Ο τρίτος πόλος του τρίτου πόλου
Γιάννης Τούντας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2015-10-16
Στην αρχή, οι διεκδικητές του τρίτου πόλου ανάμεσα στους δύο άλλους πόλους του πολιτικού φάσματος, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, ήταν τρεις. Το ΠΑΣΟΚ, Το Ποτάμι, η ΔΗΜΑΡ. Πριν από τις πρόσφατες εκλογές έγιναν δύο με τη συγκρότηση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Κινήσεων Πολιτών. Μετά τις εκλογές έχει αρχίσει, παρά τις αψιμαχίες μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού, να φουντώνει ο προβληματισμός για τη σταδιακή σύγκλιση των δυο διεκδικητών, ώστε να υπάρξει ένας και ισχυρός τρίτος πόλος.
Η άνοδος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στις εκλογές και η πτώση του Ποταμιού διευκολύνουν τις σχετικές διεργασίες στον βαθμό που η Δημοκρατική Συμπαράταξη επιζητεί τον διάλογο και τη συνεργασία από θέση σχετικής ισχύος, ενώ Το Ποτάμι αναγκάζεται να αντιστέκεται, προς το παρόν τουλάχιστον, από πιο μειονεκτική θέση.
Οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για το μέλλον της σύγκλισης των δυνάμεων αυτών. Εάν στο διάστημα αυτό δημιουργηθεί στη Βουλή κλίμα συνεννόησης και συνεργασίας, εάν το ΠΑΣΟΚ προβάλει πιο αποφασιστικά το αίτημα της ανανέωσης και όχι μόνο της ενότητας και εάν Το Ποτάμι στο επικείμενο συνέδριό του δεν οχυρωθεί σε έναν αδιέξοδο απομονωτισμό, τότε θα δημιουργηθούν πολύ πιο ευνοϊκές συνθήκες για τη συγκρότηση ενός διακομματικού τρίτου ισχυρού πόλου, χωρίς ηγεμονισμούς και χωρίς να καταλύεται η αυτονομία του κάθε κόμματος.
Ο πλέον όμως καθοριστικός παράγοντας στις εξελίξεις αυτές δεν θα είναι τόσο οι επιλογές των κομματικών ηγεσιών όσο η βούληση του πολιτικού ακροατηρίου του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, που στο σύνολό του υπερβαίνει το εκλογικό ποσοστό της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Ποταμιού. Η βούληση αυτή μπορεί να καταγράφεται στο επόμενο διάστημα δημοσκοπικά, αλλά πολύ πιο αποφασιστικό παράγοντα θα αποτελέσει η ενεργοποίηση των δυνάμεων αυτών με νέες μορφές πολιτικής έκφρασης.
Σε αυτή την υπόθεση πρωταρχικό ρόλο καλούνται να διαδραματίσουν οι Κινήσεις Πολιτών που αποτελούν τον τρίτο, μη κομματικό, πόλο του εγχειρήματος. Οι Κινήσεις Πολιτών, χωρίς τους φραγμούς που προκαλούν οι κομματικές παθογένειες και ο κομματικός πατριωτισμός, αποτελούν πιο προνομιακούς διαύλους επικοινωνίας με τη λεγόμενη κοινωνία των πολιτών. Ταυτόχρονα, από θέση σχετικής αυτονομίας έχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν πεδίο σύνθεσης ενός κοινού προγραμματικού μεταρρυθμιστικού λόγου, με σταθερό πάντα στόχο, όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, τη δημιουργία ενός ενιαίου φορέα που θα παντρεύει τον αριστερό φιλελευθερισμό με τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία.