Το δις εξαμαρτείν
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2022-07-16
Ο καγκελάριος της Αυστρίας το είπε καλύτερα απ’ όλους. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση και δεν τιθασευτεί ο πληθωρισμός -εξομολογήθηκε σε στελέχη του κόμματός του- υπάρχουν μόνον δύο επιλογές: Αλκοόλ ή ψυχοφάρμακα. Ο ήλιος του καλοκαιριού θα έπρεπε να ελαφραίνει κάπως την ατμόσφαιρα. Αλλά στον κόσμο της ευρωπαϊκής πολιτικής επικρατεί βαρυχειμωνιά. Ο Ντράγκι κινδυνεύει να παρασυρθεί σε μια δίνη πέντε αστέρων, ο Μακρόν βρέθηκε να παλεύει μ ένα εχθρικό κοινοβούλιο, ο ανοικονόμητος Μπόρις έπεσε με πάταγο και, γενικά, σε καμμιά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα το πολιτικό καλοκαίρι δεν κυλά ήσυχα. Winter is coming- σαν η ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή να ανεβάζει μια εκδοχή του game of thrones. ‘Έστω κι αν δεν έχουν όλοι το χιούμορ του αυστριακού καγκελαρίου, έστω κι αν δεν φοβούνται οι Ευρωπαίοι πως θα βρουν διαδηλωτές στην πισίνα του σπιτιού τους, όπως ο Ρατζαπάσκα της Σρι Λάνκα. Κάθε δυστυχισμένη οικογένεια είναι, βέβαια, δυστυχισμένη με τον δικό της τρόπο. Κάθε χώρας οι πολιτικές δυσκολίες έχουν τα δικά της εθνικά χαρακτηριστικά. Μα κάτι σαν κοινή μοίρα βαραίνει πάνω από όλων τους ώμους.
Είχαμε, είναι αλήθεια, προειδοποιηθεί. Από τον πρώτο καιρό της πανδημίας δεκάδες μελέτες ακαδημαϊκών και διεθνών οργανισμών, όπως το ΔΝΤ, είχαν δημοσιεύσει ιστορικά στοιχεία και εμπειρικά δεδομένα σύμφωνα με τα οποία, μέσα σ ένα διάστημα 14 έως 24 μηνών από το τέλος μιας μεγάλης επιδημίας, αρχίζει συνήθως μια περίοδος κοινωνικής αναταραχής, πολιτικών κρίσεων ή εξεγέρσεων. Όταν ο μαύρος θάνατος θέρισε το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης, τον 14ο αιώνα, κι άφησε τους μεγάλους γαιοκτήμονες χωρίς εργατικά χέρια, οι επιζώντες διεκδίκησαν να βελτιώσουν την μοίρα τους στις πρώτες αγροτικές εξεγέρσεις. Όταν μια μεγάλη επιδημία χολέρας αποδεκάτισε το Παρίσι, το 1832, ακολούθησε η μεγάλη εξέγερση, στα χαρακώματα της οποίας η Τιτίκα των «Αθλίων» συνάντησε τον αγαπημένο της Μάριο. Κι όταν η «Ισπανική» γρίπη σκότωσε 20 εκατομμύρια Ινδούς, το 2018-19, η εξαθλίωση που απλώθηκε στην χώρα έδωσε την ώθηση που χρειαζόταν η εκστρατεία του Γκάντι για την ανεξαρτησία. Μια πολυσυζητημένη μελέτη των καθηγητών Morelli και Censolo είχε εξετάσει 57 περιπτώσεις επιδημιών από τον 14ο ως τον 20ο αιώνα και βρήκε πως μόνον τέσσερις από αυτές δεν τις ακολούθησε μια σοβαρή κοινωνική αναταραχή. Θα μπορούσε να έχουν διαφορετική εξέλιξη οι πανδημίες του 21ου αιώνα- κι ας προσφέρει η ιατρική όπλα πολύ αποτελεσματικότερα στην αντιμετώπισή τους από τους εξορκισμούς και τις προσευχές των παλιών καιρών;
Τι συνδέει τις πανδημίες με τις κοινωνικές ταραχές; Δύο κυρίως λόγοι απαντούν οι ερευνητές. Ο ένας είναι η κατάρρευση της εμπιστοσύνης, η δυσπιστία, η διάβρωση του πληθυσμού από δεισιδαιμονίες και θεωρίες συνομωσίας. Ο άλλος είναι πως οι συνέπειες μιας πανδημίας βιώνονται με εντελώς άνισο τρόπο και διευρύνουν ακόμη περισσότερο τις ανισότητες (οι πλούσιοι στο Παρίσι του Ουγκό, για παράδειγμα, έφυγαν στις εξοχές για να γλιτώσουν από την χολέρα, οι φτωχοί έμεναν στριμωγμένοι στα στενά σοκάκια της μεγαλούπολης και πέθαιναν). Ποτέ, ίσως, στην ιστορία οι δύο αυτοί παράγοντες κινδύνου δεν ήταν ισχυρότεροι από ότι σήμερα. Τα social media πριμοδοτούν την ψηφιακή δεισιδαιμονία και την γενική δυσπιστία. Και το τίμημα του covid-19 , έγραφε πρόσφατα η επιθέωρηση Lancet, το πλήρωσαν με διπλάσιους θανάτους οι φτωχές σε σχέση με τις πλούσιες χώρες. Και ειδικά μεταξύ των νεότερων, μεταξύ των 20ρηδων, η θνητότητα στις φτωχότερες χώρες ήταν 2.7 φορές μεγαλύτερη απ’ ότι στις πλουσιότερες. Ακόμη χειρότερα: Η Oxfam ταρακούνησε την συνάθροιση του Νταβός εφέτος με μια μελέτη που έδειχνε πως στα δύο χρόνια της πανδημίας οι δέκα πλουσιότεροι άνθρωποι της γης υπερδιπλασίασαν την περιουσία τους (με ρυθμό 1.3 δισ. δολάρια την ημέρα!) στην διάρκεια μιας διετίας όπου το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού είδε το εισόδημά του να μειώνεται και 160 επιπλέον εκατομμύρια άνθρωποι διάβηκαν το κατώφλι της φτώχειας.
Αυτό ήταν το κοινωνικό περιβάλλον στην Ευρώπη και τον κόσμο, όταν τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ουκρανία και μαζί τους η προοπτική της μεγαλύτερης ενεργειακής κρίσης στην ιστορία ανέτειλε στην Ευρώπη. Και τώρα ετοιμαζόμαστε για αυτό που κάποιοι ήδη βάφτισαν τον χειρότερο- κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά- χειμώνα στην ευρωπαϊκή ιστορία από τον πόλεμο κι ύστερα. Θα ήταν αδύνατο να τον περάσουμε άβρεχτοι. Μα δεν είναι ανάγκη να γίνουμε και μούσκεμα.
Το πάθαμε ήδη μια φορά. Όταν η κρίση του 2008 χτύπησε τις πιο αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης, οι άλλοι- Ισπανοί, Ιρλανδοί και Πορτογάλοι- έκαναν το αυτονόητο: Απέφυγαν να προσθέσουν στις μεγάλες, αντικειμενικές δυσκολίες και άλλες, αχρείαστες πολιτικές δυσκολίες. Μια ελάχιστη συνεννόηση, ένα μίνιμουμ πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης τους επέτρεψε να περάσουν την περιπέτεια με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Εμείς αντίθετα τρέχαμε στα Ζάππεια, στις πλατείες και στις παρελάσεις. Η κρίση αντιμετωπίστηκε απλώς ως εκτοξευτήρας πολιτικών φιλοδοξιών. Το πληρώσαμε με τρία μνημόνια, αντί για ένα, με δέκα χρόνια επιτροπείας αντί για τρία και με πολλαπλάσια οικονομική απώλεια και κοινωνικό πόνο.
Το πάθημα θα έπρεπε να έχει γίνει μάθημα. Αλλά η εμπειρία της συζήτησης στην Βουλή αυτές τις μέρες του νόμου για τα πανεπιστήμια -της μη συζήτησης για την ακρίβεια, αφού η Βουλή πολώθηκε για όλα τα άλλα θέματα, για τον Λιγνάδη, τον Βερναρδάκη ή τον Συρίγο, εκτός από το υπό συζήτηση θέμα- έδωσε ένα ισχυρό σήμα κινδύνου. Κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε, για δεύτερη φορά, το ίδιο λάθος, να επιβαρύνουμε μια επερχόμενη κρίση με το κόστος μιας πολιτικάντικης πόλωσης. Ασυγχώρητοι θα ήμασταν.
Είχαμε, είναι αλήθεια, προειδοποιηθεί. Από τον πρώτο καιρό της πανδημίας δεκάδες μελέτες ακαδημαϊκών και διεθνών οργανισμών, όπως το ΔΝΤ, είχαν δημοσιεύσει ιστορικά στοιχεία και εμπειρικά δεδομένα σύμφωνα με τα οποία, μέσα σ ένα διάστημα 14 έως 24 μηνών από το τέλος μιας μεγάλης επιδημίας, αρχίζει συνήθως μια περίοδος κοινωνικής αναταραχής, πολιτικών κρίσεων ή εξεγέρσεων. Όταν ο μαύρος θάνατος θέρισε το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης, τον 14ο αιώνα, κι άφησε τους μεγάλους γαιοκτήμονες χωρίς εργατικά χέρια, οι επιζώντες διεκδίκησαν να βελτιώσουν την μοίρα τους στις πρώτες αγροτικές εξεγέρσεις. Όταν μια μεγάλη επιδημία χολέρας αποδεκάτισε το Παρίσι, το 1832, ακολούθησε η μεγάλη εξέγερση, στα χαρακώματα της οποίας η Τιτίκα των «Αθλίων» συνάντησε τον αγαπημένο της Μάριο. Κι όταν η «Ισπανική» γρίπη σκότωσε 20 εκατομμύρια Ινδούς, το 2018-19, η εξαθλίωση που απλώθηκε στην χώρα έδωσε την ώθηση που χρειαζόταν η εκστρατεία του Γκάντι για την ανεξαρτησία. Μια πολυσυζητημένη μελέτη των καθηγητών Morelli και Censolo είχε εξετάσει 57 περιπτώσεις επιδημιών από τον 14ο ως τον 20ο αιώνα και βρήκε πως μόνον τέσσερις από αυτές δεν τις ακολούθησε μια σοβαρή κοινωνική αναταραχή. Θα μπορούσε να έχουν διαφορετική εξέλιξη οι πανδημίες του 21ου αιώνα- κι ας προσφέρει η ιατρική όπλα πολύ αποτελεσματικότερα στην αντιμετώπισή τους από τους εξορκισμούς και τις προσευχές των παλιών καιρών;
Τι συνδέει τις πανδημίες με τις κοινωνικές ταραχές; Δύο κυρίως λόγοι απαντούν οι ερευνητές. Ο ένας είναι η κατάρρευση της εμπιστοσύνης, η δυσπιστία, η διάβρωση του πληθυσμού από δεισιδαιμονίες και θεωρίες συνομωσίας. Ο άλλος είναι πως οι συνέπειες μιας πανδημίας βιώνονται με εντελώς άνισο τρόπο και διευρύνουν ακόμη περισσότερο τις ανισότητες (οι πλούσιοι στο Παρίσι του Ουγκό, για παράδειγμα, έφυγαν στις εξοχές για να γλιτώσουν από την χολέρα, οι φτωχοί έμεναν στριμωγμένοι στα στενά σοκάκια της μεγαλούπολης και πέθαιναν). Ποτέ, ίσως, στην ιστορία οι δύο αυτοί παράγοντες κινδύνου δεν ήταν ισχυρότεροι από ότι σήμερα. Τα social media πριμοδοτούν την ψηφιακή δεισιδαιμονία και την γενική δυσπιστία. Και το τίμημα του covid-19 , έγραφε πρόσφατα η επιθέωρηση Lancet, το πλήρωσαν με διπλάσιους θανάτους οι φτωχές σε σχέση με τις πλούσιες χώρες. Και ειδικά μεταξύ των νεότερων, μεταξύ των 20ρηδων, η θνητότητα στις φτωχότερες χώρες ήταν 2.7 φορές μεγαλύτερη απ’ ότι στις πλουσιότερες. Ακόμη χειρότερα: Η Oxfam ταρακούνησε την συνάθροιση του Νταβός εφέτος με μια μελέτη που έδειχνε πως στα δύο χρόνια της πανδημίας οι δέκα πλουσιότεροι άνθρωποι της γης υπερδιπλασίασαν την περιουσία τους (με ρυθμό 1.3 δισ. δολάρια την ημέρα!) στην διάρκεια μιας διετίας όπου το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού είδε το εισόδημά του να μειώνεται και 160 επιπλέον εκατομμύρια άνθρωποι διάβηκαν το κατώφλι της φτώχειας.
Αυτό ήταν το κοινωνικό περιβάλλον στην Ευρώπη και τον κόσμο, όταν τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ουκρανία και μαζί τους η προοπτική της μεγαλύτερης ενεργειακής κρίσης στην ιστορία ανέτειλε στην Ευρώπη. Και τώρα ετοιμαζόμαστε για αυτό που κάποιοι ήδη βάφτισαν τον χειρότερο- κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά- χειμώνα στην ευρωπαϊκή ιστορία από τον πόλεμο κι ύστερα. Θα ήταν αδύνατο να τον περάσουμε άβρεχτοι. Μα δεν είναι ανάγκη να γίνουμε και μούσκεμα.
Το πάθαμε ήδη μια φορά. Όταν η κρίση του 2008 χτύπησε τις πιο αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης, οι άλλοι- Ισπανοί, Ιρλανδοί και Πορτογάλοι- έκαναν το αυτονόητο: Απέφυγαν να προσθέσουν στις μεγάλες, αντικειμενικές δυσκολίες και άλλες, αχρείαστες πολιτικές δυσκολίες. Μια ελάχιστη συνεννόηση, ένα μίνιμουμ πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης τους επέτρεψε να περάσουν την περιπέτεια με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Εμείς αντίθετα τρέχαμε στα Ζάππεια, στις πλατείες και στις παρελάσεις. Η κρίση αντιμετωπίστηκε απλώς ως εκτοξευτήρας πολιτικών φιλοδοξιών. Το πληρώσαμε με τρία μνημόνια, αντί για ένα, με δέκα χρόνια επιτροπείας αντί για τρία και με πολλαπλάσια οικονομική απώλεια και κοινωνικό πόνο.
Το πάθημα θα έπρεπε να έχει γίνει μάθημα. Αλλά η εμπειρία της συζήτησης στην Βουλή αυτές τις μέρες του νόμου για τα πανεπιστήμια -της μη συζήτησης για την ακρίβεια, αφού η Βουλή πολώθηκε για όλα τα άλλα θέματα, για τον Λιγνάδη, τον Βερναρδάκη ή τον Συρίγο, εκτός από το υπό συζήτηση θέμα- έδωσε ένα ισχυρό σήμα κινδύνου. Κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε, για δεύτερη φορά, το ίδιο λάθος, να επιβαρύνουμε μια επερχόμενη κρίση με το κόστος μιας πολιτικάντικης πόλωσης. Ασυγχώρητοι θα ήμασταν.