Τα αίτια της ανόδου και η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυτγής
Στέργιος Καλπάκης, www.verianet.gr, Δημοσιευμένο: 2017-01-18
Καταρχήν, πιστεύω ότι σε κάθε ανάλυση που κάνουμε για το φαινόμενο της ανόδου της ακροδεξιάς στη χώρα μας θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψιν μας τα ιστορικά και ιδεολογικά αιτία. Αν το κάνουμε, θα δούμε ότι τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία της χώρας τη διαπερνά ένα διαχρονικό ρεύμα με αντικοινοβουλευτικά, αντικομουνιστικά, ακροδεξιά χαρακτηριστικά, το οποίο ξεκινάει πριν από τη διδακτορία του Μεταξά και μετά από πολλές στάσεις καταλήγει στην ομπρέλα της καραμανλικής Νέας Δημοκρατίας κατά τη μεταπολίτευση. Κάπως έτσι, φτάνουμε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όπου, με αφορμή το Μακεδονικό και μία σειρά ζητήματα που αφορούσαν την τοποθέτηση της χώρας στις εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης, έχουμε την εμφάνιση ενός νέου τύπου εθνικισμού, ο οποίος υπερβαίνει τα όρια της δεξιάς και διαπερνάει πλέον οριζόντια το πολιτικό σύστημα. Αρχικά η έξαρση του μεταναστευτικού ζητήματος και στη συνέχεια, η οικονομική κρίση και η κατάρρευση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τα παραδοσιακά κόμματα αποτέλεσαν τους καταλύτες για την αύξηση της επιρροής, ενός περιθωριακού -μέχρι το 2009- κόμματος.
Αν η επί δεκαετίες αδράνεια της πολιτείας είναι δεδομένη, αφού όχι μόνο δεν σταμάτησε τη δράση μιας παραστρατιωτικής οργάνωσης αλλά της επέτρεψε να συμμετάσχει στον κομματικό ανταγωνισμό, διεκδικώντας την ψήφο των πολιτών, η εκτίναξη των ποσοστών της Χ.Α. έχει να κάνει κυρίως με τις εξελίξεις στη δεξιά μετά το 2009. Συγκεκριμένα, η ανάδειξη του Αντώνη Σαμαρά σε πρόεδρο της Ν.Δ. συνοδεύτηκε από την ένταξη και ανάληψη ηγετικών πόστων από στελέχη με ακροδεξιές αντιλήψεις και την υιοθέτηση της αντίστοιχης θεματολογίας, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η αντιμνημονιακή –τότε- στάση της Ν.Δ. Με αυτό τον τρόπο, αποδαιμονοποιήθηκε η ακροδεξιά ατζέντα, στέλνοντας το μήνυμα σε δεξιούς ψηφοφόρους ότι αποτελεί μια κανονική εκλογική επιλογή. Βέβαια, η άνοδος της Χ.Α. δεν οφείλεται μόνο στις διεργασίες που συνέβησαν στη δεξιά αλλά και στην προσέλκυση νέων ηλιακά ψηφοφόρων, μέσω των θεωριών συνωμοσίας του διαδικτύου και μιας δήθεν αντισυστημικής δράσης αλλά και πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ ή των άλλων κομμάτων της αριστεράς, μέσω της εθνικοανεξαρτησιακής ρητορικής. Τέλος, σημαντικό μερίδιο ευθύνης ανήκει στα ΜΜΕ, καθώς όλοι θυμόμαστε τα ρεπορτάζ για χρυσαυγίτες που «προστάτευαν» ηλικιωμένους κατά την ανάληψη της σύνταξής τους από το ATM αλλά και σε ένα ισχυρό λούμπεν τμήμα της εγχώριας επιχειρηματικής τάξης που απευθύνθηκε στα τάγματα της Χ.Α. για την «επίλυση» ενδοεπιχειρηματικών διαφορών και την τρομοκράτηση εργαζομένων.
Μετά από μια σειρά δολοφονικών επιθέσεων, με τραγική κατάληξη τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η πολιτεία έδειξε να «ξυπνάει». Έστω κι αργά, έγιναν κάποια σημαντικά βήματα. Υπήρξαν προφυλακίσεις ηγετικών και ανώτερων στελεχών, ενώ στις 20 Απριλίου 2015 ξεκίνησε η δίκη της Χ.Α. με τις κατηγορίες εναντίον της να αφορούν ποινικά αδικήματα, όπως ανθρωποκτονίες, απόπειρες ανθρωποκτονιών, σωματικές βλάβες, ληστείες, εμπρησμούς, πλαστογραφίες κλπ., στο πλαίσιο μιας δομημένης εγκληματικής οργάνωσης, την οποία συντόνισαν ή/και εντάχθηκαν ο αρχηγός, οι βουλευτές, ανώτερα στελέχη και μέλη της. Όλα αυτά συνέβησαν ενώ είχε ήδη ψηφιστεί, με καθυστέρηση και ενστάσεις για περιορισμό της ελευθερίας διατύπωσης γνώμης, ο αντιρατσιστικός νόμος. Με αυτό τον τρόπο, ανακόπηκε η πορεία της Χ.Α. προς το διψήφιο ποσοστό, χωρίς ωστόσο να υπάρξει σημαντική υποχώρηση των ποσοστών της, καθώς οι αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις δημιούργησαν προϋποθέσεις σταθεροποίησής της ως εκλογική επιλογή για ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων.
Ερχόμαστε λοιπόν στο σήμερα. Κατά την άποψή μου, τα εγκαίνια των γραφείων της Χ.Α. στη Βέροια, στα οποία παρεμπιπτόντως παρευρέθηκαν λιγοστοί έως ελάχιστοι, είναι μόνο ένα επεισόδιο σε έναν νέο κύκλο οργανωτικής ανασυγκρότησης, φασιστικής δράσης και εν τέλει, ενίσχυσης της Χ.Α., ο οποίος έχει ανοίξει εδώ και ένα χρόνο περίπου. Έχει προηγηθεί μία σειρά επεισοδίων και καταστροφών σε χώρους φιλοξενίας προσφύγων, η εισβολή στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ, ενώ μόλις χθες, δάσκαλοι και γονείς δέχτηκαν επίθεση σε σχολείο του Περάματος λόγω της απόφασής τους να δεχτούν προσφυγόπουλα.
Οι λόγοι είναι συγκεκριμένοι. Ο βασικότερος είναι η διεθνής συγκυρία και συγκεκριμένα η προσφυγική κρίση της περιόδου 2015-2016 και η ενίσχυση της ακροδεξιάς – ξενοφοβικής ατζέντας σε μια σειρά χώρες του δυτικού κόσμου, με κορυφαία παραδείγματα την νίκη Τραμπ στις ΗΠΑ και την επικράτηση του Brexit στο βρετανικό δημοψήφισμα.
Υπάρχουν όμως μεγάλες ευθύνες και στο εσωτερικό της χώρας. Ο πρώτος λόγος αφορά τη δίκη της Χ.Α. και τον αδικαιολόγητα αργό ρυθμό με τον οποίο διεξάγεται, με αποτέλεσμα, τρία και πλέον χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, να μην έχουν αποδοθεί ακόμη ευθύνες, ενώ ο ηγετικός πυρήνας έχει αποφυλακιστεί και οργανώνει ανενόχλητος το κόμμα.
Ο δεύτερος αφορά τις ευθύνες των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Δε θα αναφερθώ εκτενώς στη συμβίωση με χρυσαυγίτες στις πλατείες των αγανακτισμένων, στους προπηλακισμούς πολιτικών αντιπάλων, στην απαξίωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, στη διχαστική ρητορική «πατριώτες – προδότες» αλλά στις ευθύνες τους ως κυβέρνηση. Καταρχήν, είναι τουλάχιστον υποκριτική η ανησυχία του ΣΥΡΙΖΑ για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, όταν από επιλογή συγκυβερνά με ένα κόμμα που έχει χαιρετίσει όλες τις επιτυχίες της ακροδεξιάς, από το Brexit έως τη νίκη Τραμπ. Δε μπορούμε φυσικά να ξεχάσουμε την πρώην Πρόεδρο της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, να μιλάει για μη νόμιμη συγκρότηση το σώματος χωρίς τη χορήγηση άδειας στους προφυλακισμένους –τότε- χρυσαυγίτες βουλευτές. Αυτή η σύγκλιση κορυφώθηκε στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, όπου ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και Χ.Α., ως ενιαία παράταξη, διεκδίκησαν και πέτυχαν την επικράτηση του «ΟΧΙ». Μάλιστα, η μετέπειτα κωλοτούμπα της κυβέρνησης έδωσε στη Χ.Α. την ευκαιρία να εμφανίζεται ως ο γνήσιος εκφραστής του προδομένου «ΟΧΙ» και να εκμεταλλεύεται τη διαρροή ψηφοφόρων από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αν η αποδαιμονοποίηση της Χ.Α. και γενικά της ακροδεξιάς ατζέντας γινόταν μέχρι πρότινος έμμεσα, πλέον το ξέπλυμα γίνεται απροκάλυπτα. Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την κοινή εμφάνιση υπουργών και στελεχών των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με χρυσαυγίτες στο Καστελόριζο αλλά και τις πρόσφατες δηλώσεις του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης, Νίκου Παρασκευόπουλου, για σύγκλιση με τη Χ.Α.;
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το φαινόμενο είναι πολυπαραγοντικό και έχει να κάνει με ιστορικούς και συγκυριακούς λόγους, διεθνείς εξελίξεις και εγχώριες ευθύνες. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για την αντιμετώπισή του. Σίγουρα είναι επίκαιρη η φράση του Ηλία Ηλιού «Θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα», γι’ αυτό, πρώτον, θα πρέπει να συνεχιστεί με ταχείς ρυθμούς η δίκη της Χ.Α., δεύτερον, η αστυνομία οφείλει να προστατεύει τους πολίτες από τη βία της Χ.Α. και τρίτον, όποτε χρειάζεται, να αξιοποιούνται οι διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου, όπως ακριβώς πράξαμε ως Δίκτυο Αλληλεγγύης του Δήμου Βέροιας, καταθέτοντας μηνυτήρια αναφορά για ρατσιστικό και ψευδές δημοσίευμα τοπικού blog αναφορικά με τους πρόσφυγες που φιλοξενούνται στο Δήμο.
Την ίδια ώρα, η διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος πρέπει να βασίζεται σε δύο πυλώνες. Από τη μία, αλληλεγγύη και ανθρωπισμός απέναντι στους πρόσφυγες κι απ’ την άλλη ασφάλεια και ενημέρωση των ντόπιων κατοίκων.
Επίσης, μια σειρά μεταρρυθμίσεων που να αφορούν την εξυγίανση του πολιτικού συστήματος σε συνδυασμό με την αναγκαία ανανέωση του πολιτικού προσωπικού στα δημοκρατικά κόμματα θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Η κρισιμότερη όμως μάχη δίνεται σε επίπεδο ιδεολογικής ηγεμονίας στην κοινωνία. Αυτό το έχουν καταλάβει οι πολίτες της Βέροιας, αφού, όταν ο Δήμος κλήθηκε να φιλοξενήσει πρόσφυγες, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, όπως εκπροσωπείται στο Δημοτικό Συμβούλιο και μέσω των μαζικότερων φορέων, τάχθηκε υπέρ του κέντρου φιλοξενίας και διαμόρφωσε έγκαιρα ένα ρεύμα απομόνωσης των ακροδεξιών, το οποίο είναι ισχυρό μέχρι σήμερα, καθιστώντας τη Βέροια, πόλη-υπόδειγμα ως προς τη φιλοξενία των προσφύγων.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται φυσικά οι μαζικές αντιφασιστικές εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις, μακριά όμως από τη λογική της βίαιης σύγκρουσης, την οποία προωθούν οι αντιεξουσιαστές και ορισμένοι αριστεριστές, οι οποίοι προφανώς ζουν στο Δεκέμβρη του 1944 και όχι στο 2017. Εκεί νομίζω εντοπίζεται και η αδυναμία της αντιφασιστικής συγκέντρωσης του περασμένου Σαββάτου να αποκτήσει μαζικό χαρακτήρα, με τις ευθύνες των δημοκρατικών κομμάτων και φορέων να είναι δεδομένες για την αδράνεια που επιδείξαμε, με αποτέλεσμα, σε άλλη μία αντιφασιστική δράση, το πρώτο λόγο να έχουν οι αντιεξουσιαστές.