Το εμβόλιο
Άννα Δαμιανίδη, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2021-04-27
Η κυρία που εμβολιαζόταν μετά από μένα ήταν όπως θα ήθελα να είμαι εγώ, και έκανε όσα θα ήθελα να κάνω: είχε τα ωραία γαλάζια μάτια της μαμάς μου, που δεν κατάλαβα ποτέ γιατί δεν τα έχω εγώ, τέλος πάντων. Είχε την ευγένεια, την ετοιμότητα της ευγένειας που θέλω να έχω, και πάντα την ψάχνω. Ρώτησε τι μάρκα εμβόλιο κάνουμε, πρόλαβε να ευχαριστήσει τις γιατρούς πριν ανοίξω το στόμα μου, να ευχηθεί καλό Πάσχα σε όλους, να αποχαιρετήσει το προσωπικό χαμογελώντας.
Η παρουσία της θα ήταν, σκεφτόμουν αργότερα, που με έκανε να νιώσω σαν παιδί που το φροντίζουν, το οδηγούν στον σωστό δρόμο, στις σωστές πράξεις, χωρίς εκείνο να κοπιάζει. Βυθίστηκα για λίγο στην προνομιούχα εποχή των παιδικών μου χρόνων. Μας οδηγούσαν τότε με εμπιστοσύνη, με χαρά, στους μαζικούς εμβολιασμούς, δεν υπήρχε αμφισβήτηση, αντίθετα υπήρχαν γύρω μας άνθρωποι χτυπημένοι από τις αρρώστιες που εμείς θα γλιτώναμε. Το ατροφικό πόδι της αγαπημένης μου φίλης, που την είχε βγάλει ελαφρά την πολιομυελίτιδα. Θείοι και θείες χαμένες στο άνθος της ηλικίας από φυματίωση. Πρόσωπα σκαμμένα από ευλογιά, οι τυχεροί επιζήσαντες.
Και τα εμβόλια είχαν υπέροχα, εξωτικά ονόματα. Δαμαλισμός. Μαντού. Διαδικασίες παράξενες, σοφίες που εισάγονταν από μακριά, σφραγίδα ελπιδοφόρας νέας εποχής. Για να σταθούμε γενναία στην ένεση ακούγαμε επαίνους. Στο σχολείο που γινόταν κάποιο από τα εμβόλια, κάναμε διαγωνισμό θάρρους, ενώ στην πραγματικότητα φοβόμασταν τις ενέσεις. Δεν μπορούσες να βάλεις τα κλάματα και να ρεζιλευτείς για κάτι που ήταν με τόσο κόπο και τόση επιστήμη αποκτημένο. Ντρεπόμασταν λοιπόν και για λογαριασμό εκείνων που γκρίνιαζαν, τους κοιτούσαμε αφ’ υψηλού, σοκαρισμένοι.
Κάτι απ’ αυτήν την αισιοδοξία και την πίστη στο ανθρώπινο είδος, συναισθήματα που τα νόμιζα προ πολλού ξεπερασμένα, με ξύπνησαν τα επόμενα πρωινά. Ξαναβρήκα σιγά σιγά την όρεξη να οργανώσω καλύτερα τις μέρες μου, που είχα αρχίσει τους τελευταίους μήνες να χάνω.
Ομολόγησα στον εαυτό μου ότι κατά βάθος, ό,τι και να λέω, όσο και να διαμαρτύρομαι, δεν αλλάζω από το παιδί που γεμάτο εμπιστοσύνη μάθαινε ότι οι άνθρωποι παλεύουν την αρρώστια, τη φθορά, τα γηρατειά, την ανισότητα, την πείνα, δεν θέλουν πολέμους, προσπαθούν για ειρήνη, και λοιπά και λοιπά. Ισως είναι η γενιά μου, ίσως είναι όλες οι γενιές. Πρέπει κάπως να εμπιστεύεσαι την ανθρωπότητα, αλλιώς δεν παλεύεται η ζωή.
Η παρουσία της θα ήταν, σκεφτόμουν αργότερα, που με έκανε να νιώσω σαν παιδί που το φροντίζουν, το οδηγούν στον σωστό δρόμο, στις σωστές πράξεις, χωρίς εκείνο να κοπιάζει. Βυθίστηκα για λίγο στην προνομιούχα εποχή των παιδικών μου χρόνων. Μας οδηγούσαν τότε με εμπιστοσύνη, με χαρά, στους μαζικούς εμβολιασμούς, δεν υπήρχε αμφισβήτηση, αντίθετα υπήρχαν γύρω μας άνθρωποι χτυπημένοι από τις αρρώστιες που εμείς θα γλιτώναμε. Το ατροφικό πόδι της αγαπημένης μου φίλης, που την είχε βγάλει ελαφρά την πολιομυελίτιδα. Θείοι και θείες χαμένες στο άνθος της ηλικίας από φυματίωση. Πρόσωπα σκαμμένα από ευλογιά, οι τυχεροί επιζήσαντες.
Και τα εμβόλια είχαν υπέροχα, εξωτικά ονόματα. Δαμαλισμός. Μαντού. Διαδικασίες παράξενες, σοφίες που εισάγονταν από μακριά, σφραγίδα ελπιδοφόρας νέας εποχής. Για να σταθούμε γενναία στην ένεση ακούγαμε επαίνους. Στο σχολείο που γινόταν κάποιο από τα εμβόλια, κάναμε διαγωνισμό θάρρους, ενώ στην πραγματικότητα φοβόμασταν τις ενέσεις. Δεν μπορούσες να βάλεις τα κλάματα και να ρεζιλευτείς για κάτι που ήταν με τόσο κόπο και τόση επιστήμη αποκτημένο. Ντρεπόμασταν λοιπόν και για λογαριασμό εκείνων που γκρίνιαζαν, τους κοιτούσαμε αφ’ υψηλού, σοκαρισμένοι.
Κάτι απ’ αυτήν την αισιοδοξία και την πίστη στο ανθρώπινο είδος, συναισθήματα που τα νόμιζα προ πολλού ξεπερασμένα, με ξύπνησαν τα επόμενα πρωινά. Ξαναβρήκα σιγά σιγά την όρεξη να οργανώσω καλύτερα τις μέρες μου, που είχα αρχίσει τους τελευταίους μήνες να χάνω.
Ομολόγησα στον εαυτό μου ότι κατά βάθος, ό,τι και να λέω, όσο και να διαμαρτύρομαι, δεν αλλάζω από το παιδί που γεμάτο εμπιστοσύνη μάθαινε ότι οι άνθρωποι παλεύουν την αρρώστια, τη φθορά, τα γηρατειά, την ανισότητα, την πείνα, δεν θέλουν πολέμους, προσπαθούν για ειρήνη, και λοιπά και λοιπά. Ισως είναι η γενιά μου, ίσως είναι όλες οι γενιές. Πρέπει κάπως να εμπιστεύεσαι την ανθρωπότητα, αλλιώς δεν παλεύεται η ζωή.