχίας.
Κάπου εκεί, το ένα λάθος επιχειρήθηκε να αντιμετωπισθεί με ένα ακόμα μεγαλύτερο: έτσι όπως κατέρρεαν οι υπεραισιοδοξίες και η εικόνα του «τέλους των μνημονίων» θάμπωνε, επιστρατεύθηκε ο «πολιτικός κίνδυνος», μπας και σώσει την κατάσταση και διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Το αποτέλεσμα επεφύλασσε στην κοινή γνώμη μια ανατροπή, εφάμιλλη με αυτές που χαρακτηρίζουν τα θρίλερ αξιώσεων. Εκεί που το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης δεν προλάβαινε να εξηγεί πώς κατάφερε και έσωσε τη χώρα, τώρα καλούνταν να περιγράψει με τα μελανότερα των χρωμάτων τι μας περίμενε αν ο εύπιστος λαός έκανε την αποκοτιά να αποσύρει την εμπιστοσύνη του από τη δικομματική.
Δεν είναι όμως αυτοκαταστροφικό; Αν το κυβερνητικό επιτελείο παίζει με τη φωτιά και εμφανίζει την πιθανότητα πολιτικής αλλαγής ως κόλαση με «στεγνά ΑΤΜ» και πανικόβλητους πολίτες, δεν πλήττει μόνο τους πολιτικούς αντιπάλους του, αλλά την ίδια τη χώρα και τη σταθερότητα, που κατά τα άλλα υποτίθεται πως υπηρετεί. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση … πυροβολεί τα πόδια της, αφού, διεκτραγωδώντας την κατάσταση, αναγκάζει τους δανειστές να μεταθέσουν τις όποιες αποφάσεις τους – ακόμα και αυτές που θα μετέδιδαν συμβολικά ένα σήμα στήριξης της Αθήνας – σε χρόνο χωρίς ασάφειες και πολιτικές εκκρεμότητες, άρα σε χρόνο μετεκλογικό.
Εγκλωβισμένη σ’ αυτή την αυτοκτονική αντίληψη και δεσμευμένη να υπηρετεί την άποψη περί βιωσιμότητας του χρέους, η κυβέρνηση Σαμαρά αδυνατεί να προωθήσει ακόμα και την αυτονόητη διακομματική συνεννόηση, όπως προτείνει η Δημοκρατική Αριστερά. Ακυρώνει, έτσι, κάθε δυνατότητα διαμόρφωσης ενός μίνιμουμ πλαισίου συμφωνίας μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για την αναδιάρθρωση του χρέους, που θα ισχυροποιούσε άμεσα τη χώρα και θα διεύρυνε μακροπρόθεσμα τις διαπραγματευτικές δυνατότητές της. Αντ’ αυτού, εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι με τις ίδιες ακριβώς πολιτικές που εξαέρωσαν μέσα σε τέσσερα χρόνια το 25% του ΑΕΠ μπορεί να εξυπηρετηθούν δανειακές υποχρεώσεις που «τρέχουν» με 6 – 7 δις το χρόνο.
Ορισμένες φορές, η αισιοδοξία απέχει από την αυταπάτη όλη κι όλη μια ανάσα…