Πρόσφυγας ή μετανάστης στην χώρα της καθυστερημένης κυβέρνησης
Ισμήνη Μώρου, www.badiera.gr, Δημοσιευμένο: 2016-03-29
Πριν από τέσσερις μήνες, η Δημοκρατική Συμπαράταξη τόνιζε σε σχόλιό της: «Οι ραγδαίες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, οι τρομοκρατικές επιθέσεις και το προσφυγικό, είναι κρίσιμα θέματα που αφορούν τα εθνικά μας συμφέροντα και σε αυτά επιβάλλεται να επιδιωχθεί η μέγιστη εθνική συνεννόηση», υπενθυμίζοντας ότι έχει έμπρακτα αποδείξει ότι είναι υπέρ του διαλόγου και της συνεννόησης.
Θα ήθελα ευθύς εξ αρχής να δηλώσω ότι η Δημοκρατική Συμπαράταξη, – και για να μείνω στον πολιτικό χώρο στον οποίο μετέχω, η ΔΗΜΑΡ – εκτιμά εξαιρετικά την εχέφρονα, τη νουνεχή, τη συνετή αρθρογραφία, αλλά και κάθε πράξη που τη χαρακτηρίζουν οι παραπάνω ιδιότητες, στα προβλήματα του μεταναστευτικού, του προσφυγικού και της τρομοκρατίας.
Να αποσαφηνίσουμε πρώτα τους όρους «μεταναστευτικό ζήτημα» και «προσφυγικό ζήτημα». Ήδη ο Μπέρτολτ Μπρεχτ (1898-1956), κυνηγημένος από τους ναζί της χώρας του, μας το είπε από τη δεκαετία του 1940: «Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ’ όνομα που μας δίναν: / «Μετανάστες». / Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο, / δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, / λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη. Ούτε / και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε / να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν. / Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε. Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ’ναι, μα εξορία. /…/ Όμως κανένας μας / δε θα μείνει εδώ. Η τελευταία λέξη / δεν ειπώθηκε ακόμα».
Ιδού, λοιπόν, κατά την εκτίμησή μου, πεδίον δόξης λαμπρό για την κυβέρνηση, να αποσαφηνίσει επίσημα, ως προοίμιο για κάθε περαιτέρω ενέργεια, τη θέση της πάνω σ’ αυτή τη διαφορά, και να την διακηρύξει. Ο πρόσφυγας είναι ιερή έννοια, τον πρόσφυγα οφείλεις να τον δεχτείς, να τον προστατέψεις, πάση θυσία, ενώ ο μετανάστης υπόκειται σε κανόνες, σε διακρατικές συμφωνίες ή σε εθνικές πολιτικές. Ο μετανάστης θέλει να μείνει σε μια χώρα. Έρχεται για να εργαστεί. Για να μείνει και να εργαστεί οφείλει να σέβεται τη χώρα και τους θεσμούς της, όπως σεβάστηκαν οι δικοί μας μετανάστες κατά τη δεκαετία του 1960 τη βάσανο των ελέγχων για να μεταναστεύσουν στη Γερμανία και στο Βέλγιο, και όπου αλλού. Και πολύ ορθά από την πλευρά των χωρών υποδοχής.
Οι καινούργιες συνθήκες απαιτούν μηχανισμούς διαβίβασης οδηγιών και εφαρμογής μέτρων.Είμαι πλέον βεβαία ότι η κυβέρνηση δεν έχει αντιληφθεί το προσφυγικό πρόβλημα σε όλο του το μέγεθος, ή δεν θέλει να το αντιληφθεί. Η τραγωδία των προσφύγων πρέπει να μείνει έξω από πολιτικές διαμάχες με τη στενή σημασία του όρου. Το να βρεις μια γλώσσα για να επικοινωνήσεις με τους πρόσφυγες, τονίζοντάς τους ότι στη χώρα του πολιτισμού και της φιλοξενίας υπάρχουν και περιορισμοί, που επιβάλλονται από το δημογραφικό και την γκρεμισμένη ελληνική οικονομία, ενώ δεν είναι ευπρόσδεκτες παραβατικές συμπεριφορές, είναι τόσο σημαντικό, όσο σημαντικός είναι και ο εξοπλισμός της ελληνικής κοινωνίας με την ενδεδειγμένη κοινωνική στρατηγική και τον απαραίτητο πολιτικό λόγο, μια κοινωνία που δέχεται το βάρος των προσφύγων όχι μόνο αγόγγυστα αλλά και με αυτοθυσία. Οι βασικές αρχές, και προς τις δύο κατευθύνσεις, πιστεύω ότι πρέπει να είναι, η αλήθεια, η απλότητα, η συγκεκριμενοποίηση και η πρόταση λύσεων. Η προσφυγιά εξελίσσεται σε διαχρονική.
Θα μπορούσε να πεί κανείς ότι είναι ενωρίς ακόμη για να διατυπωθούν οριστικά συμπεράσματα για τις επιλογές και την πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα των προσφύγων, τομέα που όλοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όλοι τον χαρακτηρίζουν κρίσιμο για το μέλλον. Όμως, η μέχρι τώρα στάση των αρμοδίων κυβερνητικών παραγόντων, με τα γνωστά χαώδη αποτελέσματα και τις εικόνες ντροπής ελάχιστα πείθει ότι οι πολλά υποσχόμενες διακηρύξεις συνοδεύονται και με μια συγκεκριμένη και συγκροτημένη πολιτική υλοποίησής τους.
Την κυβέρνηση την ξεπέρασαν τα πράγματα, την ξεπέρασαν τα κλειστά σύνορα, την ξεπέρασαν οι ασταμάτητες ροές προσφύγων. Και δεν είναι τα μόνα σημαντικά γεγονότα που την ξεπερνούν. Το σύνηθες για την κυβέρνηση είναι να τρέχει ασθαίνοντας πίσω απο τα γεγονότα, ποτέ παράλληλα και βεβαίως συνιστά όνειρο να προηγηθεί αυτών. Αν όμως, κάποια πράγματα μας ξεπερνούν, οφείλουμε να τα ξεπερνούμε κι εμείς με τις δέουσες πολιτικές ενέργειες και αποφάσεις.Διαφορετικά η κυβέρνηση και μη συγκροτημένη αποδεικνύεται και καθυστερημένη έχει ήδη αποδειχτεί.
Η κοινωνική και πολιτική λειτουργικότητα μιας χώρας πρέπει να επιβάλλεται από την ίδια τη χώρα, κι αυτή πρέπει να είναι και η βάση της κριτικής μας αποτίμησης προς την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση, έχει άραγε γνώση και ενδιαφέρον να διαμηνύσει ό,τι πρέπει να διαμηνυθεί στην Ευρώπη, με τρόπους σύμφωνους με τα ευρωπαϊκά κεκτημένα; Η κυβέρνηση έχει άραγε την βούληση να λειτουργήσει σύμφωνα με τα Ανθρωπιστικά κεκτημένα;
Ή δεν θέλει;