Ξεχασμένη κοινωνία ή ξεχασμένη Αριστερά;
Αιμίλιος Ζαχαρέας, Ιωάννα Τσιβάκου, Κυριακάτικη Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-11-08
Προκαλεί ρομαντική συγκίνηση η ευρηματική φράση "ξεχασμένη κοινωνία", της οποίας υπερασπιστής θέλει να είναι η ριζοσπαστική Αριστερά. Ωστόσο, αναλύοντας το περιεχόμενο της έννοιας, ήτοι άνεργοι, εργαζόμενοι, μετανάστες, φτωχοί, συνταξιούχοι, αποκλεισμένοι, κυνηγημένοι κλπ., διαπιστώνει κανείς πως μπορεί αυτό να υποδηλώνει την κοινωνική ευαισθησία αυτού του τμήματος της Αριστεράς, αλλά είναι άκρως περιοριστικό της ιδεολογικής του εμβέλειας.
Είναι προφανές πως ο τίτλος "ξεχασμένη κοινωνία" αποτελεί παραλλαγή των "μη προνομιούχων" του Αντρέα Παπανδρέου και η υιοθέτησή της αποκαλύπτει την εγκατάλειψη από την αριστερά του ακρογωνιαίου λίθου της μαρξικής θεωρίας, δηλαδή πως υπάρχει μια κοινωνική τάξη παραγωγός υπεραξίας, η οποία από την θέση της στην παραγωγή δύναται να λειτουργήσει ως απελευθερωτής της κοινωνίας.
Πιστεύει η Αριστερά στην ύπαρξη ή όχι σήμερα μιας τέτοιας κοινωνικής τάξεως; Ναι ή όχι, και εάν ναι, ποια είναι; Η απάντηση σε αυτό το φλέγον ερώτημα διαφεύγει από την τοποθέτησή της. Αν ωστόσο εξετασθούν με προσοχή οι σύγχρονες συνθήκες παραγωγής, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις χώρες της καπιταλιστικής πρωτοπορίας, θα διαπιστωθεί πως οι τομείς παραγωγής προστιθεμένης αξίας είναι αυτοί που εφαρμόζουν "πρακτικές γνώσης". Οι περισσότερες οργανώσεις παραγωγής προϊόντων, και κυρίως υπηρεσιών, μετασχηματίζονται σε οργανώσεις γνώσης, σε τόπους δηλαδή όπου η γνώση είναι δημιουργός υπεραξίας, και όχι η εργατική δύναμη.
Τέτοιοι τόποι ειδικεύονται κυρίως σε διαδικασίες σχεδίασης και επεξεργασίας υλικών ή άυλων αγαθών από μορφωμένο προσωπικό, με τη βοήθεια της τεχνολογίας πληροφοριών. Ενδεικτικά αναφέρονται: τμήματα έρευνας και ανάπτυξης, εκπαίδευσης, παροχής συμβουλών, προγραμματισμού, διοίκησης, διαφήμισης, προώθησης πωλήσεων. Βιομηχανικά τμήματα παρακολούθησης και ελέγχου των διαδικασιών παραγωγής, παραγγελιών και συναρμογής, όπως και ανθρωπίνων πόρων, έχουν επίσης μετατραπεί σε τμήματα γνώσης, καθώς και εντός αυτών η ψηφιακή τεχνολογία βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με τους χρήστες της. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε αν προσεγγίσουμε τους πιο πρωτοπόρους τομείς της δημόσιας διοίκησης.
Βεβαίως, η γραφειοκρατία ακόμη καλά κρατεί, όμως όταν αποβλέπεις στον μετασχηματισμό της κοινωνίας, το βλέμμα σου στρέφεται στο μέλλον, όχι μόνο στο παρόν. Το παρόν σου ζητά να αγωνιστείς για τη βελτίωση των συνθηκών της ξεχασμένης κοινωνίας, και σωστά πράττεις. Όμως το μέλλον σού ζητά επιτακτικά να διακρίνεις ποια κοινωνική τάξη έχει τις προϋποθέσεις να ανατρέψει ριζικά αυτό το παρόν, και αυτή την τάξη τη θέτεις στον πυρήνα των προβληματισμών σου, πράγμα που σημαίνει πως μελετάς και αναλύεις τις προοπτικές της, αλλά κυρίως φροντίζεις για την ενίσχυση της αυτοσυνειδησία της.
Όταν κατά τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα ο Μαρξ έβλεπε την εργατική τάξη ως δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού και εστίασε όλη την πάλη της Σοσιαλιστικής Διεθνούς σε αυτήν, τότε τα εγκαταλειμμένα στρώματα των αγροτών και των φτωχών των πόλεων, τα στρώματα του λούμπεν προλεταριάτου, στέναζαν υπό την πίεση του καλπάζοντος καπιταλισμού και ζητούσαν την υποστήριξη των αριστερών ηγεσιών. ΄Ομως ο Μαρξ δεν ασκούσε πολιτική συμπάθειας παρά πολιτική μάχης. Και στη μάχη χρειάζονταν τα εύρωστα στρώματα, αυτά που η συνειδητοποίηση της θέσης τους στην παραγωγική διαδικασία θα τα καθιστούσε όχι συμμάχους παρά αντιπάλους του κεφαλαίου.
Σήμερα βεβαίως, σε μια εποχή όπου η πίστη στην κοινωνική ανατροπή έχει υποσταλεί, η μεταρρύθμιση του καπιταλιστικού συστήματος ωθεί σε κοινωνικές συνεργασίες, όχι σε πάλη. Το γεγονός αυτό δεν αναιρεί την υποχρέωση της Αριστεράς να εστιάζει στα από τη θέση τους πρωτοπόρα κοινωνικά στρώματα και να οργανώνει βάσει αυτών τη μακροπρόθεσμη πολιτική της. Μόνο έτσι η Αριστερά δικαιώνει τον τίτλο της: εφόσον αγωνίζεται για βαθιές κοινωνικές αλλαγές, και όχι για βελτίωση συνθηκών ζωής του πιο ταλαιπωρημένου πληθυσμού. Στο τελευταίο άλλωστε, με διαφορές τακτικής, όλοι συμφωνούν, από κόμματα χριστιανικά και εθνικιστικά έως κόμματα φιλελεύθερα και δημοκρατικά.
Απ’ όσα προηγήθηκαν, είναι σαφές πως οι δυνάμεις που συμβάλλουν καταλυτικά στην εξέλιξη και ανάπτυξη της χώρας είναι οι δυνάμεις της τεχνολογίας και της επιστήμης. Δεν πρόκειται για μεμονωμένους επιστήμονες ή περιορισμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως συνέβαινε έως τα μέσα σχεδόν του 20ού αιώνα. Σήμερα οι περισσότεροι εργαζόμενοι, ακόμη και σε χώρες όπως η Ελλάδα, έχουν υψηλή εκπαίδευση ή θα έχουν σε λίγα χρόνια (αν όχι ανωτάτης παιδείας, τουλάχιστον μέσης) και αυτοί θα πρέπει να αποτελέσουν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ανανεωτικής Αριστεράς. Δεν είναι άλλωστε ενδεικτικό της επιρροής της πραγματικότητας στη γλώσσα και στη σκέψη μας το γεγονός πως δεν μιλάμε πλέον για "εργάτες" αλλά για "εργαζομένους";
Είναι λυπηρό πως στις ομιλίες, εισηγήσεις στο Κοινοβούλιο, παρεμβάσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και αλλού των μελών του ΣΥΡΙΖΑ απουσιάζει η αναφορά στα εξ αντικειμένου προοδευτικά στρώματα της χώρας, χωρίς τη στήριξη των οποίων παραμένουμε "ιστορικοί φουκαράδες" μιας "συμπονετικής" πολιτικής, χωρίς ουσιαστικό έρεισμα στη ζώσα πραγματικότητα. Απουσιάζει από την ανανεωτική, ριζοσπαστική Αριστερά ένα οργανωτικό πλαίσιο "σκέψης" για τα σπουδαία ζητήματα. Για παράδειγμα: Ποιο είναι το αντικείμενο των πρακτικών γνώσης στην Ελλάδα; Πώς γεννά κέρδος το εν λόγω αντικείμενο; Ποιες είναι οι σχέσεις των δυνάμεων γνώσης με τις οργανωσιακές ηγεσίες; Ποιες είναι οι κοινωνικές σχέσεις στον χώρο εργασίας ανάμεσα στους εργαζομένους γνώσης; Πώς δικτυώνονται οι εργαζόμενοι γνώσης; Ποιες είναι οι πολιτικές τους πεποιθήσεις; Ποιο στυλ ζωής προτιμούν; Πώς διαμορφώνονται τα πολιτισμικά τους πρότυπα και πώς δύναται κανείς να τα επηρεάσει προς επιθυμητές κατευθύνσεις;
Το κενό αυτό είναι ανάγκη το ταχύτερο δυνατόν να καλυφθεί. Μέχρι στιγμής είναι τα κόμματα των κατόχων του κεφαλαίου που έχουν πρόσβαση προς τα στρώματα αυτά αφού, εκτός των άλλων, το κεφάλαιο τους προσφέρει υψηλές υλικές παροχές και προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξης. Για τον λόγο αυτόν, παρατηρείται πως παρά τη θέση τους στην εργασιακή διαδικασία και το πνευματικό τους επίπεδο, οι εργαζόμενοι γνώσης, αντί να γίνονται κήρυκες κοινωνικής ευθύνης, αναμιγνύονται συχνά σε ηθικά σκάνδαλα ή προσοικειώνονται έναν σκεπτικισμό που τους οδηγεί στην πολιτική αδιαφορία.
Χρειάζεται μια αριστερή πολιτική που θα κατανοεί τις δυσκολίες τους αλλά και τις αντικειμενικές τους δυνατότητες, και θα στοχεύει κυρίως στην κοινωνική τους αφύπνιση. Η τελευταία είναι απαραίτητη, προκειμένου οι υγιείς δυνάμεις αυτού του τόπου να αποκτήσουν κοινωνική υπευθυνότητα και διάθεση συμμετοχής σε προσπάθειες κοινωνικής μεταβολής.
Η σχεδίαση μιας στρατηγικής προσεγγίσεως των εργαζομένων γνώσης είναι καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ. Απαιτείται ευρύς πνευματικός ορίζοντας και έξοδος από τα παραδοσιακά αριστερά μοντέλα σκέψεως ώστε, ύστερα από εύλογο χρονικό διάστημα, να υπάρξουν απτά αποτελέσματα της στροφής μας προς τις πραγματικά προοδευτικές δυνάμεις αυτής της χώρας.
Είναι προφανές πως ο τίτλος "ξεχασμένη κοινωνία" αποτελεί παραλλαγή των "μη προνομιούχων" του Αντρέα Παπανδρέου και η υιοθέτησή της αποκαλύπτει την εγκατάλειψη από την αριστερά του ακρογωνιαίου λίθου της μαρξικής θεωρίας, δηλαδή πως υπάρχει μια κοινωνική τάξη παραγωγός υπεραξίας, η οποία από την θέση της στην παραγωγή δύναται να λειτουργήσει ως απελευθερωτής της κοινωνίας.
Πιστεύει η Αριστερά στην ύπαρξη ή όχι σήμερα μιας τέτοιας κοινωνικής τάξεως; Ναι ή όχι, και εάν ναι, ποια είναι; Η απάντηση σε αυτό το φλέγον ερώτημα διαφεύγει από την τοποθέτησή της. Αν ωστόσο εξετασθούν με προσοχή οι σύγχρονες συνθήκες παραγωγής, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις χώρες της καπιταλιστικής πρωτοπορίας, θα διαπιστωθεί πως οι τομείς παραγωγής προστιθεμένης αξίας είναι αυτοί που εφαρμόζουν "πρακτικές γνώσης". Οι περισσότερες οργανώσεις παραγωγής προϊόντων, και κυρίως υπηρεσιών, μετασχηματίζονται σε οργανώσεις γνώσης, σε τόπους δηλαδή όπου η γνώση είναι δημιουργός υπεραξίας, και όχι η εργατική δύναμη.
Τέτοιοι τόποι ειδικεύονται κυρίως σε διαδικασίες σχεδίασης και επεξεργασίας υλικών ή άυλων αγαθών από μορφωμένο προσωπικό, με τη βοήθεια της τεχνολογίας πληροφοριών. Ενδεικτικά αναφέρονται: τμήματα έρευνας και ανάπτυξης, εκπαίδευσης, παροχής συμβουλών, προγραμματισμού, διοίκησης, διαφήμισης, προώθησης πωλήσεων. Βιομηχανικά τμήματα παρακολούθησης και ελέγχου των διαδικασιών παραγωγής, παραγγελιών και συναρμογής, όπως και ανθρωπίνων πόρων, έχουν επίσης μετατραπεί σε τμήματα γνώσης, καθώς και εντός αυτών η ψηφιακή τεχνολογία βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με τους χρήστες της. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε αν προσεγγίσουμε τους πιο πρωτοπόρους τομείς της δημόσιας διοίκησης.
Βεβαίως, η γραφειοκρατία ακόμη καλά κρατεί, όμως όταν αποβλέπεις στον μετασχηματισμό της κοινωνίας, το βλέμμα σου στρέφεται στο μέλλον, όχι μόνο στο παρόν. Το παρόν σου ζητά να αγωνιστείς για τη βελτίωση των συνθηκών της ξεχασμένης κοινωνίας, και σωστά πράττεις. Όμως το μέλλον σού ζητά επιτακτικά να διακρίνεις ποια κοινωνική τάξη έχει τις προϋποθέσεις να ανατρέψει ριζικά αυτό το παρόν, και αυτή την τάξη τη θέτεις στον πυρήνα των προβληματισμών σου, πράγμα που σημαίνει πως μελετάς και αναλύεις τις προοπτικές της, αλλά κυρίως φροντίζεις για την ενίσχυση της αυτοσυνειδησία της.
Όταν κατά τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα ο Μαρξ έβλεπε την εργατική τάξη ως δύναμη κοινωνικού μετασχηματισμού και εστίασε όλη την πάλη της Σοσιαλιστικής Διεθνούς σε αυτήν, τότε τα εγκαταλειμμένα στρώματα των αγροτών και των φτωχών των πόλεων, τα στρώματα του λούμπεν προλεταριάτου, στέναζαν υπό την πίεση του καλπάζοντος καπιταλισμού και ζητούσαν την υποστήριξη των αριστερών ηγεσιών. ΄Ομως ο Μαρξ δεν ασκούσε πολιτική συμπάθειας παρά πολιτική μάχης. Και στη μάχη χρειάζονταν τα εύρωστα στρώματα, αυτά που η συνειδητοποίηση της θέσης τους στην παραγωγική διαδικασία θα τα καθιστούσε όχι συμμάχους παρά αντιπάλους του κεφαλαίου.
Σήμερα βεβαίως, σε μια εποχή όπου η πίστη στην κοινωνική ανατροπή έχει υποσταλεί, η μεταρρύθμιση του καπιταλιστικού συστήματος ωθεί σε κοινωνικές συνεργασίες, όχι σε πάλη. Το γεγονός αυτό δεν αναιρεί την υποχρέωση της Αριστεράς να εστιάζει στα από τη θέση τους πρωτοπόρα κοινωνικά στρώματα και να οργανώνει βάσει αυτών τη μακροπρόθεσμη πολιτική της. Μόνο έτσι η Αριστερά δικαιώνει τον τίτλο της: εφόσον αγωνίζεται για βαθιές κοινωνικές αλλαγές, και όχι για βελτίωση συνθηκών ζωής του πιο ταλαιπωρημένου πληθυσμού. Στο τελευταίο άλλωστε, με διαφορές τακτικής, όλοι συμφωνούν, από κόμματα χριστιανικά και εθνικιστικά έως κόμματα φιλελεύθερα και δημοκρατικά.
Απ’ όσα προηγήθηκαν, είναι σαφές πως οι δυνάμεις που συμβάλλουν καταλυτικά στην εξέλιξη και ανάπτυξη της χώρας είναι οι δυνάμεις της τεχνολογίας και της επιστήμης. Δεν πρόκειται για μεμονωμένους επιστήμονες ή περιορισμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως συνέβαινε έως τα μέσα σχεδόν του 20ού αιώνα. Σήμερα οι περισσότεροι εργαζόμενοι, ακόμη και σε χώρες όπως η Ελλάδα, έχουν υψηλή εκπαίδευση ή θα έχουν σε λίγα χρόνια (αν όχι ανωτάτης παιδείας, τουλάχιστον μέσης) και αυτοί θα πρέπει να αποτελέσουν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ανανεωτικής Αριστεράς. Δεν είναι άλλωστε ενδεικτικό της επιρροής της πραγματικότητας στη γλώσσα και στη σκέψη μας το γεγονός πως δεν μιλάμε πλέον για "εργάτες" αλλά για "εργαζομένους";
Είναι λυπηρό πως στις ομιλίες, εισηγήσεις στο Κοινοβούλιο, παρεμβάσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και αλλού των μελών του ΣΥΡΙΖΑ απουσιάζει η αναφορά στα εξ αντικειμένου προοδευτικά στρώματα της χώρας, χωρίς τη στήριξη των οποίων παραμένουμε "ιστορικοί φουκαράδες" μιας "συμπονετικής" πολιτικής, χωρίς ουσιαστικό έρεισμα στη ζώσα πραγματικότητα. Απουσιάζει από την ανανεωτική, ριζοσπαστική Αριστερά ένα οργανωτικό πλαίσιο "σκέψης" για τα σπουδαία ζητήματα. Για παράδειγμα: Ποιο είναι το αντικείμενο των πρακτικών γνώσης στην Ελλάδα; Πώς γεννά κέρδος το εν λόγω αντικείμενο; Ποιες είναι οι σχέσεις των δυνάμεων γνώσης με τις οργανωσιακές ηγεσίες; Ποιες είναι οι κοινωνικές σχέσεις στον χώρο εργασίας ανάμεσα στους εργαζομένους γνώσης; Πώς δικτυώνονται οι εργαζόμενοι γνώσης; Ποιες είναι οι πολιτικές τους πεποιθήσεις; Ποιο στυλ ζωής προτιμούν; Πώς διαμορφώνονται τα πολιτισμικά τους πρότυπα και πώς δύναται κανείς να τα επηρεάσει προς επιθυμητές κατευθύνσεις;
Το κενό αυτό είναι ανάγκη το ταχύτερο δυνατόν να καλυφθεί. Μέχρι στιγμής είναι τα κόμματα των κατόχων του κεφαλαίου που έχουν πρόσβαση προς τα στρώματα αυτά αφού, εκτός των άλλων, το κεφάλαιο τους προσφέρει υψηλές υλικές παροχές και προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξης. Για τον λόγο αυτόν, παρατηρείται πως παρά τη θέση τους στην εργασιακή διαδικασία και το πνευματικό τους επίπεδο, οι εργαζόμενοι γνώσης, αντί να γίνονται κήρυκες κοινωνικής ευθύνης, αναμιγνύονται συχνά σε ηθικά σκάνδαλα ή προσοικειώνονται έναν σκεπτικισμό που τους οδηγεί στην πολιτική αδιαφορία.
Χρειάζεται μια αριστερή πολιτική που θα κατανοεί τις δυσκολίες τους αλλά και τις αντικειμενικές τους δυνατότητες, και θα στοχεύει κυρίως στην κοινωνική τους αφύπνιση. Η τελευταία είναι απαραίτητη, προκειμένου οι υγιείς δυνάμεις αυτού του τόπου να αποκτήσουν κοινωνική υπευθυνότητα και διάθεση συμμετοχής σε προσπάθειες κοινωνικής μεταβολής.
Η σχεδίαση μιας στρατηγικής προσεγγίσεως των εργαζομένων γνώσης είναι καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ. Απαιτείται ευρύς πνευματικός ορίζοντας και έξοδος από τα παραδοσιακά αριστερά μοντέλα σκέψεως ώστε, ύστερα από εύλογο χρονικό διάστημα, να υπάρξουν απτά αποτελέσματα της στροφής μας προς τις πραγματικά προοδευτικές δυνάμεις αυτής της χώρας.