Ελληνοτουρκική μυωπία
Μακάριος Δρουσιώτης, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2009-06-24
Η ακύρωση του ταξιδιού του πρωθυπουργού της Τουρκίας στην Αθήνα το περασμένο Σάββατο άφησε εκτεθειμένες τις εφημερίδες, που ρίσκαραν και έκαναν αποτίμηση (αρνητική) του αποτελέσματος της συνάντησης Ερντογάν-Καραμανλή.
Η πιο ασφαλής πρόβλεψη αποτελέσματος μιας ελληνοτουρκικής συνάντησης, χωρίς κίνδυνο διάστασης με την κοινή γνώμη, είναι η αρνητική στάση των Τούρκων.
Το σοβαρότερο από τα προβλήματα που δηλητηριάζουν τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, είναι το Κυπριακό. Αν υπάρξει λύση στο Κυπριακό, θα αναπτυχθεί τέτοια δυναμική, που θα παρασύρει και τις υπόλοιπες ελληνοτουρκικές διαφορές. Αν το αδιέξοδο παραταθεί επ’ αόριστον, διαρκής θα είναι και η ένταση στα ελληνοτουρκικά.
Είναι γεγονός ότι μετά το 1974 η Τουρκία συμπεριφέρθηκε προς την Ελλάδα και την Κύπρο με υπέρμετρη αλαζονεία. Ωστόσο, αυτή η πολιτική ηττήθηκε κατά κράτος το 2003, με την ένταξη όλης της Κύπρου στην Ε.Ε.
Μόνον ένας πολιτικά μύωπας δεν μπορεί να αναγνωρίσει ότι υπήρξε στροφή στην τουρκική πολιτική από το 2003 και εντεύθεν. Από τη θέση ότι «το Κυπριακό λύθηκε το 1974», φτάσαμε στο «η μη λύση δεν είναι λύση». Από το δόγμα ότι η Τουρκία είναι περιτριγυρισμένη από εχθρούς, φτάσαμε στο σημερινό δόγμα των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες. Από την απειλή του Ετζεβίτ για άνευ ορίων αντίδραση στην περίπτωση ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., φτάσαμε στο «όραμα Γκιουλ» για πυλώνα συνεργασίας της Ελλάδας, της Τουρκίας και ολόκληρης της Κύπρου εντός της Ε.Ε.
Βέβαια, παρά τις διακηρύξεις, το Κυπριακό είναι άλυτο, οι παραβιάσεις στο Αιγαίο συνεχίζονται και η διακήρυξη του casus belli είναι σε ισχύ. Η Τουρκία είναι μια δύσκολη χώρα με πολλά κέντρα αποφάσεων, που δεν προσαρμόζεται εύκολα και γρήγορα σε νέες πολιτικές. Ούτε, όμως, παραμένει στάσιμη.
Η προσέγγιση ότι η άλλη πλευρά είναι εκ φύσεως πονηρή και αναξιόπιστη, ότι μηχανορραφεί για να μας παγιδεύσει σε δεσμεύσεις που θα θέσουν σε κίνδυνο την εθνική μας ταυτότητα, είναι δογματική και δεν αφήνει περιθώρια για αισιόδοξη ανάγνωση των προοπτικών.
Γίνεται τώρα μια προσπάθεια για λύση στο Κυπριακό. Τα αποτελέσματα των συνομιλιών είναι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι τα παρουσιάζουν τα ΜΜΕ. Αν υπάρξει κατάληξη, θα δημιουργηθεί νέα δυναμική στην ενταξιακή πορεία της χώρας και θα υπάρξουν πολύ θετικές επιδράσεις, τόσο στην ίδια την Τουρκία όσο και στα ελληνοτουρκικά. Δυστυχώς, ο Τύπος καταδίκασε αυτή την προσπάθεια σε αποτυχία, προτού καν αρχίσει, ωσάν να είναι αυτοσκοπός η διαιώνιση της αντιπαράθεσης με την Τουρκία.
Καλλιεργώντας αυτό το ψυχροπολεμικό κλίμα, τα ΜΜΕ απλώς συντηρούν τον φόβο και αιτιολογούν τον φρενήρη εξοπλιστικό ανταγωνισμό, για να προλάβουν έναν πόλεμο στο Αιγαίο που -άμα δεν έγινε το ’64, δεν έγινε το ’67, δεν έγινε καν το ’74- δεν πρόκειται να γίνει ποτέ.
Σύμφωνα με τα στατιστικά του Διεθνούς Ινστιτούτου Ειρήνης της Στοκχόλμης (SIPRI) που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, την πενταετία 2004-2008 η Ελλάδα είναι 5η χώρα στον κόσμο σε αγορές όπλων και προμηθεύτηκε το 4% του συνόλου των όπλων που πωλήθηκαν παγκοσμίως! Αυτές οι δαπάνες δεν θα είχαν απολύτως κανένα νόημα, αν η Ελλάδα και η Τουρκία ξεπερνούσαν τα προβλήματά τους και επένδυαν στην οικονομική συνεργασία.
Προβοκάροντας κάθε προσπάθεια συνεννόησης και προκαταλαμβάνοντας τα αποτελέσματα υπαρκτών ή φανταστικών συναντήσεων μεταξύ των πρωθυπουργών της Ελλάδας και της Τουρκίας, τα ΜΜΕ απλώς ρίχνουν νερό στον μύλο της καχυποψίας, συντηρούν τον φόβο και νομιμοποιούν στη συνείδηση της κοινής γνώμης τις εξοπλιστικές δαπάνες εις βάρος της ανάπτυξης, της Παιδείας, της Υγείας και της προόδου του πληθυσμού, ο οποίος καταδικάστηκε να ζει στη μιζέρια, για να ευημερούν η εθνικιστική ρητορική και η πολεμική βιομηχανία των ξένων κρατών.
Εν τέλει, από τους μεγαλύτερους χαμένους της αντιπαραγωγικής σπατάλης του εθνικού πλούτου είναι τα ίδια τα ΜΜΕ, που πληρώνουν το τίμημα της οικονομικής κρίσης.
Η πιο ασφαλής πρόβλεψη αποτελέσματος μιας ελληνοτουρκικής συνάντησης, χωρίς κίνδυνο διάστασης με την κοινή γνώμη, είναι η αρνητική στάση των Τούρκων.
Το σοβαρότερο από τα προβλήματα που δηλητηριάζουν τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, είναι το Κυπριακό. Αν υπάρξει λύση στο Κυπριακό, θα αναπτυχθεί τέτοια δυναμική, που θα παρασύρει και τις υπόλοιπες ελληνοτουρκικές διαφορές. Αν το αδιέξοδο παραταθεί επ’ αόριστον, διαρκής θα είναι και η ένταση στα ελληνοτουρκικά.
Είναι γεγονός ότι μετά το 1974 η Τουρκία συμπεριφέρθηκε προς την Ελλάδα και την Κύπρο με υπέρμετρη αλαζονεία. Ωστόσο, αυτή η πολιτική ηττήθηκε κατά κράτος το 2003, με την ένταξη όλης της Κύπρου στην Ε.Ε.
Μόνον ένας πολιτικά μύωπας δεν μπορεί να αναγνωρίσει ότι υπήρξε στροφή στην τουρκική πολιτική από το 2003 και εντεύθεν. Από τη θέση ότι «το Κυπριακό λύθηκε το 1974», φτάσαμε στο «η μη λύση δεν είναι λύση». Από το δόγμα ότι η Τουρκία είναι περιτριγυρισμένη από εχθρούς, φτάσαμε στο σημερινό δόγμα των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες. Από την απειλή του Ετζεβίτ για άνευ ορίων αντίδραση στην περίπτωση ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., φτάσαμε στο «όραμα Γκιουλ» για πυλώνα συνεργασίας της Ελλάδας, της Τουρκίας και ολόκληρης της Κύπρου εντός της Ε.Ε.
Βέβαια, παρά τις διακηρύξεις, το Κυπριακό είναι άλυτο, οι παραβιάσεις στο Αιγαίο συνεχίζονται και η διακήρυξη του casus belli είναι σε ισχύ. Η Τουρκία είναι μια δύσκολη χώρα με πολλά κέντρα αποφάσεων, που δεν προσαρμόζεται εύκολα και γρήγορα σε νέες πολιτικές. Ούτε, όμως, παραμένει στάσιμη.
Η προσέγγιση ότι η άλλη πλευρά είναι εκ φύσεως πονηρή και αναξιόπιστη, ότι μηχανορραφεί για να μας παγιδεύσει σε δεσμεύσεις που θα θέσουν σε κίνδυνο την εθνική μας ταυτότητα, είναι δογματική και δεν αφήνει περιθώρια για αισιόδοξη ανάγνωση των προοπτικών.
Γίνεται τώρα μια προσπάθεια για λύση στο Κυπριακό. Τα αποτελέσματα των συνομιλιών είναι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι τα παρουσιάζουν τα ΜΜΕ. Αν υπάρξει κατάληξη, θα δημιουργηθεί νέα δυναμική στην ενταξιακή πορεία της χώρας και θα υπάρξουν πολύ θετικές επιδράσεις, τόσο στην ίδια την Τουρκία όσο και στα ελληνοτουρκικά. Δυστυχώς, ο Τύπος καταδίκασε αυτή την προσπάθεια σε αποτυχία, προτού καν αρχίσει, ωσάν να είναι αυτοσκοπός η διαιώνιση της αντιπαράθεσης με την Τουρκία.
Καλλιεργώντας αυτό το ψυχροπολεμικό κλίμα, τα ΜΜΕ απλώς συντηρούν τον φόβο και αιτιολογούν τον φρενήρη εξοπλιστικό ανταγωνισμό, για να προλάβουν έναν πόλεμο στο Αιγαίο που -άμα δεν έγινε το ’64, δεν έγινε το ’67, δεν έγινε καν το ’74- δεν πρόκειται να γίνει ποτέ.
Σύμφωνα με τα στατιστικά του Διεθνούς Ινστιτούτου Ειρήνης της Στοκχόλμης (SIPRI) που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, την πενταετία 2004-2008 η Ελλάδα είναι 5η χώρα στον κόσμο σε αγορές όπλων και προμηθεύτηκε το 4% του συνόλου των όπλων που πωλήθηκαν παγκοσμίως! Αυτές οι δαπάνες δεν θα είχαν απολύτως κανένα νόημα, αν η Ελλάδα και η Τουρκία ξεπερνούσαν τα προβλήματά τους και επένδυαν στην οικονομική συνεργασία.
Προβοκάροντας κάθε προσπάθεια συνεννόησης και προκαταλαμβάνοντας τα αποτελέσματα υπαρκτών ή φανταστικών συναντήσεων μεταξύ των πρωθυπουργών της Ελλάδας και της Τουρκίας, τα ΜΜΕ απλώς ρίχνουν νερό στον μύλο της καχυποψίας, συντηρούν τον φόβο και νομιμοποιούν στη συνείδηση της κοινής γνώμης τις εξοπλιστικές δαπάνες εις βάρος της ανάπτυξης, της Παιδείας, της Υγείας και της προόδου του πληθυσμού, ο οποίος καταδικάστηκε να ζει στη μιζέρια, για να ευημερούν η εθνικιστική ρητορική και η πολεμική βιομηχανία των ξένων κρατών.
Εν τέλει, από τους μεγαλύτερους χαμένους της αντιπαραγωγικής σπατάλης του εθνικού πλούτου είναι τα ίδια τα ΜΜΕ, που πληρώνουν το τίμημα της οικονομικής κρίσης.