Τα ’’γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα’’
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-08-01
Ήταν σωστή ή λάθος η απόφαση να αποβιβαστεί ο ελληνικός στρατός, το 1919, στις μικρασιατικές ακτές; Ήταν εξ αρχής προδιαγεγραμμένο το μοιραίο τέλος, η συμφορά του ΄22, ή θα μπορούσε να έχει διαφορετική έκβαση η περιπέτεια; Ήταν του Βενιζέλου λάθος ή των μοναρχικών αντιπάλων του; Παλιές πληγές, παλιά πάθη, παλιά συζήτηση, που για κάποιον λόγο, σε κάποιους κύκλους, έξαφνα αναβίωσε φέτος. Κι ένα ενδιαφέρον, μικρό βιβλίο- «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στην Μικρά Ασία», του Κ. Σβολόπουλου- κυκλοφόρησε πρόσφατα, ως συμβολή στη συζήτηση αυτή.
Κι όπως το διάβαζα, κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο, σκόνταψα σε μια φράση. Την είχε γράψει ο Βενιζέλος στην Πηνελόπη Δέλτα, τον Νοέμβριο του 1920. «Εγώ- έγραφε ο Βενιζέλος- δεν υπολόγισα ποτέ στις δυνάμεις του στρατού, για να κρατήσουμε τα σύνορά μας, αλλά στις συμμαχίες και στα γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα».
Δεν είμαι σίγουρος αν όλη αυτή η αναθεωρητική συζήτηση για το μεγάλο δράμα του ΄22, έτσι όπως άνοιξε ξανά, αφορά κανέναν άλλον, έξω από κύκλους ειδικών ή αν συνδέεται, κάπως, με τις σημερινές αγωνίες μας και την επικαιρότητα. Αλλά αυτή η μικρή φράση, που συνοψίζει την πολιτική φιλοσοφία του μεγάλου Κρητικού, μου φάνηκε εξαιρετικά επίκαιρη.
Δεν είναι δύσκολο να βρει κανείς παραδείγματα- από τις παλιές, ηρωικές εποχές ή από τις πρόσφατες και πεζές, από τους Βαλκανικούς Πολέμους ή τη Συνθήκη της Λωζάνης έως την ένταξη στην ΕΟΚ, την ενσωμάτωση στη ζώνη του ευρώ ή και την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση- που μοιάζει να επιβεβαιώνουν το βενιζέλειο πολιτικό δόγμα, πως με πρόσφορο και ευέλικτο συντονισμό με τα «γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα» μπορεί να επιτευχθούν αποτελέσματα που η κινητοποίηση των «ιδίων του έθνους δυνάμεων» και μόνον δεν θα μπορούσε να επιτύχει. Αλλά, αν συγκράτησα τη φράση του Βενιζέλου στη Δέλτα ως επίκαιρη, δεν είναι επειδή δίνει ένα κλειδί για μια ορισμένη ανάγνωση της πολιτικής μας ιστορίας, μα επειδή μου φάνηκε πως δίνει ένα κλειδί για μια άλλη ανάγνωση των διλημμάτων του παρόντος.
Τηρουμένων, λοιπόν, πολλών και μακρινών αναλογιών, και με την αυθαιρεσία που επιτρέπει ο ήλιος του καλοκαιριού στη σκέψη μας, αναρωτιέμαι: Αν ο Βενιζέλος είχε δίκιο να λέει ότι δεν ήταν οι δυνάμεις του (νικηφόρου) ελληνικού στρατού που μπορούσαν να κρατήσουν τότε τα νέα σύνορα της χώρας, αλλά οι συμμαχίες και η επωφελής αξιοποίηση των διεθνών συμφερόντων, μήπως θα ήταν σωστό και σήμερα να σκεφτούμε πως η υπεράσπιση του επιπέδου ευημερίας που η χώρα (ή, έστω, η μεσαία τάξη της) κατέκτησε (έστω και αν δεν διένειμε πάντα με κοινωνικά δίκαιο τρόπο) από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80 κι ύστερα, δεν είναι διατηρήσιμη, σε συνθήκες οικουμενικής κρίσης, με τις ίδιες οικονομικές δυνάμεις και μόνον;
Μήπως, δηλαδή, η ελληνική οικονομία- υπό δημοσιονομική κατάρρευση, σήμερα, με καταστροφική διαχείριση την τελευταία, μοιραία πενταετία, σε διαρθρωτική και παραγωγική κρίση- για να σωθεί, πρέπει όχι απλώς να ανακαλύψει μια νέα εθνική συνταγή, αλλά και τις διεθνείς συμμαχίες που θα καθιστούσαν εφικτό, αυτό που με τις ίδιες του έθνους δυνάμεις μοιάζει ανέφικτο; Μήπως, σε συνθήκες κατάρρευσης του παγκόσμιου οικονομικού μοντέλου- του νεοφιλελεύθερου μοντέλου: «σταθεροποίηση, απορρύθμιση, ιδιωτικοποίηση»- που κυριάρχησε στον κόσμο τα τελευταία 30 χρόνια και επιβλήθηκε με το στανιό και σ΄ εμάς, η «εθνική» αντιμετώπιση της κρίσης είναι αδύνατη, αν δεν βρεθεί ένας ωφέλιμος συντονισμός με μια νέα διάταξη των «γενικών ευρωπαϊκών συμφερόντων»;
Και μήπως, συνεπώς, το αληθινό πολιτικό μας πρόβλημα είναι, ακριβώς, να συντονιστούμε, σε διεθνές επίπεδο, όχι με την απερχόμενη τάξη πραγμάτων (ας την ονομάσουμε, συνθηματικά, «κατάσταση Μπαρόζο») αλλά με μια νέα διάταξη ιδεών, πολιτικών και συμφερόντων, που, αν και παραμένει σήμερα δυσδιάκριτη, θα προκύψει αναπόφευκτα μετά την κατάρρευση της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης στο ευρωπαϊκό και το οικουμενικό πεδίο; Και μήπως, τέλος, αυτό είναι και το κριτήριο για να επιλέξουμε και μια νέα πολιτική ηγεσία;
Το αληθινό πολιτικό μας πρόβλημα είναι, ακριβώς, να συντονιστούμε, σε διεθνές επίπεδο
Κι όπως το διάβαζα, κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο, σκόνταψα σε μια φράση. Την είχε γράψει ο Βενιζέλος στην Πηνελόπη Δέλτα, τον Νοέμβριο του 1920. «Εγώ- έγραφε ο Βενιζέλος- δεν υπολόγισα ποτέ στις δυνάμεις του στρατού, για να κρατήσουμε τα σύνορά μας, αλλά στις συμμαχίες και στα γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα».
Δεν είμαι σίγουρος αν όλη αυτή η αναθεωρητική συζήτηση για το μεγάλο δράμα του ΄22, έτσι όπως άνοιξε ξανά, αφορά κανέναν άλλον, έξω από κύκλους ειδικών ή αν συνδέεται, κάπως, με τις σημερινές αγωνίες μας και την επικαιρότητα. Αλλά αυτή η μικρή φράση, που συνοψίζει την πολιτική φιλοσοφία του μεγάλου Κρητικού, μου φάνηκε εξαιρετικά επίκαιρη.
Δεν είναι δύσκολο να βρει κανείς παραδείγματα- από τις παλιές, ηρωικές εποχές ή από τις πρόσφατες και πεζές, από τους Βαλκανικούς Πολέμους ή τη Συνθήκη της Λωζάνης έως την ένταξη στην ΕΟΚ, την ενσωμάτωση στη ζώνη του ευρώ ή και την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση- που μοιάζει να επιβεβαιώνουν το βενιζέλειο πολιτικό δόγμα, πως με πρόσφορο και ευέλικτο συντονισμό με τα «γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα» μπορεί να επιτευχθούν αποτελέσματα που η κινητοποίηση των «ιδίων του έθνους δυνάμεων» και μόνον δεν θα μπορούσε να επιτύχει. Αλλά, αν συγκράτησα τη φράση του Βενιζέλου στη Δέλτα ως επίκαιρη, δεν είναι επειδή δίνει ένα κλειδί για μια ορισμένη ανάγνωση της πολιτικής μας ιστορίας, μα επειδή μου φάνηκε πως δίνει ένα κλειδί για μια άλλη ανάγνωση των διλημμάτων του παρόντος.
Τηρουμένων, λοιπόν, πολλών και μακρινών αναλογιών, και με την αυθαιρεσία που επιτρέπει ο ήλιος του καλοκαιριού στη σκέψη μας, αναρωτιέμαι: Αν ο Βενιζέλος είχε δίκιο να λέει ότι δεν ήταν οι δυνάμεις του (νικηφόρου) ελληνικού στρατού που μπορούσαν να κρατήσουν τότε τα νέα σύνορα της χώρας, αλλά οι συμμαχίες και η επωφελής αξιοποίηση των διεθνών συμφερόντων, μήπως θα ήταν σωστό και σήμερα να σκεφτούμε πως η υπεράσπιση του επιπέδου ευημερίας που η χώρα (ή, έστω, η μεσαία τάξη της) κατέκτησε (έστω και αν δεν διένειμε πάντα με κοινωνικά δίκαιο τρόπο) από τις αρχές της δεκαετίας του ΄80 κι ύστερα, δεν είναι διατηρήσιμη, σε συνθήκες οικουμενικής κρίσης, με τις ίδιες οικονομικές δυνάμεις και μόνον;
Μήπως, δηλαδή, η ελληνική οικονομία- υπό δημοσιονομική κατάρρευση, σήμερα, με καταστροφική διαχείριση την τελευταία, μοιραία πενταετία, σε διαρθρωτική και παραγωγική κρίση- για να σωθεί, πρέπει όχι απλώς να ανακαλύψει μια νέα εθνική συνταγή, αλλά και τις διεθνείς συμμαχίες που θα καθιστούσαν εφικτό, αυτό που με τις ίδιες του έθνους δυνάμεις μοιάζει ανέφικτο; Μήπως, σε συνθήκες κατάρρευσης του παγκόσμιου οικονομικού μοντέλου- του νεοφιλελεύθερου μοντέλου: «σταθεροποίηση, απορρύθμιση, ιδιωτικοποίηση»- που κυριάρχησε στον κόσμο τα τελευταία 30 χρόνια και επιβλήθηκε με το στανιό και σ΄ εμάς, η «εθνική» αντιμετώπιση της κρίσης είναι αδύνατη, αν δεν βρεθεί ένας ωφέλιμος συντονισμός με μια νέα διάταξη των «γενικών ευρωπαϊκών συμφερόντων»;
Και μήπως, συνεπώς, το αληθινό πολιτικό μας πρόβλημα είναι, ακριβώς, να συντονιστούμε, σε διεθνές επίπεδο, όχι με την απερχόμενη τάξη πραγμάτων (ας την ονομάσουμε, συνθηματικά, «κατάσταση Μπαρόζο») αλλά με μια νέα διάταξη ιδεών, πολιτικών και συμφερόντων, που, αν και παραμένει σήμερα δυσδιάκριτη, θα προκύψει αναπόφευκτα μετά την κατάρρευση της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης στο ευρωπαϊκό και το οικουμενικό πεδίο; Και μήπως, τέλος, αυτό είναι και το κριτήριο για να επιλέξουμε και μια νέα πολιτική ηγεσία;
Το αληθινό πολιτικό μας πρόβλημα είναι, ακριβώς, να συντονιστούμε, σε διεθνές επίπεδο