Οι αλληλέγγυοι αντίπαλοι
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2005-12-28
Οταν άκουσα τις εξωφρενικές δηλώσεις που έκανε πρόσφατα ο πρόεδρος του Ιράν, σύμφωνα με τις οποίες το Ολοκαύτωμα είναι μάλλον μύθος και το Ισραήλ θα πρέπει να μετακομίσει στην Ευρώπη, το μυαλό μου πήγε αμέσως στο βιβλίο «Η νέα εβραιοφοβία» (εκδόσεις Πόλις), όπου ο Pierre-Andre Taguieff παραθέτει πλούσιο πραγματολογικό υλικό, επίσημα κείμενα, σχόλια, αλλά και πράξεις, για να στοιχειοθετήσει την άποψη ότι ο αντισημιτισμός σήκωσε ξανά κεφάλι. Την περίπτωση του προέδρου Αχμαντινετζάντ φυσικά δεν την αναφέρει, εφόσον δεν την είχε υπόψη του, αλλά στην επόμενη έκδοση θα μπορούσε να την συμπεριλάβει ως υπέρτατη απόδειξη.
Κατά μία ένοια ο Taguieff έχει δίκιο. Αν εξετάσουμε ένα ένα τα στοιχεία, θα αναγκαστούμε να συμπεράνουμε ότι το μίσος κατά του Ισραήλ στον αραβικό κόσμο κυρίως, αλλά και σε κάποιες ομάδες της Αριστεράς, συχνά οδηγεί σε απόψεις που φτάνουν στον ρατσισμό ή τον πλησιάζουν επικίνδυνα. Παρ’ όλα αυτά, το επιχείρημά του στηρίζεται στην εξής αδήλωτη μεθοδολογική προϋπόθεση: τα κρούσματα εβραιοφοβίας αντιμετωπίζονται ως αυτοτελή συμβάντα, και ως τέτοια ορθώς καταδικάζονται στο όνομα κάποιων ηθικών και πολιτικών αρχών. Με άλλα λόγια, η εβραιοφοβία απομονώνεται κατά κάποιο τρόπο, και συνεπώς δεν εμφανίζεται ως αντίδραση σε ένα γενικότερο πρόβλημα -αντίδραση την οποία οφείλουμε να καυτηριάσουμε, για να εξηγούμαστε- αλλά ως παθογενής προκατάληψη που γεννιέται σε αρρωστημένα μυαλά ή σε οπισθοδρομικές κοινωνίες, όπως αυτές στη Μέση Ανατολή. Ετσι, η ευθύνη για την εβραιοφοβία βαρύνει αποκλειστικά εκείνους που την ενστερνίζονται, ενώ το καθήκον όλων ημών των υπολοίπων είναι να την καταπολεμήσουμε. Το ίδιο δεν λέει ο Μπους για την τρομοκρατία;
Νομίζω ότι ο λεγόμενος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» αναδεικνύει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Και για να προλάβω ενδεχόμενη παρανόηση, διευκρινίζω ότι δεν υπαινίσσομαι ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε ή έστω να δικαιολογήσουμε τον ρατσισμό ή τους καμικάζι. Αλλο θέλω να πω: ότι στην εβραιοφοβία και στην τρομοκρατία συνέβαλαν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, επειδή επέλεξαν συνειδητά μια πολιτική η οποία ενίσχυσε τα φονταμενταλιστικά στοιχεία μέσα στον αραβικό κόσμο. Φυσικά ο ακραίος λόγος των μουλάδων προϋπήρχε· ήταν όμως περιθωριακός. Σήμερα κυριαρχεί. Η στάση του Σαρόν αποτελεί εύγλωττο παράδειγμα αυτής της τακτικής. Η διαβόητη «επίσκεψή» του στον ιερό τόπο των μουσουλμάνων πυροδότησε την ιντιφάδα ακριβώς όταν το Ισραήλ πιεζόταν να κάνει υποχωρήσεις. Η έκρηξη βίας που ακολούθησε ήρθε ως μάννα εξ ουρανού στα γεράκια του Λικούντ, εφόσον τους έδωσε τη δυνατότητα να ισχυριστούν ότι για να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει πρώτα να σταματήσουν οι επιθέσεις των Παλαιστινίων, τις οποίες συνέχισαν σκόπιμα να υποκινούν με τις δολοφονίες των ηγετών της Τζιχάντ και της Χαμάς. Δηλαδή, έχουμε μπροστά μας ένα κλασικό παράδειγμα αυτοεκπληρούμενης προφητείας: επικαλείσαι κάτι που δεν υπάρχει για να δράσεις έτσι, ώστε η δράση σου να δημιουργήσει αυτό που επικαλέστηκες.
Αν ο Σαρόν ενήργησε κυνικά, οι Αμερικανοί έκαναν στην ουσία το ίδιο για μια σειρά λόγους που περιλαμβάνουν τη βλακεία, τον ακροδεξιό επεκτατισμό και το πετρέλαιο. Η αντίδραση στην 11η Σεπτεμβρίου εξουσιοδότησε μια άνευ προηγουμένου αμερικανική επιθετικότητα, η οποία εμπεριέχει το σπέρμα της αναπαραγωγής της. Δεν εννοώ μόνο την κατάλυση κάθε έννοιας διεθνούς νομιμότητας, τα τερατώδη ψέματα, τα βασανιστήρια στο Γκουαντανάμο, στο Μπαγκράμ και το Αμπού Γκράιμπ, τις απαγωγές και την κατάργηση βασικών ελευθεριών στη Δύση. Οι Αμερικανοί, όπως και ο Σαρόν, εξώθησαν τους ταπεινωμένους ανά τον κόσμο μουσουλμάνους να στραφούν κι αυτοί με τη σειρά τους στον ακραίο λόγο και στις ακραίες λύσεις. Ετσι εξηγείται η εκλογική νίκη του Αχμαντινετζάντ στο Ιράν και οι ρατσιστικές δηλώσεις του για το Ολοκαύτωμα, έτσι εξηγούνται τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα στη Μαδρίτη και στο Λονδίνο. Προσοχή! Εξηγούνται, δεν δικαιώνονται.
Γι’ αυτό η καταδίκη τους με βάση κάποιες ηθικές αρχές, μολονότι επιβεβλημένη, δεν αρκεί και μάλλον συσκοτίζει τα πράγματα. Το μεγάλο ελάττωμα της ηθικής είναι ο αφηρημένος χαρακτήρας της και η τάση να γενικεύει. Δηλαδή αν περιοριστούμε σ’ αυτή, θα φτάσουμε μέχρι την καταδίκη και του ισλαμικού φονταμενταλισμού και της Αμερικής. Στην πραγματικότητα, όμως, στην πολιτική δηλαδή, οι δύο αντίπαλοι δεν είναι απλώς εξίσου ένοχοι -είναι συνένοχοι, είναι κατά ένα περίεργο τρόπο αλληλέγγυοι, εφόσον ο ένας τροφοδοτεί τον άλλο.
Συνεπώς όποιος δεν το βλέπει, μοιραία μπαίνει στον ίδιο φαύλο κύκλο, αλλά από διαφορετική είσοδο. Δηλαδή είτε επευφημεί τους πεζοναύτες που ανέλαβαν το θεάρεστο έργο να διασώσουν ανά τον κόσμο τη δημοκρατία, είτε συστρατεύεται με τους μουλάδες που σκοτώνουν αδιακρίτως «σταυροφόρους» και φιλοδοξούν να σβήσουν το Ισραήλ από το χάρτη.
Κατά μία ένοια ο Taguieff έχει δίκιο. Αν εξετάσουμε ένα ένα τα στοιχεία, θα αναγκαστούμε να συμπεράνουμε ότι το μίσος κατά του Ισραήλ στον αραβικό κόσμο κυρίως, αλλά και σε κάποιες ομάδες της Αριστεράς, συχνά οδηγεί σε απόψεις που φτάνουν στον ρατσισμό ή τον πλησιάζουν επικίνδυνα. Παρ’ όλα αυτά, το επιχείρημά του στηρίζεται στην εξής αδήλωτη μεθοδολογική προϋπόθεση: τα κρούσματα εβραιοφοβίας αντιμετωπίζονται ως αυτοτελή συμβάντα, και ως τέτοια ορθώς καταδικάζονται στο όνομα κάποιων ηθικών και πολιτικών αρχών. Με άλλα λόγια, η εβραιοφοβία απομονώνεται κατά κάποιο τρόπο, και συνεπώς δεν εμφανίζεται ως αντίδραση σε ένα γενικότερο πρόβλημα -αντίδραση την οποία οφείλουμε να καυτηριάσουμε, για να εξηγούμαστε- αλλά ως παθογενής προκατάληψη που γεννιέται σε αρρωστημένα μυαλά ή σε οπισθοδρομικές κοινωνίες, όπως αυτές στη Μέση Ανατολή. Ετσι, η ευθύνη για την εβραιοφοβία βαρύνει αποκλειστικά εκείνους που την ενστερνίζονται, ενώ το καθήκον όλων ημών των υπολοίπων είναι να την καταπολεμήσουμε. Το ίδιο δεν λέει ο Μπους για την τρομοκρατία;
Νομίζω ότι ο λεγόμενος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» αναδεικνύει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Και για να προλάβω ενδεχόμενη παρανόηση, διευκρινίζω ότι δεν υπαινίσσομαι ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε ή έστω να δικαιολογήσουμε τον ρατσισμό ή τους καμικάζι. Αλλο θέλω να πω: ότι στην εβραιοφοβία και στην τρομοκρατία συνέβαλαν το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, επειδή επέλεξαν συνειδητά μια πολιτική η οποία ενίσχυσε τα φονταμενταλιστικά στοιχεία μέσα στον αραβικό κόσμο. Φυσικά ο ακραίος λόγος των μουλάδων προϋπήρχε· ήταν όμως περιθωριακός. Σήμερα κυριαρχεί. Η στάση του Σαρόν αποτελεί εύγλωττο παράδειγμα αυτής της τακτικής. Η διαβόητη «επίσκεψή» του στον ιερό τόπο των μουσουλμάνων πυροδότησε την ιντιφάδα ακριβώς όταν το Ισραήλ πιεζόταν να κάνει υποχωρήσεις. Η έκρηξη βίας που ακολούθησε ήρθε ως μάννα εξ ουρανού στα γεράκια του Λικούντ, εφόσον τους έδωσε τη δυνατότητα να ισχυριστούν ότι για να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει πρώτα να σταματήσουν οι επιθέσεις των Παλαιστινίων, τις οποίες συνέχισαν σκόπιμα να υποκινούν με τις δολοφονίες των ηγετών της Τζιχάντ και της Χαμάς. Δηλαδή, έχουμε μπροστά μας ένα κλασικό παράδειγμα αυτοεκπληρούμενης προφητείας: επικαλείσαι κάτι που δεν υπάρχει για να δράσεις έτσι, ώστε η δράση σου να δημιουργήσει αυτό που επικαλέστηκες.
Αν ο Σαρόν ενήργησε κυνικά, οι Αμερικανοί έκαναν στην ουσία το ίδιο για μια σειρά λόγους που περιλαμβάνουν τη βλακεία, τον ακροδεξιό επεκτατισμό και το πετρέλαιο. Η αντίδραση στην 11η Σεπτεμβρίου εξουσιοδότησε μια άνευ προηγουμένου αμερικανική επιθετικότητα, η οποία εμπεριέχει το σπέρμα της αναπαραγωγής της. Δεν εννοώ μόνο την κατάλυση κάθε έννοιας διεθνούς νομιμότητας, τα τερατώδη ψέματα, τα βασανιστήρια στο Γκουαντανάμο, στο Μπαγκράμ και το Αμπού Γκράιμπ, τις απαγωγές και την κατάργηση βασικών ελευθεριών στη Δύση. Οι Αμερικανοί, όπως και ο Σαρόν, εξώθησαν τους ταπεινωμένους ανά τον κόσμο μουσουλμάνους να στραφούν κι αυτοί με τη σειρά τους στον ακραίο λόγο και στις ακραίες λύσεις. Ετσι εξηγείται η εκλογική νίκη του Αχμαντινετζάντ στο Ιράν και οι ρατσιστικές δηλώσεις του για το Ολοκαύτωμα, έτσι εξηγούνται τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα στη Μαδρίτη και στο Λονδίνο. Προσοχή! Εξηγούνται, δεν δικαιώνονται.
Γι’ αυτό η καταδίκη τους με βάση κάποιες ηθικές αρχές, μολονότι επιβεβλημένη, δεν αρκεί και μάλλον συσκοτίζει τα πράγματα. Το μεγάλο ελάττωμα της ηθικής είναι ο αφηρημένος χαρακτήρας της και η τάση να γενικεύει. Δηλαδή αν περιοριστούμε σ’ αυτή, θα φτάσουμε μέχρι την καταδίκη και του ισλαμικού φονταμενταλισμού και της Αμερικής. Στην πραγματικότητα, όμως, στην πολιτική δηλαδή, οι δύο αντίπαλοι δεν είναι απλώς εξίσου ένοχοι -είναι συνένοχοι, είναι κατά ένα περίεργο τρόπο αλληλέγγυοι, εφόσον ο ένας τροφοδοτεί τον άλλο.
Συνεπώς όποιος δεν το βλέπει, μοιραία μπαίνει στον ίδιο φαύλο κύκλο, αλλά από διαφορετική είσοδο. Δηλαδή είτε επευφημεί τους πεζοναύτες που ανέλαβαν το θεάρεστο έργο να διασώσουν ανά τον κόσμο τη δημοκρατία, είτε συστρατεύεται με τους μουλάδες που σκοτώνουν αδιακρίτως «σταυροφόρους» και φιλοδοξούν να σβήσουν το Ισραήλ από το χάρτη.