Το αντιστασιακό φρόνημα του Ελληνα
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2004-05-05
Η θέση του κ. καθηγητή μπορεί να φαίνεται μάλλον απλοϊκή, αλλά τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι τόλμησε να τη διατυπώσει συμπυκνωμένη και χωρίς υπεκφυγές. Εδώ και πολλά χρόνια διαβάζω εμβριθείς αναλύσεις από δημοσιολόγους που παρακολουθούν στενά τα λεγόμενα «εθνικά θέματα» και κάτω από τα σύνθετα επιχειρήματά τους ανακαλύπτω μονίμως την ίδια ανομολόγητη, αρχική θέση: οι δυνατοί του κόσμου τούτου απεργάζονται το κακό του Ελληνισμού, άρα έχουμε χρέος να αντισταθούμε απορρίπτοντας ό,τι προτείνουν.
Αλλά γιατί το «αντιστασιακό» φρόνημα των Νεοελλήνων ενεργοποιείται τόσο εύκολα; Ισως μία από τις απαντήσεις είναι ότι αποτελεί ιδεολόγημα με μακρά ιστορία. Πρώτος μίλησε γι’ αυτό ο Κοραής, στη συνέχεια το υιοθέτησε ο Παπαρρηγόπουλος, λίγο πριν αρχίσει ο εμφύλιος το επικαλέστηκε ο Κ. Τσάτσος και στη μεταπολίτευση το διακήρυξε ο Ν. Σβορώνος. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό αποδεικνύει την ύπαρξη ενός μόνιμου συστατικού της «εθνικής» μας ιδιοσυγκρασίας. Δηλαδή η ομοφωνία παραπέμπει σε μία έννοια μεταφυσική, η οποία λειτουργεί ως ουσιαστικό υπόστρωμα της ελληνικότητας. Αν δούμε όμως τι εννοούσαν ακριβώς όσοι το επαίνεσαν, θα διαπιστώσουμε ότι μαζί με τα ιστορικά συμφραζόμενα αλλάζει και η σημασία του. Ο Κοραής μίλησε για το «αντιστασιακό» φρόνημα των Γραικών όταν το γένος ετοιμαζόταν να μεταλλαχθεί σε έθνος, ο Παπαρρηγόπουλος ενώ η Μεγάλη Ιδέα άνοιγε τα φτερά της, ο συντηρητικός Κ. Τσάτσος για να ξεσηκώσει τους πραγματικούς Ελληνες ενάντια στον ξενόφερτο κομμουνισμό, και ο μαρξιστής Ν. Σβορώνος για να αποδείξει ότι η Αριστερά ενσαρκώνει υποδειγματικά μία τόσο θεμελιώδη αντίδραση του λαού μας.
Ετσι κατασκευάζεται η διαχρονική φυσιογνωμία του Ελληνα. Αλλά η έμμεση αναφορά σ’ αυτήν, με αφορμή το δημοψήφισμα στην Κύπρο, έδειξε καθαρά και κάτι άλλο: πώς οι αφηρημένες ιδιότητες της «φυλής» λειτουργούν πολιτικά, αφού όμως πρώτα καταργήσουν την πολιτική. Αντίσταση από ποιον, σε τι και γιατί; Να μια ερώτηση κατ’ εξοχήν πολιτική, εφόσον επιδέχεται διαφορετικές απαντήσεις. Η ερώτηση όμως δεν τίθεται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν απαντάται. «Στα κόμματα δεν μπορεί να βασιστεί κανείς», γράφει ο καθηγητής Παπαδόπουλος, επειδή ασκούν πολιτική, ήτοι «από τα ίδια δεδομένα εξάγουν διαφορετικά συμπεράσματα». Αλλά και η δική του «εκτίμηση» αποτυπώνει μία συγκεκριμένη πολιτική σύγκλιση που σήμερα κυριαρχεί: ο αντιδυτικός λαϊκισμός της Δεξιάς και της χριστοδουλικής Ορθοδοξίας συμπορεύεται με την αντίσταση της Αριστεράς, μία μερίδα της οποίας ισχυρίζεται ότι οι εθνικές μας διεκδικήσεις, πάντα εξ ορισμού δίκαιες άρα μη υπαγόμενες στην πολιτική, προσκρούουν στη νέα τάξη πραγμάτων που θέλει να επιβάλει η Αμερική. Κάπως έτσι οι μητροπολίτες Πάφου και Καλαβρύτων αποφασίζουν και οι (νυν και τέως) κνίτες συμπαρίστανται.
Την πρώτη ημέρα των διαπραγματεύσεων στη Λουκέρνη, μετά την αρχική ομοβροντία παραπληροφόρησης από το μηχανισμό του Τάσσου Παπαδόπουλου, ένα κανάλι βγήκε στους δρόμους για να καταγράψει τις αντιδράσεις των απλών Αθηναίων. Κράτησα μία, και τη μνημονεύω για να δείξω ότι ο κ. καθηγητής μπορεί να προτάσσει τα στήθη στους επίβουλους ξένους, αλλά παραδίδεται αμαχητί στην εθνική κοινοτοπία: «Είναι σχέδιο να χτυπηθεί ο Ελληνισμός!». Πώς να μη συγκλονιστούν οι άνθρωποι αυτοί από το δακρύβρεχτο πολεμιστήριο σάλπισμα του Κύπριου προέδρου και πώς να μην πουν ένα βροντερό «όχι» στη συνωμοσία Αμερικανών και Αγγλων; Ως γνωστόν, το όνειρο του κάθε Νεοέλληνα -και σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνω και τους αδελφούς Κυπρίους- είναι να κυκλοφορεί με Μερσεντές και να θεωρεί εαυτόν υπό διωγμόν επειδή «αντιστέκεται».