Οι ανισότητες του Ασφαλιστικού
Προτάσεις για ελάχιστη σύνταξη και ανταποδοτική από τα Ταμεία
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2008-01-30
Τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων έχουν απομακρύνει το Ασφαλιστικό από τις πρώτες γραμμές της επικαιρότητας. Αυτό ίσως να βολεύει την κυβέρνηση, καθώς ξαφνικά και απρόβλεπτα έχει βρεθεί αντιμέτωπη με προβλήματα εντελώς άλλης τάξης που υπονομεύουν την ίδια της την υπόσταση και συνοχή. Άλλωστε ο περίφημος «κοινωνικός διάλογος», τον οποίο επί καιρό εξήγγελλε και τελικά συγκάλεσε, αποδείχθηκε αδύνατο να διεξαχθεί, εφόσον με δική της ευθύνη έλειπαν οι στοιχειώδεις προϋποθέσεις: Μια αναλυτική καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης και η κατάθεση εναλλακτικών προτάσεων ικανών να αποτρέψουν την ενυπάρχουσα καταστροφική δυναμική, να διασφαλίσουν τις μελλοντικές συντάξεις σε κοινωνικά αποδεκτά επίπεδα για όλους. Οι σχετικές διαδικασίες φαίνεται να έχουν τελματωθεί, μεταρρύθμιση δεν διακρίνεται στον ορίζοντα πέρα από κάποιες ενδεχόμενες μικροπαρεμβάσεις που δεν θα αλλάξουν τα συνολικά δεδομένα. Πρωτοβουλίες δεν αναλαμβάνουν ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αφού άλλες είναι οι προτεραιότητές τους. Η επαναλαμβανόμενη από ειδικούς προειδοποίηση ότι όσο παρατείνεται η απραξία, οι όροι επίλυσης του Ασφαλιστικού επιδεινώνονται, κινδυνεύει να λειτουργεί πλέον όπως σε εκείνο το παραμύθι με τον βοσκό που φώναζε «λύκος, λύκος» και κανείς δεν τον άκουγε.
Διαγράφεται ωστόσο μια ελπίδα. Κάποιοι, λίγοι για την ώρα, αντιλαμβάνονται τη σημασία του θέματος, αρχίζουν να το συζητούν πιο οργανωμένα και συστηματικά, ενεργοποιούνται για να διευρύνουν μια τέτοια συζήτηση στην κοινωνία. Ο καθηγητής Τάσος Γιαννίτσης, υπουργός Εργασίας στη δεύτερη κυβέρνηση Σημίτη, έγραψε ένα βιβλίο όπου εξηγεί αναλυτικά τους όρους με τους οποίους τίθεται το πρόβλημα της χρηματοδότησης των συντάξεων σε σύνδεση με τις προοπτικές της οικονομίας, την κοινωνική τους διάσταση σε σύνδεση με τη φτώχεια, αλλά και τις ισχυρές αντιστάσεις που προβάλλονται σε κάθε απόπειρα λύσης- και στη δική του το 2001- επιχειρώντας να διαγράψει μια διέξοδο. Το βιβλίο συζήτησε με τον συγγραφέα σε μια καλή συγκέντρωση την περασμένη εβδομάδα ο Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας, ο γνωστός ΟΠΕΚ. Και σε δύο εβδομάδες θα παρουσιασθεί δημόσια με τη συμμετοχή της Μαριέττας Γιαννάκου, της Άννας Διαμαντοπούλου, του Γιάννη Δραγασάκη και του Γιάννη Στουρνάρα. Η σύνθεση του πάνελ, μια πρώην υπουργός της Ν.Δ. και δύο βουλευτές, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, όλοι με εμπειρία και γνώσεις στην κοινωνική πολιτική, και ακόμα ένας καθηγητής οικονομικών που συμμετείχε ενεργά στον σχεδιασμό της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, θα μπορούσε να υπερβεί τα συνηθισμένα όρια μιας βιβλιοπαρουσίασης, με μια γόνιμη ανταλλαγή απόψεων, όπως είναι αναγκαία αλλά λείπει κατά κανόνα ανάμεσα στα κόμματα.
Συζήτηση για το Ασφαλιστικό διοργάνωσε εξάλλου προχθές ένας άλλος όμιλος, γνωστός ιδίως για τις επεξεργασμένες προτάσεις για τη μεταρρύθμιση των ΑΕΙ που είχε καταθέσει πέρυσι και εξακολουθούν να βρίσκουν μεγάλη απήχηση, η Αριστερά Σήμερα (ΑΡΣΗ).
Εκεί, μεταξύ άλλων, παρουσιάσθηκαν οι ιδιομορφίες του ελληνικού συστήματος συντάξεων: Οι μεγάλες ανισότητες στους όρους συνταξιοδότησης που εφαρμόζονται σε διαφορετικές κατηγορίες εργαζομένων, αλλά και στη δημόσια χρηματοδότηση, από τον κρατικό προϋπολογισμό ή μέσα από τους λεγόμενους «κοινωνικούς πόρους», που λαμβάνουν διάφορα ασφαλιστικά ταμεία. Και η πολύ εκτεταμένη εισφοροδιαφυγή, η οποία μάλιστα ενθαρρύνεται από τις ισχύουσες ρυθμίσεις: διότι προϋπόθεση για να λάβει κάποιος την κατώτατη σύνταξη του ΙΚΑ είναι να έχει καταβάλει εισφορές δεκαπέντε ετών, αυτή η κατώτατη σύνταξη όμως δεν αυξάνεται καθόλου αν έχει μέχρι και οκτώ χρόνια εισφορών περισσότερα, αφού, για να είναι στοιχειωδώς βιώσιμη επιδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό ώστε να αντιστοιχεί σε 23 χρόνια εισφορών.
Προκύπτει έτσι το παράδοξο, στις διεθνείς συγκρίσεις η Ελλάδα να εμφανίζει τις πιο γενναιόδωρες συντάξεις (με 70% η κύρια και 20% η επικουρική επί των αποδοχών της τελευταίας πενταετίας, η πλήρης καθαρή σύνταξη της 35ετίας υπερβαίνει τον τελευταίο μισθό καθώς δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις, όταν ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 60%) και ταυτόχρονα στους περισσότερους να δίνει συντάξεις πολύ χαμηλές, εφόσον αδυνατούν να συγκεντρώσουν προϋποθέσεις πλήρους σύνταξης. Διαπιστώθηκε πως οι στρεβλώσεις αυτές μαζί με την προβληματική αντιπροσώπευση των συμφερόντων των ασφαλισμένων (κυριαρχεί ο λόγος των ευνοουμένων, νέοι, άνεργοι, υποασφαλιζόμενοι απουσιάζουν) έχουν αποκλείσει μέχρι σήμερα κάθε σοβαρή αντιμετώπιση του Ασφαλιστικού στην ευρύτερη κοινή γνώμη. Ένας μελετητής του Ασφαλιστικού, ο επίκουρος καθηγητής στο ΟΠΑ Μάνος Ματσαγγάνης, έθεσε προς συζήτηση μια ρηξικέλευθη πρόταση:
Το σύνολο των δημόσιων πόρων που ενισχύουν τα ασφαλιστικά ταμεία, και φθάνουν σήμερα το 4% του ΑΕΠ, να διατεθεί για τη χορήγηση μιας «σύνταξης του πολίτη» προς όλους όσους φθάνουν το όριο ηλικίας, χωρίς προϋποθέσεις. Οι επιπλέον συντάξεις από τα ασφαλιστικά ταμεία να χορηγούνται με όρους αυστηρά ανταποδοτικούς. Θα θεσπιζόταν έτσι ένα ισχυρό κίνητρο για να καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, αφού όλες θα «πιάνουν τόπο», ακόμα και οι κάτω των 15 ετών που χάνονται σήμερα. Και θα εξαλειφόταν η σημερινή ανισότητα και αδικία στην κατανομή των δημόσιων πόρων.
Διαγράφεται ωστόσο μια ελπίδα. Κάποιοι, λίγοι για την ώρα, αντιλαμβάνονται τη σημασία του θέματος, αρχίζουν να το συζητούν πιο οργανωμένα και συστηματικά, ενεργοποιούνται για να διευρύνουν μια τέτοια συζήτηση στην κοινωνία. Ο καθηγητής Τάσος Γιαννίτσης, υπουργός Εργασίας στη δεύτερη κυβέρνηση Σημίτη, έγραψε ένα βιβλίο όπου εξηγεί αναλυτικά τους όρους με τους οποίους τίθεται το πρόβλημα της χρηματοδότησης των συντάξεων σε σύνδεση με τις προοπτικές της οικονομίας, την κοινωνική τους διάσταση σε σύνδεση με τη φτώχεια, αλλά και τις ισχυρές αντιστάσεις που προβάλλονται σε κάθε απόπειρα λύσης- και στη δική του το 2001- επιχειρώντας να διαγράψει μια διέξοδο. Το βιβλίο συζήτησε με τον συγγραφέα σε μια καλή συγκέντρωση την περασμένη εβδομάδα ο Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας, ο γνωστός ΟΠΕΚ. Και σε δύο εβδομάδες θα παρουσιασθεί δημόσια με τη συμμετοχή της Μαριέττας Γιαννάκου, της Άννας Διαμαντοπούλου, του Γιάννη Δραγασάκη και του Γιάννη Στουρνάρα. Η σύνθεση του πάνελ, μια πρώην υπουργός της Ν.Δ. και δύο βουλευτές, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, όλοι με εμπειρία και γνώσεις στην κοινωνική πολιτική, και ακόμα ένας καθηγητής οικονομικών που συμμετείχε ενεργά στον σχεδιασμό της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, θα μπορούσε να υπερβεί τα συνηθισμένα όρια μιας βιβλιοπαρουσίασης, με μια γόνιμη ανταλλαγή απόψεων, όπως είναι αναγκαία αλλά λείπει κατά κανόνα ανάμεσα στα κόμματα.
Συζήτηση για το Ασφαλιστικό διοργάνωσε εξάλλου προχθές ένας άλλος όμιλος, γνωστός ιδίως για τις επεξεργασμένες προτάσεις για τη μεταρρύθμιση των ΑΕΙ που είχε καταθέσει πέρυσι και εξακολουθούν να βρίσκουν μεγάλη απήχηση, η Αριστερά Σήμερα (ΑΡΣΗ).
Εκεί, μεταξύ άλλων, παρουσιάσθηκαν οι ιδιομορφίες του ελληνικού συστήματος συντάξεων: Οι μεγάλες ανισότητες στους όρους συνταξιοδότησης που εφαρμόζονται σε διαφορετικές κατηγορίες εργαζομένων, αλλά και στη δημόσια χρηματοδότηση, από τον κρατικό προϋπολογισμό ή μέσα από τους λεγόμενους «κοινωνικούς πόρους», που λαμβάνουν διάφορα ασφαλιστικά ταμεία. Και η πολύ εκτεταμένη εισφοροδιαφυγή, η οποία μάλιστα ενθαρρύνεται από τις ισχύουσες ρυθμίσεις: διότι προϋπόθεση για να λάβει κάποιος την κατώτατη σύνταξη του ΙΚΑ είναι να έχει καταβάλει εισφορές δεκαπέντε ετών, αυτή η κατώτατη σύνταξη όμως δεν αυξάνεται καθόλου αν έχει μέχρι και οκτώ χρόνια εισφορών περισσότερα, αφού, για να είναι στοιχειωδώς βιώσιμη επιδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό ώστε να αντιστοιχεί σε 23 χρόνια εισφορών.
Προκύπτει έτσι το παράδοξο, στις διεθνείς συγκρίσεις η Ελλάδα να εμφανίζει τις πιο γενναιόδωρες συντάξεις (με 70% η κύρια και 20% η επικουρική επί των αποδοχών της τελευταίας πενταετίας, η πλήρης καθαρή σύνταξη της 35ετίας υπερβαίνει τον τελευταίο μισθό καθώς δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις, όταν ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 60%) και ταυτόχρονα στους περισσότερους να δίνει συντάξεις πολύ χαμηλές, εφόσον αδυνατούν να συγκεντρώσουν προϋποθέσεις πλήρους σύνταξης. Διαπιστώθηκε πως οι στρεβλώσεις αυτές μαζί με την προβληματική αντιπροσώπευση των συμφερόντων των ασφαλισμένων (κυριαρχεί ο λόγος των ευνοουμένων, νέοι, άνεργοι, υποασφαλιζόμενοι απουσιάζουν) έχουν αποκλείσει μέχρι σήμερα κάθε σοβαρή αντιμετώπιση του Ασφαλιστικού στην ευρύτερη κοινή γνώμη. Ένας μελετητής του Ασφαλιστικού, ο επίκουρος καθηγητής στο ΟΠΑ Μάνος Ματσαγγάνης, έθεσε προς συζήτηση μια ρηξικέλευθη πρόταση:
Το σύνολο των δημόσιων πόρων που ενισχύουν τα ασφαλιστικά ταμεία, και φθάνουν σήμερα το 4% του ΑΕΠ, να διατεθεί για τη χορήγηση μιας «σύνταξης του πολίτη» προς όλους όσους φθάνουν το όριο ηλικίας, χωρίς προϋποθέσεις. Οι επιπλέον συντάξεις από τα ασφαλιστικά ταμεία να χορηγούνται με όρους αυστηρά ανταποδοτικούς. Θα θεσπιζόταν έτσι ένα ισχυρό κίνητρο για να καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, αφού όλες θα «πιάνουν τόπο», ακόμα και οι κάτω των 15 ετών που χάνονται σήμερα. Και θα εξαλειφόταν η σημερινή ανισότητα και αδικία στην κατανομή των δημόσιων πόρων.