Ο Ηρακλής και το Μνημόνιο
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2014-11-15
Δεν ξέρω ποιος πρώτος έσπειρε τον σπόρο. Αλλά ο σπόρος βλάστησε και θέριεψε. Και έπνιξε τους κυβερνητικούς κήπους, εμποδίζοντας τους ενοίκους τους να δουν πέρα από τον αυλόγυρό τους. Ο σπόρος ήταν η θεωρία του «τέλους του Μνημονίου». Το τέλος του Μνημονίου - όχι ως πολιτικός ή εθνικός στόχος ή όπως αλλιώς τον προσδιορίσει κανείς. Αλλά ως επικοινωνιακή - εκλογική στρατηγική.
Μεταφέρω από μνήμης, όσο πιο πιστά μπορώ, την παρουσίαση της θεωρίας, όπως την πρωτοάκουσα από οπαδό της, πάει πάνω από ένας χρόνος: «Ποιος ΣΥΡΙΖΑ; Ας προηγείται όσο θέλει στις δημοσκοπήσεις, ας κερδίσει και τις ευρωεκλογές. Την κρίσιμη στιγμή, τον Φεβρουάριο του 2015, όταν η Βουλή θα ψηφίζει για Πρόεδρο, το Μνημόνιο θα έχει πια τελειώσει, η τρόικα θα έχει φύγει και μάλιστα θα την έχει διώξει ο Σαμαράς, όχι ο Τσίπρας. Ε, λοιπόν, τότε, χωρίς Μνημόνιο απέναντί του και ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξεφουσκώσει σαν μπαλόνι παιδικού πάρτι...»
Ολες οι κινήσεις της κυβέρνησης, ιδίως από την επομένη των ευρωεκλογών, αυτή τη θεωρία υλοποιούν, αυτή τη στρατηγική υπηρετούν. Να αφαιρέσει από τον αντίπαλo το επιχείρημα του Μνημονίου. Να εμφανιστεί η σημερινή κυβέρνηση ως ο Ηρακλής-που-έσχισε-το-Μνημόνιο-και-νίκησε- την-τρόικα.
Ωραία ιδέα, αλλά σκοντάφτει σε δύο προβλήματα.
Το ένα είναι πρακτικής φύσης, αφορά δυσκολίες που δεν είχαν προβλεφθεί: Πώς η διεθνής συγκυρία, η νέα πτώση της ευρωπαϊκής οικονομίας, το νέο κύμα φόβου που ριγεί τις «αγορές» και περιορίζει τη διάθεση για επενδύσεις με ρίσκο, δυσκολεύει την πανηγυρική - όπως τη φαντάζονταν - έξοδο από τη μνημονιακή επιτήρηση στην ελευθερία της αγοράς. Πώς δεύτερες σκέψεις βάζουν εμπόδια σε μια «καθαρή» ελληνική έξοδο από το Μνημόνιο, ανάλογη εκείνης που πέτυχαν η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Πώς οι ίδιοι οι πρώιμοι πανηγυρισμοί της απελευθέρωσης από τα μνημονιακά δεσμά θα εξαργυρώνονταν από τις αγορές ως εμπόδια για την υλοποίησή τους. Ή πώς και το πολιτικό επιχείρημα («διευκολύνετέ μας, γιατί αλλιώς θα έχετε να κάνετε με τον ΣΥΡΙΖΑ») θα αποδεικνυόταν μικρής ανταλλακτικής αξίας στις ευρω-διαπραγματεύσεις, αφού οι Ευρωπαίοι δείχνουν αποφασισμένοι να το «ρισκάρουν».
Μα είναι, προπάντων, ένα πρόβλημα πολιτικό που παρουσιάζει αυτή η εκλογική στρατηγική του «τέλους του Μνημονίου». Λάθος «κατασκευαστικό». Είναι λάθος στρατηγική, γιατί ερμηνεύει λάθος τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ, τις αιτίες, τις πηγές και τα όριά της.
Νομίζουν ότι η πηγή της όποιας εκλογικής δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ είναι το Μνημόνιο, η τρόικα, ο θυμός, η «αντιμνημονιακή αγανάκτηση». Αλλά, στην πραγματικότητα, ο άνεμος που φουσκώνει τα πανιά του είναι η απόρριψη του παλιού πολιτικού συστήματος και των δύο κομμάτων εξουσίας, η ηθική τους απαξία, η διάθεση «τιμωρίας» τους, σαν για να αποκαθαρθούν έτσι και οι αμαρτίες του ίδιου του εκλογικού σώματος. Το πιο πετυχημένο σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν κάποιο από τα αντιμνημονιακά του εμβατήρια, αλλά εκείνο το προεκλογικό «ή εμείς ή αυτοί», που έδειχνε με το δάχτυλο τους εχθρούς και κινητοποιούσε μηχανισμούς λύτρωσης και απενοχοποίησης των υπολοίπων.
Ο,τι έκανε, λοιπόν, η κυβέρνηση από τον Ιούνιο κι ύστερα - ο παταγώδης ανασχηματισμός που έφερε στη βιτρίνα τους αστέρες της «Δεξιάς των τηλεπαραθύρων», οι επικοινωνιακοί αυτοσχεδιασμοί που μετέθεταν τα ραντεβού με τους τροϊκανούς στο Παρίσι, η μεταρρυθμιστική αμφιθυμία, η βιασύνη για εξαγγελίες μέτρων φορολογικής ανακούφισης πριν αυτά σχεδιαστούν, η υπερεπένδυση στο καλό σενάριο της «καθαρής εξόδου», που ηττήθηκε όχι στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές αλλά στο πεδίο των αγορών που έκλεισαν πριν ανοίξουν, μέχρι τα πιο πρόσφατα επικοινωνιακά δυστυχήματα με τον ΕΝΦΙΑ και τις δόσεις του -, όλα λειτουργούσαν σαν για να ενισχύσουν την καθοδική δυναμική. Ενώ ξεκινούσαν με την πρόθεση να ντύσουν το σημερινό κυβερνητικό σχήμα με τη λεοντή του Ηρακλή που νίκησε το Μνημόνιο και έδιωξε την τρόικα, κατέληγαν να αποδυναμώνουν την αξιοπιστία του, να υπενθυμίζουν τους παλιούς τρόπους και τις παλιές αμαρτίες της πολιτικής, να επιβεβαιώνουν δηλαδή το βασικό επιχείρημα των αντιπάλων τους.
Μεταφέρω από μνήμης, όσο πιο πιστά μπορώ, την παρουσίαση της θεωρίας, όπως την πρωτοάκουσα από οπαδό της, πάει πάνω από ένας χρόνος: «Ποιος ΣΥΡΙΖΑ; Ας προηγείται όσο θέλει στις δημοσκοπήσεις, ας κερδίσει και τις ευρωεκλογές. Την κρίσιμη στιγμή, τον Φεβρουάριο του 2015, όταν η Βουλή θα ψηφίζει για Πρόεδρο, το Μνημόνιο θα έχει πια τελειώσει, η τρόικα θα έχει φύγει και μάλιστα θα την έχει διώξει ο Σαμαράς, όχι ο Τσίπρας. Ε, λοιπόν, τότε, χωρίς Μνημόνιο απέναντί του και ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξεφουσκώσει σαν μπαλόνι παιδικού πάρτι...»
Ολες οι κινήσεις της κυβέρνησης, ιδίως από την επομένη των ευρωεκλογών, αυτή τη θεωρία υλοποιούν, αυτή τη στρατηγική υπηρετούν. Να αφαιρέσει από τον αντίπαλo το επιχείρημα του Μνημονίου. Να εμφανιστεί η σημερινή κυβέρνηση ως ο Ηρακλής-που-έσχισε-το-Μνημόνιο-και-νίκησε- την-τρόικα.
Ωραία ιδέα, αλλά σκοντάφτει σε δύο προβλήματα.
Το ένα είναι πρακτικής φύσης, αφορά δυσκολίες που δεν είχαν προβλεφθεί: Πώς η διεθνής συγκυρία, η νέα πτώση της ευρωπαϊκής οικονομίας, το νέο κύμα φόβου που ριγεί τις «αγορές» και περιορίζει τη διάθεση για επενδύσεις με ρίσκο, δυσκολεύει την πανηγυρική - όπως τη φαντάζονταν - έξοδο από τη μνημονιακή επιτήρηση στην ελευθερία της αγοράς. Πώς δεύτερες σκέψεις βάζουν εμπόδια σε μια «καθαρή» ελληνική έξοδο από το Μνημόνιο, ανάλογη εκείνης που πέτυχαν η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Πώς οι ίδιοι οι πρώιμοι πανηγυρισμοί της απελευθέρωσης από τα μνημονιακά δεσμά θα εξαργυρώνονταν από τις αγορές ως εμπόδια για την υλοποίησή τους. Ή πώς και το πολιτικό επιχείρημα («διευκολύνετέ μας, γιατί αλλιώς θα έχετε να κάνετε με τον ΣΥΡΙΖΑ») θα αποδεικνυόταν μικρής ανταλλακτικής αξίας στις ευρω-διαπραγματεύσεις, αφού οι Ευρωπαίοι δείχνουν αποφασισμένοι να το «ρισκάρουν».
Μα είναι, προπάντων, ένα πρόβλημα πολιτικό που παρουσιάζει αυτή η εκλογική στρατηγική του «τέλους του Μνημονίου». Λάθος «κατασκευαστικό». Είναι λάθος στρατηγική, γιατί ερμηνεύει λάθος τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ, τις αιτίες, τις πηγές και τα όριά της.
Νομίζουν ότι η πηγή της όποιας εκλογικής δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ είναι το Μνημόνιο, η τρόικα, ο θυμός, η «αντιμνημονιακή αγανάκτηση». Αλλά, στην πραγματικότητα, ο άνεμος που φουσκώνει τα πανιά του είναι η απόρριψη του παλιού πολιτικού συστήματος και των δύο κομμάτων εξουσίας, η ηθική τους απαξία, η διάθεση «τιμωρίας» τους, σαν για να αποκαθαρθούν έτσι και οι αμαρτίες του ίδιου του εκλογικού σώματος. Το πιο πετυχημένο σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν κάποιο από τα αντιμνημονιακά του εμβατήρια, αλλά εκείνο το προεκλογικό «ή εμείς ή αυτοί», που έδειχνε με το δάχτυλο τους εχθρούς και κινητοποιούσε μηχανισμούς λύτρωσης και απενοχοποίησης των υπολοίπων.
Ο,τι έκανε, λοιπόν, η κυβέρνηση από τον Ιούνιο κι ύστερα - ο παταγώδης ανασχηματισμός που έφερε στη βιτρίνα τους αστέρες της «Δεξιάς των τηλεπαραθύρων», οι επικοινωνιακοί αυτοσχεδιασμοί που μετέθεταν τα ραντεβού με τους τροϊκανούς στο Παρίσι, η μεταρρυθμιστική αμφιθυμία, η βιασύνη για εξαγγελίες μέτρων φορολογικής ανακούφισης πριν αυτά σχεδιαστούν, η υπερεπένδυση στο καλό σενάριο της «καθαρής εξόδου», που ηττήθηκε όχι στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές αλλά στο πεδίο των αγορών που έκλεισαν πριν ανοίξουν, μέχρι τα πιο πρόσφατα επικοινωνιακά δυστυχήματα με τον ΕΝΦΙΑ και τις δόσεις του -, όλα λειτουργούσαν σαν για να ενισχύσουν την καθοδική δυναμική. Ενώ ξεκινούσαν με την πρόθεση να ντύσουν το σημερινό κυβερνητικό σχήμα με τη λεοντή του Ηρακλή που νίκησε το Μνημόνιο και έδιωξε την τρόικα, κατέληγαν να αποδυναμώνουν την αξιοπιστία του, να υπενθυμίζουν τους παλιούς τρόπους και τις παλιές αμαρτίες της πολιτικής, να επιβεβαιώνουν δηλαδή το βασικό επιχείρημα των αντιπάλων τους.