Σκηνικό συνολικής ανατροπής
Γιώργος Καπόπουλος, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2021-08-08
Μετά την εισβολή της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν τον Δεκέμβριο του 1979 η Ουάσινγκτον και πιο συγκεκριμένα ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Κάρτερ, Μπρεζίνσκι, στήριξε με κάθε δυνατό τρόπο όλες τις εκφάνσεις του σουνιτικού ριζοσπαστισμού εναντίον της φιλοσοβιετικής κυβέρνησης της Καμπούλ.
Οταν την άνοιξη του 2011 υπήρχε προσδοκία ότι το κύμα αμφισβήτησης και εξέγερσης που ονομάστηκε «Αραβική Ανοιξη» θα πυροδοτήσει αντικυβερνητική εξέγερση στη Συρία, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ και του Ισραήλ ήταν να προκληθεί καθεστωτική ανατροπή στη Δαμασκό ώστε το Ιράν να χάσει τον μοναδικό του σύμμαχο στην αραβική Μέση Ανατολή.
Σήμερα, ενώ είναι ζήτημα χρόνου η κατάληψη της Καμπούλ από τους Ταλιμπάν, όλα δείχνουν ότι οι ΗΠΑ μετά την ανατροπή της τετραετίας Τραμπ επιστρέφουν στη γραμμή πλεύσης που χάραξε η κυβέρνηση Ομπάμα από τις αρχές του 2013.
Μια γραμμή που αναδεικνύει ως στρατηγικό κίνδυνο για τις ΗΠΑ αλλά και για τη Δύση συνολικά τον σουνιτικό φονταμενταλισμό και ταυτόχρονα προσεγγίζει την Τεχεράνη ως συνιστώσα των νέων περιφερειακών ισορροπιών.
Απ’ ό,τι φαίνεται το δις εξαμαρτείν με τα ανάρμοστα παιχνίδια με τους σουνίτες φονταμενταλιστές μάλλον αποτρέπει τα όποια σενάρια εργαλειοποίησης των Ταλιμπάν κατά του Ιράν που θα μπορούσαν να διαμορφωθούν στην Ουάσινγκτον.
Το τρις εξαμαρτείν, στο όνομα μιας ανορθολογικής αντιμετώπισης του Ιράν, είναι άλλωστε εξ ορισμού ασύμβατο με τη στρατηγική Μπάιντεν για απεμπλοκή των ΗΠΑ από την ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Σε αντίθεση με την περίοδο 2013-15, που τη νέα τότε πολιτική Ομπάμα απέναντι στο Ιράν την πολέμησαν με όλα τα δυνατά μέσα η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της στην Αραβική Χερσόνησο, σήμερα το Ριάντ επιδεικνύει έναν ρεαλισμό προσαρμογής στα νέα δεδομένα.
Χωρίς να θέσει εν αμφιβόλω τη στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ το Ριάντ από την αρχή του χρόνου έχει εμπλακεί σε μια συνολική στρατηγική διαπραγμάτευση με την Τεχεράνη, με διαπραγματεύσεις υψηλού επιπέδου που άρχισαν στη Βαγδάτη και συνεχίζονται στο Ομάν, με τις δύο πλευρές να διαπιστώνουν μεγάλη πρόοδο.
Είναι βέβαιο ότι Σαουδική Αραβία και Ιράν βρίσκονται στο παρά πέντε της αποκατάστασης διπλωματικών σχέσεων, μια κίνηση που θα έχει άμεσες σταθεροποιητικές επιπτώσεις στην Υεμένη, στη Συρία και στο Ιράκ, όπου η επιρροή και των δύο πλευρών είναι βαρύνουσα.
Από την παραπάνω πρωτοφανή κινητικότητα στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και στη Νοτιοδυτική Ασία που πυροδότησε η απόφαση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν και το Ιράκ προκύπτουν δύο κρίσιμα ερωτήματα:
-Τι θα κάνει το Ισραήλ πέραν του διαρκούς πολέμου φθοράς ή καλύτερα των συνεχών θερμών επεισοδίων με το Ιράν;
Θα επαναλάβει το Τελ Αβίβ και η νέα κυβέρνηση συνασπισμού την ανταρσία Νετανιάχου απέναντι στην επιλογή Ομπάμα να προσεγγίσει το Ιράν;
Κρίσιμα όμως ερωτήματα υπάρχουν και για τη Σαουδική Αραβία που καλείται να συνδυάσει ισορροπίες όχι μόνον ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν αλλά και να συντηρήσει τη διαχρονική στενή σχέση με τον προστάτη και χορηγό των Ταλιμπάν, το Πακιστάν.
Τα περιθώρια παιχνιδιών με τους Ταλιμπάν με στόχο την αποδυνάμωση του Ιράν είναι από περιορισμένα έως ανύπαρκτα, καθώς η Ρωσία, η Κίνα αλλά και η Ινδία δεν πρόκειται να επιτρέψουν να ξαναγίνει το Αφγανιστάν βάση εξαγωγής τζιχαντιστικού φονταμενταλισμού.
Το κενό που αφήνει η εσπευσμένη αποχώρηση των ΗΠΑ το έχουν καλύψει η Τεχεράνη, το Νέο Δελχί, το Πεκίνο και η Μόσχα…
Οταν την άνοιξη του 2011 υπήρχε προσδοκία ότι το κύμα αμφισβήτησης και εξέγερσης που ονομάστηκε «Αραβική Ανοιξη» θα πυροδοτήσει αντικυβερνητική εξέγερση στη Συρία, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ και του Ισραήλ ήταν να προκληθεί καθεστωτική ανατροπή στη Δαμασκό ώστε το Ιράν να χάσει τον μοναδικό του σύμμαχο στην αραβική Μέση Ανατολή.
Σήμερα, ενώ είναι ζήτημα χρόνου η κατάληψη της Καμπούλ από τους Ταλιμπάν, όλα δείχνουν ότι οι ΗΠΑ μετά την ανατροπή της τετραετίας Τραμπ επιστρέφουν στη γραμμή πλεύσης που χάραξε η κυβέρνηση Ομπάμα από τις αρχές του 2013.
Μια γραμμή που αναδεικνύει ως στρατηγικό κίνδυνο για τις ΗΠΑ αλλά και για τη Δύση συνολικά τον σουνιτικό φονταμενταλισμό και ταυτόχρονα προσεγγίζει την Τεχεράνη ως συνιστώσα των νέων περιφερειακών ισορροπιών.
Απ’ ό,τι φαίνεται το δις εξαμαρτείν με τα ανάρμοστα παιχνίδια με τους σουνίτες φονταμενταλιστές μάλλον αποτρέπει τα όποια σενάρια εργαλειοποίησης των Ταλιμπάν κατά του Ιράν που θα μπορούσαν να διαμορφωθούν στην Ουάσινγκτον.
Το τρις εξαμαρτείν, στο όνομα μιας ανορθολογικής αντιμετώπισης του Ιράν, είναι άλλωστε εξ ορισμού ασύμβατο με τη στρατηγική Μπάιντεν για απεμπλοκή των ΗΠΑ από την ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Σε αντίθεση με την περίοδο 2013-15, που τη νέα τότε πολιτική Ομπάμα απέναντι στο Ιράν την πολέμησαν με όλα τα δυνατά μέσα η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της στην Αραβική Χερσόνησο, σήμερα το Ριάντ επιδεικνύει έναν ρεαλισμό προσαρμογής στα νέα δεδομένα.
Χωρίς να θέσει εν αμφιβόλω τη στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ το Ριάντ από την αρχή του χρόνου έχει εμπλακεί σε μια συνολική στρατηγική διαπραγμάτευση με την Τεχεράνη, με διαπραγματεύσεις υψηλού επιπέδου που άρχισαν στη Βαγδάτη και συνεχίζονται στο Ομάν, με τις δύο πλευρές να διαπιστώνουν μεγάλη πρόοδο.
Είναι βέβαιο ότι Σαουδική Αραβία και Ιράν βρίσκονται στο παρά πέντε της αποκατάστασης διπλωματικών σχέσεων, μια κίνηση που θα έχει άμεσες σταθεροποιητικές επιπτώσεις στην Υεμένη, στη Συρία και στο Ιράκ, όπου η επιρροή και των δύο πλευρών είναι βαρύνουσα.
Από την παραπάνω πρωτοφανή κινητικότητα στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και στη Νοτιοδυτική Ασία που πυροδότησε η απόφαση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν και το Ιράκ προκύπτουν δύο κρίσιμα ερωτήματα:
-Τι θα κάνει το Ισραήλ πέραν του διαρκούς πολέμου φθοράς ή καλύτερα των συνεχών θερμών επεισοδίων με το Ιράν;
Θα επαναλάβει το Τελ Αβίβ και η νέα κυβέρνηση συνασπισμού την ανταρσία Νετανιάχου απέναντι στην επιλογή Ομπάμα να προσεγγίσει το Ιράν;
Κρίσιμα όμως ερωτήματα υπάρχουν και για τη Σαουδική Αραβία που καλείται να συνδυάσει ισορροπίες όχι μόνον ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν αλλά και να συντηρήσει τη διαχρονική στενή σχέση με τον προστάτη και χορηγό των Ταλιμπάν, το Πακιστάν.
Τα περιθώρια παιχνιδιών με τους Ταλιμπάν με στόχο την αποδυνάμωση του Ιράν είναι από περιορισμένα έως ανύπαρκτα, καθώς η Ρωσία, η Κίνα αλλά και η Ινδία δεν πρόκειται να επιτρέψουν να ξαναγίνει το Αφγανιστάν βάση εξαγωγής τζιχαντιστικού φονταμενταλισμού.
Το κενό που αφήνει η εσπευσμένη αποχώρηση των ΗΠΑ το έχουν καλύψει η Τεχεράνη, το Νέο Δελχί, το Πεκίνο και η Μόσχα…