Αλλαγή λογικής επιβάλλει η κρίση
Όλοι μετατοπίζονται, η Ελλάδα ακόμα όχι
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-04-22
Φρικτή θα είναι η φετινή χρονιά συρρίκνωσης της παγκόσμιας οικονομίας, έλεγε την περασμένη εβδομάδα στην αμερικανική Λέσχη του Τύπου ο γενικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Ντομινίκ Στρος- Καν. Διέκρινε τη δυνατότητα κάποιας ανάκαμψης το 2010, προειδοποιούσε όμως ότι θα εξαρτηθεί από τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν τώρα και προπάντων από το αν θα εξυγιανθεί ο τραπεζικός τομέας, πράγμα ακόμα αμφίβολο. Από την άλλη πλευρά πάντως ο Στρος - Καν δήλωνε ικανοποιημένος από τη σύνοδο των 20 στο Λονδίνο, από τον βαθμό διεθνούς συνεργασίας που επιτυγχάνεταισε αντίθεση με την ιστορική κρίση του 1930. Και ιδίως από τον τριπλασιασμό των πόρων του ΔΝΤ για τη χρηματοδότηση των χωρών με τα οξύτερα προβλήματα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ η αλλαγή λογικής στο ΔΝΤ: δεν υποστηρίζονται πια οι σκληροί όροι που τις προηγούμενες δεκαετίες έριχναν δραματικά το βιοτικό επίπεδο σε όσες χώρες αναγκάζονταν να ζητήσουν τη βοήθειά του. Αναγνωρίζοντας ότι η Πολωνία ή το Μεξικό π.χ. πλήττονται σφοδρά, χάνουν εισροές κεφαλαίων και αγορές για τις εξαγωγές τους, χωρίς διόλου να ευθύνονται οι δικές τους πολιτικές, και ασκώντας έμμεσα αυτοκριτική για το παρελθόν, ο Στρος- Καν επέμενε μάλιστα στην επιβολή κοινωνικών όρων στις συμφωνίες χρηματοδότησης που συνάπτει το Ταμείο. Ας έχουν, είπε, η Ουγγαρία ή το Πακιστάν μισή μονάδα του ΑΕΠ τους μεγαλύτερο έλλειμμα ώστε να στηρίξουν τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού τους. Θα βελτιώσουν έτσι και τις πιθανότητες επιτυχίας των προγραμμάτων τους.
Σημαντικές αλλαγές λογικής φέρνει άλλωστε η κρίση και στην Ευρώπη. Στον βρετανικό προϋπολογισμό που ανακοινώνεται σήμερα κεντρικό μέρος καταλαμβάνει μια νέα στρατηγική για την ανάπτυξη που φαίνεται να αντιστρέφει την αποκλειστική κυριαρχία των αγορών όπως επικρατούσε τις τελευταίες δεκαετίες επί Θάτσερ αλλά και Μπλερ. Στην έκθεση «Νέα βιομηχανία, νέα απασχόληση» που δημοσίευσε προχθές το υπουργείο Ανάπτυξης («επιχειρηματικής δραστηριότητας και ρυθμιστικής μεταρρύθμισης» ονομάζεται εκεί), η δημόσια παρέμβαση αποκτά καθοριστικό ρόλο για να αναπτυχθεί η «πράσινη» οικονομία (ενέργεια, μεταφορές, ηλεκτρικά/υβριδικά αυτοκίνητα, υγεία/φαρμακευτικά, βιοτεχνολογία, σύνθετα υλικά, ηλεκτρονικά πλαστικά) και να δημιουργηθούν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας τα επόμενα χρόνια, επενδύοντας σε υποδομές, εκπαίδευση και καινοτομία, αξιοποιώντας τις κρατικές προμήθειες, συντονίζοντας στην κατεύθυνση αυτή όλες τις δημόσιες πολιτικές. «Αν οι αγορές αποτυγχάνουν ή δεν λειτουργούν αποτελεσματικά, τότε έναν ρόλο πρέπει να παίξει το κράτος, όπως είδαμε στις χρηματοπιστωτικές αγορές» δηλώνει τώρα ο αρμόδιος υπουργός Πίτερ Μάντελσον, από τους πρωταγωνιστές της πολιτικής Μπλερ, επίτροπος στην Ε.Ε. για το Εμπόριο μέχρι τον περασμένο Οκτώβριο.
Παρόμοιο πνεύμα διατρέχει το σχέδιο κυβερνητικού προγράμματος της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας (SΡD), που παρουσίασε εγκαινιάζοντας την εκλογική εκστρατεία ο υποψήφιος καγκελάριος ΦρανκΒάλτερ Σταϊνμάιερ και αναμένεται να εγκριθεί στο συνέδριο του κόμματος τον Ιούνιο. Ιδιαίτερα συζητούνται εκεί οι προτεινόμενες αλλαγές στη φορολογική πολιτική, μεταξύ άλλων η αύξηση του ανώτατου συντελεστή από 45% σε 47% για εισοδήματα που υπερβαίνουν τα 125.000
ευρώ ως «συμβολή αλληλεγγύης» στην αύξηση των δημοσίων δαπανών για την παιδεία και την έρευνα στο 10% του ΑΕΠ ώς το 2015. Επίσης η επιβολή φόρου 0,5% έως 1,5% στις χρηματιστηριακές συναλλαγές άνω των 1.000 ευρώ, κατά το βρετανικό πρότυπο όπως αναφέρεται, που το SΡD θα επιδιώξει να θεσπισθεί και πανευρωπαϊκά.
Ανάμεσα σε αλλαγές λογικής προγραμματικών κειμένων και την ίδια την πολιτική οπωσδήποτε υπάρχει απόσταση που για να διανυθεί απαιτεί ώθηση από την κοινωνία. Για την ώρα μοιάζει δύσκολο, καθώς η απογοήτευση και η δυσπιστία των πολιτών εντείνεται στις συνθήκες της κρίσης, κυβερνήσεις και κόμματα ελάχιστα κινητοποιούν προς τα εκεί, όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις εν όψει των ευρωεκλογών. Χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες προσπάθειες για να διαγραφεί μια διέξοδος που να πείθει τον κόσμο.
Πολύ παραπάνω ισχύει αυτό σ΄ εμάς, όπου απέναντι στη συνεχή οικονομική επιδείνωση μόνο σπασμωδικές κινήσεις βλέπουμε. Μια ανάλογη «αλλαγή λογικής» διαπνέει την πρόσφατη έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος: αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο στις μεγάλες ανισότητες, απέναντι στην ακραία φτώχεια που πλήττει ολοένα περισσότερα παιδιά συνιστά να καθιερωθεί το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και εισηγείται γενικότερη ανακατανομή πόρων για να στηριχθούν οι ασθενέστεροι, η παιδεία και η ανάπτυξη. Την ανάγκη της διόλου δεν αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση: καθηλωμένη στην ιδεολογία αποκλειστικά των αγορών και της πάγιας μείωσης των φόρων, αναζητά απλώς έκτακτες φορολογίες για να καλύψει προσωρινά το διογκούμενο έλλειμμα. Ούτε από την αντιπολίτευση όμως προβάλλεται ένα ολοκληρωμένο μακρόπνοο κυβερνητικό πρόγραμμα, όπως του SΡD λόγου χάριν, ούτε καν ανοίγει στη χώρα μας μια οργανωμένη δημόσια συζήτηση για τα ζητήματα αυτά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ η αλλαγή λογικής στο ΔΝΤ: δεν υποστηρίζονται πια οι σκληροί όροι που τις προηγούμενες δεκαετίες έριχναν δραματικά το βιοτικό επίπεδο σε όσες χώρες αναγκάζονταν να ζητήσουν τη βοήθειά του. Αναγνωρίζοντας ότι η Πολωνία ή το Μεξικό π.χ. πλήττονται σφοδρά, χάνουν εισροές κεφαλαίων και αγορές για τις εξαγωγές τους, χωρίς διόλου να ευθύνονται οι δικές τους πολιτικές, και ασκώντας έμμεσα αυτοκριτική για το παρελθόν, ο Στρος- Καν επέμενε μάλιστα στην επιβολή κοινωνικών όρων στις συμφωνίες χρηματοδότησης που συνάπτει το Ταμείο. Ας έχουν, είπε, η Ουγγαρία ή το Πακιστάν μισή μονάδα του ΑΕΠ τους μεγαλύτερο έλλειμμα ώστε να στηρίξουν τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού τους. Θα βελτιώσουν έτσι και τις πιθανότητες επιτυχίας των προγραμμάτων τους.
Σημαντικές αλλαγές λογικής φέρνει άλλωστε η κρίση και στην Ευρώπη. Στον βρετανικό προϋπολογισμό που ανακοινώνεται σήμερα κεντρικό μέρος καταλαμβάνει μια νέα στρατηγική για την ανάπτυξη που φαίνεται να αντιστρέφει την αποκλειστική κυριαρχία των αγορών όπως επικρατούσε τις τελευταίες δεκαετίες επί Θάτσερ αλλά και Μπλερ. Στην έκθεση «Νέα βιομηχανία, νέα απασχόληση» που δημοσίευσε προχθές το υπουργείο Ανάπτυξης («επιχειρηματικής δραστηριότητας και ρυθμιστικής μεταρρύθμισης» ονομάζεται εκεί), η δημόσια παρέμβαση αποκτά καθοριστικό ρόλο για να αναπτυχθεί η «πράσινη» οικονομία (ενέργεια, μεταφορές, ηλεκτρικά/υβριδικά αυτοκίνητα, υγεία/φαρμακευτικά, βιοτεχνολογία, σύνθετα υλικά, ηλεκτρονικά πλαστικά) και να δημιουργηθούν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας τα επόμενα χρόνια, επενδύοντας σε υποδομές, εκπαίδευση και καινοτομία, αξιοποιώντας τις κρατικές προμήθειες, συντονίζοντας στην κατεύθυνση αυτή όλες τις δημόσιες πολιτικές. «Αν οι αγορές αποτυγχάνουν ή δεν λειτουργούν αποτελεσματικά, τότε έναν ρόλο πρέπει να παίξει το κράτος, όπως είδαμε στις χρηματοπιστωτικές αγορές» δηλώνει τώρα ο αρμόδιος υπουργός Πίτερ Μάντελσον, από τους πρωταγωνιστές της πολιτικής Μπλερ, επίτροπος στην Ε.Ε. για το Εμπόριο μέχρι τον περασμένο Οκτώβριο.
Παρόμοιο πνεύμα διατρέχει το σχέδιο κυβερνητικού προγράμματος της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας (SΡD), που παρουσίασε εγκαινιάζοντας την εκλογική εκστρατεία ο υποψήφιος καγκελάριος ΦρανκΒάλτερ Σταϊνμάιερ και αναμένεται να εγκριθεί στο συνέδριο του κόμματος τον Ιούνιο. Ιδιαίτερα συζητούνται εκεί οι προτεινόμενες αλλαγές στη φορολογική πολιτική, μεταξύ άλλων η αύξηση του ανώτατου συντελεστή από 45% σε 47% για εισοδήματα που υπερβαίνουν τα 125.000
ευρώ ως «συμβολή αλληλεγγύης» στην αύξηση των δημοσίων δαπανών για την παιδεία και την έρευνα στο 10% του ΑΕΠ ώς το 2015. Επίσης η επιβολή φόρου 0,5% έως 1,5% στις χρηματιστηριακές συναλλαγές άνω των 1.000 ευρώ, κατά το βρετανικό πρότυπο όπως αναφέρεται, που το SΡD θα επιδιώξει να θεσπισθεί και πανευρωπαϊκά.
Ανάμεσα σε αλλαγές λογικής προγραμματικών κειμένων και την ίδια την πολιτική οπωσδήποτε υπάρχει απόσταση που για να διανυθεί απαιτεί ώθηση από την κοινωνία. Για την ώρα μοιάζει δύσκολο, καθώς η απογοήτευση και η δυσπιστία των πολιτών εντείνεται στις συνθήκες της κρίσης, κυβερνήσεις και κόμματα ελάχιστα κινητοποιούν προς τα εκεί, όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις εν όψει των ευρωεκλογών. Χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες προσπάθειες για να διαγραφεί μια διέξοδος που να πείθει τον κόσμο.
Πολύ παραπάνω ισχύει αυτό σ΄ εμάς, όπου απέναντι στη συνεχή οικονομική επιδείνωση μόνο σπασμωδικές κινήσεις βλέπουμε. Μια ανάλογη «αλλαγή λογικής» διαπνέει την πρόσφατη έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος: αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο στις μεγάλες ανισότητες, απέναντι στην ακραία φτώχεια που πλήττει ολοένα περισσότερα παιδιά συνιστά να καθιερωθεί το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και εισηγείται γενικότερη ανακατανομή πόρων για να στηριχθούν οι ασθενέστεροι, η παιδεία και η ανάπτυξη. Την ανάγκη της διόλου δεν αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση: καθηλωμένη στην ιδεολογία αποκλειστικά των αγορών και της πάγιας μείωσης των φόρων, αναζητά απλώς έκτακτες φορολογίες για να καλύψει προσωρινά το διογκούμενο έλλειμμα. Ούτε από την αντιπολίτευση όμως προβάλλεται ένα ολοκληρωμένο μακρόπνοο κυβερνητικό πρόγραμμα, όπως του SΡD λόγου χάριν, ούτε καν ανοίγει στη χώρα μας μια οργανωμένη δημόσια συζήτηση για τα ζητήματα αυτά.