Γέφυρα η κρίση
Μπορούμε να περάσουμε σε μια νέα, λογική οργάνωση της οικονομίας;
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-04-08
Είναι καλό ότι συνήλθαν στις 2 Απριλίου οι ηγέτες των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. Οι αποφάσεις τους μπορεί να φέρουν αποτελέσματα ωφέλιμα: οπωσδήποτε οι πρόσθετοι πόροι που θα διατεθούν, μέσω του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κυρίως, όπου σε Ανατολική Ευρώπη, Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική εξωτερικά ελλείμματα εκρήγνυνται, νομίσματα καταρρέουν, ο δανεισμός γίνεται αδύνατος και η φτώχεια απειλητική. Αλλά και τα όσα διακήρυξαν οι «20» για τη θέσπιση κανόνων ρύθμισης και εποπτείας στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα μέσω του Συμβουλίου που ίδρυσαν, για τη στήριξη του διεθνούς εμπορίου και την αποτροπή εθνικών προστατευτικών μέτρων, για τη μεταρρύθμιση των διεθνών οργανισμών με αυξημένη συμμετοχή των παραγκωνισμένων ώς τώρα αναπτυσσόμενων χωρών, εφόσον τηρηθούν και προχωρήσουν. Είναι καλό ότι για δεύτερη φορά αφ΄ ότου ξέσπασε η κρίση οι ηγέτες των μεγάλων, πλουσίων και αναπτυσσομένων κρατών συζήτησαν τις πολιτικές που ακολουθούν, επίσης ότι συμφώνησαν να συναντηθούν ξανά εντός του έτους. Χωρίς τη συνεννόηση και τον συντονισμό που έχουν επιτύχει η κατάσταση θα ήταν πολύ πιο επικίνδυνη.
Πολιτικές ικανές να αντιστρέψουν τη γενικευμένη παγκόσμια οικονομική επιδείνωση δεν ήταν όμως σε θέση να αποφασίσουν οι «20». Η κρίση βαθαίνει. Παντού η παραγωγή συρρικνώνεται, οι άνεργοι αυξάνονται κατά εκατομμύρια κάθε μήνα, τα εισοδήματα πέφτουν. Πέρα από τη μεγάλη διεύρυνση των δημοσίων ελλειμμάτων καθώς αυξάνονται οι πληρωμές κοινωνικών επιδομάτων ενώ τα φορολογικά έσοδα μειώνονται, η έκτακτη στήριξη της ζήτησης μέσω των κρατικών προϋπολογισμών (στο 1,8% του ΑΕΠ των «20» την υπολογίζει για φέτος το ΔΝΤ με δεδομένη την υστέρηση της Ευρώπης σε ένα 1%), φαίνεται μέχρι τώρα μόνο να περιορίζει την καταστροφή παραγωγικού δυναμικού και θέσεων εργασίας που αλλιώς θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Αμφίβολες ακούγονται άλλωστε αισιόδοξες εκτιμήσεις ότι μέσα στο 2010 θα αρχίσει η ανάκαμψη. Ηλικία μόλις επτά μηνών έχει η κρίση, αν πάρουμε σαν αφετηρία τη χρεοκοπία της Λέμαν στις 15 Σεπτεμβρίου πέρυσι, και έκτοτε σε κάθε νέα οικονομική έκθεση που δημοσιεύεται οι προβλέψεις χειροτερεύουν. Στις ίδιες εκθέσεις υποστηρίζεται ότι έξοδος από την κρίση δεν θα υπάρξει όσο δεν εξυγιαίνεται το τραπεζικό σύστημα για να αναλάβει και πάλι την ομαλή χρηματοδότηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Μεγάλοι δημόσιοι πόροι έχουν διατεθεί για τον σκοπό αυτό ήδη (σε 4 τρισ. δολάρια τους εκτιμά το ΔΝΤ), αποσπασματικά και με διαφορετικούς όρους από κάθε κυβέρνηση, αλλά οι τράπεζες εξακολουθούν να πάσχουν. Διάφορα σχέδια δοκιμάζονται, με τελευταίο αυτό της σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα για την εξαγορά απαξιωμένων τίτλων που ανήγγειλε ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τιμ Γκάιθνερ.
Το τραπεζικό σύστημα ωστόσο, το χρηματοπιστωτικό σύστημα γενικότερα όπως γιγαντώθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια, ήταν αυτό που γέννησε την κρίση. Μπορεί τώρα με τις κατάλληλες- που σημαίνει τεράστιες επιπρόσθετες- κεφαλαιακές ενισχύσεις να αποκατασταθεί στην ίδια λειτουργία όπως πριν, απλώς κάτω από αυστηρότερους κανόνες που θα αποτρέπουν καταχρήσεις και υπερβολές; Το ερώτημα αυτό δεν έχει αρχίσει ακόμα να συζητείται σοβαρά, σε επίπεδο πολιτικών ηγεσιών τουλάχιστον. «Όχι» απαντούν ωστόσο ενστικτωδώς ολοένα περισσότεροι πολίτες, εργαζόμενοι, άνεργοι, που υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης, και βροντοφώναξαν δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα. «Όχι» απαντούν άλλωστε επίσης κριτικά σκεπτόμενοι επιστήμονες. Το επιχείρημα συνόψιζε (προχθές στην ιστοσελίδα οpenDemocracy) η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια Σάσκια Σάσεν: Η παγκόσμια αξία των χρηματοπιστωτικών τίτλων, χρέους δηλαδή, είχε φτάσει τον Σεπτέμβριο του 2008 τα 160 τρισ. δολάρια, τρεισήμισι φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ. Τριάντα χρόνια τώρα το χρηματοπιστωτικό σύστημα μεγιστοποιούσε τα κέρδη του και αναπτυσσόταν αντλώντας αξίες από όλους τους άλλους τομείς της οικονομίας. Αλλά όταν ξεσπούσε η κρίση είχε φτάσει στα όριά του. Δεν υπάρχουν πια αρκετοί πόροι στην πραγματική οικονομία για να το καλύψουν. Η κρίση μπορεί έτσι να χρησιμεύσει σαν γέφυρα προς μια διαφορετική οργάνωση της οικονομίας με επίκεντρο την εργασία που χρειάζεται για να καλυφθούν οι μεγάλες ανάγκες στέγασης και διατροφής του πληθυσμού της Γης, για καθαρό νερό, πόλεις περιβαλλοντικά συμβατές, βιώσιμη γεωργία, υγειονομική περίθαλψη για όλους. Αν καταγράψουμε όλες τις δουλειές που πρέπει να γίνουν, η έννοια της μαζικής ανεργίας χάνει κάθε νόημα, γράφει η Σάσεν.
Δεν πρόκειται για ουτοπία, αλλά για τη λογική. Η στρατηγική για να διαβούμε μια τέτοια γέφυρα θέλει μεγάλες πολιτικές προσπάθειες σε όλον τον κόσμο, κινημάτων, δικτύων, κοινωνικών οργανώσεων, ερευνητών, δημοκρατικών κυβερνήσεων. Στην κρίση όμως θα ζήσουμε καιρό και πρωτοβουλίες σε αυτήν την κατεύθυνση ήδη έχουν αναληφθεί. Εφόσον εδραιωθεί η συνεργασία που εγκαινίασαν οι «20», το έδαφος δεν θα είναι εχθρικό για να αναπτυχθούν.
Πολιτικές ικανές να αντιστρέψουν τη γενικευμένη παγκόσμια οικονομική επιδείνωση δεν ήταν όμως σε θέση να αποφασίσουν οι «20». Η κρίση βαθαίνει. Παντού η παραγωγή συρρικνώνεται, οι άνεργοι αυξάνονται κατά εκατομμύρια κάθε μήνα, τα εισοδήματα πέφτουν. Πέρα από τη μεγάλη διεύρυνση των δημοσίων ελλειμμάτων καθώς αυξάνονται οι πληρωμές κοινωνικών επιδομάτων ενώ τα φορολογικά έσοδα μειώνονται, η έκτακτη στήριξη της ζήτησης μέσω των κρατικών προϋπολογισμών (στο 1,8% του ΑΕΠ των «20» την υπολογίζει για φέτος το ΔΝΤ με δεδομένη την υστέρηση της Ευρώπης σε ένα 1%), φαίνεται μέχρι τώρα μόνο να περιορίζει την καταστροφή παραγωγικού δυναμικού και θέσεων εργασίας που αλλιώς θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Αμφίβολες ακούγονται άλλωστε αισιόδοξες εκτιμήσεις ότι μέσα στο 2010 θα αρχίσει η ανάκαμψη. Ηλικία μόλις επτά μηνών έχει η κρίση, αν πάρουμε σαν αφετηρία τη χρεοκοπία της Λέμαν στις 15 Σεπτεμβρίου πέρυσι, και έκτοτε σε κάθε νέα οικονομική έκθεση που δημοσιεύεται οι προβλέψεις χειροτερεύουν. Στις ίδιες εκθέσεις υποστηρίζεται ότι έξοδος από την κρίση δεν θα υπάρξει όσο δεν εξυγιαίνεται το τραπεζικό σύστημα για να αναλάβει και πάλι την ομαλή χρηματοδότηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Μεγάλοι δημόσιοι πόροι έχουν διατεθεί για τον σκοπό αυτό ήδη (σε 4 τρισ. δολάρια τους εκτιμά το ΔΝΤ), αποσπασματικά και με διαφορετικούς όρους από κάθε κυβέρνηση, αλλά οι τράπεζες εξακολουθούν να πάσχουν. Διάφορα σχέδια δοκιμάζονται, με τελευταίο αυτό της σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα για την εξαγορά απαξιωμένων τίτλων που ανήγγειλε ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τιμ Γκάιθνερ.
Το τραπεζικό σύστημα ωστόσο, το χρηματοπιστωτικό σύστημα γενικότερα όπως γιγαντώθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια, ήταν αυτό που γέννησε την κρίση. Μπορεί τώρα με τις κατάλληλες- που σημαίνει τεράστιες επιπρόσθετες- κεφαλαιακές ενισχύσεις να αποκατασταθεί στην ίδια λειτουργία όπως πριν, απλώς κάτω από αυστηρότερους κανόνες που θα αποτρέπουν καταχρήσεις και υπερβολές; Το ερώτημα αυτό δεν έχει αρχίσει ακόμα να συζητείται σοβαρά, σε επίπεδο πολιτικών ηγεσιών τουλάχιστον. «Όχι» απαντούν ωστόσο ενστικτωδώς ολοένα περισσότεροι πολίτες, εργαζόμενοι, άνεργοι, που υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης, και βροντοφώναξαν δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα. «Όχι» απαντούν άλλωστε επίσης κριτικά σκεπτόμενοι επιστήμονες. Το επιχείρημα συνόψιζε (προχθές στην ιστοσελίδα οpenDemocracy) η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια Σάσκια Σάσεν: Η παγκόσμια αξία των χρηματοπιστωτικών τίτλων, χρέους δηλαδή, είχε φτάσει τον Σεπτέμβριο του 2008 τα 160 τρισ. δολάρια, τρεισήμισι φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ. Τριάντα χρόνια τώρα το χρηματοπιστωτικό σύστημα μεγιστοποιούσε τα κέρδη του και αναπτυσσόταν αντλώντας αξίες από όλους τους άλλους τομείς της οικονομίας. Αλλά όταν ξεσπούσε η κρίση είχε φτάσει στα όριά του. Δεν υπάρχουν πια αρκετοί πόροι στην πραγματική οικονομία για να το καλύψουν. Η κρίση μπορεί έτσι να χρησιμεύσει σαν γέφυρα προς μια διαφορετική οργάνωση της οικονομίας με επίκεντρο την εργασία που χρειάζεται για να καλυφθούν οι μεγάλες ανάγκες στέγασης και διατροφής του πληθυσμού της Γης, για καθαρό νερό, πόλεις περιβαλλοντικά συμβατές, βιώσιμη γεωργία, υγειονομική περίθαλψη για όλους. Αν καταγράψουμε όλες τις δουλειές που πρέπει να γίνουν, η έννοια της μαζικής ανεργίας χάνει κάθε νόημα, γράφει η Σάσεν.
Δεν πρόκειται για ουτοπία, αλλά για τη λογική. Η στρατηγική για να διαβούμε μια τέτοια γέφυρα θέλει μεγάλες πολιτικές προσπάθειες σε όλον τον κόσμο, κινημάτων, δικτύων, κοινωνικών οργανώσεων, ερευνητών, δημοκρατικών κυβερνήσεων. Στην κρίση όμως θα ζήσουμε καιρό και πρωτοβουλίες σε αυτήν την κατεύθυνση ήδη έχουν αναληφθεί. Εφόσον εδραιωθεί η συνεργασία που εγκαινίασαν οι «20», το έδαφος δεν θα είναι εχθρικό για να αναπτυχθούν.