Διερευνητικές επαφές - με ή χωρίς πυξίδα;
Μαριλένα Κοππά, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2021-01-25
Επειτα από πολλές συζητήσεις, αντεγκλήσεις και προκλήσεις της τουρκικής πλευράς οι 61ες διερευνητικές συνομιλίες επιτέλους αρχίζουν. Μέσα σε ένα αντίξοο περιβάλλον, με μια Τουρκία που έρχεται εκούσα άκουσα στις συναντήσεις αλλά και μια ελληνική κυβέρνηση που δυσκολεύεται να αρθρώσει τους στόχους της.
Το γεγονός της επανέναρξης είναι αναμφισβήτητα θετικό για όποιον επιθυμεί και επιδιώκει την ειρήνη και σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν υπάρχει κανείς άλλος δρόμος από τον διάλογο, τις διερευνητικές και στη συνέχεια τις διαπραγματεύσεις με το Δικαστήριο της Χάγης να υπάρχει ως δυνατότητα στο τέλος του δρόμου.
Ομως αυτό που εκπέμπει καθημερινά η κυβέρνηση είναι διγλωσσία ή, κατά το διπλωματικότερο, μια «εποικοδομητική ασάφεια». Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης σε πλείστες περιστάσεις έχει μιλήσει για διάλογο με στόχο «την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών». Ο υπουργός Εξωτερικών, αντίθετα, δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει, μάλιστα κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Λισαβόνα ότι «δεν πρόκειται να διαπραγματευτούμε τα χωρικά μας ύδατα με την Τουρκία» και, σε ό,τι αφορά την ΑΟΖ, «η θέση μας διατυπώνεται από τον νόμο Μανιάτη». Φυσικά η Ελλάδα δεν διαπραγματεύεται κυριαρχικά της δικαιώματα, όπως και καμιά κυβέρνηση στο παρελθόν δεν έπραξε. Ομως οφείλουμε να συζητήσουμε τη βάση πάνω στην οποία θα γίνει η χάραξη. Τι έχουμε λοιπόν; Αντίθεση των δυο ή ο δεύτερος καλείται να διατυπώνει σκληρές θέσεις; Το ζήτημα είναι ότι ποτέ, και κυρίως παραμονές έναρξης διερευνητικών, δεν εμφάνισε ελληνική κυβέρνηση τέτοια εικόνα διγλωσσίας.
Τι ισχύει όμως πραγματικά;
Τα χωρικά ύδατα σαφώς και ανήκουν στην κυριαρχική αρμοδιότητα του κράτους και δεν αποτελούν με στενή έννοια αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ενώ το Διεθνές Δίκαιο ορίζει τα 12 ναυτικά μίλια ως το απώτατο όριο επέκτασης των χωρικών υδάτων κάθε χώρας. Αν αυτό όμως είναι απλό στο Ιόνιο ή νότια της Κρήτης, τα πράγματα περιπλέκονται στο Αιγαίο. Γιατί αν ή Ελλάδα ασκήσει το αδιαμφισβήτητο κυριαρχικό δικαίωμά της, τότε το Αιγαίο μετατρέπεται σε ελληνική λίμνη, όχι μόνο συμπιέζοντας την Τουρκία αλλά και εμποδίζοντας σε αρκετά σημεία τη διεθνή ναυσιπλοΐα. Θα πρόκειται για ανοιχτή κατάχρηση δικαιώματος. Η Τουρκική Εθνοσυνέλευση έχει εξάλλου αναγνωρίσει από το 1995 ως αιτία πολέμου την περίπτωση επέκτασης στα 12 ν.μ. στο Αιγαίο.
Οι προηγούμενες διερευνητικές επαφές είχαν καταλήξει σε μια διαφοροποιημένη οριοθέτηση χωρικών υδάτων ώστε να παραμείνουν τμήματα ανοιχτής θάλασσας στο Αιγαίο. Οι ΗΠΑ, η Ρωσία αλλά και άλλες χώρες, και κυρίως η Τουρκία, θα είχαν σοβαρό πρόβλημα με την επέκταση αυτή. Οι λόγοι που οδήγησαν τον Λαβρόφ να υπερασπιστεί τα 12 ν.μ. μάλλον εκ του πονηρού προέρχονται.
Η επέκταση των χωρικών υδάτων αποτελεί μονομερή ενέργεια κάθε κράτους αλλά και προϋπόθεση για την έναρξη διαπραγματεύσεων για οριοθέτηση της ΑΟΖ. Αρα είτε δεχόμαστε τη σημερινή κατάσταση των 6 ν.μ. στο Αιγαίο ως βάση για τη χάραξη ή συζητάμε και τη διαφοροποιημένη επέκταση των χωρικών υδάτων ως βάση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Αυτό δεν σημαίνει ότι απεμπολούμε το κυριαρχικό δικαίωμά μας. Αλλά διερευνούμε τις δυνατότητες επέκτασής του κατά περιοχή, συγκεκριμένα, πάνω στον χάρτη. Και στη συνέχεια, ως ορίζει το Διεθνές Δίκαιο, συναποφασίζουμε με τη γείτονα για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Αλλος τρόπος δεν υπάρχει.
Στη συζήτηση στη Βουλή πριν από λίγες μέρες, η αξιωματική αντιπολίτευση παρουσίασε μια εικόνα σοβαρότητας και διάθεσης συναίνεσης. Περιμένει βέβαια μια καθαρή στάση για να μπορέσει να τοποθετηθεί. Στην πραγματικότητα, όμως, εάν δεχτούμε ότι δεν υπάρχει άλλη κατεύθυνση του ΥΠΕΞ, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να μην ενοχλήσει «τη δεξιά του Κυρίου». Η ασάφεια δηλαδή εξηγείται από την ανάγκη να ελεγχθεί η δεξιότερη, εθνικιστική πτέρυγα της Ν.Δ. και πέραν αυτής. Εκεί βρίσκεται το αγκάθι για τον κ. Μητσοτάκη.
Αυτό που ήταν σαφές στη Βουλή ήταν ότι το πρόβλημα του πρωθυπουργού δεν ήταν από τα αριστερά. Και όσο και αν θεωρεί ότι με διγλωσσία και ικανοποιώντας όλα τα ακροατήρια θα προχωρήσει στη δύσκολη αυτή διαπραγμάτευση, πλανάται πλάνην οικτρά. Γιατί η κοινωνία, η ταλαιπωρημένη και τραυματισμένη από την κρίση της πανδημίας, έχει ανάγκη από αλήθειες για να πάει μπροστά. Γιατί τώρα δεν βρίσκεται βολικά στην αντιπολίτευση όπως με τη Συμφωνία των Πρεσπών για να αφήνει άλλους να βγάζουν τα κάστανα από τη φωτιά, να προσφέρουν διέξοδο και επιτυχίες στη χώρα και ο ίδιος, έπειτα από κορώνες για εθνική προδοσία, σήμερα να καρπώνεται το πολιτικό κεφάλαιο που διεθνώς η συμφωνία του πρόσφερε. Τώρα είναι η ώρα της ευθύνης. Το στρίβειν διά του αρραβώνος δεν ισχύει εδώ.