Τι μας διδάσκει η πανδημία
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2022-01-22
Το πρώτο και σίγουρα το πιο σημαντικό είναι ότι ο κορονοϊός μάς έδωσε την ευκαιρία ή μας ανάγκασε να σκεφτούμε ξανά το τεράστιο θέμα της δημόσιας υγείας. Πριν χτυπήσει την πόρτα μας, το ζητούμενο ήταν κυρίως η υπαγωγή της δωρεάν περίθαλψης για όλους σε ένα ευρύτερο πλαίσιο όπου η ολοένα και πιο ισχυρή παρουσία του ιδιωτικού τομέα εμφανιζόταν ως εκσυγχρονιστική καινοτομία που θα θεράπευε τις συσσωρευμένες ελλείψεις και παθογένειες του δημόσιου συστήματος υγείας. Το οποίο φυσικά δεν επρόκειτο και καταργηθεί αλλά να συρρικνωθεί, δίνοντας την ευκαιρία στην επί πληρωμή περίθαλψη να ανθήσει.
Αν η πανδημία του Covid μάς έπεισε για κάτι, ήταν ότι ο ιδιωτικός τομέας υγείας αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων και χωρίς την παραμικρή αμφιβολία ανίκανος να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Φυσικά, κάποιοι θα πουν ότι κανείς δεν είχε προβλέψει το κακό που μας βρήκε. Και, ως προς αυτό, έχουν μάλλον δίκιο. Τώρα όμως που μάθαμε κι ενώ οι ειδικοί μάς προειδοποιούν ότι ένα νέο κύμα κάποιου άγνωστου σήμερα ιού είναι όχι μόνο δυνατό αλλά και πιθανό να εμφανιστεί ξανά, η μόνη απάντηση είναι η ενίσχυση του ΕΣΥ.
Το δεύτερο είναι ότι οι λοιμώξεις δεν γνωρίζουν σύνορα. Κι αυτό σημαίνει ότι στις πλούσιες χώρες, ακόμα κι αν βρεθεί το εμβόλιο, ακόμα κι αν εμβολιαστούν όλοι οι κάτοικοι, ο κίνδυνος θα ανανεώνεται συνεχώς από τις διαδοχικές μεταλλάξεις που θα ξεκινούν από τις φτωχές χώρες με δισεκατομμύρια ανεμβολίαστους, οι οποίοι θα λειτουργούν ως θερμοκήπιο για κάθε λογής θανατηφόρους υιούς. Ετσι, όπως λέει και ξαναλέει ο ΠΟΥ, δεν υπάρχουν «εθνικές» λύσεις στο πρόβλημα. Μέχρι να εμβολιαστούν όλοι, κανείς δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής.
Η ιστορία μάς διδάσκει ότι οι μεγάλες και ουσιαστικές αλλαγές είναι σαν τα υπερωκεάνια – δεν παίρνουν κλειστές στροφές, αλλά, αργά και σταθερά, αλλάζουν ρότα. Και σήμερα υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η πανδημία μάς ωθεί να εγκαταλείψουμε την πορεία που ακολουθήσαμε τα τελευταία πενήντα χρόνια περίπου. Δηλαδή την τάση να αποδεχόμαστε ως προφανή τη διάγνωση ότι τα δεινά που μας ταλανίζουν οφείλονται στους δυσκίνητους και σπάταλους μηχανισμούς του κράτους και ότι η μόνη θεραπεία είναι η ενίσχυση της ατομικής πρωτοβουλίας. (Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, η κακή φήμη του δημόσιου αγαθού δεν οφείλεται μόνο στις επιθέσεις των νεοφιλελεύθερων, αλλά και στον εξευτελισμό του από εκείνους που υποτίθεται ότι το προασπίστηκαν, με το αζημίωτο – αυτό είναι όμως άλλη, μεγάλη κουβέντα.)
Δεν αποκλείεται λοιπόν, αργά και σταθερά, η τρομάρα που πήραμε από τον κορονοϊό να μας κάνει, σταδιακά και έστω υποσυνείδητα, να αναθεωρήσουμε διάφορα μέχρι σήμερα αυτονόητα και ακλόνητα. Κι αυτό έχει δημιουργήσει μια αίσθηση ιδεολογικής ρευστότητας. Δεν ξέρουμε πού τελικά θα κάτσει η μπίλια, αλλά τουλάχιστον τη βλέπουμε διά γυμνού οφθαλμού να γυρίζει. Κάτι είναι κι αυτό.
Φυσικά, ένα τεράστιο πρόβλημα σαν την πανδημία δεν μπορεί παρά να είναι πολιτικό. Χωρίς όμως τούτο να σημαίνει ότι πρέπει να γίνει και στενά κομματικό. Θέλω να πω ότι, όσον αφορά τη δημόσια υγεία ως κοινό αγαθό, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να δημιουργηθεί μια πλειοψηφία, ένα ευρύ consensus, που θα περιλαμβάνει ακόμα και ανθρώπους απολιτικούς, συντηρητικούς ή -γιατί όχι;- και δεξιούς.
Εδώ όμως ελλοχεύει ένας κίνδυνος: η προάσπιση των κοινών αγαθών είναι όντως πάγιο αίτημα της Αριστεράς. (Υπενθυμίζω ότι η προηγούμενη κυβέρνηση, προς τιμήν της, έδωσε σε όλους όσοι κατοικούν στην Ελλάδα το δικαίωμα πρόσβασης στο δημόσιο σύστημα υγείας.) Δυστυχώς όμως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει την τάση να βλέπει παντού νεοφιλελεύθερους, ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχουν. Αντιστρέφοντας ανεπίγνωστα την τακτική της μετεμφυλιακής Δεξιάς, που θεωρούσε όποιον δεν ψήφιζε ΕΡΕ «συνοδοιπόρο» και «κρυπτοκομμουνιστή», έτσι και σήμερα πολλοί αριστεροί διεκδικούν ένα είδος αποκλειστικότητας για κάποια αιτήματα.
Δηλαδή, αντί να χαίρονται όταν εκείνοι που δεν ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ συγκλίνουν με τις δικές τους απόψεις, τους καταγγέλλουν ως νεοφιλελεύθερους λαθρεπιβάτες. Κι αυτό οδηγεί στην υποψία ότι ο απώτερος στόχος δεν είναι να δημιουργηθεί ένα ισχυρό και πολυσυλλεκτικό κίνημα υπέρ της δημόσιας υγείας, αλλά να κερδίσει ή να μη χάσει με μεγάλη διαφορά ο ΣΥΡΙΖΑ τις επόμενες εκλογές.