Κλίμα και ευημερία
Κάκη Μπαλλή, Κυριακάτικη Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-12-06
«Το χρήμα κάνει τον κόσμο να γυρίζει», έλεγε ένα πολύ πετυχημένο τραγούδι από το «Καμπαρέ». Κι αυτό φαίνεται να ισχύει και με το κλίμα. Θυμάστε πότε το θέμα της προστασίας του κλίματος έγινε παγκόσμιο ζήτημα; Πότε άρχισαν να συζητούν σοβαρά για την υπερθέρμανση του πλανήτη και όλοι εκείνοι που θεωρούσαν… γραφικούς τους οικολόγους; Μόνο όταν βγήκαν οι οικονομολόγοι να μιλήσουν για το τεράστιο κόστος της επερχόμενης περιβαλλοντικής καταστροφής. Πριν από τρία χρόνια, ο σερ Νίκολας Στερν, κάποτε επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, παρουσίασε 650 σελίδες γεμάτες τρομακτικούς αριθμούς: Η έρευνα που έκανε η επιτροπή Στερν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κόστος για να «φρενάρει» η κλιματική αλλαγή είναι περίπου το 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ ετησίως. Το κόστος της αδιαφορίας, αντίθετα, είναι από πενταπλάσιο έως εικοσαπλάσιο. Θα χάνεται το 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ εάν συνεχιστούν με τον ίδιο ρυθμό -του 2006, που έγινε η έρευνα- οι εκλύσεις αερίων θερμοκηπίου, ενώ οι απώλειες μπορεί να φτάσουν έως και το 20% εάν η υπερθέρμανση ενταθεί και μαζί της η ξηρασία, οι πλημμύρες, η πείνα και οι κοινωνικές αναταραχές.
Ο παράγοντας "πετρέλαιο"
Το σοκ που προκάλεσε η έρευνα Στερν σε συνδυασμό και με την εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου στα 150 δολάρια το βαρέλι, το καλοκαίρι του 2008, φάνηκε προς στιγμή να στρώνει το χαλί για την επιτυχία της επικείμενης συνόδου για το κλίμα στην Κοπεγχάγη. Ωστόσο, ακολούθησε η οικονομική κρίση και η κατρακύλα της τιμής των καυσίμων. Οι ηγέτες των χωρών που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για την κλιματική αλλαγή -από την παλιά βιομηχανική δύναμη των ΗΠΑ με την ενεργοβόρα κουλτούρα, μέχρι τις ταχύτατα αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας, με πρώτη και καλύτερη την Κίνα- αποφάσισαν ότι έχουν άλλες προτεραιότητες κι όχι την επένδυση στην προστασία του κλίματος. Δήλωσαν κατʼ αρχήν ότι «δεν είναι ρεαλιστικοί» οι στόχοι της Κοπεγχάγης και κωλυσιεργούν για να μην πληρώσουν τώρα το τίμημα της σωτηρίας κατʼ αρχήν των παράκτιων περιοχών, που βλέπουν τη στάθμη των υδάτων να ανεβαίνει επικίνδυνα.
Αντιπαραγωγική κωλυσιεργία
Ωστόσο, η στάση τους -αν και κάπως φαίνεται να αλλάζει τις τελευταίες μέρες- είναι αντιπαραγωγική, όχι μόνο για τη γη μας, αλλά και μακροπρόθεσμα για τις οικονομίες τους. Άλλωστε, αυτοί που δηλώνουν ότι θέλουν να βάλουν το χέρι στην τσέπη -η Ευρωπαϊκή Ένωση, για παράδειγμα- δεν το κάνουν από μεγαλοψυχία. Ούτε θέλουν να χάσουν χιλιάδες θέσεις εργασίας στους ενεργοβόρους τομείς της βιομηχανίας μετάλλου, της αυτοκινητοβιομηχανίας, του τσιμεντοβιομηχανίας κ.λπ. Εκτιμούν όμως ότι η επένδυση στην «πράσινη» ανάπτυξη είναι μια επένδυση στο μέλλον. Τα κράτη και οι επιχειρήσεις που επενδύουν μαζικά σε νέες τεχνολογίες, μακριά από την οικονομία των υδρογονανθράκων, θα φτιάξουν εκείνες τις θέσεις εργασίας που θα αντικαταστήσουν τις χαμένες. Ήδη σήμερα το πέρασμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στη βελτίωση των παραγωγικών διαδικασιών και στην «οικολογική ανακαίνιση» των κτηρίων δημιουργούν τις περισσότερες νέες θέσεις εργασίας στις χώρες της Βόρειας και της Κεντρικής Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι πέρασαν πολύ πιο «ξώφαλτσα» την κρίση οι αυτοκινητοβιομηχανίες εκείνες, όπως η Toyota, που είχαν εγκαίρως επενδύσει σε «πράσινα» αυτοκίνητα. Επιπλέον, είναι πάλι θέμα χρόνου πότε οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα πάρουν την ανηφόρα. Ακόμη και η -συνήθως υπεραισιόδοξη- Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας εκτιμά ότι από το 2010 η ζήτηση για πετρέλαιο θα ξεπεράσει και πάλι την προσφορά, με ολέθρια επίδραση στα πορτοφόλια των καταναλωτών.
Γι’ αυτό και όσοι φρενάρουν τώρα τις προσπάθειες για την προστασία του κλίματος υποθηκεύουν το μέλλον των οικονομιών τους. Η γηραιά Ευρώπη εκτιμά πως δεν έχει λόγο να φοβάται ότι με τη δική της δραστηριοποίηση θα χάσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Τα μερίδια αγοράς που θα χάσει προσωρινά από τον χάλυβα ή την αυτοκινητοβιομηχανία θα τα αντικαταστήσει γρήγορα με πρωτοπόρες τεχνολογίες. Είναι σαφές ότι η αναγκαιότητα για την - προστασία του κλίματος θα αλλάξει τη ζωή μας, αλλά όλοι εκτιμούν ότι είναι απολύτως συμβατή με την -ανάγκη μας για- ευημερία.
Ο παράγοντας "πετρέλαιο"
Το σοκ που προκάλεσε η έρευνα Στερν σε συνδυασμό και με την εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου στα 150 δολάρια το βαρέλι, το καλοκαίρι του 2008, φάνηκε προς στιγμή να στρώνει το χαλί για την επιτυχία της επικείμενης συνόδου για το κλίμα στην Κοπεγχάγη. Ωστόσο, ακολούθησε η οικονομική κρίση και η κατρακύλα της τιμής των καυσίμων. Οι ηγέτες των χωρών που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για την κλιματική αλλαγή -από την παλιά βιομηχανική δύναμη των ΗΠΑ με την ενεργοβόρα κουλτούρα, μέχρι τις ταχύτατα αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας, με πρώτη και καλύτερη την Κίνα- αποφάσισαν ότι έχουν άλλες προτεραιότητες κι όχι την επένδυση στην προστασία του κλίματος. Δήλωσαν κατʼ αρχήν ότι «δεν είναι ρεαλιστικοί» οι στόχοι της Κοπεγχάγης και κωλυσιεργούν για να μην πληρώσουν τώρα το τίμημα της σωτηρίας κατʼ αρχήν των παράκτιων περιοχών, που βλέπουν τη στάθμη των υδάτων να ανεβαίνει επικίνδυνα.
Αντιπαραγωγική κωλυσιεργία
Ωστόσο, η στάση τους -αν και κάπως φαίνεται να αλλάζει τις τελευταίες μέρες- είναι αντιπαραγωγική, όχι μόνο για τη γη μας, αλλά και μακροπρόθεσμα για τις οικονομίες τους. Άλλωστε, αυτοί που δηλώνουν ότι θέλουν να βάλουν το χέρι στην τσέπη -η Ευρωπαϊκή Ένωση, για παράδειγμα- δεν το κάνουν από μεγαλοψυχία. Ούτε θέλουν να χάσουν χιλιάδες θέσεις εργασίας στους ενεργοβόρους τομείς της βιομηχανίας μετάλλου, της αυτοκινητοβιομηχανίας, του τσιμεντοβιομηχανίας κ.λπ. Εκτιμούν όμως ότι η επένδυση στην «πράσινη» ανάπτυξη είναι μια επένδυση στο μέλλον. Τα κράτη και οι επιχειρήσεις που επενδύουν μαζικά σε νέες τεχνολογίες, μακριά από την οικονομία των υδρογονανθράκων, θα φτιάξουν εκείνες τις θέσεις εργασίας που θα αντικαταστήσουν τις χαμένες. Ήδη σήμερα το πέρασμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στη βελτίωση των παραγωγικών διαδικασιών και στην «οικολογική ανακαίνιση» των κτηρίων δημιουργούν τις περισσότερες νέες θέσεις εργασίας στις χώρες της Βόρειας και της Κεντρικής Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι πέρασαν πολύ πιο «ξώφαλτσα» την κρίση οι αυτοκινητοβιομηχανίες εκείνες, όπως η Toyota, που είχαν εγκαίρως επενδύσει σε «πράσινα» αυτοκίνητα. Επιπλέον, είναι πάλι θέμα χρόνου πότε οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα πάρουν την ανηφόρα. Ακόμη και η -συνήθως υπεραισιόδοξη- Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας εκτιμά ότι από το 2010 η ζήτηση για πετρέλαιο θα ξεπεράσει και πάλι την προσφορά, με ολέθρια επίδραση στα πορτοφόλια των καταναλωτών.
Γι’ αυτό και όσοι φρενάρουν τώρα τις προσπάθειες για την προστασία του κλίματος υποθηκεύουν το μέλλον των οικονομιών τους. Η γηραιά Ευρώπη εκτιμά πως δεν έχει λόγο να φοβάται ότι με τη δική της δραστηριοποίηση θα χάσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Τα μερίδια αγοράς που θα χάσει προσωρινά από τον χάλυβα ή την αυτοκινητοβιομηχανία θα τα αντικαταστήσει γρήγορα με πρωτοπόρες τεχνολογίες. Είναι σαφές ότι η αναγκαιότητα για την - προστασία του κλίματος θα αλλάξει τη ζωή μας, αλλά όλοι εκτιμούν ότι είναι απολύτως συμβατή με την -ανάγκη μας για- ευημερία.