Η παιδεία ως δημόσιο αγαθό
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2006-06-21
Η απόφαση της κυβέρνησης να αναβάλει την ψήφιση του νέου νομικού πλαισίου για την ανώτατη παιδεία σημαίνει ότι τις λεπτομέρειες της περιβόητης μεταρρύθμισης δεν τις μάθαμε ακόμα. Το γενικότερο πνεύμα της, όμως, φάνηκε από την πρώτη στιγμή, όχι μόνο γιατί αποτυπώθηκε στην πρόταση για τη συνταγματική αναθεώρηση που θα επέτρεπε την ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ, αλλά κυρίως επειδή αποτελεί παραλαγή ενός ιδεολογικού μοντέλου που είναι ήδη γνωστό και συνοψίζεται ως εξής: Κάποιος τομέας που ανήκει στο Δημόσιο, π.χ. οι αεροπορικές συγκοινωνίες, νοσεί και το ξέρουμε όλοι. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να τον ιδιωτικοποιήσει. Μπορεί όμως να επιτρέψει τη λειτουργία ιδιωτικών εταιρειών, που θα είναι πιο αποδοτικές. Ετσι δημιουργείται ανταγωνισμός, με αποτέλεσμα ή να βελτιωθεί ο κρατικός αερομεταφορέας (μάλλον απίθανο) ή να συρρικνωθεί σταδιακά και τελικά να εκπνεύσει. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το οικονομικό κόστος για το κράτος μειώνεται και αυτό επιτρέπει την αντίστοιχη μείωση της φορολογίας, η οποία με τη σειρά της επιτρέπει στις ιδιωτικές επιχειρήσεις να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους και να επιβιώσουν μέσα στο κλίμα του ανελέητου ανταγωνισμού που επικρατεί σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η εφαρμογή του μοντέλου που σκιαγραφήσαμε στα πανεπιστήμια στηρίζεται στην εξής αρχική υπόθεση: ότι το δικαίωμα κάθε παιδιού να μάθει γράμματα δεν διαφέρει σε τίποτα από το δικαίωμά του να πετάξει. Και αυτό είναι τεράστιο και προφανές λάθος. Η παιδεία, δηλαδή η προετοιμασία όλων των νέων για να πάρουν τη θέση τους στην κοινωνία, αποτελεί απαράβατη υποχρέωση, την οποία μόνο το κράτος μπορεί και οφείλει να αναλάβει. Ως κατ’ εξοχήν δημόσιο αγαθό, πρέπει να προσφέρεται σε όλους το ίδιο και συνεπώς δωρεάν, εφόσον, στην αντίθετη περίπτωση, κάποιοι θα ξεκινούσαν με συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο θα τους αγόραζαν τα λεφτά των γονιών τους.
Συνεπώς, η ιδιωτική εκπαίδευση δεν αντιβαίνει μόνο στην «αριστερή» αρχή της ισότητας, αλλά παραβιάζει επίσης τη λογική του φιλελευθερισμού που το προτείνει. Συγκεκριμένα, οι φιλελεύθεροι διατείνονται ότι οι υλικές απολαβές είναι ευθέως ανάλογες προς τις αποδόσεις μας και ότι με αυτό τον τρόπο η κοινωνία ανταμείβει τους σκληρά εργαζόμενους και τιμωρεί όσους κωλοβαράνε, κατά το κοινώς λεγόμενο. Ομως μια τόσο αυστηρή έννοια ατομικής επιβράβευσης, εκτός από τις αρχές της αλληλεγγύης και κοινότητας, συγκρούεται επίσης και με κάθε είδους κληρονομικό προνόμιο. Και τούτο επειδή το προνόμοιο επιτρέπει στους πλούσιους -ή επιβάλλει στους φτωχούς, το ίδιο κάνει- να ωφελούν ή να βλάπτουν κάποιους που δεν είχαν ακόμα τη δυνατότητα να αποδείξουν την αξιοσύνη τους στην αγορά. Και αυτοί οι κάποιοι είναι τα παιδιά. Για να επανέλθουμε στο παράδειγμά μας, οι πλούσιοι γονείς μπορούν να πάρουν στους κανακάρηδές τους ελικόπτερο για να πετάνε. Δεν δικαιούνται όμως να τους αγοράσουν το πλεονέκτημα που τους εξασφαλίζει η καλή και πανάκριβη παιδεία εις βάρος εκείνων που οι γονείς τους είναι φτωχοί.
Ομως οι μετωπικές συγκρούσεις, σαν αυτή ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους φοιτητές και πανεπιστημιακούς, έχουν την τάση να απλουστεύουν τα πράγματα χρωματίζοντάς τα άσπρα ή μαύρα. Με αυτό δεν υπαινίσσομαι ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο· αντίθετα, θέλω να πω ότι συχνά η ιδιοτέλεια μεταμφιέζεται σε δήθεν υπεράσπιση του κοινού συμφέροντος. Ετσι, μερικές προτάσεις που ρίχθηκαν στο πυρ το εξώτερο δεν έχουν καμία σχέση με την ιδιωτικοποίηση, εφόσον στο εξωτερικό εφαρμόζονται και στα δημόσια πανεπιστήμια. Αν λοιπόν υπάρχουν φοιτητές που κατέβηκαν στους δρόμους για να προασπίσουν το «άκοπο πτυχίο» (δανείζομαι τη φράση από τον Ν. Παρασκευόπουλο), τότε η θέση τους είναι στην άλλη πλευρά του οδοφράγματος, διότι σε τελική ανάλυση για τον εαυτό τους νοιάζονται.
Ανάλογες σκέψεις θα μπορούσε να κάνει κανείς για ορισμένους διδάσκοντες. Οσοι γνωρίζουν τα του πανεπιστημίου, όσοι παρακολούθησαν έστω από μακριά αυτά που έγιναν πρόσφατα στην Κρήτη, σίγουρα έχουν καταλάβει ότι τα δημόσια ΑΕΙ δεν είναι παράδεισος όπου βασιλεύουν η ισότητα και το κοινό συμφέρον. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο η υποχρηματοδότηση από το κράτος. Το ισχύον σύστημα, το οποίο η πανεπιστημιακή κοινότητα υπερασπίζεται με νύχια και δόντια, έχει εκθρέψει ιδιοτελείς πρακτικές, αναξιοκρατία και πελατειακές σχέσεις που δεν αποτελούν καν μυστικό. Συνεπώς, μερικοί που ωφελήθηκαν απ’ αυτό δεν θέλουν να αλλάξει. Θα συμφωνούσα λοιπόν με κάποιους σοβαρούς πανεπιστημιακούς -όπως τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη στην «Ε» και τον Νίκο Θεοτοκά στην «Αυγή»- επειδή, αφού πρώτα κατήγγειλαν την περιβόητη μεταρρύθμιση, δεν δίστασαν να πουν ότι η δημόσια παιδεία υπονομεύεται και εκ των ένδον. Αν όντως μας ενοχλεί το ατομικό όφελος που η κυβέρνηση θέλει να εισαγάγει, τότε θα το βρούμε ακόμη και εκεί που δεν το περιμένουμε.
Η εφαρμογή του μοντέλου που σκιαγραφήσαμε στα πανεπιστήμια στηρίζεται στην εξής αρχική υπόθεση: ότι το δικαίωμα κάθε παιδιού να μάθει γράμματα δεν διαφέρει σε τίποτα από το δικαίωμά του να πετάξει. Και αυτό είναι τεράστιο και προφανές λάθος. Η παιδεία, δηλαδή η προετοιμασία όλων των νέων για να πάρουν τη θέση τους στην κοινωνία, αποτελεί απαράβατη υποχρέωση, την οποία μόνο το κράτος μπορεί και οφείλει να αναλάβει. Ως κατ’ εξοχήν δημόσιο αγαθό, πρέπει να προσφέρεται σε όλους το ίδιο και συνεπώς δωρεάν, εφόσον, στην αντίθετη περίπτωση, κάποιοι θα ξεκινούσαν με συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο θα τους αγόραζαν τα λεφτά των γονιών τους.
Συνεπώς, η ιδιωτική εκπαίδευση δεν αντιβαίνει μόνο στην «αριστερή» αρχή της ισότητας, αλλά παραβιάζει επίσης τη λογική του φιλελευθερισμού που το προτείνει. Συγκεκριμένα, οι φιλελεύθεροι διατείνονται ότι οι υλικές απολαβές είναι ευθέως ανάλογες προς τις αποδόσεις μας και ότι με αυτό τον τρόπο η κοινωνία ανταμείβει τους σκληρά εργαζόμενους και τιμωρεί όσους κωλοβαράνε, κατά το κοινώς λεγόμενο. Ομως μια τόσο αυστηρή έννοια ατομικής επιβράβευσης, εκτός από τις αρχές της αλληλεγγύης και κοινότητας, συγκρούεται επίσης και με κάθε είδους κληρονομικό προνόμιο. Και τούτο επειδή το προνόμοιο επιτρέπει στους πλούσιους -ή επιβάλλει στους φτωχούς, το ίδιο κάνει- να ωφελούν ή να βλάπτουν κάποιους που δεν είχαν ακόμα τη δυνατότητα να αποδείξουν την αξιοσύνη τους στην αγορά. Και αυτοί οι κάποιοι είναι τα παιδιά. Για να επανέλθουμε στο παράδειγμά μας, οι πλούσιοι γονείς μπορούν να πάρουν στους κανακάρηδές τους ελικόπτερο για να πετάνε. Δεν δικαιούνται όμως να τους αγοράσουν το πλεονέκτημα που τους εξασφαλίζει η καλή και πανάκριβη παιδεία εις βάρος εκείνων που οι γονείς τους είναι φτωχοί.
Ομως οι μετωπικές συγκρούσεις, σαν αυτή ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους φοιτητές και πανεπιστημιακούς, έχουν την τάση να απλουστεύουν τα πράγματα χρωματίζοντάς τα άσπρα ή μαύρα. Με αυτό δεν υπαινίσσομαι ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο· αντίθετα, θέλω να πω ότι συχνά η ιδιοτέλεια μεταμφιέζεται σε δήθεν υπεράσπιση του κοινού συμφέροντος. Ετσι, μερικές προτάσεις που ρίχθηκαν στο πυρ το εξώτερο δεν έχουν καμία σχέση με την ιδιωτικοποίηση, εφόσον στο εξωτερικό εφαρμόζονται και στα δημόσια πανεπιστήμια. Αν λοιπόν υπάρχουν φοιτητές που κατέβηκαν στους δρόμους για να προασπίσουν το «άκοπο πτυχίο» (δανείζομαι τη φράση από τον Ν. Παρασκευόπουλο), τότε η θέση τους είναι στην άλλη πλευρά του οδοφράγματος, διότι σε τελική ανάλυση για τον εαυτό τους νοιάζονται.
Ανάλογες σκέψεις θα μπορούσε να κάνει κανείς για ορισμένους διδάσκοντες. Οσοι γνωρίζουν τα του πανεπιστημίου, όσοι παρακολούθησαν έστω από μακριά αυτά που έγιναν πρόσφατα στην Κρήτη, σίγουρα έχουν καταλάβει ότι τα δημόσια ΑΕΙ δεν είναι παράδεισος όπου βασιλεύουν η ισότητα και το κοινό συμφέρον. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο η υποχρηματοδότηση από το κράτος. Το ισχύον σύστημα, το οποίο η πανεπιστημιακή κοινότητα υπερασπίζεται με νύχια και δόντια, έχει εκθρέψει ιδιοτελείς πρακτικές, αναξιοκρατία και πελατειακές σχέσεις που δεν αποτελούν καν μυστικό. Συνεπώς, μερικοί που ωφελήθηκαν απ’ αυτό δεν θέλουν να αλλάξει. Θα συμφωνούσα λοιπόν με κάποιους σοβαρούς πανεπιστημιακούς -όπως τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη στην «Ε» και τον Νίκο Θεοτοκά στην «Αυγή»- επειδή, αφού πρώτα κατήγγειλαν την περιβόητη μεταρρύθμιση, δεν δίστασαν να πουν ότι η δημόσια παιδεία υπονομεύεται και εκ των ένδον. Αν όντως μας ενοχλεί το ατομικό όφελος που η κυβέρνηση θέλει να εισαγάγει, τότε θα το βρούμε ακόμη και εκεί που δεν το περιμένουμε.