Πολιτική συνεννόηση ή διοικητικά μέτρα;
Γεράσιμος Γεωργάτος, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-10-27
Το εκλογικό μας αποτέλεσμα, σε σχέση με τη χαοτική εικόνα στο μεσοδιάστημα μεταξύ ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών, ορθώς χαρακτηρίζεται από όλες τις πλευρές τουλάχιστον ως ικανοποιητικό και φυσικά επιτεύχθηκε με την αναλογική συμβολή όλων, από τον κόσμο, τα μέλη και τα στελέχη μέχρι την επιτροπή προγράμματος και τεκμηρίωσης και τον πρόεδρο.
Καθοριστικότατο όμως στοιχείο για την υπέρβαση του «3% και την ψήφο σου» υπήρξε η βελτίωση της εικόνας του χώρου μας με την αναδιαμόρφωση και τον εξορθολογισμό στην εκφορά του πολιτικού μας λόγου. Για να συμβεί αυτό, δεν χρειάστηκαν ειδικές συνεδριακές αποφάσεις. Και έτσι, ο εκπεμπόμενος πολιτικός λόγος στις πρόσφατες εθνικές εκλογές ήταν σαφώς διαφορετικός από εκείνον των ευρωεκλογών. Αυτή τη φορά ήταν κυρίαρχο το χρώμα και το άρωμα του ΣΥΝ και όχι, όπως τότε, των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ.
Φάνηκε ότι η πολιτική συνεννόηση προέχει και αρκεί για να βελτιώσει κατά πολύ την πολιτική μας εμβέλεια, σε σχέση με άλλα οργανωτικού και διοικητικού τύπου μέτρα. Επιπλέον, η πολιτική συνεννόηση μπορεί να συμβάλει σε συλλογικότερη κομματική λειτουργία, σε άμβλυνση των κάθετων αντιπαραθέσεων πλειοψηφίας / μειοψηφίας και σε διεύρυνση του εσωκομματικού διαλόγου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε το ομόφωνο κείμενο της Πολιτικής Γραμματείας, για την εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος, που συζητήθηκε στις Π.Κ. του ΣΥΝ.
Είναι γι’ αυτό απορίας άξιο, γιατί στην πρόσφατη συνεδρίασή της (24-25/10/09), η ΚΠΕ κλήθηκε να ψηφίσει, όχι επί του ομοφώνου, αλλά επί άλλου κειμένου, που μεταξύ άλλων, επανέφερε προτάσεις για «ρυθμίσεις» και «δεοντολογικούς κώδικες» στην εκπροσώπηση στα ΜΜΕ και στη λειτουργία των τάσεων, πέρα από τις καταστατικά προβλεπόμενες.
Με δεδομένο ότι η πολιτική συνεννόηση αποδεικνύεται ως μέθοδος επαρκέστατη και επειδή οι εμφανίσεις στελεχών στα ΜΜΕ και η λειτουργία των τάσεων ουδεμία σχέση είχαν με το χάος και τη δημοσκοπική καταβαράθρωση στο μετά τις ευρωεκλογές διάστημα, όπου οι ευθύνες εντοπίζονται στο ηγετικό επίπεδο, η επαναφορά τέτοιου τύπου προτάσεων δημιουργεί την υπόνοια άλλου είδους στοχεύσεων.
Τέτοιου τύπου προτάσεις μοιάζουν περισσότερο να επιδιώκουν τον κομματικό έλεγχο, μέσα από μια παθογενή εμμονή στην «ενιαία έκφραση», νοούμενη κυρίως ως μοναδική, η οποία παραπέμπει σε έναν παρελθοντικής κοπής και ιδιότυπο «δημοκρατικό» συγκεντρωτισμό. Έτσι όμως ακυρώνονται τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης ανοιχτής και πολυρευματικής Αριστεράς του 21ου αιώνα, σε αντιστοίχιση με την πολυποίκιλη και πολυεπίπεδη διαστρωμάτωση των μεσαίων και κατώτερων κοινωνικών ταξικών μορφοποιήσεων, που διατείνονται ότι θέλουν να είναι ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η ενιαία και μοναδική έκφραση εναρμονίζεται με την αντίληψη ότι το κόμμα είναι ο εκφραστής μιας και μοναδικής τάξης, της εργατικής, με την έννοια μάλιστα της κλασικής βιομηχανικής περιόδου, εξ ού και η μόνιμη «αγωνία» για το ποσοστό στις λαϊκές συνοικίες. Είναι χαρακτηριστική η εμμονή σε μια τέτοια αντίληψη, μαζί με τον σταλινισμό, του ΚΚΕ.
Αντιθέτως, στο μεταβιομηχανικό περιβάλλον του ώριμου καπιταλισμού, μια σύγχρονη αριστερά, στην οποία συνυπάρχουν ως ρεύματα η ανανεωτική, η ριζοσπαστική, η αντισυστημική, η μεταρρυθμιστική, η αντικαπιταλιστική, η σοσιαλδημοκρατική, η οικολογική και κάθε άλλη εκδοχή σε διαρκή κίνηση και διάλογο, είναι εκ των πραγμάτων και στην τάξη μεγέθους της πολυσυλλεκτική και θα ήταν άτοπο να διαθέτει μία μοναδική και ενιαία έκφραση.
Εκτός αν μια από αυτές τις εκδοχές ως μηχανισμός επιδιώκει τη συρρίκνωση και την επιβολή επί των άλλων. Σε αυτή την περίπτωση όμως θα συρρίκνωνε ταυτόχρονα και την εσωκομματική δημοκρατία και την πολιτική και εκλογική απήχηση του εγχειρήματος. Εντός ΣΥΝ έχει εδραιωθεί τουλάχιστον το δικαίωμα μαζί με την εκφορά της κεντρικής θέσης να μπορεί να εκφέρεται δημόσια και η προσωπική ή μειοψηφική απόχρωση.
Πρόκειται για σημαντική κατάκτηση από την οποία οποιαδήποτε υποχώρηση συνιστά αναχρονισμό. Εφόσον μάλιστα, κατά μια έννοια, το κόμμα αποτελεί μικρογραφία της κοινωνίας που θέλουμε να οικοδομήσουμε, ας μην ξεχνάμε ότι η ενιαία και μοναδική έκφραση επικράτησε αλλού και άλλοτε, με ολέθρια αποτελέσματα για κρατικές οντότητες και ανθρώπινες ζωές. Όσοι λοιπόν προκρίνουν τα διοικητικά μέτρα και τους κώδικες δεοντολογίας από την πολιτική συνεννόηση, ας το σκεφτούν διπλά.
Καθοριστικότατο όμως στοιχείο για την υπέρβαση του «3% και την ψήφο σου» υπήρξε η βελτίωση της εικόνας του χώρου μας με την αναδιαμόρφωση και τον εξορθολογισμό στην εκφορά του πολιτικού μας λόγου. Για να συμβεί αυτό, δεν χρειάστηκαν ειδικές συνεδριακές αποφάσεις. Και έτσι, ο εκπεμπόμενος πολιτικός λόγος στις πρόσφατες εθνικές εκλογές ήταν σαφώς διαφορετικός από εκείνον των ευρωεκλογών. Αυτή τη φορά ήταν κυρίαρχο το χρώμα και το άρωμα του ΣΥΝ και όχι, όπως τότε, των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ.
Φάνηκε ότι η πολιτική συνεννόηση προέχει και αρκεί για να βελτιώσει κατά πολύ την πολιτική μας εμβέλεια, σε σχέση με άλλα οργανωτικού και διοικητικού τύπου μέτρα. Επιπλέον, η πολιτική συνεννόηση μπορεί να συμβάλει σε συλλογικότερη κομματική λειτουργία, σε άμβλυνση των κάθετων αντιπαραθέσεων πλειοψηφίας / μειοψηφίας και σε διεύρυνση του εσωκομματικού διαλόγου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε το ομόφωνο κείμενο της Πολιτικής Γραμματείας, για την εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος, που συζητήθηκε στις Π.Κ. του ΣΥΝ.
Είναι γι’ αυτό απορίας άξιο, γιατί στην πρόσφατη συνεδρίασή της (24-25/10/09), η ΚΠΕ κλήθηκε να ψηφίσει, όχι επί του ομοφώνου, αλλά επί άλλου κειμένου, που μεταξύ άλλων, επανέφερε προτάσεις για «ρυθμίσεις» και «δεοντολογικούς κώδικες» στην εκπροσώπηση στα ΜΜΕ και στη λειτουργία των τάσεων, πέρα από τις καταστατικά προβλεπόμενες.
Με δεδομένο ότι η πολιτική συνεννόηση αποδεικνύεται ως μέθοδος επαρκέστατη και επειδή οι εμφανίσεις στελεχών στα ΜΜΕ και η λειτουργία των τάσεων ουδεμία σχέση είχαν με το χάος και τη δημοσκοπική καταβαράθρωση στο μετά τις ευρωεκλογές διάστημα, όπου οι ευθύνες εντοπίζονται στο ηγετικό επίπεδο, η επαναφορά τέτοιου τύπου προτάσεων δημιουργεί την υπόνοια άλλου είδους στοχεύσεων.
Τέτοιου τύπου προτάσεις μοιάζουν περισσότερο να επιδιώκουν τον κομματικό έλεγχο, μέσα από μια παθογενή εμμονή στην «ενιαία έκφραση», νοούμενη κυρίως ως μοναδική, η οποία παραπέμπει σε έναν παρελθοντικής κοπής και ιδιότυπο «δημοκρατικό» συγκεντρωτισμό. Έτσι όμως ακυρώνονται τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης ανοιχτής και πολυρευματικής Αριστεράς του 21ου αιώνα, σε αντιστοίχιση με την πολυποίκιλη και πολυεπίπεδη διαστρωμάτωση των μεσαίων και κατώτερων κοινωνικών ταξικών μορφοποιήσεων, που διατείνονται ότι θέλουν να είναι ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η ενιαία και μοναδική έκφραση εναρμονίζεται με την αντίληψη ότι το κόμμα είναι ο εκφραστής μιας και μοναδικής τάξης, της εργατικής, με την έννοια μάλιστα της κλασικής βιομηχανικής περιόδου, εξ ού και η μόνιμη «αγωνία» για το ποσοστό στις λαϊκές συνοικίες. Είναι χαρακτηριστική η εμμονή σε μια τέτοια αντίληψη, μαζί με τον σταλινισμό, του ΚΚΕ.
Αντιθέτως, στο μεταβιομηχανικό περιβάλλον του ώριμου καπιταλισμού, μια σύγχρονη αριστερά, στην οποία συνυπάρχουν ως ρεύματα η ανανεωτική, η ριζοσπαστική, η αντισυστημική, η μεταρρυθμιστική, η αντικαπιταλιστική, η σοσιαλδημοκρατική, η οικολογική και κάθε άλλη εκδοχή σε διαρκή κίνηση και διάλογο, είναι εκ των πραγμάτων και στην τάξη μεγέθους της πολυσυλλεκτική και θα ήταν άτοπο να διαθέτει μία μοναδική και ενιαία έκφραση.
Εκτός αν μια από αυτές τις εκδοχές ως μηχανισμός επιδιώκει τη συρρίκνωση και την επιβολή επί των άλλων. Σε αυτή την περίπτωση όμως θα συρρίκνωνε ταυτόχρονα και την εσωκομματική δημοκρατία και την πολιτική και εκλογική απήχηση του εγχειρήματος. Εντός ΣΥΝ έχει εδραιωθεί τουλάχιστον το δικαίωμα μαζί με την εκφορά της κεντρικής θέσης να μπορεί να εκφέρεται δημόσια και η προσωπική ή μειοψηφική απόχρωση.
Πρόκειται για σημαντική κατάκτηση από την οποία οποιαδήποτε υποχώρηση συνιστά αναχρονισμό. Εφόσον μάλιστα, κατά μια έννοια, το κόμμα αποτελεί μικρογραφία της κοινωνίας που θέλουμε να οικοδομήσουμε, ας μην ξεχνάμε ότι η ενιαία και μοναδική έκφραση επικράτησε αλλού και άλλοτε, με ολέθρια αποτελέσματα για κρατικές οντότητες και ανθρώπινες ζωές. Όσοι λοιπόν προκρίνουν τα διοικητικά μέτρα και τους κώδικες δεοντολογίας από την πολιτική συνεννόηση, ας το σκεφτούν διπλά.