Συντηρητική στροφή
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-06-10
Τούτη η βαθιά οικονομική κρίση που ζει ο κόσμος έχει ένα ιστορικό ανάλογο στον 20ό αιώνα, διαβάζουμε συχνά: τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Εκείνη, με την τρομακτική ανεργία και την ανέχεια που έφερε, είχε θρέψει φασισμούς και εθνικισμούς και οδήγησε στον φοβερότερο πόλεμο όλων των εποχών. Φαίνεται να δίδαξε. Πιο σοφές οι σημερινές κυβερνήσεις, συντόνισαν πρωτοφανείς δημόσιες παρεμβάσεις για να σώσουν το τραπεζικό σύστημα από την κατάρρευση, μεγάλες βιομηχανίες από τη χρεοκοπία, κλάδους ολόκληρους, δεκάδες χιλιάδες θέσεις απασχόλησης. Οπωσδήποτε όχι σε επαρκή βαθμό για να ανακόψουν την άνοδο της ανεργίας, πόσω μάλλον για να θεμελιώσουν ελπίδες σε μια νέα προοπτική ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας. Ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας πριν από το καλοκαίρι του 2010 δεν προβλέπεται, προειδοποιούσε την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ. Κάτι ουσιαστικό σ΄ αυτήν την πρόγνωση δεν είχε να προσθέσει ούτε ο κεντρικός τραπεζίτης- γιατί δεν προσφέρουν τίποτα οι πάγιες υποδείξεις για μεγαλύτερη ευελιξία και επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία- ούτε κάποιος Ευρωπαίος πολιτικός ηγέτης άλλωστε. Σαν να μας λένε ότι η κρίση πρέπει να κάνει τον κύκλο της και οι κοινωνίες να πάρουν το κόστος, ώσπου να ισορροπήσουν ξανά οι αγορές σε μιαν ανοδική πορεία. Ωστόσο, πάνω στα ερείπια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα χτίστηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και το κοινωνικό κράτος που προστατεύει πολλούς από τους πιο ευάλωτους. Μαζί αμβλύνουν τις συνέπειες της κρίσης στους πληθυσμούς.
Στηριζόμαστε έτσι σήμερα σε ένα πλαίσιο που μοιάζει να αποκλείει καταστροφές σαν εκείνες που έπληξαν την ανθρωπότητα πριν από ογδόντα χρόνια. Παρ΄ όλα αυτά και η τωρινή κρίση αρχίζει να παράγει πολιτικά αποτελέσματα που παρουσιάζουν κάποια αναλογία με τα τότε, αν και σε ηπιότερη εκδοχή. Τα είδαμε στις ευρωεκλογές. Η Κεντροδεξιά αναδείχθηκε πρώτη δύναμη, συγκεντρώνοντας λίγο πάνω από το ένα τρίτο των ψήφων και των εδρών. Ενώ κυβερνά στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών, σχέδιο πέρα από κάποια προστατευτικά μέτρα εθνικής κλίμακας δεν διαθέτει. Αλλά η ανασφάλεια φάνηκε να σπρώχνει μεγάλο αριθμό πολιτών σε συντηρητικές επιλογές, καθώς μάλιστα τα κόμματα που συναπαρτίζουν το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα δεν είχαν ενδώσει στις νεοφιλελεύθερες σειρήνες για τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, σωτήριου σήμερα. Η σοσιαλδημοκρατία, αντίθετα, υπέστη απώλειες - σε χώρες όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία έπεσε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Μόλις που πλησιάζει το ένα τέταρτο ψήφων και εδρών (εφ΄ όσον συνυπολογίσουμε τους μη ενταγμένους τυπικά Ιταλούς Δημοκράτες). Εισπράττοντας φθορά για την κυβερνητική της πρακτική, όπου δεν διαχωρίζεται από τις ευθύνες για τις πολιτικές που έφεραν την οικονομική κρίση, χωρίς νέα στρατηγική πρόταση για την Ευρώπη και με έντονες εσωτερικές διαφορές, περισσότερους δεν έπεισε. Εν μέσω αμηχανίας και εθνικής αναδίπλωσης των κυρίαρχων κομμάτων, τη δεκαετία του 1930 ήρθε να θυμίσει η ανησυχητική άνοδος ακροδεξιών σχημάτων, ξενόφοβων έως ρατσιστικών, εθνικιστικών, ευρωσκεπτικιστικών ή και δηλωμένα αντιευρωπαϊκών. Συνολικά ξεπερνούν πλέον το 10%. Από την άλλη πλευρά, το μαχητικό σύνθημα «δεν θα πληρώσουμε εμείς την κρίση σας», η συνολική αντίθεση στον καπιταλισμό και η έμφαση στην αλληλεγγύη των εργαζομένων, δεν ενίσχυσε την πέραν της σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά, που είδε την επιρροή της να συρρικνώνεται σε ένα 4,5%. Ξεκάθαρα υπέρ της ενοποίησης της Ευρώπης, των δημοκρατικών δικαιωμάτων όλων των κατοίκων της, πολιτικών που αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα την οικονομική κρίση και την ακόμα απειλητικότερη κλιματική που έρχεται, έχουν ταχθεί οι Πράσινοι, οι οποίοι αύξησαν τη δύναμή τους σε 7% και πλέον πανευρωπαϊκά. Αλλά όσο ελπιδοφόρα και αν είναι η άνοδός τους, δεν αντισταθμίζει τις δυσμενείς ανακατατάξεις στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, ούτε την αυξανόμενη αποχή των πολιτών μπροστά στην ευρωκάλπη.
Αντίστοιχα μπορούν να περιγραφούν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών στη χώρα μας, με την ιδιομορφία των μεγάλων απωλειών που κατέγραψε η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία, σε αντίθεση με την επιβεβαίωση της Κεντροδεξιάς στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι λόγοι είναι γνωστοί, η εμπλοκή της σε μεγάλα σκάνδαλα ήρθε να προστεθεί στην αποδεδειγμένη πια ανεπάρκειά της να αντιμετωπίσει την οικονομική επιδείνωση. Το στοίχημα είναι όμως το ίδιο εδώ, όπως σε κάθε χώρα χωριστά και στην Ευρώπη συνολικά. Και είναι δύσκολο. Θα μπορέσουν οι δυνάμεις που υποστηρίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, την αλλαγή του οικονομικού προτύπου που γέννησε την κρίση, την κοινωνική αλληλεγγύη και τη διεύρυνση της δημοκρατίας, να καταρτίσουν πειστικά σχέδια, προβάλλοντας ξανά ένα όραμα που να εμπνέει πλειοψηφίες;
Στηριζόμαστε έτσι σήμερα σε ένα πλαίσιο που μοιάζει να αποκλείει καταστροφές σαν εκείνες που έπληξαν την ανθρωπότητα πριν από ογδόντα χρόνια. Παρ΄ όλα αυτά και η τωρινή κρίση αρχίζει να παράγει πολιτικά αποτελέσματα που παρουσιάζουν κάποια αναλογία με τα τότε, αν και σε ηπιότερη εκδοχή. Τα είδαμε στις ευρωεκλογές. Η Κεντροδεξιά αναδείχθηκε πρώτη δύναμη, συγκεντρώνοντας λίγο πάνω από το ένα τρίτο των ψήφων και των εδρών. Ενώ κυβερνά στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών, σχέδιο πέρα από κάποια προστατευτικά μέτρα εθνικής κλίμακας δεν διαθέτει. Αλλά η ανασφάλεια φάνηκε να σπρώχνει μεγάλο αριθμό πολιτών σε συντηρητικές επιλογές, καθώς μάλιστα τα κόμματα που συναπαρτίζουν το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα δεν είχαν ενδώσει στις νεοφιλελεύθερες σειρήνες για τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, σωτήριου σήμερα. Η σοσιαλδημοκρατία, αντίθετα, υπέστη απώλειες - σε χώρες όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία έπεσε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Μόλις που πλησιάζει το ένα τέταρτο ψήφων και εδρών (εφ΄ όσον συνυπολογίσουμε τους μη ενταγμένους τυπικά Ιταλούς Δημοκράτες). Εισπράττοντας φθορά για την κυβερνητική της πρακτική, όπου δεν διαχωρίζεται από τις ευθύνες για τις πολιτικές που έφεραν την οικονομική κρίση, χωρίς νέα στρατηγική πρόταση για την Ευρώπη και με έντονες εσωτερικές διαφορές, περισσότερους δεν έπεισε. Εν μέσω αμηχανίας και εθνικής αναδίπλωσης των κυρίαρχων κομμάτων, τη δεκαετία του 1930 ήρθε να θυμίσει η ανησυχητική άνοδος ακροδεξιών σχημάτων, ξενόφοβων έως ρατσιστικών, εθνικιστικών, ευρωσκεπτικιστικών ή και δηλωμένα αντιευρωπαϊκών. Συνολικά ξεπερνούν πλέον το 10%. Από την άλλη πλευρά, το μαχητικό σύνθημα «δεν θα πληρώσουμε εμείς την κρίση σας», η συνολική αντίθεση στον καπιταλισμό και η έμφαση στην αλληλεγγύη των εργαζομένων, δεν ενίσχυσε την πέραν της σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά, που είδε την επιρροή της να συρρικνώνεται σε ένα 4,5%. Ξεκάθαρα υπέρ της ενοποίησης της Ευρώπης, των δημοκρατικών δικαιωμάτων όλων των κατοίκων της, πολιτικών που αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα την οικονομική κρίση και την ακόμα απειλητικότερη κλιματική που έρχεται, έχουν ταχθεί οι Πράσινοι, οι οποίοι αύξησαν τη δύναμή τους σε 7% και πλέον πανευρωπαϊκά. Αλλά όσο ελπιδοφόρα και αν είναι η άνοδός τους, δεν αντισταθμίζει τις δυσμενείς ανακατατάξεις στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, ούτε την αυξανόμενη αποχή των πολιτών μπροστά στην ευρωκάλπη.
Αντίστοιχα μπορούν να περιγραφούν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών στη χώρα μας, με την ιδιομορφία των μεγάλων απωλειών που κατέγραψε η κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία, σε αντίθεση με την επιβεβαίωση της Κεντροδεξιάς στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι λόγοι είναι γνωστοί, η εμπλοκή της σε μεγάλα σκάνδαλα ήρθε να προστεθεί στην αποδεδειγμένη πια ανεπάρκειά της να αντιμετωπίσει την οικονομική επιδείνωση. Το στοίχημα είναι όμως το ίδιο εδώ, όπως σε κάθε χώρα χωριστά και στην Ευρώπη συνολικά. Και είναι δύσκολο. Θα μπορέσουν οι δυνάμεις που υποστηρίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, την αλλαγή του οικονομικού προτύπου που γέννησε την κρίση, την κοινωνική αλληλεγγύη και τη διεύρυνση της δημοκρατίας, να καταρτίσουν πειστικά σχέδια, προβάλλοντας ξανά ένα όραμα που να εμπνέει πλειοψηφίες;