Κάλπες που προβληματίζουν
Μιχάλης Παπαγιαννάκης, Κυρ. Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2006-04-16
Επειτα από πολλά χρόνια κατάφερε και πάλι η Ιταλία να μας καταπλήξει και να μας προβληματίσει:
1. Διέψευσε εντυπωσιακά τις δημοσκοπήσεις και, πράγμα πιο εντυπωσιακό, τις εκτιμήσεις μετά την κάλπη. Ενα στατιστικώς σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων άλλο ψήφισε και άλλο δήλωνε ότι θα ψηφίσει.
Πέρα από τη γνωστή διάθεση να «κογιονάρουν» τους δημοσκόπους, υπάρχει μάλλον και ένα είδος ντροπής ή ενοχής στο να έχεις ψηφίσει υπέρ του Μπερλουσκόνι. Κάτι που αν ισχύει παραπέμπει σε μια διάσταση ανάμεσα στην (ψυχρή;) απόφαση για την ψήφο και στη δικαιολόγησή της με συνείδηση που να ξεπερνά την επίκληση κάποιων γενικότερων αξιών, ανιδιοτελώς!
2. Προσγείωσε όλους όσοι με κάποια σχηματικότητα και απολυτότητα θεωρούν ότι το εκλογικό σύστημα είναι ο βασικός παράγοντας για την επίτευξη κάποιων γενικότερων αξιών.
Η αλλαγή του εκλογικού συστήματος υποχρέωσε μεν σε έναν απόλυτο (εκλογικό) δικομματισμό, αλλά δεν έφερε την υποτίθεται επιθυμητή σαφήνεια και σταθερότητα. «Κεντρώες» δυνάμεις υπάρχουν και στους δύο αντίπαλους σχηματισμούς, και δεν αποκλείεται να μας επιφυλάσσουν εκπλήξεις αργότερα.
Η ανάγκη συσπείρωσης οδήγησε και τους μεν και τους δε σε στρογγυλέματα και παραπομπές ζητημάτων στο απώτερο μέλλον ή σε διαδικασίες που θα προκύψουν αργότερα και όχι από σαφείς εντολές των ψηφοφόρων. Κι αυτό δεν αφορά μόνο την αποχώρηση των ιταλικών στρατευμάτων από το Ιράκ, αλλά και τις σχέσεις με την Εκκλησία (την οποία εχάιδεψαν εκατέρωθεν...), τις συγκεκριμένες επιλογές για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, το κοινωνικό κράτος και άλλα.
Ετσι, μετατέθηκε η έτσι κι αλλιώς αναπόφευκτη διαπραγμάτευση και οι συνεπακόλουθοι συμβιβασμοί: θα γίνουν εντός της κυβερνητικής πλειοψηφίας και όχι πριν αυτή σχηματιστεί και ως όρος για το σχηματισμό της. Καλύτερο ή χειρότερο; Θα δούμε.
3. Απογοήτευσε όσους πίστευαν ότι μετά από την απίστευτη εκλογική εκστρατεία του... Ιππότη, ένα μείγμα απόλυτα ανεξέλεγκτης τερατολογίας και απύθμενης σαχλαμάρας, η κουλτούρα του ιταλικού λαού θα απέρριπτε και μόνο γι’ αυτόν το λόγο τον αυτουργό της. Πολλώ δε μάλλον που και ο κυβερνητικός απολογισμός είναι από ισχνός έως και αρνητικός σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και το στενότατα οικονομικό (που επικαλούνταν οι υποστηρικτές μιας κυβέρνησης «πετυχημένων μάνατζερ»...). Δεν έφτασαν όλα αυτά παρά μόνο σε μια διαφορά στο περιθώριο του στατιστικώς τυχαίου.
Τόσο λίγο κατάφερε να πείσει η αντίπαλη συσπείρωση; Τόσο ισχυρή είναι η ανομολόγητη συστράτευση με τον Μπερλουσκόνι και τους συμμάχους του μιας μεγάλης μερίδας της κοινωνίας και της οικονομίας που επιβιώνει με τις μεθόδους που ακόμα και δημόσια αυτός ανέδειξε, τη φοροδιαφυγή, την παραοικονομία και την αυθαιρεσία, την ξενοφοβία;
4. Δρομολογεί, πιθανώς και κατ’ ελπίδα, το τέλος της περιόδου της απαξίωσης της πολιτικής, των κομμάτων και των πολιτικών.
Γιατί απέδειξε περίτρανα ότι η καταφυγή σε άλλους χώρους, εκτός της πολιτικής σφαίρας, για τη διαχείριση και λύση πολιτικών προβλημάτων, δεν παράγει παρά αυθαιρεσία και αδιαφανή σχήματα που απλώς και μόνο φιλοδοξούν να υποκαταστήσουν τους -σημειωτέον πιο «παραδοσιακούς»- ρόλους της πολιτικής, χωρίς καν τους ατελείς ελέγχους της κλασικής πολιτικής λειτουργίας.
Η εισβολή των «επιτυχημένων» επιχειρηματιών συνοδεύτηκε στην ουσία με ό,τι πιο «λούμπεν» και περιθωριακό, με ανάδειξη επιμέρους τοπικισμών και συντεχνιακών επιδιώξεων, με νέα ορμή της εκκλησιαστικής πίεσης, με διεθνείς συμμαχίες που θυμίζουν στη λογική τους πολυεθνικές επιχειρηματικές συγχωνεύσεις. Ισως όλα αυτά προβληματίσουν μια κοινωνία με βαθιά πολιτική αντίληψη των πραγμάτων.
5. Και μια και μιλάμε για ελπίδες, ας περιλάβουμε σε αυτές και την επιστροφή της Ιταλίας στον προβηματισμό και την ενεργό παρουσία ως προς την όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία και όσο ποτέ άλλοτε αμφισβητούμενη πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.
Κάποτε πρωταγωνιστούσε και με τον Σπινέλι και με τον Αμάτο, τώρα είναι εκκωφαντικά βουβή, κι αυτή η βουβαμάρα ασφαλώς είχε αρνητική επίδραση και στην ποιότητα και στη σαφήνεια της προεκλογικής περιόδου. Γιατί οποιαδήποτε μεγάλη πολιτική για την απασχόληση, το κοινωνικό κράτος, την οικολογική διάσταση της ανάπτυξης, τη διεθνή συνεργασία και την ειρήνη είναι απολύτως αδιανόητο να διαμορφώνεται στο μόνο εθνικό επίπεδο και έξω από μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ή ακόμα χειρότερα εναντίον της, όπως το επιχείρησε ο Μπερλουσκόνι με τα γνωστά (μη) αποτελέσματα.
6. Μας υποχρεώνει, τέλος, να σκεφτούμε όλοι σχετικά με τα προβλήματα της αλλαγής πολιτικής πορείας στη χώρα μας και σε όλη την Ευρώπη. Οχι με την έννοια του «μοντέλου» που κάποιοι αναζητούν σχηματικά. Αλλά με την ανάδειξη της τεράστιας δυσκολίας που έχει το εγχείρημα.
Μια τεράστια συσπείρωση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων ήταν η ιταλική «Ενωση» και μόλις κατάφερε να ισορροπήσει και ίσως να υπερβεί μια παγιωμένη κατάσταση αδράνειας, συμφερόντων, επιμέρους ιδιοτελειών, φοβιών και ανασφαλειών. Και το μεταρρυθμιστικό έργο που έχει μπροστά της προκαλεί δέος. Προσκαλεί και σε στοχασμό και συζήτηση για τις αδυναμίες και τα ατού της σύγκλισης που επιτεύχθηκε και ανάλογων που επιδιώκονται εδώ ή άλλού.
7. Το μόνο που φαίνεται για την ώρα αστείο είναι το επιχείρημα ότι αν, με κάποιο μαγικό τρόπο προφανώς, η σύγκλιση είχε γίνει σε μια πιο «αριστερή» βάση, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στην εσωτερική και τη διεθνή πολιτική, θα είχε περισσότερες εγγυήσεις επιτυχίας και στις εκλογές και στη μετεκλογική κυβερνητική πορεία!
Ολα τα άλλα και βέβαια η επιδίωξη τέτοιες συγκλίσεις να είναι όχι μόνο εκλογικά αποτελεσματικές αλλά και προγραμματικά βαθιά και διαρθρωτικά μεταρρυθμιστικές των σχέσεων μεταξύ μας και με τη φύση και τον κόσμο, παραμένουν το ζητούμενο, από κοινού και όχι ως εκ των προτέρων δεδομένα.
1. Διέψευσε εντυπωσιακά τις δημοσκοπήσεις και, πράγμα πιο εντυπωσιακό, τις εκτιμήσεις μετά την κάλπη. Ενα στατιστικώς σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων άλλο ψήφισε και άλλο δήλωνε ότι θα ψηφίσει.
Πέρα από τη γνωστή διάθεση να «κογιονάρουν» τους δημοσκόπους, υπάρχει μάλλον και ένα είδος ντροπής ή ενοχής στο να έχεις ψηφίσει υπέρ του Μπερλουσκόνι. Κάτι που αν ισχύει παραπέμπει σε μια διάσταση ανάμεσα στην (ψυχρή;) απόφαση για την ψήφο και στη δικαιολόγησή της με συνείδηση που να ξεπερνά την επίκληση κάποιων γενικότερων αξιών, ανιδιοτελώς!
2. Προσγείωσε όλους όσοι με κάποια σχηματικότητα και απολυτότητα θεωρούν ότι το εκλογικό σύστημα είναι ο βασικός παράγοντας για την επίτευξη κάποιων γενικότερων αξιών.
Η αλλαγή του εκλογικού συστήματος υποχρέωσε μεν σε έναν απόλυτο (εκλογικό) δικομματισμό, αλλά δεν έφερε την υποτίθεται επιθυμητή σαφήνεια και σταθερότητα. «Κεντρώες» δυνάμεις υπάρχουν και στους δύο αντίπαλους σχηματισμούς, και δεν αποκλείεται να μας επιφυλάσσουν εκπλήξεις αργότερα.
Η ανάγκη συσπείρωσης οδήγησε και τους μεν και τους δε σε στρογγυλέματα και παραπομπές ζητημάτων στο απώτερο μέλλον ή σε διαδικασίες που θα προκύψουν αργότερα και όχι από σαφείς εντολές των ψηφοφόρων. Κι αυτό δεν αφορά μόνο την αποχώρηση των ιταλικών στρατευμάτων από το Ιράκ, αλλά και τις σχέσεις με την Εκκλησία (την οποία εχάιδεψαν εκατέρωθεν...), τις συγκεκριμένες επιλογές για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, το κοινωνικό κράτος και άλλα.
Ετσι, μετατέθηκε η έτσι κι αλλιώς αναπόφευκτη διαπραγμάτευση και οι συνεπακόλουθοι συμβιβασμοί: θα γίνουν εντός της κυβερνητικής πλειοψηφίας και όχι πριν αυτή σχηματιστεί και ως όρος για το σχηματισμό της. Καλύτερο ή χειρότερο; Θα δούμε.
3. Απογοήτευσε όσους πίστευαν ότι μετά από την απίστευτη εκλογική εκστρατεία του... Ιππότη, ένα μείγμα απόλυτα ανεξέλεγκτης τερατολογίας και απύθμενης σαχλαμάρας, η κουλτούρα του ιταλικού λαού θα απέρριπτε και μόνο γι’ αυτόν το λόγο τον αυτουργό της. Πολλώ δε μάλλον που και ο κυβερνητικός απολογισμός είναι από ισχνός έως και αρνητικός σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και το στενότατα οικονομικό (που επικαλούνταν οι υποστηρικτές μιας κυβέρνησης «πετυχημένων μάνατζερ»...). Δεν έφτασαν όλα αυτά παρά μόνο σε μια διαφορά στο περιθώριο του στατιστικώς τυχαίου.
Τόσο λίγο κατάφερε να πείσει η αντίπαλη συσπείρωση; Τόσο ισχυρή είναι η ανομολόγητη συστράτευση με τον Μπερλουσκόνι και τους συμμάχους του μιας μεγάλης μερίδας της κοινωνίας και της οικονομίας που επιβιώνει με τις μεθόδους που ακόμα και δημόσια αυτός ανέδειξε, τη φοροδιαφυγή, την παραοικονομία και την αυθαιρεσία, την ξενοφοβία;
4. Δρομολογεί, πιθανώς και κατ’ ελπίδα, το τέλος της περιόδου της απαξίωσης της πολιτικής, των κομμάτων και των πολιτικών.
Γιατί απέδειξε περίτρανα ότι η καταφυγή σε άλλους χώρους, εκτός της πολιτικής σφαίρας, για τη διαχείριση και λύση πολιτικών προβλημάτων, δεν παράγει παρά αυθαιρεσία και αδιαφανή σχήματα που απλώς και μόνο φιλοδοξούν να υποκαταστήσουν τους -σημειωτέον πιο «παραδοσιακούς»- ρόλους της πολιτικής, χωρίς καν τους ατελείς ελέγχους της κλασικής πολιτικής λειτουργίας.
Η εισβολή των «επιτυχημένων» επιχειρηματιών συνοδεύτηκε στην ουσία με ό,τι πιο «λούμπεν» και περιθωριακό, με ανάδειξη επιμέρους τοπικισμών και συντεχνιακών επιδιώξεων, με νέα ορμή της εκκλησιαστικής πίεσης, με διεθνείς συμμαχίες που θυμίζουν στη λογική τους πολυεθνικές επιχειρηματικές συγχωνεύσεις. Ισως όλα αυτά προβληματίσουν μια κοινωνία με βαθιά πολιτική αντίληψη των πραγμάτων.
5. Και μια και μιλάμε για ελπίδες, ας περιλάβουμε σε αυτές και την επιστροφή της Ιταλίας στον προβηματισμό και την ενεργό παρουσία ως προς την όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία και όσο ποτέ άλλοτε αμφισβητούμενη πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.
Κάποτε πρωταγωνιστούσε και με τον Σπινέλι και με τον Αμάτο, τώρα είναι εκκωφαντικά βουβή, κι αυτή η βουβαμάρα ασφαλώς είχε αρνητική επίδραση και στην ποιότητα και στη σαφήνεια της προεκλογικής περιόδου. Γιατί οποιαδήποτε μεγάλη πολιτική για την απασχόληση, το κοινωνικό κράτος, την οικολογική διάσταση της ανάπτυξης, τη διεθνή συνεργασία και την ειρήνη είναι απολύτως αδιανόητο να διαμορφώνεται στο μόνο εθνικό επίπεδο και έξω από μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ή ακόμα χειρότερα εναντίον της, όπως το επιχείρησε ο Μπερλουσκόνι με τα γνωστά (μη) αποτελέσματα.
6. Μας υποχρεώνει, τέλος, να σκεφτούμε όλοι σχετικά με τα προβλήματα της αλλαγής πολιτικής πορείας στη χώρα μας και σε όλη την Ευρώπη. Οχι με την έννοια του «μοντέλου» που κάποιοι αναζητούν σχηματικά. Αλλά με την ανάδειξη της τεράστιας δυσκολίας που έχει το εγχείρημα.
Μια τεράστια συσπείρωση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων ήταν η ιταλική «Ενωση» και μόλις κατάφερε να ισορροπήσει και ίσως να υπερβεί μια παγιωμένη κατάσταση αδράνειας, συμφερόντων, επιμέρους ιδιοτελειών, φοβιών και ανασφαλειών. Και το μεταρρυθμιστικό έργο που έχει μπροστά της προκαλεί δέος. Προσκαλεί και σε στοχασμό και συζήτηση για τις αδυναμίες και τα ατού της σύγκλισης που επιτεύχθηκε και ανάλογων που επιδιώκονται εδώ ή άλλού.
7. Το μόνο που φαίνεται για την ώρα αστείο είναι το επιχείρημα ότι αν, με κάποιο μαγικό τρόπο προφανώς, η σύγκλιση είχε γίνει σε μια πιο «αριστερή» βάση, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στην εσωτερική και τη διεθνή πολιτική, θα είχε περισσότερες εγγυήσεις επιτυχίας και στις εκλογές και στη μετεκλογική κυβερνητική πορεία!
Ολα τα άλλα και βέβαια η επιδίωξη τέτοιες συγκλίσεις να είναι όχι μόνο εκλογικά αποτελεσματικές αλλά και προγραμματικά βαθιά και διαρθρωτικά μεταρρυθμιστικές των σχέσεων μεταξύ μας και με τη φύση και τον κόσμο, παραμένουν το ζητούμενο, από κοινού και όχι ως εκ των προτέρων δεδομένα.