Δύναμη και αδυναμία των ιδεών
Σάκης Κουρουζίδης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-09-25
Πολύ συχνά τα κόμματα της αριστεράς χρησιμοποιούν τα επίθετα «δύναμη», «δυνατός», «ισχυρός» και άλλα παράγωγα εννοιών που υποδηλώνουν ισχύ και εξουσία. «Δυνατό ΚΚΕ, δυνατός λαός», λέει το ΚΚΕ. Ο ΣΥΝ είναι πιο φειδωλός στη χρήση των όρων αυτών, χωρίς και να το αποφεύγει εντελώς (ακόμη και ο Καρατζαφέρης κάνει λόγο για «δύναμη ανόδου»). Όσο κι αν καμιά φορά οι εκφράσεις αυτές χρησιμοποιούνται με μια μεταφορική έννοια, εντούτοις, επαναλαμβανόμενες, διατηρούν και τον κυριολεκτικό σημασιολογικό τους χαρακτήρα.
Η «δύναμη» της αριστεράς δεν μπορεί να προκύπτει από τη δύναμη! Άλλο πράγμα είναι η «δύναμη των ιδεών» και εντελώς άλλο πράγμα είναι ένα «κόμμα δυνατό». Το πρώτο έχει σαφώς ένα ποιοτικό, συμβολικό και μεταφορικό περιεχόμενο, ενώ το δεύτερο προκύπτει από αριθμητικά, ποσοτικά και εν δυνάμει φαντασιακά εξουσιαστικά στοιχεία. Ο Λε Κορμπυζιέ έλεγε ότι διαφωνεί με τη σφιγμένη γροθιά των κομμουνιστών, αλλά και με το τεντωμένο χέρι του φασισμού, επειδή και τα δύο αποτρέπουν την επαφή, την επικοινωνία, τον διάλογο. Είναι στάσεις σε θέση μάχης και όχι συνδιαλλαγής, συζήτησης, σύνθεσης. Αντί αυτών, πρότεινε το ανοιχτό προτεταμένο χέρι σε θέση χειραψίας (ένα γλυπτό του με μια παλάμη σε θέση χειραψίας είχε χαρίσει στον μαθητή του Αριστομένη Προβελέγγιο, από τον οποίο προκύπτει και η μαρτυρία για τις απόψεις του αυτές. Το γλυπτό ήταν σε φυσικό μέγεθος, σε αντίθεση με τα γιγαντιαία και εξουσιαστικά αγάλματα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, του γερμανικού σφρίγους και της καθολικής εκκλησίας).
Μια σφιγμένη γροθιά συμβολίζει κάτι το κλειστό, το τελεσίδικο, το αδιαπραγμάτευτο, το επιθετικό, έχει κάτι από αυτάρκεια και ολίγη από αλαζονεία. Μια γροθιά, δυο γροθιές, πολλές γροθιές, παράγουν «δύναμη», ισχύ, εξουσία. Ο καθένας έχει την επιλογή να αθροίσει τη γροθιά του με τις άλλες και να γίνει κομμάτι μιας «δύναμης», της δεδομένης δύναμης. Ή μπαίνεις σε αυτή τη δομή ή κινδυνεύεις να αφανιστείς ή να στιγματιστείς. «Ή με αυτούς ή με εμάς, διάλεξε!», ακούμε συχνά από τους οπαδούς του άσπρου-μαύρου! 1.000 γροθιές παράγουν περισσότερη «δύναμη» από 100, ποτέ λιγότερη. Μια ιδέα, όμως, που την υποστηρίζουν 100 σκεπτόμενοι άνθρωποι μπορεί να αποδειχθεί «ισχυρότερη» από μια άλλη που την υποστηρίζουν 1.000 άλλοι, σκεπτόμενοι, επίσης, άνθρωποι. Ενδεχομένως, όχι, αλλά πάντως δεν κρίνεται από τη σχέση 100 προς 1.000.
Στο τέλος της Θατσερικής περιόδου, το περιοδικό Ecologist, το εγκυρότερο έντυπο πολιτικής οικολογίας στον κόσμο, εκτίμησε ότι η επιρροή του κόμματος των Πρασίνων της Μ. Βρετανίας στη διαμόρφωση των πολιτικών αποφάσεων της περιόδου αυτής ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτήν των Εργατικών παρά το ότι η «δύναμη» του κόμματός αυτού ήταν αριθμητικά πολύ πολύ μικρότερη. Κάπως έτσι αξιολογούσε τα κόμματα και τις ιδέες της αριστεράς και ο Λένιν και ασφαλώς και ο Γκράμσι. Όμως, από την ώρα που ένα κόμμα της αριστεράς «κατέλαβε» την εξουσία, λειτούργησε ως πρότυπο για τα άλλα, τα οποία και μετατράπηκαν σε κακέκτυπα εξουσιαστικών δομών και μηχανισμών και επιχείρησαν να αποκτήσουν «δύναμη εξουσίας», «ισχύ». Παρήγαγαν κλειστές δομές και εξέπεμψαν την εικόνα ενός μηχανισμού που ετοιμάζεται για την τελική έφοδο, όλα τα άλλα τα είχε λυμένα. Ή τα έβλεπες και πήγαινες μαζί τους ή δεν τα έβλεπες και στεκόσουν απέναντί τους. Άλλη λύση δεν υπήρχε. Δεν ζητούσαν συνδιαμόρφωση, δεν είχαν καμία αμφιβολία για την «αλήθεια» τους, δεν έκαναν «συμβιβασμούς».
Στον αντίποδα αυτής της αριστεράς, αναζητούμε κάποιες νέες έννοιες, ορολογίες, ακόμα και απλώς διαφορετικές εκφράσεις που να εκπέμπουν ένα πιο «ανθρώπινο» πρόσωπο, δηλαδή, να απηχούν το ανθρωπίνως φυσιολογικό: να έχουν και λίγες αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα κάποιων απόψεών τους, να χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως: ίσως, ενδεχομένως, μπορεί και να..., πολύ πιθανό να..., κατά πάσα πιθανότητα, θα ήταν καλύτερα, καταθέτουμε και μια άλλη πρόταση, κ.λπ. Η αλαζονεία της «αλήθειας» μας είναι απωθητική και μη πειστική. Δεν συμβαδίζει με την επιδίωξη της ανεκτικότητας και του διαλόγου, ως πυλώνων της κοινωνίας που επιδιώκουμε.
Η «δύναμη» μιας ιδέας προκύπτει από τη λογική του επιχειρήματος και του παραδείγματος, από το συναίσθημα (όχι το μελό), από την «ευγένεια» (ναι, ναι την ευγένεια στην πιο καθαρή της μορφή!) και όχι από την επίκληση μιας κλειστής, τελεσίδικης, αδιαπραγμάτευτης «αλήθειας» που εκπροσωπείται από μια «δυνατή», «ισχυρή» οργάνωση. «Κανέναν δεν μπορείς να πείσεις αν μιλάς από θέση ισχύος» (κινέζικη παροιμία). Το δίκαιο του -κάθε φορά- ισχυρότερου, ευνοεί τη διαιώνιση του «συστήματος» που πάμε να υπερβούμε -και όχι να αντιγράψουμε, ως χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη.
Πιστεύουνε στη «δύναμη» των ιδεών μας, επιθυμούμε να διευρύνουμε την απήχηση των ιδεών αυτών, αλλά αυτό αποτελεί ταυτόχρονα και μια «δοκιμασία» γι’ αυτές τις ιδέες. Οι ιδέες, βέβαια, πατούν σε ένα πλαίσιο αξιών, πέραν των οποίων όλα τα άλλα είναι ανοικτά στην ανασύνθεση, την διαπραγμάτευση, τη διαβούλευση, την αναθεώρηση. «Γηράσκω αεί αναθεωρών» (Μ. Αναγνωστάκης).
Έχουν μεγαλύτερη «δύναμη» οι ιδέες μας όταν δεν εκπέμπουν τη δύναμη της ισχύος.
Η «δύναμη» της αριστεράς δεν μπορεί να προκύπτει από τη δύναμη! Άλλο πράγμα είναι η «δύναμη των ιδεών» και εντελώς άλλο πράγμα είναι ένα «κόμμα δυνατό». Το πρώτο έχει σαφώς ένα ποιοτικό, συμβολικό και μεταφορικό περιεχόμενο, ενώ το δεύτερο προκύπτει από αριθμητικά, ποσοτικά και εν δυνάμει φαντασιακά εξουσιαστικά στοιχεία. Ο Λε Κορμπυζιέ έλεγε ότι διαφωνεί με τη σφιγμένη γροθιά των κομμουνιστών, αλλά και με το τεντωμένο χέρι του φασισμού, επειδή και τα δύο αποτρέπουν την επαφή, την επικοινωνία, τον διάλογο. Είναι στάσεις σε θέση μάχης και όχι συνδιαλλαγής, συζήτησης, σύνθεσης. Αντί αυτών, πρότεινε το ανοιχτό προτεταμένο χέρι σε θέση χειραψίας (ένα γλυπτό του με μια παλάμη σε θέση χειραψίας είχε χαρίσει στον μαθητή του Αριστομένη Προβελέγγιο, από τον οποίο προκύπτει και η μαρτυρία για τις απόψεις του αυτές. Το γλυπτό ήταν σε φυσικό μέγεθος, σε αντίθεση με τα γιγαντιαία και εξουσιαστικά αγάλματα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, του γερμανικού σφρίγους και της καθολικής εκκλησίας).
Μια σφιγμένη γροθιά συμβολίζει κάτι το κλειστό, το τελεσίδικο, το αδιαπραγμάτευτο, το επιθετικό, έχει κάτι από αυτάρκεια και ολίγη από αλαζονεία. Μια γροθιά, δυο γροθιές, πολλές γροθιές, παράγουν «δύναμη», ισχύ, εξουσία. Ο καθένας έχει την επιλογή να αθροίσει τη γροθιά του με τις άλλες και να γίνει κομμάτι μιας «δύναμης», της δεδομένης δύναμης. Ή μπαίνεις σε αυτή τη δομή ή κινδυνεύεις να αφανιστείς ή να στιγματιστείς. «Ή με αυτούς ή με εμάς, διάλεξε!», ακούμε συχνά από τους οπαδούς του άσπρου-μαύρου! 1.000 γροθιές παράγουν περισσότερη «δύναμη» από 100, ποτέ λιγότερη. Μια ιδέα, όμως, που την υποστηρίζουν 100 σκεπτόμενοι άνθρωποι μπορεί να αποδειχθεί «ισχυρότερη» από μια άλλη που την υποστηρίζουν 1.000 άλλοι, σκεπτόμενοι, επίσης, άνθρωποι. Ενδεχομένως, όχι, αλλά πάντως δεν κρίνεται από τη σχέση 100 προς 1.000.
Στο τέλος της Θατσερικής περιόδου, το περιοδικό Ecologist, το εγκυρότερο έντυπο πολιτικής οικολογίας στον κόσμο, εκτίμησε ότι η επιρροή του κόμματος των Πρασίνων της Μ. Βρετανίας στη διαμόρφωση των πολιτικών αποφάσεων της περιόδου αυτής ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτήν των Εργατικών παρά το ότι η «δύναμη» του κόμματός αυτού ήταν αριθμητικά πολύ πολύ μικρότερη. Κάπως έτσι αξιολογούσε τα κόμματα και τις ιδέες της αριστεράς και ο Λένιν και ασφαλώς και ο Γκράμσι. Όμως, από την ώρα που ένα κόμμα της αριστεράς «κατέλαβε» την εξουσία, λειτούργησε ως πρότυπο για τα άλλα, τα οποία και μετατράπηκαν σε κακέκτυπα εξουσιαστικών δομών και μηχανισμών και επιχείρησαν να αποκτήσουν «δύναμη εξουσίας», «ισχύ». Παρήγαγαν κλειστές δομές και εξέπεμψαν την εικόνα ενός μηχανισμού που ετοιμάζεται για την τελική έφοδο, όλα τα άλλα τα είχε λυμένα. Ή τα έβλεπες και πήγαινες μαζί τους ή δεν τα έβλεπες και στεκόσουν απέναντί τους. Άλλη λύση δεν υπήρχε. Δεν ζητούσαν συνδιαμόρφωση, δεν είχαν καμία αμφιβολία για την «αλήθεια» τους, δεν έκαναν «συμβιβασμούς».
Στον αντίποδα αυτής της αριστεράς, αναζητούμε κάποιες νέες έννοιες, ορολογίες, ακόμα και απλώς διαφορετικές εκφράσεις που να εκπέμπουν ένα πιο «ανθρώπινο» πρόσωπο, δηλαδή, να απηχούν το ανθρωπίνως φυσιολογικό: να έχουν και λίγες αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα κάποιων απόψεών τους, να χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως: ίσως, ενδεχομένως, μπορεί και να..., πολύ πιθανό να..., κατά πάσα πιθανότητα, θα ήταν καλύτερα, καταθέτουμε και μια άλλη πρόταση, κ.λπ. Η αλαζονεία της «αλήθειας» μας είναι απωθητική και μη πειστική. Δεν συμβαδίζει με την επιδίωξη της ανεκτικότητας και του διαλόγου, ως πυλώνων της κοινωνίας που επιδιώκουμε.
Η «δύναμη» μιας ιδέας προκύπτει από τη λογική του επιχειρήματος και του παραδείγματος, από το συναίσθημα (όχι το μελό), από την «ευγένεια» (ναι, ναι την ευγένεια στην πιο καθαρή της μορφή!) και όχι από την επίκληση μιας κλειστής, τελεσίδικης, αδιαπραγμάτευτης «αλήθειας» που εκπροσωπείται από μια «δυνατή», «ισχυρή» οργάνωση. «Κανέναν δεν μπορείς να πείσεις αν μιλάς από θέση ισχύος» (κινέζικη παροιμία). Το δίκαιο του -κάθε φορά- ισχυρότερου, ευνοεί τη διαιώνιση του «συστήματος» που πάμε να υπερβούμε -και όχι να αντιγράψουμε, ως χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη.
Πιστεύουνε στη «δύναμη» των ιδεών μας, επιθυμούμε να διευρύνουμε την απήχηση των ιδεών αυτών, αλλά αυτό αποτελεί ταυτόχρονα και μια «δοκιμασία» γι’ αυτές τις ιδέες. Οι ιδέες, βέβαια, πατούν σε ένα πλαίσιο αξιών, πέραν των οποίων όλα τα άλλα είναι ανοικτά στην ανασύνθεση, την διαπραγμάτευση, τη διαβούλευση, την αναθεώρηση. «Γηράσκω αεί αναθεωρών» (Μ. Αναγνωστάκης).
Έχουν μεγαλύτερη «δύναμη» οι ιδέες μας όταν δεν εκπέμπουν τη δύναμη της ισχύος.