Κοινωνία της γνώσης
Ανδρέας Πανταζόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2009-02-21
Η αντίθεση στο νομοσχέδιο δεν προήλθε μόνον από τους συνήθεις υπόπτους της λεγόμενης «άκρας Αριστεράς». Αρκετοί ήταν οι φιλελεύθεροι, ακόμα και οι συντηρητικοί πανεπιστημιακοί, οι οποίοι, αν και οπαδοί των μεταρρυθμίσεων, είδαν σε αυτή την κυβερνητική πρωτοβουλία την αφετηρία ξηλώματος του ίδιου του πανεπιστημίου, τη μετατροπή του από εκπαιδευτικό σε οικονομικό θεσμό.
Τέτοια είναι η περίπτωση του φιλοσόφου Μαρσέλ Γκοσέ (διευθυντής μιας από τις πλέον έγκυρες επιθεωρήσεις, του περιοδικού Le Debat). Ο οποίος, αν και δεν συμμετείχε στις επαναλαμβανόμενες απεργίες των συναδέλφων του, θεώρησε τον εαυτό του σε κατάσταση «νόμιμης άμυνας» και μετέτρεψε το πρόγραμμα του σεμιναρίου του σε «αντιμάθημα» αποδόμησης του νομοσχεδίου. Επιτιθέμενος με πρωτοφανή, για έναν σεβάσμιο καθηγητή, φραστική σφοδρότητα «κατά των ανεύθυνων ψευδο-μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης» και των «εγκαθέτων της στον πανεπιστημιακό χώρο».
Σύμφωνα με τον Γκοσέ, αυτό που σήμερα επιχειρείται από τον νεοφιλελευθερισμό είναι ο επαναπροσδιορισμός της ίδιας της έννοιας της γνώσης. Οι προωθούμενες μεταρρυθμίσεις (αξιολόγηση και αναπροσανατολισμός της έρευνας υπό το κίβδηλο πρόσημο της «αυτονομίας» του πανεπιστημίου) αντιστοιχούν στον «βανδαλισμό» της ανώτατης εκπαίδευσης και οδηγούν στην αναισθησία της σκέψης, προσβάλλουν την ίδια την ελευθερία του πνεύματος. Ο νεοφιλελευθερισμός κρίνει ορισμένες γνώσεις άχρηστες και θέλει να ξαναπιάσει το κουβάρι της γνώσης από την αρχή, ενάντια στην προηγούμενη γνώση. Απορρίπτει, κρίνοντάς τον άχρηστο, τον κοινωνικό αναστοχασμό, τη δυνατότητα της κοινωνίας να σκέφτεται τον εαυτό της. Δεν κρίνει σκόπιμο να απαντήσει στο ερώτημα πώς θεσπίζονται τα κριτήρια της αξιολόγησης, σε ποιες διαγνώσεις θεμελιώνονται, ποιο θα έπρεπε να είναι το περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων. Η κρίση που διέρχεται το «κρίνειν» είναι για τον Γάλλο φιλόσοφο η σημαντικότερη κρίση των τελευταίων είκοσι χρόνων. Και είναι, ακριβώς, αυτή η κρίση που οδήγησε στη σημερινή χρηματο-πιστωτική έκρηξη. Γιατί αυτό που αυτή τη στιγμή λείπει είναι η αξιολόγηση της αξιολόγησης, η αξιολόγηση των κριτηρίων της.
Για τον Γκοσέ, το σημερινό πανεπιστήμιο τείνει να μετασχηματιστεί σε οικονομικό θεσμό μέσα από τη δυναμική είσοδο της οικονομίας. Οι νεοφιλελεύθερες ελίτ θέλουν να το καταστήσουν υπερ-ανταγωνιστικό και υπερ-ελιτίστικο, συσχετίζοντάς το, με άλλοθι το απατηλό πρόσημο της «κοινωνίας της γνώσης», με μια «παγκόσμια αγορά της γνώσης». Στο πλαίσιο αυτό, οι πολιτικές ελίτ αναμένουν από την επιστημονική έρευνα και την «καινοτομία» οικονομικά κέρδη. Η καινοτομία όμως, θα θυμίσει ο Γκοσέ, δεν διατάσσεται, δεν έρχεται από εκεί που την περιμένουμε, γι’ αυτό και «δεν καθοδηγείται».
Αραγε, το «βιομηχανο-πανεπιστημιακό λόμπι» θα μπορέσει να ολοκληρώσει το εγχείρημα της «αποδιανοουμενοποίησης του κόσμου», που συνοδεύει την «κοινωνία της γνώσης»;