Δεν εμπιστεύονται τη χώρα
Κώστας Καλλίτσης, Η Καθημερινή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2018-12-16
Το καλό νέο είναι ότι ακόμη η χώρα δεν έχει πέσει στα βράχια. Το κακό είναι ότι, αν δεν υποχρεωθεί να αλλάξει συμπεριφορά το πολιτικό σύστημα, είναι θέμα χρόνου να πέσει. Αυτό φοβούνται οι αγορές και δεν μας αγγίζουν. Τι βλέπουν;
Γνωρίζουν ότι στις 27 Φεβρουαρίου θα υπάρξει η πιο κρίσιμη αξιολόγηση της χώρας, από την οποία θα εξαρτηθεί αν θα μπορέσουμε να δανειστούμε τους αμέσως επόμενους μήνες ή αν τα επιτόκια δανεισμού εκτοξευθούν στο 6-7% οπότε (το σενάριο καταστροφής) κλειδωνόμαστε εκτός αγορών. Γνωρίζουν, επίσης, ότι μένουν 15 (από τις 16) εκκρεμότητες να κλείσουν, προκειμένου να υπάρξει θετική αξιολόγηση. Και βλέπουν μια κυβέρνηση που οδεύει ανέμελα στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, στις 21 Ιανουαρίου, έτοιμη να βάλει χέρι στο «μαξιλάρι» των 26,6 δισ. ευρώ –που πήραμε αντί πιστοληπτικής γραμμής, όχι για να τα ξοδέψουμε αλλά για να βγούμε στις αγορές και να διεκδικήσουμε δάνεια με χαμηλά επιτόκια.
Κι αν ακόμη έλεγε κανείς ότι οι εκκρεμότητες –έστω με μια καθυστέρηση– θα κλείσουν, οι αγορές βλέπουν νέο πρόβλημα: Μια κυβέρνηση σε προεκλογική περιδίνηση. Που πασχίζει να ξεχειλώσει τον νόμο Κατσέλη ώστε να καλύπτει όλους όσοι έχουν ετήσιο εισόδημα 35.000 ευρώ καθαρά για κύριες κατοικίες αντικειμενικής αξίας έως 200.000 και επιπλέον 100.000 ευρώ για εξοχικές(!), ο λογαριασμός του αγρότη να γίνει ακατάσχετος μέχρι 12.000 ευρώ (αντί μέχρι 1.250 για όλους τους άλλους…), να παραταθεί το ευνοϊκό καθεστώς ΦΠΑ στα νησιά και άλλες συγκυριακές μεταφορές εισοδήματος. Κάνει ό,τι πρέπει για να γίνει η αξιολόγηση βαθιά κόκκινη.
Ενώ η χώρα κουτρουβαλά προς την 27η Φεβρουαρίου, η αντιπολίτευση τηρεί εκκωφαντική σιωπή ειδικά σε αυτό το θέμα. Οχι τυχαία. Εχει μπει κι αυτή στη λογική των παροχών και έωλων υποσχέσεων. «Ο Τσίπρας δίνει ψίχουλα, αν πάρουμε τα κλειδιά του χρηματοκιβωτίου θα σας δώσουμε περισσότερα», αντιλαλούν τα τηλεοπτικά παράθυρα. Και οι αγορές κατάπληκτες βλέπουν τη συντηρητική παράταξη να σύρεται στο κακοτράχαλο πεδίο της επιδοματικής πολιτικής, να υπόσχεται κατάργηση (όχι τροποποίηση) νόμου Κατρούγκαλου, αυξήσεις συντάξεων, μειώσεις φόρων χωρίς κόψιμο συγκεκριμένων δαπανών ή με παράλληλες παροχές που κοστολογούνται μερικά δισ. ευρώ. Οταν όλοι μας τάζουν, στους ιθαγενείς, έναν παράδεισο ένθα απέδρα οδύνη, λύπη και στεναγμός, οι αγορές εκτιμούν κινδύνους και τιμολογούν μεσομακροπρόθεσμα σενάρια πιθανών εξελίξεων. Σε αυτά περιλαμβάνεται η, με ισχυρή βεβαιότητα, αλλαγή κυβέρνησης. Αν, λοιπόν, οι επενδυτές πίστευαν ότι σε λίγους μήνες η χώρα, αλλάζοντας κυβέρνηση θα άλλαζε και τροχιά, θα έσπευδαν να τοποθετηθούν από σήμερα – πριν γυρίσει η κατάσταση κι ανέβουν οι τιμές. Δεν το κάνουν. Κι αν οι διεθνείς αγορές πίστευαν το ίδιο, ίσως δεν μας δάνειζαν για 3-6 μήνες, αλλά θα μας δάνειζαν για μεγαλύτερες διάρκειες (π.χ. 10ετία) και τα επιτόκια δανεισμού θα ήταν αισθητά (τουλάχιστον μισή μονάδα) χαμηλότερα. Δεν το κάνουν. Γιατί δεν εμπιστεύονται τη χώρα. Εξαιτίας του πολιτικού συστήματος.
Γνωρίζουν ότι στις 27 Φεβρουαρίου θα υπάρξει η πιο κρίσιμη αξιολόγηση της χώρας, από την οποία θα εξαρτηθεί αν θα μπορέσουμε να δανειστούμε τους αμέσως επόμενους μήνες ή αν τα επιτόκια δανεισμού εκτοξευθούν στο 6-7% οπότε (το σενάριο καταστροφής) κλειδωνόμαστε εκτός αγορών. Γνωρίζουν, επίσης, ότι μένουν 15 (από τις 16) εκκρεμότητες να κλείσουν, προκειμένου να υπάρξει θετική αξιολόγηση. Και βλέπουν μια κυβέρνηση που οδεύει ανέμελα στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, στις 21 Ιανουαρίου, έτοιμη να βάλει χέρι στο «μαξιλάρι» των 26,6 δισ. ευρώ –που πήραμε αντί πιστοληπτικής γραμμής, όχι για να τα ξοδέψουμε αλλά για να βγούμε στις αγορές και να διεκδικήσουμε δάνεια με χαμηλά επιτόκια.
Κι αν ακόμη έλεγε κανείς ότι οι εκκρεμότητες –έστω με μια καθυστέρηση– θα κλείσουν, οι αγορές βλέπουν νέο πρόβλημα: Μια κυβέρνηση σε προεκλογική περιδίνηση. Που πασχίζει να ξεχειλώσει τον νόμο Κατσέλη ώστε να καλύπτει όλους όσοι έχουν ετήσιο εισόδημα 35.000 ευρώ καθαρά για κύριες κατοικίες αντικειμενικής αξίας έως 200.000 και επιπλέον 100.000 ευρώ για εξοχικές(!), ο λογαριασμός του αγρότη να γίνει ακατάσχετος μέχρι 12.000 ευρώ (αντί μέχρι 1.250 για όλους τους άλλους…), να παραταθεί το ευνοϊκό καθεστώς ΦΠΑ στα νησιά και άλλες συγκυριακές μεταφορές εισοδήματος. Κάνει ό,τι πρέπει για να γίνει η αξιολόγηση βαθιά κόκκινη.
Ενώ η χώρα κουτρουβαλά προς την 27η Φεβρουαρίου, η αντιπολίτευση τηρεί εκκωφαντική σιωπή ειδικά σε αυτό το θέμα. Οχι τυχαία. Εχει μπει κι αυτή στη λογική των παροχών και έωλων υποσχέσεων. «Ο Τσίπρας δίνει ψίχουλα, αν πάρουμε τα κλειδιά του χρηματοκιβωτίου θα σας δώσουμε περισσότερα», αντιλαλούν τα τηλεοπτικά παράθυρα. Και οι αγορές κατάπληκτες βλέπουν τη συντηρητική παράταξη να σύρεται στο κακοτράχαλο πεδίο της επιδοματικής πολιτικής, να υπόσχεται κατάργηση (όχι τροποποίηση) νόμου Κατρούγκαλου, αυξήσεις συντάξεων, μειώσεις φόρων χωρίς κόψιμο συγκεκριμένων δαπανών ή με παράλληλες παροχές που κοστολογούνται μερικά δισ. ευρώ. Οταν όλοι μας τάζουν, στους ιθαγενείς, έναν παράδεισο ένθα απέδρα οδύνη, λύπη και στεναγμός, οι αγορές εκτιμούν κινδύνους και τιμολογούν μεσομακροπρόθεσμα σενάρια πιθανών εξελίξεων. Σε αυτά περιλαμβάνεται η, με ισχυρή βεβαιότητα, αλλαγή κυβέρνησης. Αν, λοιπόν, οι επενδυτές πίστευαν ότι σε λίγους μήνες η χώρα, αλλάζοντας κυβέρνηση θα άλλαζε και τροχιά, θα έσπευδαν να τοποθετηθούν από σήμερα – πριν γυρίσει η κατάσταση κι ανέβουν οι τιμές. Δεν το κάνουν. Κι αν οι διεθνείς αγορές πίστευαν το ίδιο, ίσως δεν μας δάνειζαν για 3-6 μήνες, αλλά θα μας δάνειζαν για μεγαλύτερες διάρκειες (π.χ. 10ετία) και τα επιτόκια δανεισμού θα ήταν αισθητά (τουλάχιστον μισή μονάδα) χαμηλότερα. Δεν το κάνουν. Γιατί δεν εμπιστεύονται τη χώρα. Εξαιτίας του πολιτικού συστήματος.