Μιχαήλ Γκορμπατσόφ: Ο άταφος νεκρός
Γιάννης Βούλγαρης, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2022-09-04
«Αλλαξε τον ρου της Ιστορίας» είναι το σύνηθες σχόλιο. Στην πραγματικότητα ο ρους της Ιστορίας είχε αλλάξει πριν από την άνοδο του Γκορμπατσόφ στην προεδρία της ΕΣΣΔ και του ΚΚΣΕ το 1985. Η παγκοσμιοποίηση είχε πάρει μια επιταχυνόμενη ροπή, τα νέα διεθνή ΜΜΕ δεν σταματούσαν στα εθνικά σύνορα ούτε στις εθνικές λογοκρισίες, η τεχνολογική πρόοδος κάλπαζε, η μεταβιομηχανική κοινωνία γινόταν όλο και πιο πολύπλοκη, οι παραδοσιακές κοινωνικές ταυτότητες αδυνάτιζαν, η ατομικότητα κέρδιζε έδαφος. Η Σοβιετική Ενωση ένιωθε τον κόσμο να την προσπερνά καθώς η εικοσαετής περίοδος Μπρέζνιεφ είχε ταυτιστεί με την οικονομική και πολιτική στασιμότητα, που συνεχίστηκε με τη διάδοχη ετοιμοθάνατη γεροντική ηγεσία. Αυτή τη νέα αλλαγή εποχής χρειαζόταν να προλάβει η ΕΣΣΔ. Η μνήμη έχει σώσει τις ελπίδες και την αισιοδοξία που σκόρπισε όχι μόνο στο ανατολικό μπλοκ, αλλά στην Ευρώπη και τη Δύση, η εμφάνιση του νέου ηγέτη Γκορμπατσόφ, με τη ρωμαλέα παρουσία, το κόκκινο σημάδι στο κεφάλι, και τη γοητευτική σύντροφο. Ολα ανέτρεπαν την παραδοσιακή σοβιετική αισθητική της μούχλας και της παρακμής.
«Προσπάθησα», έτσι απάντησε λίγα χρόνια πριν ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ όταν τον ρώτησαν πώς θα ήθελε να τον θυμούνται. Προσπάθησε και πέτυχε εντυπωσιακά αποτελέσματα στη βελτίωση του διεθνούς κλίματος, την επαναφορά της ύφεσης, τη συμφωνία μείωσης των εξοπλισμών με τις ΗΠΑ, το τέλος της επέμβασης στο Αφγανιστάν. Προσπάθησε αλλά απέτυχε στο εσωτερικό μέτωπο. Ο εκδημοκρατισμός άνοιξε τα στόματα, αλλά η ανασυγκρότηση δεν έφερε την οικονομική βελτίωση, η ρωσική κοινωνία στράφηκε κατά της νέας ηγεσίας και τα ομόσπονδα κράτη της ΕΣΣΔ αυτονομήθηκαν, αρχίζοντας από την ίδια τη Ρωσία. Ηταν προσωπική ανεπάρκεια; Ο ίδιος θα απαριθμήσει αργότερα μια σειρά λαθών που έκανε.
Το ιστορικό όμως δεδομένο είναι σαφές. Φάνηκε ότι ο σοβιετικός κομμουνισμός δεν ήταν μεταρρυθμίσιμος με την έννοια ότι μπορούσε ταυτόχρονα να γίνει δημοκρατικός και να καθιερώσει μια οικονομία της αγοράς. Την ίδια χρονιά η Κίνα ξεκαθάριζε ότι ο δικός της δρόμος δεν περιλάμβανε τον εκδημοκρατισμό αλλά μόνο τον καπιταλισμό. Το κατάλαβαν στο πετσί τους οι φοιτητές στην πλατεία Τιενανμέν το 1989. Θα μπορούσε η Ρωσία να είχε κάνει την επιλογή του κρατικού καπιταλισμού με ανάλογα αποτελέσματα; Τριάντα χρόνια μετά, η Ρωσία δεν δείχνει να έχει την ίδια έφεση στην καπιταλιστική δραστηριότητα που έδειξαν οι Κινέζοι και ο ολιγαρχικός κλεπτοκρατικός καπιταλισμός ασφαλώς δεν διακρίνεται για τον δυναμισμό του. Ηταν ασύνδετη η εξωτερική πολιτική του Γκορμπατσόφ από την εσωτερική προσπάθεια της οικονομικής ανασυγκρότησης; Κάθε άλλο, και οι δύο θέλησαν να υπηρετήσουν την ίδια στρατηγική που ξεκινούσε από δύο θεμελιακές διαπιστώσεις: ότι ο κόσμος άλλαξε και ότι αν και η ΕΣΣΔ δεν άλλαζε θα έχανε επαφή το ραντεβού με τη νέα εποχή. Ο Γκορμπατσόφ κατανόησε ότι ο ψυχροπολεμικός χωρισμός σε «στρατόπεδα» δεν ανταποκρινόταν πλέον στην εκθετική αύξηση της παγκόσμιας αλληλεξάρτησης. Νέα οικουμενικά προβλήματα απαιτούσαν κοινές απαντήσεις σε μια εποχή που η «ανθρωπότητα είχε χάσει την αθανασία της» όπως έλεγε. Ελεγχος των πυρηνικών εξοπλισμών, περιβαλλοντική ισορροπία, πρόληψη των επιδημιών, αντιμετώπιση της φτώχειας στον πλανήτη. Με αυτή την άκρως επίκαιρη αφετηρία στόχευσε στην υπέρβαση του διπολισμού, στην προώθηση μιας πολυκεντρικής οργάνωσης των διεθνών σχέσεων, και στο πλαίσιο αυτό έλπιζε ότι η ΕΣΣΔ θα πετύχαινε μια δυναμική και ανταγωνιστική ένταξη στη διεθνή αγορά μια και ο κομμουνιστικός κεντρικός σχεδιασμός είχε πλέον αποτύχει.
Ο Γκορμπατσόφ επανέφερε στο επίκεντρο της σοβιετικής στρατηγικής τη σχέση με την Ευρώπη. Θύμιζε ότι ο Λένιν είχε δει την μπολσεβίκικη επανάσταση ως πρελούδιο της ευρωπαϊκής επανάστασης και όχι σαν ένα «ασιατικό γεγονός» απόρροια της ρωσικής καθυστέρησης. Για τον Γκορμπατσόφ η Ευρώπη ήταν επιλογή πολιτισμική και όχι απλώς γεωπολιτική. «Οι εμπορικοί, πολιτιστικοί και πολιτικοί δεσμοί της Ρωσίας με άλλα ευρωπαϊκά έθνη και κράτη έχουν βαθιές ρίζες στην ιστορία. Είμαστε Ευρωπαίοι. Η ιστορία της Ρωσίας αποτελεί οργανικό τμήμα της μεγάλης ευρωπαϊκής ιστορίας» (Μ. Γκορμπατσόφ, Περεστρόικα, εκδ. Νέα Σύνορα, 1987, σ. 341). Γι’ αυτό η Ευρώπη έπρεπε να υπερβεί τον διχασμό Δύσης – Ανατολής και να ξαναγίνει το «κοινό σπίτι». Ισως από σύμπτωση, ίσως επειδή είναι το «κέντρο της Ευρώπης», ο Γκορμπατσόφ παρουσίασε αυτή τη θέση του στην Πράγα, όπου και ο γερμανός καγκελάριος Σολτς πριν από λίγες μέρες, έδωσε τη δική του πρόταση για την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Το στοίχημα για έναν πρωταγωνιστικό ρόλο της Ευρώπης σε έναν πολυκεντρικό κόσμο επανέρχεται σε διαφορετικές συνθήκες.
Μόνο που η σημερινή Ρωσία του Πούτιν βρίσκεται πολιτικά, γεωπολιτικά και πολιτισμικά αλλού. Αναζητά και αυτή τον ρόλο της σε έναν στενά αλληλεξαρτημένο κόσμο όπου ανακατανέμεται η οικονομική και η γεωπολιτική ισχύς σε ένα διεθνές σύστημα που αναζητά νέους κανόνες ανταγωνιστικής συνύπαρξης. Σε αντίθεση με την Κίνα ή τις άλλες ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις, η Ρωσία του Πούτιν υστερεί γιατί έχει μια αδύναμη μη ανταγωνιστική οικονομία. Οταν η ΕΣΣΔ του Γκορμπατσόφ βρέθηκε όπως είδαμε, σε μια ανάλογη κατάσταση τη δεκαετία του 1980, φιλοδόξησε να απαντήσει με ένα σχέδιο δημοκρατίας, ειρήνης και μεταρρυθμίσεων. Σήμερα το καθεστώς Πούτιν κάνει το ακριβώς αντίθετο.
Επιχειρεί να αναπληρώσει την οικονομική υστέρηση με την κτηνώδη στρατιωτική βία και τον εσωτερικό αυταρχισμό. Αν η ΕΣΣΔ του Γκορμπατσόφ ανέτρεξε στις όψεις του μαρξισμού και του λενινισμού που κρατούσαν από τον Διαφωτισμό για να νομιμοποιήσει την επαγγελία της Μεταρρύθμισης, η σημερινή Ρωσία του Πούτιν, αναρριπίζει όλους τους αρχαϊκούς εθνικιστικούς μύθους, όλα τα αντιδραστικά και καθυστερημένα στοιχεία της ρωσικής κακοδαιμονίας. Αν η ΕΣΣΔ του Γκορμπατσόφ οραματίστηκε να γίνει πρωταγωνίστρια ενός νέου ειρηνικού κόσμου, η Ρωσία του Πούτιν προσπαθεί να συγκροτήσει τη Διεθνή των νέων Αυταρχισμών.
Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ θα αναπαυτεί σε μια χώρα που δεν μπόρεσε να την αλλάξει, αλλά εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη θα τον ξεπροβοδίσουν νοερά γιατί κέρδισαν την ελευθερία τους όταν αυτός άλλαξε τον ρου της Ιστορίας.
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο