Η Ολυμπιάδα των εθνικών συμπλεγμάτων
Διονύσης Γουσέτης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2004-09-18
Το τεράστιο οικονομικό έλλειμμα των Ολυμπιακών έχει ιδεολογικές ρίζες, μας λέει μια ανακοίνωση της ΟΑΚΚΕ. Είναι το αποτέλεσμα της επαρχιώτικης μεγαλομανίας, που διακήρυξε ότι θα κάνει την καλύτερη ολυμπιάδα της ιστορίας. Είναι συνέπεια του πιο αρρωστημένου σωβινισμού. Είναι προϊόν των συμπλεγμάτων ενός έθνους που του στέρησαν την πραγματική υλική και πνευματική ανάπτυξη και το οποίο αναζητά τα υποκατάστατα της ανύπαρκτης αυτοεκτίμησής του στις μεγαλειώδεις παράτες, στα μετάλλια και στα κύπελλα. Πρόκειται για ένα έθνος σε παραζάλη που ψάχνει αγωνιωδώς, σχεδόν υστερικά, για να επιβεβαιωθεί στα μάτια των άλλων.
Τα συμπλέγματα εκπορεύονται εκ των άνω. H Γιάννα Αγγελοπούλου, τυπική Ελληνίδα μεγαλοαστή, ξεκίνησε το χαιρετισμό της στην τελετή λήξης συμπυκνώνοντας ολόκληρη την κομπλεξική μεγαλομανία. Αναφώνησε μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα με μια ασύλληπτη, πρωτοφανή για οικοδεσπότη, έλλειψη μετριοφροσύνης, σεμνότητας και τακτ: «Δείξαμε στον κόσμο τι μπορούν να κάνουν οι Έλληνες». Η κα Αγγελοπούλου έστειλε στα πέρατα της οικουμένης το μήνυμα ότι ο νεοέλληνας είναι το πιο πολιτισμένο ον της γης, είτε σαν απόγονος του Φειδία, είτε σαν σύγχρονος της Μαρινέλας.
Το παραμυθιασμένο πλήθος γέμισε τα στάδια για να πνίξει τη μιζέρια του μέσα στις δικές του ιαχές. Πήγε παντού όπου ήλπιζε πως κάποιοι Έλληνες διεκδικούσαν νίκη. Δεν ήξερε το τένις, αλλά γέμισε τις αυλές ασφυκτικά. Δεν ήξερε το μπιτς-βόλεϋ, αλλά έλιωσε για μέρες στις εξέδρες μέσα στο λιοπύρι. Πήγε παντού για να βρει την αυτοπεποίθησή του: στο πόλο, στο τζούντο, στην πάλη, ακόμα και στο ακατανόητο αμερικάνικο μπέιζμπολ, όπου οι ατσαλοσύνες του σχολιάστηκαν ειρωνικά στον αμερικάνικο τύπο. Δεν σκοτίστηκε να χειροκροτήσει την «ωραία προσπάθεια». Δεν σκοτίστηκε αν ο «δικός του» ήταν όντως Έλληνας. Τι σημασία έχει αν είναι αρσιβαρίστας κλεμμένος από την Αλβανία ή υιοθετημένος παλαιστής από τη Γεωργία που δεν ξέρει γρι ελληνικά, ή ακόμα και ένας Αμερικανός ομογενής τρίτης γενιάς. Σημασία έχει ποια σημαία θα υψωθεί, ποιος εθνικός ύμνος θα παιανίσει. Όταν θα πάψουν να υψώνονται σημαίες και να ανακρούονται εθνικοί παιάνες, οι Ολυμπιακοί θα έχουν τελέσει ένα σημαντικό βήμα προς τον αθλητισμό.
Κανείς από τους επίσημους ειδικούς δεν είπε στο «έθνος» ότι στο τένις δεν γιουχάρει ποτέ κανείς αθλητή, ότι δεν ζητωκραυγάζει κανείς για πόντο που κερδήθηκε από τύχη ή λάθος του αντιπάλου. Αλλά ποιος να τους τα πει αυτά, όταν η Ελληνίδα πρωταθλήτρια Φανή Χαλκιά υπήρξε η πρώτη από την εποχή του τρίτου Ράιχ Ολυμπιονίκης, που δήλωσε ότι υπάρχει ένας λαός -εν προκειμένω ο ελληνικός- που «έχει μέσα στα κύτταρά του το να είναι νικητής». Την ώρα ακριβώς που αποκαλύπτεται ότι εκείνο που έχουν στα κύτταρά τους κάποιοι Έλληνες αθλητές, είναι τα αναβολικά.
Ο τελικός στα 200 μέτρα ήταν η στιγμή της αλήθειας για όλη την Ολυμπιάδα. Ήταν η συμπύκνωση και η ακραία εκδήλωση της συνολικής στάσης του ελληνικού κοινού. Αποδοκιμάστηκαν μαζικά αθλητές μόνο επειδή ήσαν εκεί, και μόνο λόγω της εθνικότητάς τους. Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει σε αγώνες στίβου καμιάς Ολυμπιάδας. Οι Ολυμπιακοί της Αθήνας εγκαινίασαν στον παγκόσμιο στίβο τη βαρβαρότητα των ποδοσφαιρικών γηπέδων, και μάλιστα των ελληνικών.
Προβάλλεται ως ελαφρυντικό ότι το κοινό ήταν τραυματισμένο με τον αποκλεισμό του Κεντέρη και θεωρούσε υπεύθυνους τους Αμερικάνους και ιδιαίτερα τους Αμερικάνους αθλητές των 200 μέτρων. Πιθανόν έτσι να πίστευε το παραπλανημένο κοινό. Όμως αυτοί που το παραπλάνησαν δεν έχουν κανένα ελαφρυντικό. Αυτοί ξέρανε ότι τον Κεντέρη τον αμφισβητούσαν όλοι οι αθλητές του κόσμου επί χρόνια, διότι δεν πήγαινε στα διεθνή μήτινγκ, διότι ξέφευγε συστηματικά τους αντιντόπινγκ ελέγχους, διότι πέτυχε τις τρομερές επιδόσεις του από τη μια στιγμή στην άλλη. Για να κρύψουν τις ευθύνες τους, κατέφυγαν στη δοκιμασμένη συνταγή: στη θεωρία της αμερικάνικης συνομωσίας. Σύμφωνα με αυτήν, οι πάντες ντοπάρονται αλλά την πληρώνουν μόνο οι Έλληνες και γενικότερα οι φτωχές και μικρές χώρες, επειδή η σύγχρονη ντόπα, που δεν ανιχνεύεται, είναι αποκλειστικότητα των Αμερικάνων. Ποιος τόλμησε να πει στο οργισμένο πλήθος -ποιο κανάλι θα τον φιλοξενούσε εξ άλλου- ότι οι ΗΠΑ ξετρύπωσαν οι ίδιες σαν ντοπαρισμένους και απομάκρυναν έγκαιρα από τους Ολυμπιακούς τους δυο καλύτερους σπρίντερ τους, τους Τιμ Μοντγκόμερυ και Κέλυ Γουάιτ και ότι οι ΗΠΑ ηγούνται του αντιντόπιγκ κινήματος, όχι γιατί είναι ηθικές, αλλά γιατί είναι στη φύση του ανεπτυγμένου καπιταλισμού η αντίθεση σε ο,τιδήποτε παραβιάζει τους δικούς του κανόνες; Ο εγχώριος φτηνός αντιιμπεριαλισμός στοχεύει βολικά τα εθνικά συμπλέγματα, χτυπώντας κυρίως τα προοδευτικά στοιχεία της αμερικάνικης κοινωνίας.
Τα συμπλέγματα εκπορεύονται εκ των άνω. H Γιάννα Αγγελοπούλου, τυπική Ελληνίδα μεγαλοαστή, ξεκίνησε το χαιρετισμό της στην τελετή λήξης συμπυκνώνοντας ολόκληρη την κομπλεξική μεγαλομανία. Αναφώνησε μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα με μια ασύλληπτη, πρωτοφανή για οικοδεσπότη, έλλειψη μετριοφροσύνης, σεμνότητας και τακτ: «Δείξαμε στον κόσμο τι μπορούν να κάνουν οι Έλληνες». Η κα Αγγελοπούλου έστειλε στα πέρατα της οικουμένης το μήνυμα ότι ο νεοέλληνας είναι το πιο πολιτισμένο ον της γης, είτε σαν απόγονος του Φειδία, είτε σαν σύγχρονος της Μαρινέλας.
Το παραμυθιασμένο πλήθος γέμισε τα στάδια για να πνίξει τη μιζέρια του μέσα στις δικές του ιαχές. Πήγε παντού όπου ήλπιζε πως κάποιοι Έλληνες διεκδικούσαν νίκη. Δεν ήξερε το τένις, αλλά γέμισε τις αυλές ασφυκτικά. Δεν ήξερε το μπιτς-βόλεϋ, αλλά έλιωσε για μέρες στις εξέδρες μέσα στο λιοπύρι. Πήγε παντού για να βρει την αυτοπεποίθησή του: στο πόλο, στο τζούντο, στην πάλη, ακόμα και στο ακατανόητο αμερικάνικο μπέιζμπολ, όπου οι ατσαλοσύνες του σχολιάστηκαν ειρωνικά στον αμερικάνικο τύπο. Δεν σκοτίστηκε να χειροκροτήσει την «ωραία προσπάθεια». Δεν σκοτίστηκε αν ο «δικός του» ήταν όντως Έλληνας. Τι σημασία έχει αν είναι αρσιβαρίστας κλεμμένος από την Αλβανία ή υιοθετημένος παλαιστής από τη Γεωργία που δεν ξέρει γρι ελληνικά, ή ακόμα και ένας Αμερικανός ομογενής τρίτης γενιάς. Σημασία έχει ποια σημαία θα υψωθεί, ποιος εθνικός ύμνος θα παιανίσει. Όταν θα πάψουν να υψώνονται σημαίες και να ανακρούονται εθνικοί παιάνες, οι Ολυμπιακοί θα έχουν τελέσει ένα σημαντικό βήμα προς τον αθλητισμό.
Κανείς από τους επίσημους ειδικούς δεν είπε στο «έθνος» ότι στο τένις δεν γιουχάρει ποτέ κανείς αθλητή, ότι δεν ζητωκραυγάζει κανείς για πόντο που κερδήθηκε από τύχη ή λάθος του αντιπάλου. Αλλά ποιος να τους τα πει αυτά, όταν η Ελληνίδα πρωταθλήτρια Φανή Χαλκιά υπήρξε η πρώτη από την εποχή του τρίτου Ράιχ Ολυμπιονίκης, που δήλωσε ότι υπάρχει ένας λαός -εν προκειμένω ο ελληνικός- που «έχει μέσα στα κύτταρά του το να είναι νικητής». Την ώρα ακριβώς που αποκαλύπτεται ότι εκείνο που έχουν στα κύτταρά τους κάποιοι Έλληνες αθλητές, είναι τα αναβολικά.
Ο τελικός στα 200 μέτρα ήταν η στιγμή της αλήθειας για όλη την Ολυμπιάδα. Ήταν η συμπύκνωση και η ακραία εκδήλωση της συνολικής στάσης του ελληνικού κοινού. Αποδοκιμάστηκαν μαζικά αθλητές μόνο επειδή ήσαν εκεί, και μόνο λόγω της εθνικότητάς τους. Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει σε αγώνες στίβου καμιάς Ολυμπιάδας. Οι Ολυμπιακοί της Αθήνας εγκαινίασαν στον παγκόσμιο στίβο τη βαρβαρότητα των ποδοσφαιρικών γηπέδων, και μάλιστα των ελληνικών.
Προβάλλεται ως ελαφρυντικό ότι το κοινό ήταν τραυματισμένο με τον αποκλεισμό του Κεντέρη και θεωρούσε υπεύθυνους τους Αμερικάνους και ιδιαίτερα τους Αμερικάνους αθλητές των 200 μέτρων. Πιθανόν έτσι να πίστευε το παραπλανημένο κοινό. Όμως αυτοί που το παραπλάνησαν δεν έχουν κανένα ελαφρυντικό. Αυτοί ξέρανε ότι τον Κεντέρη τον αμφισβητούσαν όλοι οι αθλητές του κόσμου επί χρόνια, διότι δεν πήγαινε στα διεθνή μήτινγκ, διότι ξέφευγε συστηματικά τους αντιντόπινγκ ελέγχους, διότι πέτυχε τις τρομερές επιδόσεις του από τη μια στιγμή στην άλλη. Για να κρύψουν τις ευθύνες τους, κατέφυγαν στη δοκιμασμένη συνταγή: στη θεωρία της αμερικάνικης συνομωσίας. Σύμφωνα με αυτήν, οι πάντες ντοπάρονται αλλά την πληρώνουν μόνο οι Έλληνες και γενικότερα οι φτωχές και μικρές χώρες, επειδή η σύγχρονη ντόπα, που δεν ανιχνεύεται, είναι αποκλειστικότητα των Αμερικάνων. Ποιος τόλμησε να πει στο οργισμένο πλήθος -ποιο κανάλι θα τον φιλοξενούσε εξ άλλου- ότι οι ΗΠΑ ξετρύπωσαν οι ίδιες σαν ντοπαρισμένους και απομάκρυναν έγκαιρα από τους Ολυμπιακούς τους δυο καλύτερους σπρίντερ τους, τους Τιμ Μοντγκόμερυ και Κέλυ Γουάιτ και ότι οι ΗΠΑ ηγούνται του αντιντόπιγκ κινήματος, όχι γιατί είναι ηθικές, αλλά γιατί είναι στη φύση του ανεπτυγμένου καπιταλισμού η αντίθεση σε ο,τιδήποτε παραβιάζει τους δικούς του κανόνες; Ο εγχώριος φτηνός αντιιμπεριαλισμός στοχεύει βολικά τα εθνικά συμπλέγματα, χτυπώντας κυρίως τα προοδευτικά στοιχεία της αμερικάνικης κοινωνίας.