Ενα βήµα µπροστά
Η επιµήκυνση αποπληρωµής του δανείου και το «Σύµφωνο του ευρώ»
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2011-03-16
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να δει κανείς την κατ’ αρχήν συµφωνία στην οποία κατέληξαν οι ηγέτες της ευρωζώνης τα ξηµερώµατα του περασµένου Σαββάτου: Οπου, σε ό,τι αφορά εµάς ιδίως, παρατείνεται ο χρόνος αποπληρωµής του δανείου στήριξής µας στα 7½ χρόνια, µειώνεται κατά µία µονάδα το σχετικό επιτόκιο, και προπάντων, αν δεν επιτυγχάνεται αναχρηµατοδότηση από τις αγορές, δίνεται δυνατότητα δανεισµού και πάλι από τον ευρωπαϊκό µηχανισµό, µέτρο σηµαντικό και για όσες άλλες χώρες δυσκολεύονται να δανειστούν µε ανεκτούς όρους. Ακόµα, αυξάνονται οι διαθέσιµοι πόροι του µηχανισµού (σε 440 δισ. τώρα, σε 500 δισ. από το 2013). Θεσπίζεται, τέλος, ότι το δηµόσιο χρέος των χωρών - µελών θα πρέπει να µειώνεται κάθε χρόνο κατά 5% της απόστασης που το χωρίζει από το διατηρήσιµο 60%, ποσό ιδιαίτερα µεγάλο στην περίπτωση του δικού µας υπέρογκου χρέους, γι’ αυτό και αναφέρονται τα 50 δισ. ιδιωτικοποιήσεις και αξιοποίηση της δηµόσιας περιουσίας. Και, µαζί µε όλα αυτά, να αξιολογήσει τις κατευθύνσεις του «Συµφώνου για το ευρώ» για έναν πιο στενό συντονισµό των χωρών της ευρωζώνης (και άλλων αν θελήσουν) στις πολιτικές για τους µισθούς, την απασχόληση, τις συντάξεις, τα επιδόµατα, τους φόρους, την εποπτεία του τραπεζικού τοµέα. Οπως τα περισσότερα πράγµατα, είναι θέµα οπτικής γωνίας. Μπορεί κανείς να δει τη συµφωνία µε ενθουσιασµό, σαν τους παίκτες στο Χρηµατιστήριο της Αθήνας – σε όλον τον ευρωπαϊκό Τύπο η Ελλάδα θεωρήθηκε η πιο κερδισµένη από τις αποφάσεις του Σαββάτου –, πιο µετρηµένα σε Λισαβώνα, Μαδρίτη, ∆ουβλίνο. Αψήφησαν τις ανησυχίες από τον τροµακτικό σεισµό της Ιαπωνίας που διακατείχαν όλα τα άλλα χρηµατιστήρια του πλανήτη. Τόσο µεγάλος ήταν στην αντίληψή τους ο κίνδυνος άµεσης επιδείνωσης της ευρωπαϊκής κρίσης. Βλέποντάς τον να αποµακρύνεται, πόνταραν στην προοπτική νέων ευκαιριών για κέρδη, ανέβασαν τις τιµές µετοχών, µε πρώτες τις τράπεζες και οµολόγων, ρίχνοντας τα spreads.
Από τη σκοπιά της κυβέρνησης επίσης την είδαν µε ανακούφιση, για τον ίδιο ακριβώς λόγο: επειδή αποµακρύνει έναν άµεσο κίνδυνο. ∆εν απειλούµαστε πια να βρεθούµε σε αδυναµία πληρωµών έπειτα από δύο χρόνια, όπως προδίκαζαν πολλοί, και Ευρωπαίοι οικονοµολόγοι και πολιτικοί, υποδεικνύοντας ολοένα πιο πιεστικά να προχωρήσουµε τώρα σε αναδιάρθρωση του χρέους, ακόµα και να βγούµε από το ευρώ. Ταυτόχρονα οφείλει προφανώς η κυβέρνηση να σχεδιάσει συλλογικά, και σε µεγάλο βάθος χρόνου, τις δύσκολες πολιτικές που απαιτούνται για να βγει κάποτε η χώρα από την εξάρτηση της βοήθειας. Ακόµα περισσότερο οφείλει να τις εξηγεί επίµονα και κατανοητά, για να έχουν ελπίδες να εφαρµοστούν µε καλά αποτελέσµατα.
∆ιότι από την άλλη πλευρά υπάρχουν ισχυρές οι φωνές – και η δράση – συνδικάτων, κοµµάτων, παρατάξεων, που αποκρούουν και αυτήν τη συµφωνία, όπως εξ αρχής απέρριψαν το Μνηµόνιο και όλα τα µέτρα του, στο όνοµα των εργαζοµένων. Θα τους ακούσουµε ξανά αύριο στην απεργία. Θεωρώντας άδικες τις περικοπές µισθών, συντάξεων, δικαιωµάτων, την αυξανόµενη ανεργία «που επιβάλλουν οι δανειστές µας», δυσβάσταχτες τις δόσεις χρεολυσίων και τους τόκους που θα πληρώνουµε για πολλά χρόνια, εγκαλούν την κυβέρνηση που δεν «αναδιαπραγµατεύεται» το χρέος, θέλουν να προσβλέπουν σε µια ρύθµιση, αναδιάρθρωση, λύση που θα µας απάλλασσε από το βάρος των διαρκών µεγάλων πρωτογενών πλεονασµάτων. Να µην περιµένουµε δεκαπέντε, είκοσι, τριάντα χρόνια, ώσπου να πέσει το χρέος για να µην παίρνει τόσο µεγάλο µερίδιο από το εθνικό εισόδηµα η εξυπηρέτησή του, από τώρα να διαθέτουµε περισσότερους πόρους για µισθούς, συντάξεις, επενδύσεις, κοινωνική πολιτική.
Ηπιότερα ορισµένοι, κατηγορηµατικά και αδιάλλακτα οι περισσότεροι, δεν απαντούν πού θα βρίσκονταν πόροι για να συνεχίζονται έστω και οι τωρινές περικοµµένες δηµόσιες δαπάνες, όταν οι αγορές έχουν κλείσει και µόνη πηγή χρηµατοδότησης µας απέµεινε ο µηχανισµός Ε.Ε./∆ΝΤ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οσοι ανέκαθεν άλλωστε αρνούνταν να συζητήσουν πολιτικές για την απασχόληση όπως η «ευελιξία µε ασφάλεια», θα αναζητήσουν εφαρµογές για τη µεταρρύθµιση των συλλογικών διαπραγµατεύσεων τώρα – που στην Ισπανία, για παράδειγµα, µε δυσκολίες, διαπραγµατεύονται πάντως συνδικάτα και εργοδότες – ή για τη βελτίωση της εκπαίδευσης, την προαγωγή της έρευνας και ανάπτυξης, την καινοτοµία, στο «Σύµφωνο για το ευρώ»; Οι αντιστάσεις προβάλλονται σθεναρές για λογαριασµό κάθε επαγγελµατικής οµάδας που νιώθει να θίγεται, επιµέρους συµφέροντα αθροίζονται σε όγκο, όµως σε πολιτική πρόταση εφαρµόσιµη δεν συντίθενται.
Βλέποντας τα δικά µας, ας µην αγνοήσουµε την έντονη δυσφορία βουλευτών και από τα δύο κόµµατα του κυβερνητικού συνασπισµού της Γερµανίας, οι οποίοι εκτίµησαν ότι η Ανγκελα Μέρκελ έκανε ανεπίτρεπτες παραχωρήσεις. Χωρίς να λύνει τα προβλήµατα της κρίσης, η σύνοδος της 11ης Μαρτίου ήταν ένα βήµα µπροστά για την Ευρώπη, φτάνει όλοι να φροντίσουν σύντοµα για τα επόµενα.