Ο ΟΡΓΟΥΕΛ στην ΠΑΤΗΣΙΩΝ
Γιάννης Παπαθεοδώρου, dim/art, Δημοσιευμένο: 2018-11-19
14045589_1072127266205422_6400494819384111829_n
Σάκης Καράγιωργας
Κατά κάποιο τρόπο, ο Καράγιωργας περιγράφει ένα αρκετά απλό και ταυτόχρονα σύνθετο πρόβλημα γύρω από τον «ορίζοντα προσδοκίας» των αναγνωστών. Πώς διαβάζεται ένα βιβλίο στο πέρασμα του χρόνου; Ποια είναι τα νοήματα που προβάλλουν στο βιβλίο, ή ακόμα στα τραγούδια που είναι εμπνευσμένα από τις σελίδες του,[2] οι διαφορετικές ερμηνευτικές κοινότητες; Όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά (1949) το βιβλίο του Όργουελ, ο συγγραφέας αναγκάστηκε να δηλώσει πως δεν ασκούσε κάποια συγκεκριμένη ιδεολογική κριτική στον σοσιαλισμό και πως η πλοκή του μυθιστορήματος δεν ήταν απλώς μια σκληρή αλληγορία για το Βρετανικό Εργατικό Κόμμα. Το βιβλίο άλλωστε είχε μια μακρά διαδικασία κυοφορίας: από τον Ισπανικό Εμφύλιο μέχρι την αντιφασιστική αντίσταση και από τον Β΄ Παγκόσμιο μέχρι τις απαρχές του Ψυχρού Πολέμου, ο Όργουελ ήθελε να αποτυπώσει τους κινδύνους της ευρωπαϊκής δημοκρατίας αλλά και την ανησυχία του για τις μελλοντικές κοινωνίες, που θα έχουν «εκπαιδευτεί» στην έλλειψη των δικαιωμάτων. Έγραφε απομονωμένος το βιβλίο, με κλονισμένη υγεία μέσα στη βαρυχειμωνιά,[3] γνωρίζοντας πως η επιλογή του θα μπορούσε να προκαλέσει αντιδράσεις. Βουτηγμένος καθώς ήταν στην πολιτική και σχεδόν ετοιμοθάνατος, όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο ο Όργουελ καταλάβαινε πως έπρεπε να απολογηθεί στο «αριστερό» κοινό του, χωρίς ωστόσο να θυσιάσει την ιδιοφυή σύλληψη του βιβλίου του. Ήδη από τη Φάρμα των Ζώων, άλλωστε, η σάτιρα του σταλινισμού αποτελούσε ένα ξεκάθαρο και σταθερό μοτίβο της ώριμης πεζογραφίας του. Όπως έλεγε ο ίδιος ο συγγραφέας, αυτό που τον απασχολούσε δεν ήταν κάποιες συγκεκριμένες ιδεολογικές αφετηρίες αλλά οι λογικές απολήξεις της ολοκληρωτικής σκέψης και οι μηχανισμοί περιορισμού και καταστολής της ελευθερίας. Έτσι, καθόλου τυχαία, το 1984 δεν έγινε απλώς ένα ακόμη best seller∙ έγινε ένα κλασικό βιβλίο, που κατάφερε να κερδίσει το στοίχημα με το χρόνο, ακριβώς επειδή αποτύπωνε την εμπειρία του ολοκληρωτισμού μέσα στην καρδιά της νεωτερικότητας.
Όταν, μετά από πολλά χρόνια, ο Καράγιωργας διάβασε το βιβλίο μετέφερε εκείνα τα κεντρικά νοήματα στη συγχρονία που ζούσε. Και δεν είχε άδικο. Σε κάθε περίπτωση, στη μεταπολεμική ευρωπαϊκή κουλτούρα το 1984 έγινε συνώνυμο με το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και της καταγγελίας της «αστυνομίας της σκέψης». Εν τω μεταξύ, το μέλλον ήρθε και το έτος 1984 πέρασε. Ανάλογα ερωτήματα ωστόσο μπορούν να τεθούν και σήμερα που το βιβλίο διανύει σχεδόν την έβδομη δεκαετία της ζωντανής παρουσίας του. Τι συμβαίνει όταν η μυθοπλασία συναντά την ιστορική πραγματικότητα μιας άλλης εποχής; Πώς μια δυστοπία «ολιγαρχικού κολεκτιβισμού» διασταυρώνεται με το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού»; Πώς διαμορφώνεται γλωσσολογικά η σημερινή Newspeak, στον καιρό που ολοένα και περισσότερο αλλοιώνονται τα πολιτικά νοήματα της ισότητας και της ελευθερίας αλλά και το δικαίωμα της ενημέρωσης; Ποιος είναι ο «Μεγάλος Αδελφός» στην εποχή των πανοπτικών reality shows; Ποιες είναι οι σύγχρονες μορφές λογοκρισίας; Και κυρίως ποια είναι τα καθήκοντα ενός ενεργού πολίτη και διανοούμενου απέναντι σε όλες αυτές τις ολοκληρωτικές αντιλήψεις;
1984-in-red.jpg
1984, το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης
Secker & Warburg, Λονδίνο 1949
Δεν είναι βέβαιο πως υπάρχουν συνολικές απαντήσεις για όλα αυτά τα ερωτήματα. Και πάντως δεν ανήκει στην εφήμερη και επικαιρική αρμοδιότητα αυτής της στήλης να παρουσιάσει κάποιες έτοιμες λύσεις για τον σύγχρονο πειρασμό του ολοκληρωτισμού. Υπάρχει ωστόσο μια ιστορική απάντηση στο τελευταίο ερώτημα, που μπορεί να είναι μια σταθερή αφετηρία για τον κριτικό στοχασμό μας. «Κύριοι στρατοδίκαι», λέει συνεχίζοντας μαχητικά ο Καράγιωργας την απολογία του, «είχα χρέος μου να αγωνισθώ εις τα πλαίσια της οργανώσεως αυτής», (ενν. της Δημοκρατικής Άμυνας) «προς αποκατάστασιν των δημοκρατικών ελευθεριών εις την χώραν. Είχα χρέος πρώτον ως άνθρωπος έναντι της ιστορίας. […] Δεύτερον, είχα χρέος ως καθηγητής απέναντι εις τους φοιτητάς μου».[4] Τα περισσότερα «μπαχαλάκια» που έκαιγαν τελετουργικά και «επετειακά» το Πολυτεχνείο αυτές τις μέρες σίγουρα αγνοούν το όνομα του Σάκη Καράγιωργα και μάλλον δεν έχουν διαβάσει τον Τζορτζ Όργουελ. Κατά τα άλλα, ορισμένοι περαστικοί, μάλλον ζαλισμένοι από τις μολότοφ και τις φωτοβολίδες κρότου-λάμψης, ισχυρίζονται πως είδαν τον Όργουελ να περπατάει αργά στην Πατησίων για να περιθάλψει έναν πληγωμένο μονόχειρα.[5]
[1] Η απολογία του Σάκη Καράγιωργα στη δίκη της Δημοκρατικής Άμυνας, Τα Νέα, 17/11/2018, σ. 36-37.
[2] https://www.pastemagazine.com/articles/2017/02/10-songs-inspired-by-george-orwells-1984.html
[3] https://www.theguardian.com/books/2009/may/10/1984-george-orwell
[4] Η απολογία του Σάκη Καράγιωργα…, ό. π., σ. 39-40.
[5] Ο Σάκης Καράγιωργας συνελήφθη στο σπίτι του, το 1969, όταν εξερράγη εκρηκτικός μηχανισμός που προοριζόταν για αντιστασιακές ενέργειες απέναντι στο δικτατορικό καθεστώς. Από την έκρηξη έχασε τα δάχτυλα και την παλάμη του δεξιού χεριού του.