Οβιδιακές πυρηνικές μεταμορφώσεις μιας δήθεν υπεύθυνης διευθύνουσας και ιθύνουσας τάξης.
Στάθης Λουκάς, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2008-05-24
«Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις θα φρίξει.............
Βλέπω τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας το κέρδος των δικών τους πτωμάτων».
Οδ.Ελύτης «Άξιον Εστί:Προφητικόν»
Η γενίκευση του τίτλου οφείλεται στο γεγονός ότι οι θιασώτες, και οι «σοβαροί» εισηγητές της πρότασης για την χρήση της πυρηνικής ενέργειας, είναι οι ίδιοι παράγοντες που κάτω από διάφορες υπευθυνότητες (π.χ.: πρώην διοικητής ΔΕΗ και τωρινός πρόεδρος Σ.E.Ε.Σ, πρώην πρόεδρος ΡΑΕ, υπουργός κλπ., ένα ατέλειωτο ρυάκι πολιτικών και κοινωνικών υπευθυνοτήτων) διαμόρφωσαν αυτό τό άκρως περιβαλλοκτόνο και σπάταλον ενεργειακό σύστημα, που θέλουν δήθεν να αναμορφώσουν με την εισαγωγή της πυρηνικής ενέργειας. Όλοι αυτοί, συνεπικουρούμενοι από τον ΣΕΒ, μας διηγούνται συστηματικά ένα καινούργιο παραμύθι, ότι με την πυρηνική ενέργεια μπορεί να έχουμε άφθονη και σίγουρη ενέργεια, σε τέτοιο βαθμό που να απελευθερωθούμε από την δουλεία στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο - ενέργεια καθαρή σε τέτοιο βαθμό, που να αντιμετωπίσουμε τις κλιματικές αλλαγές, ενέργεια σε προσιτές τιμές τέτοιες που να δώσουν αναπνοή στην κουρασμένη οικονομίας μας.
Ας προσπαθήσουμε να συλλογιστούμε – μακρυά από εύκολους ιδεολογισμούς – γύρω από τα επιχειρήματα των θιασωτών της εισαγωγής, της πυρηνικής ενέργειας, στο ελληνικό ενεργειακό σύστημα. Τα οποία συνοψίζονται βασικά στα παρακάτω σημεία.
- α. Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, σε εθνικό επίπεδο, δε, θα συμβάλει στη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα
- β. Θα μάς προσφέρει φθηνή και άφθονη ηλεκτρική ενέργεια, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση του ελλείμματος ηλεκτρικής ενέργειας που έχουμε μπροστά μας για τα προσεχή χρόνια..
- γ. Οι σημερινοί αντιδραστήρες είναι πιό τέλειοι και μεγαλύτερης εκμετάλλευσης του πυρηνκού καυσίμου, δηλαδή είναι αυτό που λέγεται, στην γλώσσα των ειδικών, «ΙV γενιάς».
Αν κάνουμε την υπόθεση, ότι θα μπορούσαμε με την χρήση της πυρηνικής ενέργειας να καλύψουμε τις διάφορες, ετήσιες παγκόσμιες, ανάγκες σε ενέργεια – πράγμα αυτό πρακτικά αδύνατο - τα εξακριβωμένα αποθέματα ουρανίου θα επαρκούσαν για 4-5 χρόνια. Ενώ με τους σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης για την παραγωγή του 15% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται θα επαρκούσε για 40-50 χρόνια. Στην προοπτική της διάχυτης χρήσης της πυρηνικής ενέργειας αν θέλαμε να διπλασιάσουμε τα πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας τα προσεχή 20 χρόνια – υπάρχουν (440), και να αντικαταστήσουμε αυτά που κλείνουν τον κύκλο τους – θα έπρεπε να κατασκευάζεται ένα εργοστάσιο κάθε δύο σχεδόν εβδομάδες. Αυτό θα απαιτούσε μια επένδυση της τάξης των 2000 δισεκατομυρίων ευρώ, ενώ οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα θα μειώνονταν μόνο κατά 5%. Και αυτό αμφισβιτούμενο, γιατί οι έμμεσες εκπομπές - για την παραγωγή του καυσίμου, μέχρι την αποθήκευση και την επεξεργασία των πυρηνικών αποβλήτων κλπ. - για την παραγωγή μιας πυρηνικής kWh, ισοδυναμούν με εκείνες μιας kWh που παράγεται απο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο με φυσικό αέριο. Όπως γίνεται κατανοητό η λύση ενός πυρηνικού σταθμού ανα δύο εβδομάδες είναι πρακτικά αδύνατη.
Η πυρηνική επιλογή για την Ελλάδα θα σήμαινε ουσιαστικά μιά επιτάφιο πλάκα για τον περιορισμό των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Γιατί αν η προτεραιότητα από εδώ και πέρα – ως το 2020 - ήταν η δημιουργία πυρηνικών μονάδων της τάξης – συνολικά – 1500-2000 MW θα πρέπει να πούμε αντίο στις ΑΠΕ, στην ορθολογική χρήση και εξοικονόμιση ενέργειας και στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό. Για τον απλό λόγο ότι οι δύο επενδύσεις είναι εναλλακτικές και αδύνατο να επιδιωχθούν παράλληλα, είναι δηλ. ασυμβίβαστες ακόμα και σαν συλλογιστική χρήση της ενέργειας. Η επιλογή θα εσήμανε δική μας έξοδο από την επιδίωξη του ευρωπαϊκού στόχου για το 2020, που προβλέπει: 30% μείωση των εκπομπών του διοξειδίου, 20% ΑΠΕ και 20% καλυτέρευση της ενεργειακής αποτελεσματικότητας. Και οι λόγοι δεν είναι μόνο κόστους, αλλά και το γεγονός ότι στην καλύτερη των υποθέσεων (αντικειμενικά αγγελική, δηλ. υπέρβαση των προβλημάτων εντοπισμού και κατασκευής των μονάδων) η πρώτη μονάδα δεν θα ήταν έτοιμη πριν το 2020, θα επρόκειτο δε βέβαια για μονάδα «καλυτερευμένης τρίτης γενιάς» .
Ας δούμε όμως σε ποιό βαθμό η πυρηνική ενέργεια είναι φθηνή και ανταγωνιστική ώστε να συμβάλει στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας. Είναι ανταγωνιστική σε τέτοιο βαθμό, που η ΑΙΕΑ (Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας) προβλέπει ότι η συμμετοχή της στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα μειωθεί από το 15% του 2006 στο σχεδόν 13% του 2030.
Η παρακμή αυτή οφείλεται στο υπερβολικό συνολικό κόστος της, που απώθησε, στις αναπτυγμένες χώρες, τους ιδιώτες να επενδύσουν σ’αυτή την τεχνολογία. Η περίπτωση της Γαλλίας είναι ειδική: ανάγεται στη δεκαετία 1965-75 και συνδέεται με την «force de frappe» (ατομικό οπλοστάσιο της Γαλλίας). Στις ΗΠΑ, όπου οι ενεργειακές επιχειρήσεις είναι ιδιωτικές , δεν κατασκευάζονται καινούργιες μονάδες από το 1970. Το ίδιο μπορεί να πούμε για τις χώρες της Δ. Ευρώπης, με εξαίρεση τη Φιλλανδία, όπου όμως το παράδειγμα της υπό κατασκευής μονάδας 1600 MW του Olkiluoto 3, είναι άκρως απωθητικό για δύο κύρια λόγους: πρώτον, ο συνολικός χρόνος κατασκευής θα αγγίξει τα 10 χρόνια και δεύτερον, το κόστος κατασκευής θα ξεπεράσει κατά 35-40% το προϋπολογισθέν, και από 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ θα αγγίξει τα 4,5. Μπορούμε να φαντασθούμε τι θα γίνει στην ημετέρα πραγματικότητα. Παρόμοια μονάδα με αυτή της Φιλλανδίας θα αρχίσει να κατασκευάζεται στη Γαλλία («τρίτη γενιά plus») .
Το εικονικά χαμηλό κόστος της πυρηνικής kWh, οφείλεται βασικά στην κρατική παρέμβαση στην διαδικασία του κλεισίματος του κύκλου του πυρηνικού καυσίμου και στην αποξύλωση (decommissioning) του σταθμού (δαπάνης 0,6-1 δισεκατομμύριο ευρώ), μια και οι αντίστοιχες δαπάνες θεωρούνται εξωτερικές σε σχέση με την παραγωγική διαδικασία, δηλ. «εξτρακόστη». Σύμφωνα με μια μελέτη (2004), πανεπιστημίου των ΗΠΑ (Σικάγου), θεωρόντας όλες τις δαπάνες από τη μελέτη, την κατασκευή, μέχρι και την αποθήκευση των αποβλήτων, το κόστος της MWh (μεγαβατώρα) - ενός μελλοντικού εργοστασίου - είναι 47-71 δολ. σε αντίθεση με τα 35-45 δολ. ενός φυσικού αερίου. Σε παρόμοιες εκτιμήσεις καταλήγει και το Υπ.Εν. των ΗΠΑ (2007) δηλ. 63,3 δολ. για την πυρηνική MWh και 55,2 δολ. για εκείνη από φυσικό αέριο. Με την επιδότηση όμως των 18 δολ. η πυρηνική αγγίζει τα 80 δολ. Κανένας επόμενα πυρηνικός σταθμός δεν είναι ανταγωνιστικός στο επίπεδο της αγοράς, θεωρόντας «εσωτερικές» δηλ. συνυπολογίζοντας και τις δαπάνες οριστικής διάθεσης των πυρηνικών αποβλήτων και της αποξύλωσης (decommissioning) του σταθμού.
Γίνεται προσπάθεια το χονδροειδές παραμύθι να επιχρυσωθεί, όπως το κερασάκι στην τούρτα, με την δήθεν επιστημονική εκτίμηση ότι η μονάδα που επιδιώκεται θα χαρακτηρίζεται από φυσικά συστήματα εσωτερικής ασφάλειας και ότι θα καταναλώνει με μεγάλο βαθμό απόδοσης το ουράνιο και επόμενα θα παράγει πολύ λιγότερα κατάλοιπα κλπ. κλπ. Μίλησαν σαν να επρόκειτο για τους υποθετικούς αντιδραστήρες «τέταρτης γενιάς». Υπάρχει όμως μια μικρή διαφορά: ότι αυτοί οι αντιδραστήρες δεν υπάρχουν και ότι το πιθανό πρωτότυπο θα είναι έτοιμο, ίσως, για το 2030. Πράγμα για το οποίο ο Κάρλο Ρουμπία (βραβείο Νόμπελ φυσικής, και πρώην διευθυντής του CERN - Γενεύη) εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες.
Για μιά χώρα σαν τη δική μας θα ήταν το λιγότερο απερισκεψία να επενδύσει τεράστιους δημόσιους πόρους - μια και θα ξεκινήσουμε από το μηδέν - για μια πυρηνική τεχνολογία βασικά «τρίτης γενιάς» που δεν έλυσε κανένα από τα προβλήματα (ασφαλείας και αποβλήτων) που είναι γνωστά ήδη από την δεκαετία του 1970. Κα μάλιστα με τη χρήση μιας ενεργειακής πηγής που είναι σε φάση εξάντλησης και που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για λίγα ακόμα χρόνια (μετα την κατασκευή της μονάδας) αφήνοντας «επί τάπητος» τεράστια προβλήματα για τις προσεχείς χιλιετίες και γενιές. Δεν έχει καμιά έννοια για τη χώρα μας να ανοίγεται μια συζήτηση για την πυρηνική χείμαιρα που επιδιώκει στην ουσία να μετατόπισει πόρους σε κάποιους γνωστούς «εμπόρους». Είναι σαν να επιδιώκεται η επιβράδυνση των υποχρεώσεων μας απέναντι στην υπογραφή μας στο Πρωτόκολλο του Κιότο και την συμμετοχή μας στην επιδίωξη του σκηνικού 30% (μείωση εκπομπών) -20% (εξοικονόμιση) -20% (ΑΠΕ) της γηραιάς ηπείρου για το 2020.
Η διάπλατη λεωφόρος για μια χώρα σαν τη δική μας είναι εκείνη, όπως λέγει και ο Κάρλο Ρουμπία, της ενεργειακής αποτελεσματικότητας, της εξοικονόμισης ενέργειας και των ΑΠΕ. Προωθόντας, έτσι, ένα μοντέλο παραγωγής και μετασχηματισμού της ενέργειας διάχυτο στο χώρο, που καλυτερεύει την ορθολογική χρήση και αποτελεσματικότητα της ενέργειας, μειώνει τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα και δημιουργεί απασχόληση.
Βλέπω τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας το κέρδος των δικών τους πτωμάτων».
Οδ.Ελύτης «Άξιον Εστί:Προφητικόν»
Η γενίκευση του τίτλου οφείλεται στο γεγονός ότι οι θιασώτες, και οι «σοβαροί» εισηγητές της πρότασης για την χρήση της πυρηνικής ενέργειας, είναι οι ίδιοι παράγοντες που κάτω από διάφορες υπευθυνότητες (π.χ.: πρώην διοικητής ΔΕΗ και τωρινός πρόεδρος Σ.E.Ε.Σ, πρώην πρόεδρος ΡΑΕ, υπουργός κλπ., ένα ατέλειωτο ρυάκι πολιτικών και κοινωνικών υπευθυνοτήτων) διαμόρφωσαν αυτό τό άκρως περιβαλλοκτόνο και σπάταλον ενεργειακό σύστημα, που θέλουν δήθεν να αναμορφώσουν με την εισαγωγή της πυρηνικής ενέργειας. Όλοι αυτοί, συνεπικουρούμενοι από τον ΣΕΒ, μας διηγούνται συστηματικά ένα καινούργιο παραμύθι, ότι με την πυρηνική ενέργεια μπορεί να έχουμε άφθονη και σίγουρη ενέργεια, σε τέτοιο βαθμό που να απελευθερωθούμε από την δουλεία στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο - ενέργεια καθαρή σε τέτοιο βαθμό, που να αντιμετωπίσουμε τις κλιματικές αλλαγές, ενέργεια σε προσιτές τιμές τέτοιες που να δώσουν αναπνοή στην κουρασμένη οικονομίας μας.
Ας προσπαθήσουμε να συλλογιστούμε – μακρυά από εύκολους ιδεολογισμούς – γύρω από τα επιχειρήματα των θιασωτών της εισαγωγής, της πυρηνικής ενέργειας, στο ελληνικό ενεργειακό σύστημα. Τα οποία συνοψίζονται βασικά στα παρακάτω σημεία.
- α. Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών, σε εθνικό επίπεδο, δε, θα συμβάλει στη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα
- β. Θα μάς προσφέρει φθηνή και άφθονη ηλεκτρική ενέργεια, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση του ελλείμματος ηλεκτρικής ενέργειας που έχουμε μπροστά μας για τα προσεχή χρόνια..
- γ. Οι σημερινοί αντιδραστήρες είναι πιό τέλειοι και μεγαλύτερης εκμετάλλευσης του πυρηνκού καυσίμου, δηλαδή είναι αυτό που λέγεται, στην γλώσσα των ειδικών, «ΙV γενιάς».
Αν κάνουμε την υπόθεση, ότι θα μπορούσαμε με την χρήση της πυρηνικής ενέργειας να καλύψουμε τις διάφορες, ετήσιες παγκόσμιες, ανάγκες σε ενέργεια – πράγμα αυτό πρακτικά αδύνατο - τα εξακριβωμένα αποθέματα ουρανίου θα επαρκούσαν για 4-5 χρόνια. Ενώ με τους σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης για την παραγωγή του 15% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται θα επαρκούσε για 40-50 χρόνια. Στην προοπτική της διάχυτης χρήσης της πυρηνικής ενέργειας αν θέλαμε να διπλασιάσουμε τα πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας τα προσεχή 20 χρόνια – υπάρχουν (440), και να αντικαταστήσουμε αυτά που κλείνουν τον κύκλο τους – θα έπρεπε να κατασκευάζεται ένα εργοστάσιο κάθε δύο σχεδόν εβδομάδες. Αυτό θα απαιτούσε μια επένδυση της τάξης των 2000 δισεκατομυρίων ευρώ, ενώ οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα θα μειώνονταν μόνο κατά 5%. Και αυτό αμφισβιτούμενο, γιατί οι έμμεσες εκπομπές - για την παραγωγή του καυσίμου, μέχρι την αποθήκευση και την επεξεργασία των πυρηνικών αποβλήτων κλπ. - για την παραγωγή μιας πυρηνικής kWh, ισοδυναμούν με εκείνες μιας kWh που παράγεται απο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο με φυσικό αέριο. Όπως γίνεται κατανοητό η λύση ενός πυρηνικού σταθμού ανα δύο εβδομάδες είναι πρακτικά αδύνατη.
Η πυρηνική επιλογή για την Ελλάδα θα σήμαινε ουσιαστικά μιά επιτάφιο πλάκα για τον περιορισμό των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Γιατί αν η προτεραιότητα από εδώ και πέρα – ως το 2020 - ήταν η δημιουργία πυρηνικών μονάδων της τάξης – συνολικά – 1500-2000 MW θα πρέπει να πούμε αντίο στις ΑΠΕ, στην ορθολογική χρήση και εξοικονόμιση ενέργειας και στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό. Για τον απλό λόγο ότι οι δύο επενδύσεις είναι εναλλακτικές και αδύνατο να επιδιωχθούν παράλληλα, είναι δηλ. ασυμβίβαστες ακόμα και σαν συλλογιστική χρήση της ενέργειας. Η επιλογή θα εσήμανε δική μας έξοδο από την επιδίωξη του ευρωπαϊκού στόχου για το 2020, που προβλέπει: 30% μείωση των εκπομπών του διοξειδίου, 20% ΑΠΕ και 20% καλυτέρευση της ενεργειακής αποτελεσματικότητας. Και οι λόγοι δεν είναι μόνο κόστους, αλλά και το γεγονός ότι στην καλύτερη των υποθέσεων (αντικειμενικά αγγελική, δηλ. υπέρβαση των προβλημάτων εντοπισμού και κατασκευής των μονάδων) η πρώτη μονάδα δεν θα ήταν έτοιμη πριν το 2020, θα επρόκειτο δε βέβαια για μονάδα «καλυτερευμένης τρίτης γενιάς» .
Ας δούμε όμως σε ποιό βαθμό η πυρηνική ενέργεια είναι φθηνή και ανταγωνιστική ώστε να συμβάλει στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας. Είναι ανταγωνιστική σε τέτοιο βαθμό, που η ΑΙΕΑ (Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας) προβλέπει ότι η συμμετοχή της στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα μειωθεί από το 15% του 2006 στο σχεδόν 13% του 2030.
Η παρακμή αυτή οφείλεται στο υπερβολικό συνολικό κόστος της, που απώθησε, στις αναπτυγμένες χώρες, τους ιδιώτες να επενδύσουν σ’αυτή την τεχνολογία. Η περίπτωση της Γαλλίας είναι ειδική: ανάγεται στη δεκαετία 1965-75 και συνδέεται με την «force de frappe» (ατομικό οπλοστάσιο της Γαλλίας). Στις ΗΠΑ, όπου οι ενεργειακές επιχειρήσεις είναι ιδιωτικές , δεν κατασκευάζονται καινούργιες μονάδες από το 1970. Το ίδιο μπορεί να πούμε για τις χώρες της Δ. Ευρώπης, με εξαίρεση τη Φιλλανδία, όπου όμως το παράδειγμα της υπό κατασκευής μονάδας 1600 MW του Olkiluoto 3, είναι άκρως απωθητικό για δύο κύρια λόγους: πρώτον, ο συνολικός χρόνος κατασκευής θα αγγίξει τα 10 χρόνια και δεύτερον, το κόστος κατασκευής θα ξεπεράσει κατά 35-40% το προϋπολογισθέν, και από 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ θα αγγίξει τα 4,5. Μπορούμε να φαντασθούμε τι θα γίνει στην ημετέρα πραγματικότητα. Παρόμοια μονάδα με αυτή της Φιλλανδίας θα αρχίσει να κατασκευάζεται στη Γαλλία («τρίτη γενιά plus») .
Το εικονικά χαμηλό κόστος της πυρηνικής kWh, οφείλεται βασικά στην κρατική παρέμβαση στην διαδικασία του κλεισίματος του κύκλου του πυρηνικού καυσίμου και στην αποξύλωση (decommissioning) του σταθμού (δαπάνης 0,6-1 δισεκατομμύριο ευρώ), μια και οι αντίστοιχες δαπάνες θεωρούνται εξωτερικές σε σχέση με την παραγωγική διαδικασία, δηλ. «εξτρακόστη». Σύμφωνα με μια μελέτη (2004), πανεπιστημίου των ΗΠΑ (Σικάγου), θεωρόντας όλες τις δαπάνες από τη μελέτη, την κατασκευή, μέχρι και την αποθήκευση των αποβλήτων, το κόστος της MWh (μεγαβατώρα) - ενός μελλοντικού εργοστασίου - είναι 47-71 δολ. σε αντίθεση με τα 35-45 δολ. ενός φυσικού αερίου. Σε παρόμοιες εκτιμήσεις καταλήγει και το Υπ.Εν. των ΗΠΑ (2007) δηλ. 63,3 δολ. για την πυρηνική MWh και 55,2 δολ. για εκείνη από φυσικό αέριο. Με την επιδότηση όμως των 18 δολ. η πυρηνική αγγίζει τα 80 δολ. Κανένας επόμενα πυρηνικός σταθμός δεν είναι ανταγωνιστικός στο επίπεδο της αγοράς, θεωρόντας «εσωτερικές» δηλ. συνυπολογίζοντας και τις δαπάνες οριστικής διάθεσης των πυρηνικών αποβλήτων και της αποξύλωσης (decommissioning) του σταθμού.
Γίνεται προσπάθεια το χονδροειδές παραμύθι να επιχρυσωθεί, όπως το κερασάκι στην τούρτα, με την δήθεν επιστημονική εκτίμηση ότι η μονάδα που επιδιώκεται θα χαρακτηρίζεται από φυσικά συστήματα εσωτερικής ασφάλειας και ότι θα καταναλώνει με μεγάλο βαθμό απόδοσης το ουράνιο και επόμενα θα παράγει πολύ λιγότερα κατάλοιπα κλπ. κλπ. Μίλησαν σαν να επρόκειτο για τους υποθετικούς αντιδραστήρες «τέταρτης γενιάς». Υπάρχει όμως μια μικρή διαφορά: ότι αυτοί οι αντιδραστήρες δεν υπάρχουν και ότι το πιθανό πρωτότυπο θα είναι έτοιμο, ίσως, για το 2030. Πράγμα για το οποίο ο Κάρλο Ρουμπία (βραβείο Νόμπελ φυσικής, και πρώην διευθυντής του CERN - Γενεύη) εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες.
Για μιά χώρα σαν τη δική μας θα ήταν το λιγότερο απερισκεψία να επενδύσει τεράστιους δημόσιους πόρους - μια και θα ξεκινήσουμε από το μηδέν - για μια πυρηνική τεχνολογία βασικά «τρίτης γενιάς» που δεν έλυσε κανένα από τα προβλήματα (ασφαλείας και αποβλήτων) που είναι γνωστά ήδη από την δεκαετία του 1970. Κα μάλιστα με τη χρήση μιας ενεργειακής πηγής που είναι σε φάση εξάντλησης και που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για λίγα ακόμα χρόνια (μετα την κατασκευή της μονάδας) αφήνοντας «επί τάπητος» τεράστια προβλήματα για τις προσεχείς χιλιετίες και γενιές. Δεν έχει καμιά έννοια για τη χώρα μας να ανοίγεται μια συζήτηση για την πυρηνική χείμαιρα που επιδιώκει στην ουσία να μετατόπισει πόρους σε κάποιους γνωστούς «εμπόρους». Είναι σαν να επιδιώκεται η επιβράδυνση των υποχρεώσεων μας απέναντι στην υπογραφή μας στο Πρωτόκολλο του Κιότο και την συμμετοχή μας στην επιδίωξη του σκηνικού 30% (μείωση εκπομπών) -20% (εξοικονόμιση) -20% (ΑΠΕ) της γηραιάς ηπείρου για το 2020.
Η διάπλατη λεωφόρος για μια χώρα σαν τη δική μας είναι εκείνη, όπως λέγει και ο Κάρλο Ρουμπία, της ενεργειακής αποτελεσματικότητας, της εξοικονόμισης ενέργειας και των ΑΠΕ. Προωθόντας, έτσι, ένα μοντέλο παραγωγής και μετασχηματισμού της ενέργειας διάχυτο στο χώρο, που καλυτερεύει την ορθολογική χρήση και αποτελεσματικότητα της ενέργειας, μειώνει τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα και δημιουργεί απασχόληση.