ΠΡΟΣ ΤΟ 4ο ΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ(Δεκέμβριος 2004)
Δύο κείμενα Θέσεων "κατεβαίνουν" στις οργανώσεις για ψηφοφορία
ananeotiki.gr, Δημοσιευμένο: 2004-09-26
"Κείμενο των 48"
-
ΓΙΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟ, ΙΣΧΥΡΟ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ ΚΟΜΜΑ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ
-
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
-
ΓΙΑ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΜΕ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Ι. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ
Στο σύγχρονο κόσμο ως μοναδική υπερδύναμη οι ΗΠΑ επιδιώκουν να επιβάλουν σε παγκόσμια κλίμακα τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις που θα επιτρέπουν την εξασφάλιση της αυτοκρατορικής διαχείρισης ολόκληρου του πλανήτη, και την αποτροπή κάθε απόπειρας δημιουργίας ισχυρών ανταγωνιστικών δυνάμεων που θα αμφισβητούν την οικονομική πολιτική και στρατιωτική της κυριαρχία.
Δύο είναι τα βασικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τρέχουσας συγκυρίας. Το πρώτο είναι ότι αυτή η στρατηγική των ΗΠΑ εκδιπλώνεται στο πλαίσιο της σημερινής νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, με πολιτικές που απαιτούν την κατάργηση των «παραδοσιακών» σχέσεων εργασίας, τις ραγδαίες ιδιωτικοποιήσεις σε συνδυασμό με την συρρίκνωση μέχρι εξαφανίσεως του κοινωνικού κράτους, όπως και την εκ παραλλήλου κατάργηση όλων των φραγμών στην ελεύθερη κυκλοφορία του χρήματος, των προϊόντων και των υπηρεσιών παντού στον κόσμο.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι εκδιπλώνεται στο κενό που άφησε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Στη νέα εποχή με ρυθμούς εξαιρετικά γρήγορους οι ΗΠΑ αναδείχθηκαν σε μοναδική υπερδύναμη.
Στο σημερινό περί παγκοσμιοποίησης λόγο, συνήθως εμφανίζεται η φωτογραφική πλευρά του φαινομένου. Το χρήμα στα διεθνή χρηματιστήρια, η μετάδοση της εικόνας, η έκρηξη της πληροφορίας, η μεταφορά της τεχνολογίας, η κίνηση των εμπορευμάτων, η κίνηση των ανθρώπων κ.α. Πέρα όμως από τη φωτογραφική προσέγγιση η παγκοσμιοποίηση αποτελεί την κατεξοχήν ιστορικοπολιτική διαδικασία της εποχής μας.
Η σημερινή εκδοχή της παγκοσμιοποίησης, ο σημερινός παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός στο ξέφρενο ρυθμό του μακριά και πέρα από τους βασικούς δημοκρατικούς ρυθμιστικούς μηχανισμούς δημιουργεί ειδικότερα τώρα μετά την κυριαρχία των πιο επιθετικών δεξιών δυνάμεων στις ΗΠΑ και μετά την 11η Σεπτεμβρίου μια νέα συγκρουσιακή πραγματικότητα, νέα πεδία αντιπαράθεσης ιδεολογιών, περιέχει εναλλακτικές επιλογές και διαφορετικές θεωρήσεις. Έχει επομένως ενδιαφέρον να δούμε τις σκοπιές μέσα από τις οποίες αντιμετωπίζεται η παγκοσμιοποίηση από τα διάφορα πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα.
Οι ακραίες δεξιές συντηρητικές δυνάμεις βλέπουν με ιδιαίτερη εχθρότητα την παγκοσμιοποίηση. Υποστηρίζουν την παράδοση και το εθνικό, μ΄έναν ακραίο πολιτικό λόγο που μεταμορφώνει το εθνικό σε εθνικιστικό και την παράδοση σε κλειστή και φοβική καταβολή.
Απεχθάνονται τους ξένους, τους αλλόθρησκους, τους διαφορετικούς και δίνουν μάχες «ταυτότητας» και καθαρότητας επαναφέροντας στη σύγχρονη εποχή όλα τα στοιχεία του μίσους τους απέναντι στο Διαφωτισμό. Πολεμούν την παγκοσμιοποίηση όπως θα πολεμούσαν κάθε τι το διεθνικό, το οικουμενικό.
Ο νεοφιλελευθερισμός από την άλλη έχει αναγάγει την παγκοσμιοποίηση ως ύψιστη διαδικασία για ένα νέο status πλούτου. Η υπέρβαση των συνόρων της οικονομίας, η συντριβή των «οχυρών» που δημιουργούν οι δημοκρατικές ρυθμίσεις και ο στόχος της απερίσπαστης υπερεθνικής αγοράς πάνω και πέραν των ορίων με παράλληλη στήριξη της πολιτικοστρατιωτικής αμερικανικής κυριαρχίας και του αμερικανικού κοινωνικού μοντέλου είναι το νεοφιλελεύθερο «αισιόδοξο» δόγμα της εποχής.
Η πορεία αυτή εμφανίζεται ως νομοτέλεια που διέπεται από την «ενιαία σκέψη». Ρήσεις του είδους ότι το κέρδος είναι ο μοχλός της ιστορίας, ότι η αγορά αποφασίζει για τα πάντα ή ότι η πολιτική οφείλει να παραχωρήσει πλήρως τη θέση της στην τεχνοκρατική διαχείριση συνιστούν εν προκειμένω τις κατευθυντήριες αρχές.
Για την Ευρωπαϊκή Αριστερά:
Η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ:
α) Αποδιαρθρώνει το σύστημα διεθνών σχέσεων και τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που συγκροτήθηκαν μετά τους δυο παγκόσμιους πολέμους.
Καθώς αυτό το σύστημα και αυτοί οι κανόνες δεν αντανακλούν πλέον του διεθνείς συσχετισμούς δυνάμεων, οι ΗΠΑ το υπονομεύουν ανοιχτά. Η Αριστερά οφείλει να αντισταθεί αποφασιστικά στην κυνική καταπάτηση της διεθνούς νομιμότητας και να αγωνιστεί, όχι μόνο για τη διατήρηση, αλλά και για τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό και την αύξηση του κύρους των διεθνών οργανισμών.
β) Οξύνει το σύνολο των αντιθέσεων που διέπουν τον σημερινό κόσμο.
Με πρωτοφανείς μέχρι σήμερα ρυθμούς, η φτώχεια, η εξαθλίωση, η πείνα, η αρρώστια, η επιδείνωση του συνόλου των όρων διαβίωσης μαστίζουν τεράστιες εκτάσεις του πλανήτη, το χάσμα ανάμεσα σε πλούσιες και φτωχές χώρες αυξάνεται συνεχώς, τα καραβάνια των «οικονομικών μεταναστών» πολιορκούν τα μητροπολιτικά κέντρα. Συγχρόνως οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες για την κατανομή του παγκόσμιου πλούτου εντείνονται ενώ ταυτόχρονα οξύνονται ραγδαία οι κοινωνικές αντιθέσεις στο εσωτερικό των αναπτυγμένων χωρών. Η ίδια πορεία οδηγεί στην ακραία εμπορευματοποίηση και την ταυτόχρονη υποβάθμιση όλων ανεξαιρέτως των φυσικών πόρων, στην στυγνή εμπορεία γυναικών και παιδιών, όπως και στην έκρηξη ενός ταχύτατα αυξανόμενου πλήθους περιβαλλοντικών προβλημάτων, με ορατό πλέον ορίζοντα την πλήρη οικολογική κατάρρευση του πλανήτη. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η σπατάλη των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, η περιβαλλοντική υποβάθμιση των αναπτυσσόμενων χωρών, η ανάπτυξη ορισμένων επικίνδυνων νέων τεχνολογιών αποτελούν απτά δείγματα του τύπου της ανάπτυξης που επιδιώκει ο σύγχρονος καπιταλισμός.-
Οι αγώνες της Αριστεράς δεν μπορεί να αποσκοπούν μόνο στην υπεράσπιση των οικονομικών και κοινωνικών κατακτήσεων που σήμερα θίγονται. Η Αριστερά οφείλει να αναπτύξει εξίσου αποφασιστικά την οικολογική διάσταση του αγώνα της. Η προστασία του περιβάλλοντος δημιουργεί τη βάση για ευρύτερες συμμαχίες για την ανάπτυξη του κινήματος των πολιτών που αντιστρατεύεται όχι μόνο το επιδιωκόμενο μοντέλο ανάπτυξης αλλά και τις αξίες που προβάλει το πολιτικό σύστημα που το στηρίζει. Ταυτόχρονα οφείλει να εκδιπλώσει με κάθε μέσο την ουσιαστική αλληλεγγύη της με τους κατατρεγμένους όπου γης.
γ) Υπονομεύει δραστικά τις δημοκρατικές κατακτήσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Το πλέγμα των κοινωνικών, πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων αμφισβητούνται σήμερα καίρια. Η υπεράσπιση, αλλά και η διεύρυνση, των δημοκρατικών δικαιωμάτων είναι απολύτως καθοριστική συνιστώσα των αγώνων της Αριστεράς.
δ) Προωθεί συστηματικά τις δικές της μορφές ιδεολογικής νομιμοποίησης.
Οι μηχανισμοί ιδεολογικής επιβολής, διαμόρφωσης των προτύπων και χειραγώγησης της γνώμης αναδεικνύονται σε πρωταγωνιστές της διεθνούς σκηνής. Σημειώνουμε την υπαγωγή του εκπαιδευτικού συστήματος στις ανάγκες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, τη λειτουργία των ΜΜΕ που προάγουν παντού τα ίδια πρότυπα και τη παραγωγή υποπροϊόντων της πολιτισμικής βιομηχανίας που θεοποιούν το ατομικό, το φανταχτερό και το ευτελές.Η θεοκρατία, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, οι λογής εθνικισμοί, τοπικισμοί και ρατσισμοί, που ήρθαν να καλύψουν το κενό που άφησε η ραγδαία υποχώρηση των ιδεών της Αριστεράς σε παγκόσμια κλίμακα και που αναπτύσσονται σε αρκετές χώρες του κόσμου ως αντίπαλο δέος της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού, δεν μπορούν προφανώς να συστήσουν την πρέπουσα απάντηση. Τόσο απέναντι στον «πολιτισμό» της ιδιώτευσης και της εγωλατρίας όσο και απέναντι στον φανατισμό και τη μισαλλοδοξία, η Αριστερά είχε πάντοτε να αντιτάξει τη γονιμότητα και τη δημιουργική δύναμη της συλλογικότητας.
Αυτή η ίδια η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση αναδεικνύει ταυτόχρονα με ένα νέο ριζοσπαστικό τρόπο και την αριστερά της εποχής μας ως το αντίπαλο δικό της δέος.
Ήδη από τη δεκαετία του 1990, οι συνδιασκέψεις του Ρίο, του Κιότο και του Γιοχάνεσμπουργκ συγκρότησαν την οικολογική απάντηση. Παράλληλα, ένα νέο κίνημα άρχισε να αναπτύσσεται. Από τη συγκρότηση του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ και εκείνη του Ευρωπαϊκού μέχρι το φιλειρηνικό κίνημα που ξεδιπλώνεται στην κλίμακα ολόκληρου του πλανήτη, οι λαοί, οι υποτελείς κοινωνικές τάξεις, οι μειονότητες χωρίς δικαιώματα, τα πολύμορφα κοινωνικά κινήματα, άρχισαν να οργανώνουν τις αντιστάσεις τους, σεβόμενα πλήρως τις μεταξύ τους διαφορές και διαφυλάσσοντας ως κόρη οφθαλμού την ενότητά τους. Μια εναλλακτική στρατηγική αρχίζει έτσι σιγά-σιγά να διαμορφώνεται σε παγκόσμια κλίμακα. Αρχίζει να αναπτύσσεται η παγκοσμιοποίηση της κοινωνικής αλληλεγγύης και της οικολογικής ευθύνης.
Η δική μας Αριστερά, η πολιτική Αριστερά, η σύγχρονη δημοκρατική Αριστερά οφείλει να κινείται στο πλαίσιο αυτού του ευρύτερου κινήματος σαν το ψάρι στο νερό.
Οργανώνοντας την αντίστασή της και προωθώντας τον στόχο της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης σε προοδευτική δημοκρατική κατεύθυνση.
Για την προώθηση αυτού του στόχου αγωνίζεται να δημιουργήσει τις ευρύτερες δυνατές συσπειρώσεις με τις ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Δυνάμεις που συγκλίνουν από διαφορετικές πορείες, με διαφορετικές νοοτροπίες και αξίες και που μπορούν να συνθέσουν ένα μεγάλο κοινωνικό ρεύμα αντίστασης στο σημερινό χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.
Η σύγχρονη δημοκρατική σοσιαλιστική Αριστερά, τα νέα κοινωνικά κινήματα, ακτιβιστές των μη κυβερνητικών οργανώσεων, φιλειρηνιστές όπου γης μπορούν να συμπράξουν στη μαχόμενη βούληση για πολιτική ρύθμιση του φαινομένου, για κοινωνική αγωνιστική παρέμβαση, για οικολογική αντεπίθεση.
Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός της εποχής μας και η ξέφρενη πορεία του δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με ανέξοδες κατάρες, αμυντισμούς και αδιέξοδες επιστροφές σε παρελθόντα που δεν πρόκειται να ξαναυπάρξουν.
Η σύγχρονη Αριστερά και ο ΣΥΝ στηρίζει το κίνημα που αρνείται την παγκοσμιοποίηση και στο οποίο συνυπάρχουν οι ελπίδες με τις αντιφάσεις, το παλιό με το νέο. Αριστεροί ουμανιστές, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οικολόγοι, θρησκευόμενοι, παλιοί και καινούργιοι αριστεριστές, υποστηρικτές της «ιδιαιτερότητας» κ.α. συναντώνται σ΄αυτό το «αντιπαγκοσμιοποιητικό» ρεύμα με ποικίλους στόχους.
Από το στείρο «κάτω η παγκοσμιοποίηση» μέχρι το δημιουργικό «όχι στη συγκεκριμένη νεοφιλελεύθερη εκδοχή της», αυτό το ποικιλόμορφο κίνημα αντιστέκεται, οργανώνεται και αναζητά συλλογικές μορφές έκφρασης.
Το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, το Ευρωπαϊκό, το Ε.Κ.Φ. βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και είναι προφανές ότι η σύγχρονη Αριστερά στον κόσμο όλο, στην Ευρώπη, και στην Ελλάδα ο ΣΥΝ, είναι δίπλα του, είναι μαζί του. Και είναι αναμφισβήτητο πως και οι μορφές λειτουργίας του, ο χαρακτήρας και κυρίως οι κινητοποιήσεις του με την πάροδο του χρόνου θα ωριμάζουν όλο και πιο πολύ. Η Γένοβα από τη μια και η Φλωρεντία από την άλλη είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πορείας ωρίμανσης.
Τέλος, στο κέντρο του ενδιαφέροντος της σύγχρονης Αριστεράς πρέπει να τεθεί ένα νέο μεγάλο φαινόμενο που διαφοροποιεί σημαντικά τον τρόπο να διαβάζουμε την πολιτική.
Είναι αλήθεια πως τα κυρίαρχα κράτη εξακολουθούν να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά το καινούργιο στην παγκοσμιοποιημένη εποχή μας είναι πως υποχρεώνονται όλο και περισσότερο να διαμοιράζονται τη σκηνή και με καινούργιους πρωταγωνιστές που ξεπερνούν τα όρια τους και δεν υποτάσσονται στην κυριαρχία τους.
Με τον πολλαπλασιασμό των μη κυβερνητικών οργανώσεων που δεν είναι μόνο οι μερικότερες των ειδικών κατηγοριών και ενδιαφερόντων, αλλά και υπερεθνικοί θεσμοί, μεγάλες θρησκείες, πολιτισμικά Network, γιγάντιες επιχειρήσεις των οποίων ο κύκλος εργασιών ξεπερνά τον προϋπολογισμό πολλών κρατών, δημιουργείται μια νέα κατάσταση εξουσιών και φορέων εξουσιών.
Η ικανότητα των κυβερνήσεων σήμερα να ελέγξουν τις βασικές πηγές εξουσίας είναι μικρότερη συγκρινόμενη με το παρελθόν. Σήμερα ανταγωνίζονται, διεκδικούν και διαχειρίζονται εξουσίες πλείστοι και διαφορετικοί μη κρατικοί παράγοντες, κάτι δηλ. που κάποτε ήταν αποκλειστικό προνόμιο του Κράτους. Στην παγκοσμιοποιητική διαδικασία αρχίζουν να υπάρχουν νέες μορφές εξουσίας και πολιτικής και είναι υποχρέωση της Αριστεράς να αρχίσει να διερευνά το ρόλο της στη νέα εποχή και με καινούργια αναλυτικά εργαλεία.
Η πολιτική Αριστερά της εποχής μας
Ο Συνασπισμός- Ταυτότητα- Φυσιογνωμία
Η μετατροπή της Σοσιαλδημοκρατίας σε καθεστωτική δύναμη με νεοφιλελεύθερα πια χαρακτηριστικά, από τη μια, και η πορεία και κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του «υπαρκτού σοσιαλισμού», από την άλλη διέψευσαν, τις μεγάλες ελπίδες που είχαν εναποθέσει εκεί όσοι εξακολουθούσαν να υφίστανται την εκμετάλλευση και την καταπίεση.
Προκειμένου να γίνει ο λόγος της Αριστεράς ξανά πειστικός και επίκαιρος, οφείλει να αναγνωρίσει ότι είναι ευθύνη της ίδιας η πλήρης αυτοκριτική διερεύνηση των βαθύτερων και ουσιαστικότερων λόγων που οδήγησαν εκεί.
Γνωρίζουμε ήδη πως ο σοσιαλισμός που διεκδικούμε «ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει καθόλου».Ελευθερία και ισότητα για όλους και όλες, αδελφότητα και αλληλεγγύη προς όλες και όλους, σεβασμός στη φύση, οριστική άρση των κοινωνικών διακρίσεων ανάμεσα στα φύλα και στις φυλές, δικαιοσύνη παντού. Αυτές είναι οι αξίες της Αριστεράς,
Στις καταβολές της θεωρίας της Αριστεράς βρίσκεται το κίνημα ιδεών που ονομάστηκε Διαφωτισμός. Εστία, αλλά όχι αποκλειστική αναφορά, της θεωρίας της Αριστεράς εξακολουθεί να παραμένει το έργο του Μαρξ. Το έργο του Μαρξ, όπως και εκείνο των άλλων σοβαρών διανοητών της Αριστεράς, είναι έργο ιδιαίτερα σύνθετο ενώ η Αριστερά έχει πληρώσει ακριβά την υπεραπλούστευσή του και την αδίστακτη εργαλειοποίησή του. Τα παραπάνω σημαίνουν πως η θεωρία της Αριστεράς οφείλει να είναι μόνιμα ανοιχτή σε νέα θέματα και νέες προσεγγίσεις. Η ανισότητα της γυναίκας, τα ζητήματα που θέτουν οι οικολογικές προσεγγίσεις, οι μορφές εξουσίας που δομούν την καθημερινότητά μας, συνιστούν μερικά τέτοια νέα ζητήματα, που επιβάλλουν την κριτική επανεξέταση της παραδεδομένης θεωρίας της Αριστεράς. H χρήση της θεωρίας από την πολιτική Αριστερά οφείλει να γίνεται πάντοτε με γνήσιο σεβασμό προς τη διαφορετική άποψη, αλλά και την συσσωρευμένη πείρα, εκείνων που δεν βλέπουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο.
Η πολιτική Αριστερά δεν θεωρεί ότι τα κινήματα καταλαμβάνουν κάποια υποδεέστερη θέση απέναντί της. Τα κοινωνικά κινήματα διατηρούν την αυτονομία τους. Από την άλλη μεριά, η πολιτική Αριστερά δεν μπορεί να απεμπολήσει τον δικό της λόγο ύπαρξης και τους δικούς της σκοπούς, αυτοδιαλυόμενη στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων.
Η πολιτική Αριστερά, μέρος της οποίας είναι ο ΣΥΝ, δεν αγωνίζεται για να επιβληθεί η ίδια και η θεωρία της στα κοινωνικά κινήματα ή στις άλλες πολιτικές δυνάμεις. Αγωνίζεται για να ηγεμονεύσουν στην κοινωνία οι αξίες της Αριστεράς. Αγωνίζεται για να μετατοπισθεί προς τα Αριστερά ο συνολικός άξονας των αξιών που κυριαρχούν σήμερα. Προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού με ελευθερία και δημοκρατία.
Η ίδρυση του ενιαίου ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ το ’92 ήταν μία σημαντική στιγμή στην πορεία του κινήματος. Ήταν ένα εγχείρημα δύσκολο, πρωτότυπο, ελκυστικό.
Σε συνθήκες κατάρρευσης ενός ολόκληρου συστήματος αντιλήψεων και πρακτικών εκτιμήσαμε πως ο κύκλος του τριτοδιεθνιστικού κομμουνιστικού κινήματος έκλεισε οριστικά και πως η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία έχει χάσει τη μεταρρυθμιστική της πνοή.
Αποφασίσαμε να συνδιαμορφώσουμε μία σύγχρονη Αριστερά στην Ελλάδα που να υπερβαίνει και τις δύο αυτές εκδοχές που γνώρισε η Αριστερά τον 20ο αιώνα.
Συγκροτήσαμε το διακριτό ρεύμα της νέας δημοκρατικής Αριστεράς με φιλοδοξία να δράσουμε αποφασιστικά, καταλυτικά για τη ριζική ανασύνταξη του χώρου της ευρύτερης Αριστεράς για τη δημιουργία μιας νέας Αριστεράς πέρα από τα σημερινά όρια.
Αρνηθήκαμε και αρνούμαστε το μύθο πως στις σύγχρονες κοινωνίες δεν έχει θέση η Αριστερά και ότι είναι αναπότρεπτη η πολιτική πόλωση ανάμεσα σε δύο πολιτικούς χώρους, το συντηρητικό και την υπάρχουσα σοσιαλδημοκρατία που ολοένα και περισσότερο εγκλωβίζεται στις λογικές της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης.
Αποκρούσαμε και αποκρούουμε τις θεωρίες περί του τέλους της ιστορίας και της οριστικής επικράτησης του καπιταλισμού και απορρίψαμε κάθε ίχνος νοσταλγίας για τα καταρρεύσαντα πρότυπα του ολοκληρωτικού σταλινισμού. Οι πραγματικές ανάγκες των αδικημένων, οι εκρηκτικές ανισότητες της νέας κατάστασης πραγμάτων και οι νέες αντιθέσεις επιβάλλουν και απαιτούν σήμερα την ύπαρξη της νέας μαχόμενης δημοκρατικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, της αριστεράς, όμως, που θα μπορεί παράλληλα να δώσει και ζωντανές λύσεις προοπτικής. Μιας αριστεράς που δεν θα μιλά μόνο για τον εαυτό της, την ιστορία της και τις θυσίες της, αλλά που θα αναμετριέται με ό,τι σήμερα στην πραγματικότητα αμφισβητεί το ρόλο της και το μέλλον της. Μιας αριστεράς που δεν θα περιορίζεται στην άρνηση, αλλά μιας αριστεράς της θέσης, μιας αριστεράς που θα στηρίζεται στην επιθετική σχέση ρήξης και μεταρρύθμισης. Γι΄αυτό γεννηθήκαμε, γι΄αυτό υπήρξαμε και αντέξαμε, και σ΄αυτό το δρόμο οφείλουμε να συνεχίσουμε. Τώρα όχι μόνοι μας, αλλά ως τμήμα της σύγχρονης Ευρωπαϊκής Αριστεράς, ως συνιδρυτική δύναμη του ΚΕΑ του Ευρωπαϊκού Κόμματος της Αριστεράς που βρίσκεται στα πρώτα του βήματα αμφισβητώντας τις κυρίαρχες σήμερα αντιλήψεις και ανιχνεύοντας τις δυνατότητες διαμόρφωσης του συνολικού πολιτικού σχεδίου που θα προσπαθήσει να μετατρέψει την αμφισβήτηση, σε θέση για τον προοδευτικό και σοσιαλιστικό μετασχηματισμό των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Αν δεν επιμείνουμε σ΄αυτή την κατεύθυνση, θα παρακολουθήσουμε ως θεατές, τη συνέχιση και την όξυνση της κρίσης στην Αριστερά, μιας Αριστεράς που δυστυχώς θα παραπαίει μεταξύ της μαξιμαλιστικής ανέξοδης πλημμυρίδας συνθημάτων από τη μια και των φτηνών οπορτουνισμών από την άλλη.
Η σύγχρονη Αριστερά που εκπροσωπεί ο ΣΥΝ είχε από την αφετηρία της ως στρατηγική επιδίωξη την υπέρβαση της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων και το πέρασμα σε μια δημοκρατική και σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας, σ΄ένα σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία, σε ένα δημοκρατικό σοσιαλισμό.
Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός ως στρατηγικός στόχος, ως όραμα και δημιουργική ουτοπία αποτελούσε και αποτελεί την ιδεολογικοπολιτική και αξιακή ταυτότητα της σύγχρονης Αριστεράς.
Στην αντίληψή μας για το σοσιαλισμό συμπυκνώνονται, με σύγχρονους όρους και μεταφρασμένα σε συγκεκριμένες θέσεις, τα μεγάλα προτάγματα:
Η ελευθερία και η ολόπλευρη ανθρώπινη χειραφέτηση.
Η δημοκρατία χωρίς επιθετικούς προσδιορισμούς.
Η ειρήνη, η εναντίωση στον πόλεμο.
Η ισότητα, η αλληλεγγύη, τα κοινωνικά δικαιώματα. Οι συνειδητές δημοκρατικές ρυθμίσεις – με βαθύ ριζοσπαστισμό, που ελέγχουν και αμβλύνουν τις τάσεις της αγοράς προς την κοινωνική διαφοροποίηση.
Η γυναικεία χειραφέτηση.
Η πολιτιστική αναγέννηση.
Η οικολογική προτεραιότητα.
Ο νέος διεθνισμός, τα νέα κοινωνικά κινήματα, ο αγώνας για μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση.
Ο Αριστερός Ευρωπαϊσμός, η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και ο αυτόνομος ρόλος της Ευρώπης.
Η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και των νέων κοινωνικών κινημάτων.
Η αντίθεση με τον εθνικισμό.
Η αντίθεση στην τρομοκρατία.
Η αντίθεση στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό.
Η αντίθεση στον Ατλαντισμό.
Η πορεία προς τη δημοκρατική σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας δεν είναι υποχρεωτική. Είναι επιλογή της σύγχρονης Αριστεράς, ανάμεσα σε πολλαπλές δυνατότητες που αναδεικνύονται στην υπάρχουσα κοινωνική πραγματικότητα. Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός ως εφαρμογή συγκεκριμένου προγράμματος μέτρων και στόχων, προϋποθέτει την δημοκρατική – πλειοψηφική νομιμοποίησή του, μέσα από διαδικασίες καθολικών ψηφοφοριών.
Για τη δική μας Αριστερά η προώθηση της δημοκρατικής – σοσιαλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας συναρτάται με τη θεσμοθέτηση μιας δημοκρατίας ριζοσπαστικής, δημοκρατίας της ελευθερίας και της ισότητας.
Αυτή η ριζοσπαστική δημοκρατία εμπεριέχει την επέκταση και εμβάθυνση της δημοκρατικής επανάστασης που ξεκίνησε πριν από 200 χρόνια, δεν φέρνει μια εντελώς νέα πολιτική μορφή της κοινωνίας, όπως ευαγγελίζεται η κλασική ιδέα της επανάστασης, αλλά διευρύνει τη δημοκρατική παράδοση της νεωτερικότητας σε ολοένα και περισσότερες περιοχές της ζωής.
ΙΙ. ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» βρήκε την Ευρώπη ουσιαστικά απροετοίμαστη. Οι διαδικασίες της δικής της πολιτικής ενοποίησης δεν είχαν προχωρήσει. Αντίθετα, παρατηρήθηκαν σημαντικές εθνικές αναδιπλώσεις. Έτσι οι ΗΠΑ κατόρθωσαν να προωθήσουν την αλλαγή του χαρακτήρα και του ρόλου του ΝΑΤΟ, καθιστώντας τον βασικό μοχλό της δικής τους επικυριαρχίας.
Την ίδια περίοδο, οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις που κυβερνούσαν τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης φάνηκαν να αποδέχονται πλήρως την «πρωτοκαθεδρία της αγοράς» και όλα τα συνεπόμενα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε έτσι στη νομισματική της ενοποίηση ακολουθώντας τα πρότυπα του νεοφιλελευθερισμού και αναβάλλοντας ταυτόχρονα τη συζήτηση για την πολιτική της ενοποίηση και τη κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική της για ευθετότερους χρόνους.
Η ταχεία μείωση του πληθωρισμού, του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους με κόστος τη διατήρηση της ανεργίας σε εξαιρετικά υψηλό επίπεδο, η «ευελιξία» στην αγορά εργασίας με την απελευθέρωση των απολύσεων και την αύξηση της επισφαλούς απασχόλησης και οι ιδιωτικοποιήσεις της δημόσιας περιουσίας συνιστούν τους κεντρικούς στόχους της πολιτικής που ακολουθούν εδώ και πολλά χρόνια τόσο τα συντηρητικά κόμματα όσο και η πλειοψηφία των σοσιαλδημοκρατικών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το νέο και εξαιρετικά κρίσιμο στοιχείο που ανέδειξε ο πόλεμος του Ιράκ είναι ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αποδεχθούν την ύπαρξη του δυνάμει ανταγωνιστή που θα αποτελούσε μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη με ισχυρό κοινό νόμισμα, κοινή εξωτερική πολιτική και αυτόνομη, δηλαδή εκτός ΝΑΤΟ, αμυντική δομή. Η αυτοκρατορική στρατηγική των ΗΠΑ θέτει την Ευρώπη μπροστά στο δίλημμα του αν θα αποδεχτεί μοιρολατρικά ως οριστική τη σημερινή της αδυναμία, προσαρμοζόμενη στον ρόλο που της επιφυλάσσουν οι ΗΠΑ, ή αν, αντίθετα, θα επιμείνει στην πολιτική ενοποίηση.
Το δεύτερο μεγάλο ανοιχτό ενδεχόμενο της εποχής που διανύουμε είναι η διατήρηση του λεγόμενου «ευρωπαϊκού κεκτημένου», αφού διαπιστώνουμε πως αυτό βρίσκεται στο στόχαστρο όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά και των ευρωπαϊκών κυρίαρχων τάξεων. Παρά τα παραμένοντα μεγάλα ελλείμματα, το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» περιλαμβάνει, ανάμεσα στα άλλα, το κοινωνικό κράτος, τα κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα, ισχυρά πολιτικοποιημένα συνδικάτα και μια πολύμορφη Αριστερά με πλούσια ιστορική πείρα. Κατά συνέπεια, το δεύτερο μεγάλο δίλημμα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι το αν θα απαρνηθεί το κοινωνικό και πολιτικό πρόσωπο που διαμόρφωσαν μέσα σε μια μακρά πορεία οι αγώνες των ευρωπαϊκών λαών ή αν θα αποφασίσει να το υπερασπιστεί. Η υπεράσπιση αυτή περνάει υποχρεωτικά σήμερα μέσα από την ήττα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που εφαρμόζεται.
Είναι ακριβώς η ύπαρξη του ίδιου «κεκτημένου» αυτή που καθιστά τις χώρες της Ευρώπης πόλο έλξης για τα εκατομμύρια των απόκληρων ολόκληρου του πλανήτη.
Έτσι, αντιμέτωπη με τα κύματα των μεταναστών, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται ενώπιον ενός ακόμη διλήμματος. Θα επιχειρήσει να ανυψώσει τα πολιτικά και αστυνομικά τείχη, θα γίνει μια Ευρώπη –Φρούριο ή θα παραμείνει κοινωνία ανοιχτή, ικανή να απορροφά γόνιμα και να αξιοποιεί δημιουργικά τον πολυδιάστατο πλούτο που φέρουν οι νέοι της κάτοικοι.
Η ευρωπαϊκή Αριστερά και η σημερινή πολιτική της
Η ευρωπαϊκή Αριστερά έχει αποδεχθεί τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης με όρους δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, γιατί θεωρεί ότι μπορεί να αποτελέσει πεδίο διεκδίκησης των δικών της στόχων. Το πεδίο ταξικών, κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών αγώνων που διαμορφώνει η πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης συνιστά το πραγματικό έδαφος όπου ο προγραμματικός της στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία μπορεί να αποβεί ρεαλιστικά εφικτός.
Είναι δεδομένο πως τα μεγάλα διλήμματα που εντοπίσαμε παραπάνω δεν μπορούν να τεθούν για την Αριστερά υπό τους όρους που τα θέτουν οι κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Είναι όμως επίσης αναγκαίο να δούμε πως κάθε φωνή που εναντιώνεται στην αυτοκρατορική στρατηγική των ΗΠΑ αποτελεί ή, τουλάχιστον, μπορεί εξ αντικειμένου να αποτελέσει, έστω μερικά και προσωρινά, στήριγμα στον αγώνα της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Έτσι, όσο οι κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης εμμένουν στην διαδικασία πολιτικής ενοποίησης, το έδαφος για τη δική της δράση γίνεται ευνοϊκότερο. Με άλλα λόγια, η αντίσταση της Ευρώπης ενάντια στην αυτοκρατορική στρατηγική των ΗΠΑ όντως αποτελεί υπόθεση και της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Ο δικός της ιδιαίτερος στόχος είναι, βέβαια, να επηρεάσει αποφασιστικά τη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης προς τη δική της κατεύθυνση, υπερασπίζοντας και διευρύνοντας το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» και προσδίδοντάς του το δικό της κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο που, εκτός των άλλων, αντιστρατεύεται αποφασιστικά τον μιλιταρισμό κάθε λογής. Και αυτά, προφανώς, σε πλήρη σύγκρουση τόσο με την πολιτική των ΗΠΑ και τα συνολικά πρότυπα που αυτές προωθούν όσο και με τη νεοφιλελευθερισμό, δηλαδή τον υπαρκτό καπιταλισμό, που εξακολουθεί να κυριαρχεί στην Ευρώπη.
Σε σχέση με τα ζητήματα που τίθενται άμεσα
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά διεκδικεί ένα ευρωπαϊκό σύνταγμα που να προωθεί την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης σε μια κατεύθυνση δημοκρατική, κοινωνική, οικολογική. Πυρήνας της δικής της θέσης είναι η πλήρης διασφάλιση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και των μορφών ουσιαστικής άσκησης της. Απαιτεί την συνταγματική κατοχύρωση των δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Αρνούμαστε το κυοφορούμενο Ευρωσύνταγμα. Πρόκειται για μια συνθήκη η όποια καταχρηστικά αποκαλείται Σύνταγμα, η οποία αναγορεύει το νεοφιλελευθερισμό σε μια αρχή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης,αρνείται την κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων, διαχωρίζοντας τα από τα ατομικά και θεσμοθετεί την ύπαρξη ανεξέλεγκτων οργάνων εξουσίας
Στα πλαίσια της συζήτησης που αναπτύσσεται μέσα στην Ευρωπαϊκή Αριστερά, στόχος μας είναι μια ενωμένη Ευρώπη με κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, χειραφετημένη από τον Ευρωαντλαντισμό και το ΝΑΤΟ, χωρίς ξένες βάσεις, που θα αγωνίζεται για την μείωση του στρατιωτικού ανταγωνισμού και της κούρσας των εξοπλισμών. Μια ενωμένη Ευρώπη της ειρήνης και της αλληλεγγύης, χωρίς πυρηνικά όπλα, που θα πρωταγωνιστεί στην ειρηνική πολιτική επίλυση των διαφορών σε όλο τον κόσμο. Απορρίπτουμε τα σχέδια για δημιουργία Ευρωστρατού όπως σήμερα προωθείται, δηλαδή με λογική συμπληρωματική και ουσιαστικά υποτελή στο ΝΑΤΟ.
Στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, η ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλει να αγωνιστεί άμεσα για το συνολικό αναπροσανατολισμό των ασκούμενων πολιτικών, με στόχους την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, την αύξηση της μόνιμης και σταθερής απασχόλησης, την εξάλειψη της φτώχειας, την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και τη μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων.
Στα ζητήματα που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, παρά την αξιόλογη παραγωγή θεσμών και την ενίσχυση της ερευνητικής δουλειάς, η Ε. Ε δεν μπορεί με τις παρούσες πλειοψηφίες ούτε να αμφισβητήσει τις δικές της αλλά και τις παγκόσμιες οικονομικές δομές ακόμα και για παρεμβάσεις και αλλαγές που θα διευκόλυναν ή και θα παρείχαν λύσεις στα επείγοντα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως αυτό του φαινομένου του θερμοκηπίου, της ανυδρίας και της ερήμωσης. Εξ άλλου, η στήριξη και η προώθηση τεχνολογιών φιλικών προς το περιβάλλον είναι φανερό ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ριζικά τα φαινόμενα αυτά της περιβαλλοντικής κατάρρευσης, ούτε τη ρύπανση από τα τοξικά παράγωγα και υποπαράγωγα της βιομηχανικής παραγωγής ενώ τα αγροτο- περιβαλλοντικά μέτρα θα έχουν μικρή μόνο συνεισφορά στην απορρυπαντική διαδικασία των καλλιεργούμενων εδαφών αλλά και στην υγιεινή των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων. Με αυτή την πολιτική δεν μπορεί να γίνει υπέρβαση του πυρήνα των περιβαλλοντικών προβλημάτων που τρέφεται από τον ανταγωνισμό και την ασυδοσία της αγοράς.
Μια νέα ιστορική περίοδος για την ευρωπαϊκή Αριστερά
Κεντρικός στόχος της ευρωπαϊκής Αριστεράς και του ΣΥΝ, είναι να συνδυάσει τον αγώνα της ενάντια σε όλες της διαστάσεις της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ με την προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, σφραγίζοντας καθοριστικά με το δικό της στίγμα το μέλλον της Ευρώπης. Προς αυτήν την κατεύθυνση, εργάζεται σε δύο επίπεδα ταυτόχρονα.
Από τη μια μεριά, με απόλυτο σεβασμό στην αυτονομία του, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ μπορεί να μετεξελιχθεί σε χώρο συνάντησης όλων των ευρωπαϊκών κινημάτων, αγκαλιάζοντας ένα ευρύτατο φάσμα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, προκειμένου ο αγώνας όλων να αναδείξει την αναγκαία εναλλακτική στρατηγική, διεκδικώντας αποφασιστικά κάθε στιγμή τους εκάστοτε ώριμους κοινούς κοινωνικούς και πολιτικούς στόχους και πρώτα απ’ όλα την ειρήνη.
Από την άλλη μεριά, στο καθαρά πολιτικό επίπεδο, ο ΣΥΝ, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη συγκρότηση του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Ένα τέτοιο κόμμα μπορεί να εξελιχθεί σε καταλύτη σημαντικών πολιτικών ανακατατάξεων στην κλίμακα ολόκληρης της Ευρώπης. Για να το επιτύχει, οφείλει να επεξεργαστεί, να προβάλει και να διεκδικήσει μια εναλλακτική πρόταση για την προοπτική και τον ρόλο της Ευρώπης στο σύγχρονο κόσμο, που να πείθει ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, να απαντά με ικανοποιητικό τρόπο στα προβλήματα των κοινωνιών αλλά και να είναι πάντοτε συναρτημένη με τον καταστατικό του στόχο, δηλαδή τον σοσιαλισμό με ελευθερία και δημοκρατία.
Ταυτόχρονα, ο ΣΥΝ θα θέσει όλα τα σχετικά ζητήματα με την ευρωπαϊκή πολιτική και την προστασία του περιβάλλοντος στο κέντρο των θεμάτων που θα απασχολήσουν το ΚΕΑ ώστε να δημιουργηθεί μια στέρεα βάση για τη δράση της ευρωπαϊκής αριστεράς που μαζί με τα κινήματα των πολιτών θα συμβάλει στην υπέρβαση των αιτίων που διευρύνουν την περιβαλλοντική καταστροφή στην Ευρώπη και τον πλανήτη.
Η πολιτική μας και στα Ευρωπαϊκά πλαίσια θα κρατήσει την πολύτιμη κληρονομιά της διεθνιστικής αλληλεγγύης, κυρίως προς τους λαούς των αναπτυσσόμενων χωρών, η οποία πέραν του ότι αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της αριστερής παράδοσης, σήμερα που από περιβαλλοντική άποψη όλη η γή έγινε μια γειτονιά αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα και σημασία.
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ Νο 1
(αντικαθιστά το κεφ. ΙΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ)
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση σε ομοσπονδιακή κατεύθυνση. Οι στόχοι της ευρωπαϊκής αριστεράς.
Ο ΣΥΝ είχε από την ίδρυσή του υποστηρίξει την προοπτική της εισόδου της χώρας μας στην ΟΝΕ και είχε πρώτος αναλύσει και τις αρνητικές πλευρές και τις ευκαιρίες που ανοίγονταν για τη χώρα μας και για την Ευρώπη, όπως και πρώτος είχε προβάλει τις αναγκαίες πολιτικές που θα ανταποκρίνονταν στη νέα εξέλιξη.
Ο ΣΥΝ επαναβεβαιώνει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του κόμματος..
Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός δεν είναι κάποιος «μονόδρομος» που καλούμαστε να ακολουθήσουμε μοιρολατρικά. Είναι μια ρεαλιστική και γόνιμη επιλογή. Δεν υπάρχει καμιά νομοτέλεια που να εγγυάται την επιτυχία του, προσφέρει όμως υπαρκτό πεδίο για αγώνες και διαμόρφωση πολιτικών που ανοίγουν δρόμους για ένα διαφορετικό μέλλον από εκείνο που προδιαγράφεται από την πολιτικά ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση της οικονομίας.
Είναι σαφές ότι στις σύγχρονες συνθήκες παγκοσμιοποίησης η κυριαρχία της ΕΕ δεν μπορεί να είναι απλώς το άθροισμα των κυριαρχιών των μελών της αλλά μια νέα ανώτερου επιπέδου κυριαρχία που θα ασκείται από κοινού, γεγονός που θέτει σοβαρά ζητήματα δημοκρατικής και πολιτικής νομιμοποίησης αλλά και ουσιαστικών αρμοδιοτήτων της Ε.Ε. Σημαντικό τμήμα των δυνάμεων της ευρωπαϊκής αριστεράς είναι πεπεισμένο ότι στις σύγχρονες συνθήκες και μέσα στους πρόσφατους συσχετισμούς έχουμε ανάγκη από μιαν ενωμένη και ισχυρή Ευρώπη έναν πόλο επανεξισορρόπησης και θετικής παρέμβασης για την ειρήνη, τη διεθνή συνεννόηση, την πολιτική ρύθμιση των οικονομικών, κοινωνικών και οικολογικών προβλημάτων στην ίδια τη ήπειρό μας αλλά και στον κόσμο.
Ο ΣΥΝ θεωρεί ότι η ΟΝΕ και η υιοθέτηση του Ευρώ ως ενιαίου νομίσματος αποτελεί ιστορική πρωτοβουλία. Με την έννοια αυτή η στήριξή του στη Συνθήκη του Μάαστριχτ με ταυτόχρονο αίτημα τη ριζική αναθεώρησή της και καθορισμό κοινωνικών κριτηρίων σύγκλισης, αποτελούσε συνειδητή επιλογή, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, για την αναγκαία πολιτική ώθηση και επαναβεβαίωση με πολιτική πράξη του στόχου της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
Ο ΣΥΝ είχε ταχθεί εξαρχής υπέρ της επεξεργασίας και υιοθέτησης μιας Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης, που θα προωθεί πραγματικές και προοδευτικές μεταρρυθμίσεις έτσι ώστε η διαχείριση να γίνεται διά των πολιτικών επιλογών και όχι διά των κανόνων. Η ενωμένη, δημοκρατική, κοινωνική και οικολογική Ευρώπη σε ομοσπονδιακή κατεύθυνση αποτελούσε την κεντρική στόχευση. Θεωρούσε και θεωρεί, πρώτα απ’ όλα, αναγκαίο να αποκτήσει νομική προσωπικότητα η Ε.Ε. Επιδίωκε αναγκαίες θεσμικές και πολιτικές αλλαγές των οποίων η αρχιτεκτονική θα δίνει την προτίμηση στη δημοκρατία και όχι στην αγορά καθώς και μια πολιτικοποιημένη διαδικασία για ανάδειξη κυβερνητικού χαρακτήρα θεσμών, όπου το βάρος θα τίθεται στην Επιτροπή και τον Πρόεδρό της, που θα προκύπτουν σε αντιστοιχία με την πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου, ήταν υπέρμαχος της ενσωμάτωσης στη Συνθήκη και του δεσμευτικού χαρακτήρα της Χάρτας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.
Παρά τα προβλήματα και τα ελλείμματα που παρουσιάζει η συγκεκριμένη Συνταγματική Συνθήκη όπως προτείνεται για ψήφιση στα κράτη- μέλη, η απόρριψή της θα αποτελούσε αρνητική εξέλιξη στο βαθμό που δεν θα διασφάλιζε έναν κρίσιμο κρίκο στην πορεία της πολιτικής ενοποίησης. Το ΟΧΙ ΣΤΟ ΟΧΙ, δηλαδή η θετική αποδοχή όπως και η κριτική στάση (παρών), αποτελούν μάχιμες επιλογές στην προσπάθεια διαμόρφωσης ενός τοπίου δυνατοτήτων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων στην Ε.Ε.
Ο ΣΥΝ θεωρεί ότι τα μείζονα προβλήματα της αειφόρου ανάπτυξης και της απασχόλησης δεν μπορεί να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά σε εθνικό επίπεδο και ότι απέναντι στη μοναδική ενιαία νομισματική πολιτική, που ασκείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είναι αναγκαία μια ενιαία ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση που θα διασφαλίζει μακρόπνοες διαρθρωτικές πολιτικές και ενεργές πολιτικές της αγοράς εργασίας. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης πρέπει να χαλαρώσει και να αναθεωρηθεί ριζικά. Οι υφιστάμενοι μηχανισμοί και πόροι για τη χρηματοδότηση της συνοχής δεν θα επαρκούν στη διευρυμένη Ένωση των 25 κρατών-μελών. Οι πόροι του κοινοτικού προϋπολογισμού, που σήμερα είναι κάτω από το 1,27% του ΑΕΠ της ΕΕ, πρέπει να αυξηθούν σημαντικά. Η στόχευση για το 5% αναδεικνύει τη μεγάλη απόσταση που πρέπει να διανυθεί για μια αναγκαία διάχυση της ανάπτυξης και ουσιαστικής περιστολής των ανισοτήτων.
Πεδία που απαιτούν την καθοριστική παρέμβαση της ευρωπαϊκής αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων αποτελούν: Η διεκδίκηση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής δημοσίων επενδύσεων με την προώθηση των διευρωπαϊκών δικτύων και των υποδομών στις μεταφορές και τηλεπικοινωνίες, με τη διασφάλιση των χρηματοδοτήσεων από ομόλογα και ίδιους πόρους. Η εναρμόνιση και ο συντονισμός στο πεδίο της φορολογίας των επιχειρήσεων, των εισοδημάτων από κεφάλαια και τους πράσινους φόρους. Η ανακατανομή του φορολογικού βάρους που επιβαρύνει την εργασία προς τα κέρδη του κεφαλαίου, τις αποταμιεύσεις, την ενέργεια και τους πράσινους φόρους. Η εξάλειψη των ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας, η στόχευση της πλήρους απασχόλησης με σταθερή προώθηση της μείωσης του χρόνου εργασίας, της εβδομάδας των 35 ωρών και όλων των άλλων μορφών μείωσης και αναδιοργάνωσης του χρόνου εργασίας. Η διασφάλιση ότι οι εθνικές μειονότητες εργαζομένων, οι μειονότητες των μεταναστών και των παράνομα εργαζομένων καθώς και τα άτομα με ειδικές ανάγκες θα ωφεληθούν πλήρως από όλες τις πολιτικές απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας της ΕΕ. Τα ζητήματα της βιοηθικής, των ορίων και των όρων της χρήσης των επιστημονικών και των τεχνολογικών επιτευγμάτων.
Ο ΣΥΝ ενώνει τις δυνάμεις του με όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που αγωνίζονται και διεκδικούν τη διαμόρφωση μια συνολικής ευρωπαϊκής οικολογικής πολιτικής, αλλά και ταυτόχρονα συμμετέχει ς και σε επιμέρους τομείς δράσης που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων και γενικότερα την προστασία των καταναλωτών. Σε αυτές τις περιπτώσεις υποστηρίζει την ανάγκη να θεσμοθετηθούν κοινοτικά όργανα για τη διαμόρφωση των συγκεκριμένων πολιτικών όπως και για τον έλεγχο της εφαρμογής τους.
Ο ΣΥΝ τάσσεται υπέρ της οικοδόμησης μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της Ε.Ε. Η υπόθεση αυτή φαίνεται και είναι πολύ δύσκολη.
Κοινή εξωτερική πολιτική δεν σημαίνει απλώς συμφωνία σε κάποιες θέσεις ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής. Σημαίνει διάρκεια μέσα στο χρόνο και από κοινού διαμόρφωση θέσεων και δράσεων, με κοινούς κανόνες για ανάλυση και απόφαση, κοινά όργανα για εφαρμογή. Αυτό αναγκαστικά σημαίνει εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και άσκησή της από κοινού στα ευρωπαϊκά όργανα.. Απαιτεί επίσης αμυντική θωράκιση και αντίστοιχες δαπάνες. Οι πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση οφείλουν να αναλάβουν το αντίστοιχο πολιτικό κόστος.
Την πολιτική συγκυρία, τους συσχετισμούς, τις κατευθύνσεις αυτής της Ευρωπαϊκής Ένωσης τείνουν να επηρεάζουν οι πολύτιμες δράσεις σε επίπεδο κινημάτων ή πολιτικής και κομματικής συγκρότησης, από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ έως το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Εμείς επιδιώκουμε με τη συμβολή, τη συμμετοχή μας και την αγωνιστική δράση να επηρεάσουμε και να οδηγήσουμε την Ε.Ε. σταθερά προς τη δημοκρατική, προοδευτική, φεντεραλιστική, κοινωνική, οικολογική κατεύθυνση.
Ανηψιτάκης Αντώνης, Καλλιπολίτη Δώρα, Μαργαρίτης Θόδωρος, Μπαγεώργος Στέφανος, Μπίρμπας Δημήτρης, Μπουρνόβα Ευγενία, Νεφελούδης Αντρέας, Πάντζαλης Νίκος, Παπαδοπούλου Μαρία, Πολυμενάκου Φιλιώ, Πουλάκης Κώστας, Σταυρόπουλος Χρήστος, Τσικαρδάνη Δώρα, Τσιτήλου Σόνια, Χατζησωκράτης Δημήτρης
ΙΙΙ. Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣΣτην Ελλάδα της νέας εποχής νέα προβλήματα έχουν διαμορφωθεί και νέα διλήμματα έχουν αναδειχθεί.
Αναμφίβολα η ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ το 1981 υπήρξε τομή που θα μπορούσε να παράσχει τη βάση για τη χάραξη μιας συγκροτημένης εθνικής στρατηγικής. Ωστόσο αυτό δεν έγινε. Η αποτυχία αξιοποίησης αυτής της δυναμικής υπήρξε καθοριστική για την πορεία της χώρας στην πολύ πιο σύνθετη περίοδο που ξεκίνησε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Σε αυτό το νέο πλαίσιο, ήρθαν στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα που σχετίζονταν με τον ρηχό ευρωπαϊκό προσανατολισμό των δύο μεγάλων κομμάτων, το εθνικιστικό υπόστρωμα της ιδεολογίας τους και την αδυναμία τους να συλλάβουν το εύρος των αλλαγών που είχαν επέλθει.
Μολονότι η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ΟΝΕ ήταν, και εξακολουθεί να αποδεικνύεται καθημερινά, πολιτικά αναγκαία, η συνολική οικονομική κατάσταση της χώρας χειροτερεύει αντί να βελτιώνεται. Η ένταξη στη ζώνη του ευρώ αποκάλυψε και αποκαλύπτει καθημερινά τη μεγάλη απόσταση που χώριζε και εξακολουθεί να χωρίζει την Ελλάδα από τις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης.
Αυτή η κατάσταση έχει τις αιτίες της. Ο Ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός και ο τύπος ανάπτυξης που ακολουθεί η χώρα παρουσιάζει ένα σύνολο από παγιωμένα δομικά χαρακτηριστικά, τα οποία η ακολουθούμενη πολιτική περιπλέκει και εμπεδώνει αντί να αίρει.
Πρώτο δομικό χαρακτηριστικό η εγγενώς άνιση διανομή του παραγόμενου πλούτου. Οι ασκούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές οξύνουν στο έπακρο αυτήν τη τάση. Είναι έτσι χαρακτηριστικό πως ο ΟΟΣΑ κατατάσσει τη χώρα μας μεταξύ των τριών μελών του με τις μεγαλύτερες ανισότητες..
Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η δομική ανεργία και η χρόνια υποαπασχόληση του ικανού για εργασία πληθυσμού. Η μεγέθυνση της οικονομίας, όχι μόνο δεν έδωσε λύση στο πρόβλημα της ανεργίας, αλλά, αντίθετα, αποκάλυψε μια χρόνια κρίση της απασχόλησης. Το 1990 υπήρχαν επισήμως 281.000 άνεργοι (7% του εργατικού δυναμικού) ενώ το 2002 ο αριθμός έφτασε σε 420.000 (9,6% του εργατικού δυναμικού). Στις γυναίκες η ανεργία φτάνει το 15,6% (2001) και τους νέους το 25,7%. Παρά την οικονομική μεγέθυνση και τα έργα της Ολυμπιάδας, το πρόβλημα οξύνεται. Παράλληλα, η σταθερή, πλήρης και αξιοπρεπής εργασία έχει τεθεί ουσιαστικά υπό διωγμό.
Τρίτο δομικό χαρακτηριστικό είναι η υπερχρέωση του κράτους και των νοικοκυριών με τον καταναλωτισμό και τη συνολικά στρεβλή δομή της οικονομίας επιτείνουν τα μεγάλα προβλήματα. Το περιβάλλον και η ποιότητα ζωής υποβαθμίζονται καθημερινά και περισσότερο, οι σχέσεις του πολίτη με τις δημόσιες υπηρεσίες και τη διοίκηση ανάγεται σε περιπέτεια που διαμεσολαβείται σχεδόν πάντα από πελατειακά δίκτυα ενώ η γενικευμένη διαπλοκή και η διάχυτη διαφθορά επιτείνουν δραματικά όλα τα χρόνια προβλήματα.
Ως συνέπεια όλων των παραπάνω, η αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ με ρυθμούς υψηλότερους του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μεταφράζεται σε πραγματική οικονομική και κοινωνική σύγκλιση. Αντίθετα, γενική τάση είναι η σύγκλιση των τιμών προς τα πάνω και η αυξανόμενη απόκλιση των πραγματικών μισθών και εισοδημάτων. Ορατός κίνδυνος είναι το να καθηλωθεί η χώρα ως μία από τις περισσότερο περιθωριοποιημένες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα έχουμε ένα πολιτικό σύστημα που απαξιώνεται ραγδαία, παρά την πολιτική ομαλότητα η οποία, ουσιαστικά για πρώτη φορά στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, κυριαρχεί αδιατάρακτη για 30 χρόνια.
Βασικά χαρακτηριστικά του συστήματος η παντοδυναμία της εκτελεστικής εξουσίας, η έλλειψη θεσμών ουσιαστικού ελέγχου σε κάθε επίπεδο άσκησης της, ο υπερσυγκεντρωτικός χαρακτήρας του κράτους, η απουσία περιφερειακής συγκρότησης, η ταύτιση κυβέρνησης και κράτους, το καθεστώς ασυδοσίας που χαρακτηρίζει τα ΜΜΕ.
Τα χαρακτηριστικά αυτά τροφοδοτούν την αντίληψη ότι όλα αποφασίζονται εκεί που δεν φτάνει η δύναμη του πολίτη και άρα ότι η πολιτική συμμετοχή είναι άσκοπη. Έτσι η πολιτική απαξιώνεται και η συμμετοχή φαντάζει γραφική. Ως συμπλήρωμα της αρνητικής εικόνας, η κυριαρχία της τηλεόρασης, η οποία έχει αναχθεί στον κατ’ εξοχήν ιδεολογικό μηχανισμό της σύγχρονης Ελλάδας που, όχι μόνο παράγει και προάγει τα πολιτιστικά πρότυπα της εποχής, αλλά και διαμορφώνει την κοινή γνώμη σε όλες τις διαστάσεις της, παρεμβαίνοντας, με τρόπο συχνά αποφασιστικό, ακόμη και στις καθαυτό πολιτικές εξελίξεις.
Στην Ελλάδα η προστασία του περιβάλλοντος είναι από τους πλέον παραμελημένους τομείς της πολιτικής και περιορίζεται στην ενσωμάτωση των οδηγιών της ΕΕ στη λογική της αναγκαίας διεκπεραίωσης και αυτό με μεγάλες καθυστερήσεις, χωρίς καμιά οργανική ένταξη των ντόπιων προβλημάτων, χωρίς στόχο. Όλο το θεσμικό πλαίσιο που ψηφίστηκε για την εναρμόνιση με την ΕΕ είναι στην πραγματικότητα ανενεργό και έχει δώσει ελάχιστα αποτελέσματα από αυτά που τεχνικά μπορεί να δώσει.
Το αποτέλεσμα αυτό έχει να κάνει με την άναρχη ανάπτυξη που επιχειρήθηκε τις 5 τελευταίες δεκαετίες. Ταυτόχρονα όμως, είναι αποτέλεσμα της οικονομικής σύγκλισης όπου, για την εξυπηρέτηση της οι περιβαλλοντικές παράμετροι συμπιέστηκαν ανατρέποντας οποιαδήποτε ισορροπία με τις οικονομικές παραμέτρους. Οι Ολυμπιακοί αγώνες του 2004, συνέβαλλαν αποφασιστικά στην περιβαλλοντική υποβάθμιση της χώρας προκαλώντας ένα νέο ρεύμα συγκέντρωσης πόρων και εργασίας στο λεκανοπέδιο, αποστερώντας από αναπτυξιακούς πόρους την περιφέρεια, και περιορίζοντας δραστικά τους λίγους ελεύθερους χώρους της πρωτεύουσας.
Ζητήματα όπως η διαχείριση των υδατικών πόρων, η διαχείριση των αστικών και των βιομηχανικών αποβλήτων, η στροφή στην παραγωγή ενέργειας με ταχύτερη διείσδυση των ανανεώσιμων και των εναλλακτικών μορφών ενέργειας, η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών με ενίσχυση της βιολογικής γεωργίας και άξονα την παραγωγή προϊόντων ποιότητας, παραμένουν στο περιθώριο της πολιτικής των κυβερνήσεων της χώρας.
Παράλληλα, δεν έχουν δημιουργηθεί αξιόπιστοι θεσμοί συμμετοχής των πολιτών και των οργανώσεών τους στις αποφάσεις για θέματα προστασίας του περιβάλλοντος ενώ η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, στην προοπτική συμμετοχής των φορέων της κοινωνίας των πολιτών στην παραγωγική διαδικασία είναι έξω από την οπτική της ΝΔ αλλά και του ΠΑΣΟΚ.
Η απάντηση της ελληνικής Αριστεράς
Στην εποχή μας, για τις δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς, το κεντρικό διακύβευμα είναι αφ’ ενός η διατήρηση της ειρήνης και αφ’ ετέρου η ενίσχυση και η απελευθέρωση της δημοκρατίας, όπως και των κοινωνικών και δημόσιων αγαθών, από τα δεσμά της εμπορευματοποίησης, τη δικτατορία των αγορών, τον έλεγχο των μεγάλων συμφερόντων και της διαπλοκής. Η τοποθέτηση απέναντι σε αυτά τα δύο κεντρικά ζητήματα θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό το περιεχόμενο της πολιτικής που ασκεί κάθε πολιτική δύναμη της χώρας, και θα προσδιορίζει όλο και πιο καθαρά στο μέλλον τις κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες που συγκροτούνται.
Οι αγώνες της Αριστεράς στα πεδία της κοινωνικής δράσης, των ιδεών και της πολιτικής αποσκοπούν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, στην αντιμετώπιση των άμεσων προβλημάτων του τόπου, αλλά και στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για βαθύτερες αλλαγές και ουσιαστικούς μετασχηματισμούς στην κοινωνία. Οι στόχοι αυτοί αποτελούν ενιαίο σύνολο, πράγμα που απαιτεί συνέπεια και συνοχή ανάμεσα στις αξίες της Αριστεράς και στην έκφρασή τους στα κινήματα που μετέχει, στις θετικές προτάσεις που διατυπώνει, στην πολιτική που ασκεί και στη συμπεριφορά που εκδηλώνει. Αυτή η συνοχή και αυτή η συνέπεια δεν επιτυγχάνονται πάντοτε εύκολα ούτε συντελούνται αυθόρμητα. Απαιτούν διαρκή φροντίδα και συνεχή προσπάθεια, τόσο πρακτική όσο και θεωρητική.
Προς αυτή την κατεύθυνση, οι αγώνες και η κριτική της Αριστεράς οφείλουν να αναιρούν, τόσο πρακτικά όσο και θεωρητικά, τις θέσεις και τις πολιτικές, που αντιμετωπίζουν την ηγεμονία των ΗΠΑ στα παγκόσμια πράγματα, και τον νεοφιλελευθερισμό, ως στοιχεία κάποιου δήθεν ανυπέρβλητου τέλους της ιστορίας. Αυτοί οι αγώνες και αυτή η κριτική οφείλουν να διανοίγουν τολμηρά το δρόμο για καινοτόμες μορφές οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης που αξιοποιούν την πρωτοβουλία και την αυτενέργεια ανθρώπων και τοπικών κοινωνιών, που προωθούν μη εκμεταλλευτικούς τρόπους παραγωγής, πρότυπα λελογισμένης κατανάλωσης και υπεύθυνες κοινωνικές συμπεριφορές ενώ αναδεικνύουν και υπηρετούν την κοινωνική αλληλεγγύη, το σεβασμό του περιβάλλοντος, των άλλων συλλογικών αναγκών και όλων των κοινωνικών και δημόσιων αγαθών. Αυτοί οι αγώνες και αυτή η κριτική θέτουν πάντοτε τους ανθρώπους, τις ανάγκες και την αξιοπρέπειά τους πάνω από τα κέρδη και τα ιδιοτελή συμφέροντα, μεγάλα και μικρά.
Προκειμένου να φέρουν αποτελέσματα και να έχουν προοπτική, οι αγώνες, η κριτική και οι προτάσεις της Αριστεράς δεν μπορεί να περιορίζονται στις τεχνικές πτυχές των προβλημάτων και να επικεντρώνονται στις ανεπάρκειες των διαχειριστών της εξουσίας. Πρέπει να στοχεύουν πιο πέρα, στην αμφισβήτηση των κανόνων, των αξιών και των εξουσιών της νεοφιλελεύθερης μορφής του καπιταλισμού και του καπιταλισμού γενικότερα, αναδεικνύοντας τις αξίες και τα προτάγματα του σοσιαλισμού με ελευθερία και δημοκρατία. Ωστόσο η αμφισβήτηση, η κριτική και το «όχι» δεν αρκούν. Όπως και δεν αρκεί η διατύπωση θετικών προτάσεων, ακόμη και αν αυτές κινούνται προς κατεύθυνση ανταγωνιστική στην υπάρχουσα κατάσταση. Το σημαντικό είναι τόσο η κριτική και η αμφισβήτηση όσο και οι θετικές προτάσεις να εγγράφονται συστηματικά, πρακτικά και θεωρητικά, σε ένα εναλλακτικό σχέδιο για την κίνηση της κοινωνίας, ένα σχέδιο που μάχεται τον καπιταλισμό, στοχεύοντας τον σοσιαλισμό με ελευθερία και δημοκρατία. Αν αφετηρία της Αριστεράς είναι ο αγώνας της υπέρ των άμεσων στόχων που απασχολούν τους εργαζόμενους, κινητοποιούν τα προοδευτικά τμήματα της κοινωνίας και απαντούν σε ώριμα προβλήματα και ανάγκες της, φιλοδοξία και στρατηγική επιδίωξή της είναι η συνεπής και συνεκτική συγκρότηση ενός τέτοιου σχεδίου και η διαμόρφωση του συνασπισμού κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα το πραγματοποιήσουν.
Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και η πολιτική του ΣΥΝ απέναντί τους
1. Με την εκλογική νίκη της ΝΔ, ύστερα από σχεδόν είκοσι χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ διαμορφώνεται μια νέα πολιτική πραγματικότητα.
Η ΝΔ κέρδισε τις εκλογές λόγω της βαθιάς δυσαρέσκειας λαϊκών στρωμάτων από την πολιτική του ΠΑΣΟΚ αλλά και των ελπίδων που στήριξαν τα στρώματα αυτά στην ΝΔ, για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο.
2. Παρ’ ότι το χρονικό διάστημα που η νέα κυβέρνηση είναι στην εξουσία είναι περιορισμένο, έχουν γίνει σαφείς από τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής της και οπωσδήποτε από τις προγραμματικές θέσεις της, οι βασικοί πολιτικοί προσανατολισμοί της.
Οι διακηρύξεις για την «εκπροσώπηση του μεσαίου χώρου» και για πολιτικές που θα εκφράσουν το «πολιτικό και κοινωνικό κέντρο», ενδεχομένως σηματοδοτούν την κατ’ αρχήν πρόθεση της ηγεσίας της αποστασιοποιηθεί από το βάρος και τις πρακτικές του μετεμφιλιακού παρελθόντος της παράταξής τους, κυρίως όμως την επιδίωξή της να αξιοποιήσει την κρίση στην οποία βρίσκεται το ΠΑΣΟΚ και να κερδίσει τα πιο συντηρητικά τμήματα των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ σταθεροποιώντας την υπεροχή της.
Οι διακηρύξεις της για εκπροσώπηση του πολιτικού και κοινωνικού κέντρου, για ήπιου χαρακτήρα μεταρρυθμίσεις στην οικονομία δεν μεταβάλλουν σε καμία περίπτωση το βασικό χαρακτήρα της κατεύθυνσης της πολιτικής της που παραμένει νεοφιλελεύθερη, ούτε τον Ατλαντικό προσανατολισμό της. Η ΝΔ δεν πρόκειται να ανταποκριθεί στις ελπίδες που στήριξαν σ΄ αυτήν λαϊκά στρώματα για βελτίωση της θέσης τους. Η πολιτική της δεν μπορεί να δώσει απάντηση στα προβλήματα της απασχόλησης, στην αναβάθμιση των κοινωνικών υπηρεσιών, ούτε θα απαλλάξει την χώρα από τα φαινόμενα διαπλοκής και αδιαφανών σχέσεων του δημόσιου τομέα με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα
3. Ο ΣΥΝ θ΄ αντιπολιτευθεί την ΝΔ , προβάλλοντας τις δικές του προγραμματικές προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της απασχόλησης, την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, την δημοκρατική μεταρρύθμιση του κράτους, την προάσπιση και ενίσχυση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών απέναντι στη συρρίκνωση τους στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, από θέσεις αντίστασης στις επεμβάσεις και γενικότερα την ηγεμονική πολιτική της Αμερικανικής ηγεσίας και σε νεοφιλελεύθερες επιλογές της Ε.Ε..
Αντιπαλεύουμε την πολιτική της ΝΔ , όχι για να γυρίσουμε πίσω στο παρελθόν της ΠΑΣΟΚικης διακυβέρνησης, αλλά για να διαμορφωθεί μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που θ΄ ανοίξει το δρόμο σε μια Αριστερή προοδευτική λύση.
4. Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Κ. Σημίτη δημιούργησε ελπίδες σε στρώματα του Ελληνικού λαού, αλλά και σε τμήματα της Αριστεράς, για απαλλαγή από νοσηρά φαινόμενα της διακυβέρνησης Α. Παπανδρέου και μία νέα πορεία της χώρας. Οι κυβερνήσεις Σημίτη ωστόσο με το σύνθημα του εκσυγχρονισμού προχώρησαν σε αναδιαρθρώσεις που τις έφεραν σε μεγαλύτερη απόσταση από τα προβλήματα του Ελληνικού λαού και σηματοδότησαν την ανοιχτή προσχώρηση σε νεοφιλελεύθερες πρακτικές και επιλογές.
Η επιδίωξη της διατήρησής τους στην εξουσία έγινε αυτοσκοπός. Αναζήτησαν τα στηρίγματα τους στα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, στην υποστήριξη των ΗΠΑ και σe κυρίαρχους κύκλους της Ε.Ε.
Παρ’ ότι ο Κ Σημίτης θέλησε να σηματοδοτήσει την αποστασιοποίηση από προηγούμενες κυβερνητικές πρακτικές, η λογική της μονοκομματικής διαχείρισης , η σύνδεση με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, μεγάλωσε τα φαινόμενα αδιαφάνειας, διαπλοκής και διασπάθισης του δημόσιου χρήματος, το ανεξέλεγκτο των αγορών και την θυσία του περιβάλλοντος στο επιχειρηματικό κέρδος.
5. Η νέα ηγεσία του Γ. Παπανδρέου αντί να βγάλει συμπεράσματα από την εκλογική ήττα, που ολοφάνερα οφείλονταν στην απογοήτευση των λαϊκών στρωμάτων, από την πολιτική των κυβερνήσεων Κ Σημίτη, στο όνομα του «νέου» εγκαταλείπει και σε επίπεδο διακηρύξεων τον Δημοκρατικό Σοσιαλισμό προσχωρεί πιο ανοιχτά στον νεοφιλελευθερισμό, αναζητά και αυτή τα στηρίγματα της πέραν του Ατλαντικού. Στο όνομα του νέου οικοδομεί έναν άλλο τύπο κόμματος, στο οποίο δεν υπάρχει πλέον τίποτα άλλο εκτός από την κυριαρχία του αρχηγού.
Η προσχώρηση σε νέο-φιλελεύθερες επιλογές, δυσχεραίνει την διαφοροποίησή του «νέου» ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου από τις πολιτικές της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Η αντιπολίτευση που ασκεί δεν αμφισβητεί την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής, ούτε προτείνει μια άλλη πολιτική κατεύθυνση, αλλά περιορίζεται στην κριτική της ασκούμενης διαχείρισης. Η αναμέτρηση για την εκπροσώπηση του «κέντρου» κοινωνικά και πολιτικά, ενώ για την ΝΔ συνιστά ίσως στοιχείο αποστασιοποίησης από ακραία συντηρητικές επιλογές, για το ΠΑΣΟΚ σηματοδοτεί την ανοιχτή εγκατάλειψη σοσιαλδημοκρατικών ιδεών, και την προσχώρηση σε νεοφιλελεύθερες επιλογές.
6. Η συντηρητική στροφή της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, δεν πρέπει να οδηγήσει την Αριστερά σε απομάκρυνση από τις δυνάμεις που αυτό εκφράζει. Αντίθετα οι αιτίες της εκλογικής ήττας του ΠΑΣΟΚ και της απώλειας της κυβερνητικής εξουσίας, η αντίθεση στις πολιτικές της Ν.Δ. και κυρίως η απάντηση στο ερώτημα «του τι πρέπει να διαδεχτεί την ΝΔ», πρέπει να αποτελέσουν στοιχεία παρέμβασής μας στα μέλη και τα στελέχη του.
Εμείς προβάλουμε την αναγκαιότητα μιας ριζικά διαφορετικής πολιτικής, από αυτήν που ακολούθησαν οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ, μιας άλλης πολιτικής που θα εκπροσωπεί πράγματι τα συμφέροντα των μη προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων , που κάποτε στην πλειοψηφία τους στήριξαν τις ελπίδες τους στο ΠΑΣΟΚ. Στους αγώνες που επιδιώκουμε ν΄ αναπτυχθούν ενάντια στην πολιτική της Ν.Δ. κι από τα αιτήματα που θα προβάλλονται, θα οικοδομηθεί η συνείδηση και η απαίτηση ενός άλλου προγραμματικού πλαισίου μακριά από τον νέο-φιλελευθερισμό και τον Ατλαντισμό. Σ΄ αυτούς τους αγώνες θα οικοδομούνται συνεργασίες με τις δυνάμεις εκείνες που δεν αναζητούν τα στηρίγματα τους στο μεγάλο επιχειρηματικό κεφάλαιο και στις ΗΠΑ και είναι σαφέστατα έξω και σε σύγκρουση με την λογική της νεοφιλελεύθερης σύγκλισης, στο όνομα «εκπροσώπησης του Κέντρου».
7. Η αρνητική στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ στα θέματα της συνεργασίας και ενότητας δράσης με τις δυνάμεις της Αριστεράς, ακόμα και στα κοινωνικά κινήματα, εμπόδισε τόσο την ενίσχυση των αγώνων των εργαζομένων, όσο και μια δυναμικότερη παρουσία της Αριστεράς στην πολιτική σκηνή. Η ηγεσία του έβαλε σε πρώτη γραμμή την μονοκρατορία στο χώρο της Αριστεράς, από την ενότητα και ισχυροποίηση ακόμα και του εργατικού κινήματος.
Οι επιλογές του για διάλυση της Ε.Ε. και αποχώρηση της Ελλάδας από αυτήν, η υποτίμηση που δείχνει σε θεσμικές δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, η υποτίμηση του στα διαταξικά κινήματα, η προσπάθεια υποταγής των πάντων σε μία μόνο αντίθεση έστω και κυρίαρχη, δεν βοηθούν στην προώθηση του εργατικού κινήματος και γενικότερα των κοινωνικών αγώνων, πιο πέρα από την αμυντική αντίκρουση νεοφιλελεύθερων επιλογών. Δεν βοηθούν στην προβολή ρεαλιστικών προοδευτικών εναλλακτικών λύσεων, που θα τους έδιναν συνέχεια και θα τους συνέδεαν πιο άμεσα με την οικοδόμηση των προϋποθέσεων μιας εναλλακτικής Αριστερής προοδευτικής λύσης.
Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν βλέπει ότι η υπόθεση βαθύτερων κοινωνικών αλλαγών στη χώρα μας δεν μπορεί να προχωρήσει απομονωμένη από προοδευτικές εξελίξεις στην Ευρώπη συνολικά, γι΄ αυτό και δεν αντιλαμβάνεται την ανάγκη του συντονισμού της δράσης του με τα άλλα Αριστερά και προοδευτικά κόμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αρνούμενο με οποιαδήποτε μορφή την συμμετοχή του στο Ευρωπαϊκό Κόμμα της Αριστεράς. Αρνητική εξέλιξη στην πορεία του αποτελεί επίσης ο εγκλωβισμός του σε μια λογική εθνικής περιχαράκωσης που εμφανίζεται στις θέσεις αλλά και στις συνεργασίες του τα τελευταία χρόνια.
Ανεξάρτητα από αυτές τις πολιτικές διαφορές μας, όπως και την εμμονή της ηγεσίας του στα δόγματα του «υπαρκτού Σοσιαλισμού», η αναζήτηση δυνατότητας για κοινή δράση στο εργατικό κίνημα και γενικότερα στους κοινωνικούς αγώνες, και η πολιτική εξομάλυνση των σχέσεων μας, θα άλλαζε πολλά από τα σημερινά δεδομένα στο μαζικό κίνημα αλλά και στη πολιτική ζωή της χώρας.
IV. ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ
1. Ο ΣΥΝ σε αντίθεση με την ηγεσία του ΚΚΕ, που έχει στόχο της να μονοπωλήσει την έκφραση του Αριστερού Κινήματος της χώρας μας, επιδιώκει το διάλογο, τη κοινή δράση και τη συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς.
Η συνεργασία της Αριστεράς μπορεί να δώσει άλλη ώθηση στην ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων, να ενισχύσει το ρόλο της Αριστεράς στην πολιτική ζωή της χώρας και να δώσει την δυνατότητα να εκφραστεί ένα πολύ σημαντικό τμήμα ανένταχτων Αριστερών πολιτών που δεν καλύπτονται από τα σημερινά υπάρχοντα σχήματα.
Αναγνωρίζουμε την πολυμορφία, τις διαφορετικές προσεγγίσεις των δυνάμεων που κινούνται στο χώρο της Αριστεράς και πολύ περισσότερο των Αριστερών πολιτών που κινούνται έξω από αυτές. Η συνεργασία της Αριστεράς μπορεί να προχωρήσει μόνο με την αναγνώριση και τον σεβασμό αυτής της πραγματικότητας.
2. Η δημιουργία του «χώρου διαλόγου» και κοινής δράσης», ήταν ένα βήμα στην κατεύθυνση αυτή. Η συνεννόηση και κοινή δράση που επετεύχθη μέσω του «χώρου διαλόγου», συνετέλεσε σημαντικά στην ενισχυμένη παρουσία των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στις μεγάλες αντιπολεμικές κινητοποιήσεις και τους συνδικαλιστικούς αγώνες των εργαζομένων που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια, συνέβαλε στην δημιουργία του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ και έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στο ίδιο το μαζικό κίνημα.
Τα θετικά συμπεράσματα από την λειτουργία και δράση του «χώρου διαλόγου» δημιούργησαν την ελπίδα για θετικό αποτέλεσμα και σε μια ενδεχόμενη κοινή κάθοδο στις Βουλευτικές εκλογές του 2004. Η απόφαση για κοινή εκλογική παρουσία ενός μεγάλου τμήματος των δυνάμεων που συμμετείχαν στο «χώρο διαλόγου», έστω και με καθυστέρηση, οδήγησε στην συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ γέννησε σε ένα τμήμα των ψηφοφόρων της Αριστεράς την ελπίδα ότι ανοιγόταν μια καινούρια προοπτική για την συνεργασία των δυνάμεών της και συνέβαλε σε μια μεγαλύτερη κινητοποίηση και συσπείρωση τους, για την απόκρουση της πίεσης του δικομματισμού και της πιθανότητας, που αποτελούσε άλλωστε και επιδίωξη της ηγεσίας του ΚΚΕ να μην εκπροσωπηθεί κοινοβουλευτικά ο χώρος της ανανεωτικής Αριστεράς. Ωστόσο τα αδιευκρίνιστα όρια αυτής της συνεργασίας, σε συνδυασμό με τις σημαντικές προγραμματικές διαφορές των πολιτικών φορέων που συμμετείχαν, αλλά και το γεγονός ότι κάλυπτε ένα μόνο μέρος των δυνάμεων της ευρύτερης Αριστεράς, γέννησε επιφυλάξεις και ερωτηματικά σ΄ ένα άλλο τμήμα αριστερών πολιτών.
Η συνεργασία αυτή παρουσίασε δομικά προβλήματα και κλυδωνισμούς, γιατί οι διαφορές των πολιτικών δυνάμεων που συμμετείχαν στον ΣΥΡΙΖΑ τόσο στον τομέα του προγράμματος, όσο και της στρατηγικής, ήταν και είναι σημαντικές. Η καχυποψία και τα τραύματα από πολιτικές αντιπαραθέσεις του παρελθόντος ήταν ανοιχτά. Ακόμα περισσότερο γιατί παρά το εύρος των δυνάμεων που κινητοποίησε στους κοινούς αγώνες, ο «χώρος διαλόγου» παρέμενε μια συνεργασία κορυφών, όπου οι κομματικοί εγωισμοί και οι προσωπικές στρατηγικές επηρέαζαν σημαντικά τις αποφάσεις του.
3. Η αρνητική αυτή εξέλιξη δεν πρέπει να αναστείλει την προσπάθεια για συνεργασία και ανασυγκρότηση του χώρου της Αριστεράς, ο οποίος ασφαλώς καλύπτει ένα πολύ ευρύτερο φάσμα δυνάμεων από αυτές που συμμετέχουν στο «χώρο διαλόγου». Οι διαφορές που υπάρχουν σε προγραμματικό επίπεδο, αλλά και σε τομείς της στρατηγικής και τακτικής των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, δεν αποκλείουν την κοινή δράση πάνω σε ένα πλαίσιο αντίστασης στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τον Ατλαντισμό, δεν αποκλείουν την κοινή πάλη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και της ποιότητας ζωής του εργαζόμενου λαού της χώρας μας.
Το ενδιαφέρον του ΣΥΝ για τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς με τις οποίες συνεργαστήκαμε παραμένει δεδομένο και ειλικρινέστατο. Αισθανόμαστε σύντροφοι, σύμμαχοι και συναγωνιστές.
Η κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς όμως, για να βρει την αντιστοίχηση της και σε πολιτικό επίπεδο, απαιτεί μακρόχρονη προσπάθεια χωρίς βεβιασμένες ενέργειες και πρέπει να απευθύνεται στο μεγαλύτερο δυνατό φάσμα των δυνάμεων της Αριστεράς.
4. Ο «χώρος διαλόγου», αποτελεί ένα πρώτο βήμα, στο οποίο πρέπει να δοθεί συνέχεια, δεν πρέπει όμως η όλη προσπάθεια να περιοριστεί εκεί. Στο ερώτημα σε ποιες δυνάμεις στοχεύουμε, η απάντηση μας είναι ότι η προσπάθεια ανασυγκρότησης και συνεργασίας της Αριστεράς πρέπει να καλύπτει τις οργανωμένες και μη δυνάμεις που καλύπτουν το χώρο της σύγχρονης Ανανεωτικής Ριζοσπαστικής και Δημοκρατικής Αριστεράς και τις δυνάμεις του χώρου του ΠΑΣΟΚ που αντιτίθενται στον νεοφιλελευθερισμό και στον Ατλαντισμό.
Η επιδίωξη μας για συνεργασία της Αριστεράς δεν αποκλείει ούτε τις δυνάμεις του ΚΚΕ.
Πρέπει όμως σεβόμενοι την ιδέα της συνεργασίας και της ενότητας που αποτελεί θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας του κόσμου της Αριστεράς να είμαστε ρεαλιστές και ειλικρινείς. Οι σοβαρές ιδεολογικές και πολιτικές μας διαφορές παραμένουν.
Ο διάλογος και η κοινή δράση στα μέτωπα των κοινωνικών αγώνων αποτελεί το στέρεο δρόμο για την ενότητα της Αριστεράς. Εδώ θα δοκιμαστεί η επιμονή και η υπομονή μας.
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ Νο2
Αντικαθιστά το κεφ. IV ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ Σημεία 1-4.
Ο συντονισμός δράσης και η συνεργασία των δυνάμεων της αριστεράς και της οικολογίας.
Ο συντονισμός δράσης και πρωτοβουλιών στο χώρο της πολυκερματισμένης ευρύτερης Αριστεράς σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, όπου είναι πρόσφορες οι συνθήκες με δεδομένες τις πολιτικές μας διαφορές, και με σαφείς οριοθετήσεις απέναντι σε φαινόμενα περιχαράκωσης, απομονωτισμού, εθνικιστικών και αντιδημοκρατικών αντιλήψεων, που επιβιώνουν είναι απολύτως αναγκαίος.
Αυτή μας η σταθερή αντίληψη διαφέρει από την αντίληψη που επικράτησε την τελευταία περίοδο στο ΣΥΝ και προωθούσε τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ ως τη στρατηγική επιλογή του για την εναλλακτική πρόταση της αριστεράς με κατεύθυνση το σοσιαλισμό.
Το διάστημα που μεσολάβησε από το προηγούμενο Συνέδριο μέχρι σήμερα το χαρακτήρισε μια συνεχής αγχώδης προσπάθεια απόδειξης, επιβεβαίωσης και αποτύπωσης του λεγόμενου «αριστερού προφίλ» του κόμματος.
Ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες όπως ο Διάλογος και η κοινή δράση με διάσπαρτες κινήσεις της ευρύτερης Αριστεράς και ακόμα περισσότερο η συμβολή του ΣΥΝ στη διαμόρφωση του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ χρησιμοποιήθηκαν για τα αδιέξοδα «αριστερά» άλματα που ακολούθησαν.
Οφείλουμε να προτάξουμε τη λογική έναντι του θυμικού. Δηλαδή, δεν είναι δυνατό να εκκινούμε από μια μανιχαϊστική αντίληψη για το ποιοι θα ευχόμαστε να είναι οι εταίροι μας και ακολούθως να προσπαθούμε να διαμορφώσουμε προγράμματα. Ακραίο παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ όπου κάποιοι από τους συμμάχους μας όταν ήρθε η ώρα των προγραμματικών συμφωνιών έθεσαν στο τραπέζι ως προϋπόθεση την αποκήρυξη της συνολικής πορείας του ΣΥΝ. Πρώτιστο μέλημά μας είναι η εκπόνηση ενός σχεδίου διεύθυνσης της κοινωνίας και ακολούθως η αναζήτηση πολιτικών και κοινωνικών συγκλίσεων.
Ο μονομερής προσανατολισμός στην πολιτική συμμαχία με συγκεκριμένες πολιτικές συλλογικότητες, η δημιουργία, στα χαρτιά, της «Πρωτοβουλίας για τη συσπείρωση της Αριστεράς», η συγκρότηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α, και ο χαρακτηρισμός του με έμφαση ως στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή και προοπτική αποτελούν πολιτικές πρακτικές σ’ αυτή την κατεύθυνση.
Η στρατηγική αυτή θεμελιώθηκε στην άποψη ότι μπορούσαμε να εκφράσουμε με τις συγκεκριμένες συμμαχίες και την δι’ αυτών επιδιωκόμενη «μεγάλη αριστερή παράταξη» τον νέο ριζοσπαστισμό της κοινωνίας σε αντικατάσταση παρωχημένων όπως ελέχθη στρατηγικών άλλων εποχών, που εκφράζανε την ξεπερασμένη πλέον ανανεωτική Αριστερά.
Οι απόψεις αυτές αποδείχθηκαν λαθεμένες.. Δεν επιβεβαίωσαν την προαναγγελθείσα μεγάλη δυναμική. Δεν οδήγησαν ή δεν έφεραν πιο κοντά την «ενότητα της Αριστεράς».
Εκφράζανε ένα ακραίο βολονταρισμό, μια πολιτική υποτίμηση της διαλεκτικής του «μαζί και χώρια», μια μαξιμαλιστική στόχευση που αποδείχθηκε πολύ μικρή με την πρώτη δοκιμασία.
Η εμπειρία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι δεδομένη. Σήμερα είμαστε σε μια άλλη φάση. Οι συνεργασίες του ΣΥΝ πρέπει να επικεντρωθούν σε δυνάμεις με τις οποίες έχει τις δυνατότητες να ακολουθήσει κοινές πολιτικές κατευθύνσεις. Τέτοιες δυνάμεις είναι η ΑΚΟΑ, οι οικολογικές συσπειρώσεις, σε όλη την Ελλάδα, τα στελέχη τα οποία αποχώρησαν ή αποχωρούν από το ΠΑΣΟΚ και με τα οποία υπάρχουν περιθώρια συνεννόησης.
Ανηψιτάκης Αντώνης, Καλλιπολίτη Δώρα, Μαργαρίτης Θόδωρος, Μπαγεώργος Στέφανος, Μπίρμπας Δημήτρης, Μπουρνόβα Ευγενία, Νεφελούδης Αντρέας, Πάντζαλης Νίκος, Παπαδοπούλου Μαρία, Πολυμενάκου Φιλιώ, Πουλάκης Κώστας, Σταυρόπουλος Χρήστος, Τσικαρδάνη Δώρα, Τσιτήλου Σόνια, Χατζησωκράτης Δημήτρης
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
1. Ο ρόλος της Αριστεράς δεν μπορεί να περιοριστεί σε έναν αγώνα αμυντικής διαμαρτυρίας, που μεταθέτει την ουσιαστικότερη αλλαγή της θέσης των εργαζομένων σ΄ ένα πιο μακρινό σοσιαλιστικό αύριο.
Στοιχείο της στρατηγικής μας για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας είναι η προώθηση βαθιών δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, που θα μεταβάλουν ουσιαστικά το ρόλο και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, θα βαθαίνουν τη δημοκρατία, θα προασπίζουν ειρήνη, θα αναβαθμίζουν το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, θα αλλάζουν τον χαρακτήρα του κράτους, θα προωθούν την οικοδόμηση ενός κόσμου διαφορετικού όπου ο άνθρωπος θα είναι πάνω από το κέρδος.
2. Η αναζήτηση μιας εναλλακτικής προοδευτικής διακυβέρνησης μέσα από την συνάντηση των δυνάμεων της Αριστεράς με την Σοσιαλδημοκρατία βρέθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στο κέντρο του προβληματισμού του Αριστερού και προοδευτικού κινήματος στην Ευρώπη. Σε μια σειρά χώρες όπως στην Γαλλία, την Ιταλία κ.α. αυτό έγινε πραγματικότητα. Η εμπειρία ωστόσο αυτής της διακυβέρνησης, παρά την προώθηση λύσεων σε ορισμένα λαϊκά προβλήματα, αλλά και ορισμένων δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, δεν κατάφερε ν΄ αλλάξει το επίπεδο ζωής των λαών των χωρών τους, τελικά τους απογοήτευσε και επανέφερε στην εξουσία νεοσυντηρητικές κυβερνήσεις.
Οι αιτίες της αρνητικής κατάληξης του μοντέλου των «Κεντροαριστερών» κυβερνήσεων μπορούν βεβαίως να αναζητηθούν στην ολοένα και μεγαλύτερη διολίσθηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων σε νεοφιλελεύθερες επιλογές και στην υποταγή ορισμένων απ’ αυτά στις επιταγές της Αμερικανικής ηγεσίας και κυρίως στο γεγονός ότι οι συσχετισμοί των δυνάμεων ήταν πολύ δυσμενείς για την Αριστερά.
Αυτά όμως δεν αρκούν για να ερμηνεύσουν τη σημερινή καθήλωση των δυνάμεων της αριστεράς και την αδυναμία διατύπωσης ισχυρού και πειστικού εναλλακτικού αριστερού σχεδίου για την κοινωνία.
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά δυσκολεύεται γιατί οι κοινωνίες της Ευρώπης και η Ελληνική, τα λαϊκά στρώματα, ζητάνε κάτι πολύ πιο στέρεο από πολιτικές που αυτοχαρακτηρίζονται ως αριστερές. Ζητούν έναν ασφαλή προσδιορισμό του μέλλοντός τους στην εποχή των μεγάλων αλλαγών που συντελούνται με διαστημική ταχύτητα.
Αυτός ο πολιτικός προσδιορισμός του μέλλοντος, η διασφάλιση του κοινωνικού μέλλοντος των εργαζομένων είναι κατ΄εξοχήν η αριστερή πολιτική στις μέρες μας.
Εδώ δυσκολευόμαστε και εδώ αξίζει η πολιτική και προγραμματική προσπάθεια.
3. Οι διακυβερνήσεις που βιώσαμε τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ δεν μπορούν να λύσουν τα προβλήματα του λαού και του τόπου. Η χώρα χρειάζεται μια άλλη διακυβέρνηση.
• Για να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο του λαού, με πρώτο άμεσο μέτρο την αύξηση του κατώτερου μισθού πάνω από το όριο φτώχιας .
• Για να εξασφαλισθεί πλήρης απασχόληση, με πρώτο μέτρο την καθιέρωση του 35ωρου .
• Για να εφαρμοστεί μια άλλη κοινωνική πολιτική , που θα εξασφαλίσει υψηλής ποιότητας υπηρεσίες για αγαθά, όπως είναι η ασφάλιση, η υγεία, η παιδεία, που είναι ευθύνη της κοινωνίας να παρέχονται σε όλους τους πολίτες και όχι εμπορεύματα που πωλούνται ανάλογα με την αγοραστική δύναμη του καθ΄ ενός.
• Για να εξασφαλίσει την βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, αυξάνοντας την συμμετοχή του κράτους στο επίπεδο του 1/3 της τριμερούς χρηματοδότησης και κατοχυρώνοντας την συνταξιοδότηση με πλήρη κάλυψη ύστερα από 35 χρόνια εργασίας, χωρίς όρια ηλικίας. Ουσιαστική αύξηση των συντάξεων, καμία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από το 80% του μισθού.
• Για να αντιμετωπίσει την φτώχια, με την καθιέρωση ενιαίου αποκεντρωμένου συστήματος κοινωνικής προστασίας, την εξασφάλιση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος ίσου με τα όρια της ακραίας φτώχιας, την αύξηση των επιδομάτων εργασίας στο 80% του κατώτερου μισθού.
• Για να προωθήσει με ειδικές πολιτικές τις ίσες ευκαιρίες ανάμεσα στα φύλα.
• Για να μεταρρυθμίσει το κράτος, μετατρέποντάς το από πανάκριβο μηχανισμό υποταγμένο στην λογική της διατήρησης της εξουσίας του κυβερνώντος κόμματος και υπηρέτη μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων , σε αποτελεσματικό εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης και εξυπηρέτησης του εργαζόμενου λαού. Η στελέχωση του κρατικού μηχανισμού και των ελεγχόμενων από αυτό οργανισμών παύει να είναι μονοκομματική, γίνεται αξιοκρατικά, αποκτά ουσιαστικό χαρακτήρα η συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων και μπαίνουν κάτω από δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο. Η λειτουργία του υποτάσσεται στην εξυπηρέτηση των στόχων της κοινωνικής πολιτικής, της οικονομικής ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος.
• Για να προωθήσει την αποκέντρωση με Αυτοδιοίκηση που αποτελεί τον πλέον αποφασιστικό παράγοντα ενίσχυσης της αξιοπιστίας, της αποτελεσματικότητας και των δημοκρατικών θεμελίων του εθνικού κράτους μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον που μεταβάλλεται ταχύτατα.
Σε μια άλλη διακυβέρνηση στηριγμένη στα προτάγματα της δικής μας Αριστεράς:
• Ο κρατικός προϋπολογισμός αποκτά διαφάνεια, αναπροσανατολίζεται ριζικά ώστε να εξασφαλίζεται η επαρκής χρηματοδότησης της κοινωνικής πολιτικής και της οικονομικής ανάπτυξης, μειώνονται οι δαπάνες για το στρατό και την ασφάλεια που είναι υποταγμένες στη λογική της τρομοϋστερίας.
• Τα έσοδα του προϋπολογισμού αυξάνονται με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και την καθιέρωση ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος. Οι δημόσιες δαπάνες και το πιστωτικό σύστημα προσανατολίζονται στην ενίσχυση των απαιτούμενων αναδιαρθρώσεων στην παραγωγή και κατανάλωση, ώστε να εξυπηρετούνται συνδυασμένα οι στόχοι της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της πλήρους απασχόλησης, της μείωσης της ψαλίδας που χωρίζει την οικονομίας μας από τις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους.
• Το κράτος δεν είναι απλός θεατής των εξελίξεων της αγοράς, κατοχυρώνεται ο δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος, παρεμβαίνει για την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας και την προστασία του καταναλωτή.
• Οι δημόσιες επιχειρήσεις απαλλάσσονται από τον εναγκαλισμό τους από το κυβερνητικό κόμμα και μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, σταματάνε οι ανεξέλεγκτες ιδιωτικοποιήσεις, τίθενται κάτω από δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο, η λειτουργία γίνεται αποτελεσματική και παραγωγική εξυπηρετώντας παράλληλα τον κοινωνικό ρόλο που τους έχει ανατεθεί
• Ενισχύεται ο ρόλος της Βουλής, εξασφαλίζεται πλουραλιστική και δημοκρατική ενημέρωση, καθιερώνεται η απλή αναλογική και αναθεωρείται το Σύνταγμα.
• Ακολουθείται πολιτική αντιμετώπισης της διαπλοκής, καταργώντας σε πρώτη φάση την δυνατότητα των ιδιοκτητών ΜΜΕ να είναι και προμηθευτές του δημοσίου.
• Προστατεύεται το περιβάλλον και γενικότερα ν’ αναβαθμίζεται την ποιότητα ζωής.
• Αλλάζει ριζικά το μοντέλο διακυβέρνησης, δίνεται ουσιαστικό περιεχόμενο στην συμμετοχή του λαού, η κυβέρνηση στηρίζεται σ΄ αυτόν και στα κοινωνικά κινήματα για την προώθηση σημαντικών δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων.
• Η Εξωτερική πολιτική της χώρας βρίσκεται στο πλευρών όσων αγωνίζονται για την υπεράσπιση της διεθνούς νομιμότητας, αντιτιθέμενη στις επεμβάσεις και τους πολέμους. Προωθεί την ειρηνική λύση των διαφορών με τις γειτονικές χώρες, θέτοντας τέλος στο κυνήγι των εξοπλισμών. Στηρίζει τον αγώνα του Κυπριακού λαού για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση, που θα επανενώσει το νησί και θα βάλει τέλος στην Τουρκική κατοχή. Ακολουθεί ενεργητική πολιτική παρέμβασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με τις χώρες και τους λαούς που υπερασπίζονται την αυτοτέλεια της από τις ΗΠΑ για τον αναπροσανατολισμό των ασκούμενων πολιτικών ώστε η επιδίωξη μιας ανταγωνιστικότερης οικονομίας να συνδυάζεται με μια πολιτική πλήρους απασχόλησης και μείωσης των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων
4. Στην Ελλάδα η εμμονή της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ στη λογική της μονοκομματικής διαχείρισης, με τη διατήρηση του υπάρχοντος εκλογικού νόμου και του μοντέλου του πολιτικού συστήματος που αυτός διαμορφώνει, αλλά και η μη ισχυρή ελληνική αριστερά δεν άφηναν περιθώρια ούτε για ανάλογα βήματα με αυτά που έγιναν στην Γαλλία ή την Ιταλία. Η Ελληνική εκδοχή της «Κεντροαριστεράς», στην οποία στόχευσε η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, στην πραγματικότητα ήταν η απόσπαση δυνάμεων από την Αριστερά, η ενσωμάτωση τους στο ΠΑΣΟΚ και η προπαγανδιστική αξιοποίηση τους για την εκλογική της συμπίεση ή και εξαφάνιση.
Δυστυχώς η μεταπήδηση πρώην κορυφαίων στελεχών του ΣΥΝ στο ΠΑΣΟΚ, ενίσχυσε αυτές τις στοχεύσεις του ΠΑΣΟΚ, προκάλεσε συγχύσεις στον κόσμο της αριστεράς, δυσφήμησε το κόμμα μας και δεν συνέβαλε ούτε κατ’ ελάχιστον στην διαμόρφωση κάποιας διαφορετικής εναλλακτικής προοπτικής.
Ο ΣΥΝ, όπως όλα τα σύγχρονα ανανεωτικά αριστερά κόμματα, έχει την κουλτούρα του ενδιαφέροντος για τη συνολική πορεία της κοινωνίας και τη διεύθυνση των κοινωνικών δρωμένων. Στο πλαίσιο του συνολικού πολιτικού του σχεδίου καταθέτει την ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΟΤΑΣΗ που σκοπεύει σε μια πολιτική και διακυβέρνηση στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού και των πολιτικών που βιώσαμε μέχρι σήμερα.
Ο ΣΥΝ θέλει να συμβάλλει στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για την προοδευτική αναγέννηση της χώρας, την αλλαγή του τρόπου οργάνωσης του κράτους και των περιφερειακών δομών, την αλλαγή του μοντέλου διακυβέρνησης.
Να συμβάλλει στην ενίσχυση των δυνάμεων που θα αγωνιστούν για τις προοδευτικές μορφές και το κοινωνικό περιεχόμενο των ριζικών και εκτεταμένων διαρθρωτικών αλλαγών. Να συμβάλλει στη συγκρότηση της ΝΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ και ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ μέσα από τη συνάντηση των αριστερών δημοκρατικών δυνάμεων
Η αντίληψη ότι η Αριστερά δεν είναι μόνο δύναμη διαμαρτυρίας, αλλά επιδιώκει να δώσει λύσεις στα προβλήματα του τόπου σήμερα, είναι όμως ξένη και σε λογικές πάση θυσία συμμετοχής της στην κυβερνητική εξουσία. Η συμμετοχή ή η στήριξη της Αριστεράς σε έναν κυβερνητικό σχηματισμό έχει νόημα, μόνο στο βαθμό που μπορεί να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις σε καίρια προβλήματα του λαού, να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις που θ’ αλλάζουν την θέση των εργαζόμενων στρωμάτων και τάξεων, να προχωρήσει σε τομές στο πολιτικό σύστημα και το κράτος, να οδηγήσει την κοινωνία συνολικά προς τα εμπρός.
Η εμπειρία των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και οι επιλογές της νέας του ηγεσίας, που δεν φαίνεται να διδάσκεται από την ήττα, αλλά βαδίζει σε νεοφιλελεύθερες και ατλαντικές πολιτικές, δεν αφήνουν σήμερα περιθώριο για δυνατότητα συνεργασίας των δυνάμεων της Αριστεράς και ΠΑΣΟΚ στο επίπεδο αυτό.
5. Η οικοδόμηση της εναλλακτικής προοπτικής της Αριστεράς, περνάει πρώτα απ’ όλα μέσα από την ανάπτυξη του μαζικού κινήματος για την απόκρουση νεοφιλελεύθερων πολιτικών και την αναβάθμιση των κοινωνικών κινημάτων ώστε να προβάλλουν την απαίτηση για μεταρρυθμίσεις στο κράτος, την οικονομία, τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα, τους θεσμούς, που θα οδηγούν στην αλλαγή του επιπέδου ζωής του Έλληνα εργαζόμενου και στην ουσιαστικότερη και πιο ενεργητική συμμετοχή του.
Περνάει μέσα από την αποκάλυψη και χρεοκοπία στην συνείδηση της πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού των ιδεών του νεοφιλελευθερισμού, σαν της «μόνης ρεαλιστικής πρότασης για την ανάπτυξη της κοινωνίας και της οικονομίας».
Περνάει μέσα από την αποκάλυψη της ανικανότητας της πολιτικής της ΝΔ και των ταξικών συμφερόντων που αυτή υπηρετεί, να αναβαθμίσουν τόσο το επίπεδο ζωής του εργαζόμενου στη χώρα μας, όσο και να μειώσουν την απόσταση που τη χωρίζει από τις αναπτυγμένες χώρες της ΕΕ. Την αποκάλυψη της αδυναμίας και της νέας ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, να προτείνει έναν επί της ουσίας άλλο πολιτικό προσανατολισμό για τον τόπο, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζόμενων στρωμάτων της χώρας μας.
Η αρνητική μας στάση για την πιθανότητα προγραμματικής σύγκλισης με το σημερινό ΠΑΣΟΚ δεν σημαίνει ότι η εναλλακτική λύση της Αριστεράς, είναι ανέφικτη. Ο ΣΥΝ θα επιμείνει στην προβολή αυτού του πολιτικού σχεδίου παρά τις προφανείς δυσκολίες υλοποίησής του, γιατί μόνο αυτό το σχέδιο αμφισβητεί έμπρακτα την διαιώνιση της κυριαρχίας του δικομματισμού.
Μέσα από τους κοινωνικούς αγώνες που θ’ αναπτύσσονται και την αντιπαράθεση τόσο απέναντι στην πολιτική της ΝΔ, όσο και την εγκλωβισμένη στα όρια του νεοφιλελευθερισμού αντιπολίτευση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, θα οικοδομείται μια άλλη προοπτική, για την πολιτική και διακυβέρνηση που πρέπει ν΄ αντικαταστήσει την κυβέρνηση της ΝΔ και η οποία καμιά σχέση δεν μπορεί να έχει με τα μοντέλα της «Κεντροαριστεράς» που βιώσαμε. Εκεί θα οικοδομείται μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία, που θα μεταβάλει το υπάρχον πολιτικό σκηνικό και θ΄ ανοίγει τις προοπτικές μιας άλλης Αριστερής προοδευτικής λύσης.
Πάλη για την εναλλακτική πρόταση της Αριστεράς, σημαίνει συγκεκριμενοποίηση και προβολή του προγραμματικού της πλαισίου, ενεργότερη συμμετοχή για την ενίσχυση και αναβάθμιση των κοινωνικών κινημάτων, αποκάλυψη της ανικανότητας του δικομματισμού ν’ αλλάξουν τόσο τη θέση της χώρας μας όσο και του λαού της, σημαίνει προώθηση της συνεργασίας, της ανασυγκρότησης και της ουσιαστικής ενίσχυσης της Αριστεράς, συντονισμός και κοινή δράση με τις άλλες Αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη.
V. Το Κόμμα και η λειτουργία του
Κεντρική επιδίωξή μας είναι το 4o Τακτικό Συνέδριο να προσδώσει νέα δυναμική στον ΣΥΝ, ανάλογη με τις πιεστικές ανάγκες και τις προκλήσεις της εποχής, όπως αυτές περιγράφονται στις ΘΕΣΕΙΣ.
Από την άποψη αυτή η συζήτηση για το κόμμα και τη λειτουργία του οφείλει να αναπτυχθεί ολόπλευρα κατά τον προσυνεδριακό και συνεδριακό διάλογο.
Στην αποτίμηση της λειτουργίας του κόμματος λαμβάνουμε ως βάση τη συνολική εμπειρία ζωής και δράσης του ΣΥΝ, που μας επέτρεψε να είμαστε μέσα στους θεσμούς του πολιτικού συστήματος, πλην με οριακά ποσοστά. Υπάρχει, συνεπώς, ένα θέμα για μας να ερμηνεύσουμε τη στασιμότητα και με οργανωτικούς όρους.
Δεν μας διαφεύγει, ασφαλώς, το περιρρέον κλίμα απαξίωσης της πολιτικής και Της έντονης αμφισβήτησης των πολιτικών – κομματικών συλλογικοτήτων.
Σημειώνουμε την κρίση της κλασσικής πολιτικής αντιπροσώπευσης και την προώθηση της μιντιοκρατίας και των ερευνών κοινής γνώμης, ως εν δυνάμει υποκατάστατα αυτής. Τούτο δεν σημαίνει, ότι αδιαφορούμε για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, της πολιτικής διαφήμισης, των κοινωνικών ερευνών και των ΜΜΕ.
Υπογραμμίζουμε την υπόθαλψη του ατομικισμού, που εκφράζεται ως μείωση της διάθεσης των πολιτών να αναγνωρίζονται μέσα σε παραδοσιακές κομματικές συλλογικότητες, ως απροθυμία στράτευσης, ως άρνηση απόκτησης «κομματικής ταυτότητας».
Συμπληρωματικά με τα παραπάνω, αναφέρουμε και τον ενυπάρχοντα ακόμα προβληματισμό για τη δυνατότητα επιτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος όπως ο ΣΥΝ, ενός σύγχρονου, δηλαδή, αριστερού κόμματος που υπερβαίνει τις δύο ιστορικές εκδοχές, τη σοσιαλδημοκρατία και το γραφειοκρατικό σοσιαλισμό.
Παρά τις δυσκολίες αυτές, εμείς αναβαθμίζουμε τη συζήτηση για το κομματικό φαινόμενο, αποτιμούμε με ψυχραιμία τις κατακτήσεις και ανεπάρκειες της κομματικής ζωής, προβάλουμε την ιστορικότητα του ΣΥΝ.
Ο ΣΥΝ με το ιδρυτικό του συνέδριο θεσμοθέτησε ένα μοντέλο λειτουργίας, που κατοχύρωνε την εσωτερική δημοκρατία, με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στις γραμμές του, με την αναγνώριση των διαφορετικών ρευμάτων σκέψης (κατοχύρωση τάσεων) και την ανάγκη δημιουργικής σύνθεσης. Επιδίωξε εξ αρχής να ενισχύσει την άμεση συμμετοχή των μελών και στελεχών του στις κρίσιμες πολιτικές επιλογές με την πραγματοποίηση ενδιάμεσων συνεδρίων και δημοψηφισμάτων, με την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας (παράδειγμα: οι εκλογές στους ΟΤΑ). Οι αλλαγές αυτές αποτελούν σημαντική κατάκτηση του κόμματος.
Συγχρόνως, εγκαθιδρύθηκαν και ορισμένα φαινόμενα φιλελευθερισμού, που μας ταλανίζουν ως συλλογικότητα και δεν υπηρετούν τη δημοκρατία, ενώ περιορίζουν την αποτελεσματικότητα.
Ειδικότερα, παρά τη σταθερή επιδίωξη για ένα πολιτικό οργανισμό των μελών και της κοινωνίας, για ένα κόμμα δημιουργικής σύνθεσης των απόψεων και ενιαίας συλλογικής δράσης, διαπιστώνονται σοβαρές αρνητικές καταστάσεις, που στο βαθμό που παγιώνονται, μεταβάλλονται σε «οργανωτικό πρόβλημα». Οι κυριότερες εκφράσεις αυτού του προβλήματος είναι η αποξένωση των μελών και η ιδιώτευση, η συμμετοχή λίγων στη δράση των Π.Κ., η πενιχρή εγγραφή νέων μελών και συνακόλουθα η μη ανανέωση των οργανώσεων, η απουσία οργανωτικού ιστού σε σημαντικούς τομείς της παραγωγής, η κοινωνικο-ταξική σύνθεση των οργανώσεων, ο διεκπεραιωτικός εν πολλοίς ρόλος των ενδιάμεσων οργάνων, το περιεχόμενο και ο τρόπος δράσης των Π.Κ.
Τα παραπάνω επιτείνονται και επηρεάζονται από τον τρόπο λειτουργίας των τάσεων και από τις προσωπικές στρατηγικές στελεχών.
Σε δύο βασικούς παράγοντες, που διαμορφώνουν το υπάρχον προβληματικό σκηνικό σε όλα τα επίπεδα της κομματικής οργάνωσης, πρέπει να στρέψουμε την προσοχή.
Ο πρώτος παραπέμπει στη φυσιογνωμία και ταυτότητα του κόμματος, στο γεγονός δηλ. ότι εξακολουθούμε να συναντούμε σημαντικές δυσκολίες στην εμφάνιση μιας σαφούς και δομημένης ταυτότητας, ενός συνολικά διακριτού στίγματος σε σχέση μάλιστα με τους άμεσα ανταγωνιστικούς χώρους που εκπροσωπούν το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Το στοιχείο αυτό επιτείνεται από την ισχυρή επιρροή που ασκεί υπέρ των δύο ανταγωνιστικών χώρων η ιστορικότητα των ρευμάτων τους, καθώς και από τους αλλεπάλληλους τραυματισμούς της δημόσιας εικόνας του ΣΥΝ, που έδωσαν την αίσθηση πολιτικού χώρου μη αξιόπιστου, προσωρινού και διαθέσιμου. Το 4ο συνέδριο αξιοποιώντας τη σημερινή ωριμότητα των μελών οφείλει να απαντήσει στο θέμα αυτό, έτσι ώστε να μην μιλούμε πια για απουσία σαφούς πολιτικού προσανατολισμού.
Ο δεύτερος παράγοντας, που σε μεγάλο βαθμό συνδέεται με τον πρώτο, αφορά στην ίδια τη σχέση που έχει οικοδομήσει το κόμμα με τα μέλη του, στη διαμόρφωση δηλ. κόμματος δύο ταχυτήτων. Ενός κέντρου λήψης όλων σχεδόν των σημαντικών αποφάσεων, που προσωποποιείται, κυρίως, στην Π.Γ. και εν συνεχεία στην ΚΠΕ και του υπόλοιπου κομματικού σώματος, κυρίως των Π.Κ. και των μελών, που ενημερώνονται κατά κανόνα εκ των υστέρων για ειλημμένες αποφάσεις και μάλιστα όχι πάντα επαρκώς και σε χρόνο κοντά στην απόφαση.
Το μέλος αισθάνεται έτσι, ότι ο ρόλος του καθίσταται συμπληρωματικός και άχαρος, ενώ το περιεχόμενο της λειτουργίας των Π.Κ. συρρικνώνεται στην απλή επικύρωση των κεντρικών αποφάσεων και η σχεδόν αποκλειστική διαδικασία είναι εκείνη της συνέλευσης με το στερεότυπο θέμα: «Οι πολιτικές εξελίξεις και οι αποφάσεις της ΚΠΕ». Το ενδιαφέρον και η συμμετοχή των μελών σε μια τέτοια εσωκομματική ζωή κινούνται κατά κανόνα σε χαμηλά επίπεδα, κάτι που αντανακλά και στην περιορισμένη κινητοποίηση των οργανώσεων για την εκλαΐκευση της πολιτικής του κόμματος στο χώρο τους και την ανάληψη πρωτοβουλιών.
Απαιτείται εδώ σύνολο διορθωτικών παρεμβάσεων για την αναβάθμιση του ρόλου των μελών, των Π.Κ. και των μεσαίων οργάνων του κόμματος, έτσι ώστε:.
Να εξασφαλίζεται έγκαιρα η μεταβίβαση των απόψεων προς τα πάνω και κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε σημαντικά πολιτικά ζητήματα να είναι κανόνας η προσφυγή στα μέλη με στόχο τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση των επιλογών. Επ΄αυτού, άλλωστε, υπάρχει καταστατική πρόβλεψη, που δεν τηρείται πάντοτε. Πχ ως ένα αρνητικό παράδειγμα αναφέρεται η ελλιπής και μη έγκαιρη ενημέρωση – συζήτηση για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Τίθεται προς συζήτηση η αναζήτηση μιας νέας ισορροπίας, κατά τα πρότυπα λειτουργίας της σύγχρονης επιχείρησης (ισχυρή κατευθύνουσα βούληση και συγχρόνως αποκεντρωμένες πρωτοβουλίες), που θα συνδυάζει την ιεραρχία με την οριζόντια δικτύωση, την έμμεση με την άμεση δημοκρατία, αξιοποιώντας και τις δυνατότητες της σύγχρονης τεχνολογίας.
Ο ΣΥΝ μπορεί σήμερα να αξιοποιήσει το πλαίσιο και τις δυνατότητες του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, προκειμένου να μελετήσει τρόπους και μεθόδους αποτελεσματικής λειτουργίας του σύγχρονου αριστερού κόμματος, μακράν των αρχηγικών μοντέλων ή / και των «κομμάτων νέου τύπου».
Είναι φανερό ότι στην προσοχή όλων πρέπει να είναι ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη βελτίωση της κοινωνικής σύνθεσης, την πιο ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων, της περιφέρειας και του απόδημου ελληνισμού, καθώς και των ηλικιών και επαγγελμάτων.
Ο ΣΥΝ διαθέτει ένα πλεονέκτημα, το αξιόλογο και υψηλού επιπέδου στελεχικό δυναμικό σε όλα τα επίπεδα της οργάνωσης, που αναγνωρίζεται ευρύτερα. Αυτό το πολιτικό προσωπικό δεν καταφέρνει να το αξιοποιεί πλήρως σε ενιαία δράση για το Κόμμα. Θα’ λεγε κανείς, ότι αυτό που αποτελεί το συγκριτικό του πλεονέκτημα, συγχρόνως είναι και η αχίλλεια πτέρνα, στο βαθμό που φαινόμενα παραγοντισμού και προσωπικών στρατηγικών δεν έχουν υποχωρήσει και δεν πρέπει να αφεθούν να λάβουν μόνιμο και διαρκή χαρακτήρα.
Ο ΣΥΝ δεν αρκεί να αναγνωρίζεται ως άθροισμα στελεχών – έστω και αξιόλογων – αλλά ως χώρος με διακριτή οντότητα και συνεκτική ηγετική ομάδα.
Είναι απαίτηση των μελών και φίλων του ΣΥΝ να τεθεί οριστικό τέρμα στη δημόσια διαφοροποίηση – επώνυμων – στελεχών, στην αυτονόμησή τους από θεμελιώδεις πολιτικές κι ηθικές δεσμεύσεις έναντι του κόμματος και των ψηφοφόρων του. Η πρόταξη της προσωπικής άποψης έναντι της κομματικής από τα δημόσια βήματα, καθώς και η προτεραιότητα στους προσωπικούς σχεδιασμούς έναντι της συλλογικής κομματικής βούλησης είναι φαινόμενα απαράδεκτα και πρέπει να αποτελέσουν οριστικά κακό παρελθόν.
Για όλα τα όργανα του κόμματος, όλων των βαθμίδων, συμπεριλαμβανομένης και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, πρώτιστο μέλημα είναι η συλλογική λειτουργία, με την πλήρη αξιοποίηση του στελεχικού δυναμικού, με την επί της ουσίας κατανομή ρόλων και ευθυνών για όλους-ες, ανεξαρτήτως απόψεων, με την περιοδική λογοδοσία και έλεγχο των αποφάσεων, την κριτική και αυτοκριτική, με την ανανέωση της σύνθεσης των οργάνων.
Κρίσιμο θέμα παραμένει η σχέση κόμματος – ΜΜΕ (ιδίως TV) καθώς η σχέση αυτή διαμεσολαβείται κατά κανόνα από ελάχιστα στελέχη και καθορίζεται από τους κανόνες και τις ιεραρχήσεις των ίδιων των μέσων.
Σε κάθε περίπτωση μέχρι τώρα, παρά τις προσπάθειες του Γραφείου Τύπου, δεν έχει γίνει δυνατή η επιβολή σχεδιασμένης πολιτικής στην επικοινωνία.
Είναι παραπάνω από αναγκαία η κατάκτηση ενός άλλου επιπέδου συλλογικότητας στη λειτουργία της ΚΠΕ και κατανομής ευθυνών στα μέλη της, στην καθοδήγηση των Ν.Ε. και των Π.Κ. Η σμίκρυνση του αριθμού των μελών, ο περιορισμός των θητειών, η επαγγελματοποίηση μελών της, χρειάζεται να απασχολήσουν.
Πέρα από τη στελέχωση των τμημάτων, η ΚΠΕ πρέπει να στρέψει την προσοχή της στις οργανώσεις ανά την Ελλάδα, καθώς και στις κλαδικές, και να βοηθήσει στην ανάπτυξη των γραμμών του κόμματος και την εξωστρεφή συστηματική δράση των Ν.Ε. και Π.Κ.
Παραμένει – αλλά δεν περιμένει – ο στόχος της τολμηρής μετακίνησης των οργανώσεων από την εσωστρέφεια και τη συντήρηση του σημερινού στάτους στην παραγωγή πολιτικής και στην εκλαΐκευση και εξειδίκευση της πολιτικής του ΣΥΝ στο χώρο ευθύνης τους, στη δημιουργική συνάντηση με τον κοινωνικό κινηματικό χώρο.
Η στροφή αυτή να συνδυάζεται με την συνεχή προσπάθεια ένταξης νέων μελών, παράλληλα με την επαναδραστηριοποίηση των ανενεργών και απομακρυσμένων. Για την επίτευξη αυτού του στόχου κάθε Ν.Ε. και Π.Κ. εκπονεί σχέδιο δράσης με μετρήσιμους και ιεραρχημένους στόχους, που ανανεώνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και στηρίζεται κεντρικά. Το σχέδιο αυτό και η υλοποίησή του αποτελούν κεντρικό άξονα για τη δράση και τον προσανατολισμό των οργανώσεων.
Διαχρονική παραμένει η σημασία της συστηματικής επικοινωνίας με τους φίλους – ες του κόμματος. Ο χώρος της στενής και ευρύτερης επιρροής του ΣΥΝ είναι διαρκές μέλημα των ΠΚ του ΣΥΝ και αποτελεί στοιχείο του τοπικού προγράμματός τους.
Ο ΣΥΝ, από την ίδρυσή του, έχει αναγνωρίσει και καταστατικά τη δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας τάσεων, ως στοιχείο εσωκομματικής δημοκρατίας. Πρόκειται για δημοκρατική θεσμική πρωτοπορία του ΣΥΝ, που όμως σήμερα έχει αποκτήσει ορισμένα αρνητικά χαρακτηριστικά.
Οι τάσεις πρέπει να λειτουργούν προωθητικά για το κόμμα και να αποτελούν στοιχείο εμπλουτισμού των ιδεών, των προτάσεων και της πολιτικής του. Τα όρια των τάσεων είναι το Κόμμα, το οποίο δεν επιτρέπεται να υποκαθιστούν, να υπερβαίνουν, να εκπροσωπούν στην κοινωνία – «ως κόμματα στο κόμμα». Οι τάσεις είναι συσπειρώσεις σε συστήματα ιδεών και άρα μπορούν να ανασυντίθεται.
Η σχέση κόμματος – τάσεων, πλουραλισμού και αποτελεσματικότητας, αναδεικνύεται σε κρίσιμο θέμα και χρειάζεται αποσαφήνιση, για να μην πούμε συμφωνημένο ρυθμιστικό πλαίσιο. Στην κατεύθυνση αυτή οι παρακάτω προϋποθέσεις θεωρούνται στοιχεία πολιτικής παιδείας και ωριμότητας:
Οι τάσεις λειτουργούν συνθετικά και δεν αποτελούν στοιχείο εσωτερικής διαίρεσης και σύγκρουσης.
Δεν είναι αμυντικοί – εκλογικοί μηχανισμοί
Δεν αποτελούν νομιμοποίηση και άλλοθι για δημόσια διαφοροποίηση των στελεχών, που θολώνει την εικόνα του κόμματος.
Δεν αποτελούν νομιμοποιητικό έρεισμα για ξεχωριστές στρατηγικές, που διασπούν την ενότητα.
Δεν υποκαθιστούν τη θεσμική λειτουργία του κόμματος στην ανάδειξη στελεχών και τη διάταξη του στελεχικού δυναμικού.
Η απολυτοποίηση, όπως συχνά συμβαίνει, της τασικής αντιπροσώπευσης δεν πρέπει να οδηγεί στην υποβάθμιση ή και αγνόηση των άλλων κριτηρίων (αφοσίωση, ικανότητα, δεσμοί με την κοινωνία, αντιπροσώπευση φύλων κ.λ.π.), που απαιτούνται για την ανάδειξη στελεχών.
Οι τάσεις έχουν λόγο ύπαρξης και δράσης σε ότι αφορά γενικότερους πολιτικούς και προγραμματικούς προσανατολισμούς. Δεν έχει νόημα να ασχολούνται με ζητήματα καθημερινής τακτικής ούτε να αποτελούν ιδιαίτερο οργανωτικό κανάλι ενημέρωσης του κόμματος γι αυτά.
Ο ΣΥΝ έκανε ένα σημαντικό βήμα σε σύγκριση με το προηγούμενο συνέδριο στην απασχόλησή του με τα λαϊκά προβλήματα και τα κινήματα. Αναμφίβολα ο ρόλος του στις κινητοποιήσεις ενάντια στον πόλεμο, στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, στους συνδικαλιστικούς αγώνες, όπως και σε τοπικές κινητοποιήσει ήταν σημαντικός, όπως σημαντική ήταν η συμβολή του στο Ε.Κ.Φ. Η θετική αυτή εξέλιξη δεν μπορεί να αντισταθμίσει το γεγονός ότι η ενασχόληση με τα καθημερινά λαϊκά προβλήματα και τα κινήματα, σε όλη την κομματική κλίμακα, είναι κάτω από τις απαιτήσεις. Σίγουρα έχουμε εγκαταλείψει αντιλήψεις για κόμμα οδηγό, που χειραγωγεί κινήματα, όμως «κόμμα των μελών ανοιχτό στην κοινωνία» σημαίνει κόμμα κοντά στον/στην εργαζόμενο/η, πρωταγωνιστή στην προβολή λύσεων και ανάπτυξη διεκδικητικού κινήματος γι αυτές.
Η άρνηση της μιας και μόνης θεωρίας, της αντίληψης για κόμμα – κάτοχο της μοναδικής θεωρητικής αλήθειας, δεν σημαίνει εγκατάλειψη της θεωρητικής – ιδεολογικής – προγραμματικής αναζήτησης και διαλόγου τόσο μέσα στο κόμμα, όσο και στα πλαίσια επιστημονικών φορέων που κινούνται στο χώρο της Αριστεράς. Η νέα πραγματικότητα της Αριστεράς μεγαλώνει τις απαιτήσεις στο χώρο της θεωρίας, των ιδεών, αλλά και των πιο πρακτικών προγραμματικών προτάσεων και επιλογών.
Ο ΣΥΝ συμμετέχει στο κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) και ως εκ τούτου θα διοχετεύσει μέρος της δράσης του για την επίτευξη των κοινών συμφωνημένων στόχων του στην ΚΕΑ στην Ευρώπη.
Τα 48 μέλη της ΚΠΕ του ΣΥΝ
Ανηψιτάκης Αντώνης, Αυλωνίτου Ελένη, Βελίκης Φιντίας, Γκουτζαμάνης Κώστας, Δημητριάδης Δημήτρης, Ζάμπας Κώστας, Ζαραφίδης Δημήτρης, Ζορκάδης Βαγγέλης, Θεοδωρακοπούλου Νατάσα, Θεοδωροπούλου Ντόρα, Καλλιπολίτη Δώρα, Καραγιαννοπούλου Σοφία, Κατράνη Μαρία, Κελαϊδίτης Ξένος, Κουβέλης Φώτης, Κωνσταντινίδης Βασίλης, Καραγκουλές Δημήτρης, Λυκούδης Σπύρος, Μανταδάκης Άγγελος, Μαργαρίτης Θόδωρος, Μαρώτη Ελισσάβετ, Μηταφίδης Τριαντάφυλλος, Μπαγεώργος Στέφανος, Μπαλάφας Γιάννης, Μπίρμπας Δημήτρης, Μπουρνόβα Ευγενία, Νεφελούδης Αντρέας, Παλαιολόγος Χρήστος, Παναρέτου Σούλα, Πάντζαλης Νίκος, Παπαγιαννάκης Μιχάλης, Παπαδημούλης Δημήτρης, Παπαδοπούλου Μαρία, Παπαπέτρου Ελένη, Πιτσιόρλας Στέργιος, Πολυμενάκου Φιλιώ, Πουλάκης Κώστας, Προβατάς Φώτης, Πρωτοπαπάς Μπάμπης, Σαμπατακάκης Μιχάλης, Σκουρολιάκος Πάνος, Σταυρόπουλος Χρήστος, Συρμαλένιος Νίκος, Τσικαρδάνη Δώρα, Τσιτήλου Σόνια, Φιλίνη Άννα.