Τα λάθη, οι σκοπιμότητες και ο λογαριασμός στους νέους
Σάββας Ρομπόλης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2021-09-05
Λάθη στις εκτιμήσεις, παραποίηση σε έναν βαθμό και των στοιχείων επίσημων διεθνών και εγχώριων οργανισμών, σκοπιμότητες και εμμονές οδηγούν την κυβέρνηση σε μια ασφαλιστική παρέμβαση που θα ζημιώσει πολλαπλώς τη νέα γενιά, επισημαίνει, στην τελευταία του παρέμβαση, ο επίτιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββας Ρομπόλης μαζί με τον στενό του συνεργάτη στα ασφαλιστικά θέματα Βασίλη Μπέτση.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν οι Σ. Ρομπόλης και Β. Μπέτσης, “η νέα γενιά θα κληθεί όχι μόνο να διαχειριστεί τις εισφορές της, που θα υπόκεινται στους κινδύνους και τις αβεβαιότητες των χρηματιστηρίων, αλλά θα καταβάλει φορολογικά και το κόστος μετάβασης, που θα υπερβαίνει τα 80 δισ. ευρώ, αφού θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό”.
1. Κυβερνητικοί παράγοντες ισχυρίζονται λανθασμένα ότι εάν διατηρηθεί το σημερινό σύστημα επικουρικής ασφάλισης, τότε μετά από 30 χρόνια ο συντελεστής αναπλήρωσης θα μειωθεί από 16% σε 9,5%, σύμφωνα με την Εθνική Αναλογιστική Αρχή. Και αυτό γιατί, πρώτον, το σημερινό σύστημα είναι νοητής κεφαλαιοποίησης μηδενικού ελλείμματος και, δεύτερον, ο λόγος των συνταξιούχων προς τους εργαζομένους θα επιδεινωθεί σημαντικά στο μέλλον.
Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020, η οποία θα πρέπει να σημειωθεί ότι είχε γίνει με δυσμενέστερες δημογραφικές και οικονομικές υποθέσεις από αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη του υπό συζήτηση στη Βουλή νομοσχεδίου, η μέση επικουρική σύνταξη των μελλοντικών γενεών, σύμφωνα με τις αναλογιστικές προβολές της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, θα είναι κατά 15% υψηλότερη (225 ευρώ) σε σχέση με το σημερινό μέσο επίπεδο (195 ευρώ).
2. Επιπλέον, το επιχείρημα ότι ο συντελεστής αναπλήρωσης των μελλοντικών συντάξεων με το ισχύον σύστημα επικουρικής ασφάλισης θα μειωθεί από το 16% στο 9,5%, λόγω του γεγονότος ότι θα επιβαρυνθεί σημαντικά στο μέλλον ο λόγος συνταξιούχων προς ασφαλισμένους με την υπόθεση ότι οι ασφαλιστικές εισφορές παραμένουν σταθερές διαχρονικά, είναι λανθασμένο.
Κι’ αυτό γιατί ο απλοϊκός αυτός ισχυρισμός προϋποθέτει ότι ο συνολικός πληθυσμός παραμένει διαχρονικά σταθερός στα σημερινά επίπεδα μέχρι το 2070. Όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει, σύμφωνα με τις δημογραφικές προβολές της Eurostat, τις οποίες επικαλούνται τα κυβερνητικά στελέχη προκειμένου να υποστηρίξουν την αναγκαιότητα της πλήρους κεφαλαιοποίησης της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης.
Το κόστος μετάβασης θα ξεπεράσει τα 80 δισ.
3. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το κόστος μετάβασης είναι 56 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την πρόσφατη αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει το νομοσχέδιο, και ότι τα οφέλη από την επένδυση των εισφορών (χρημάτων) των ασφαλισμένων στα χρηματιστήρια θα προκαλέσουν όφελος 50 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα, κατά τους λανθασμένους ισχυρισμούς τους, οι φορολογούμενοι να χρειαστεί να πληρώσουν μόνο έξι δισ. ευρώ.
Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική, δεδομένου ότι τα 56 δισ. ευρώ κόστους μετάβασης υπολογίζονται με τις παραδοχές του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Αντίθετα, με βάση τις παραδοχές που προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Συντάξεων για τον υπολογισμό των υποχρεώσεων στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, το κόστος μετάβασης είναι 78 δισ. ευρώ (παρουσιάζεται στην αναλογιστική μελέτης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής) χωρίς να υπολογιστούν οι εγγυήσεις τις οποίες εγγυάται το νομοσχέδιο, όπως ρητά αναφέρεται στην αναλογιστική μελέτη. Αυτό σημαίνει ότι το κόστος μετάβασης υπερβαίνει τα 80 δισ. ευρώ.
Να σημειωθεί ότι τα 15 δισ. ευρώ που αναφέρουν οι κυβερνητικοί παράγοντες ως χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης κατευθύνονται αποκλειστικά και μόνο στην κύρια σύνταξη (εθνική και ανταποδοτική σύνταξη). Αντίθετα, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020, το ισχύον σύστημα επικουρικής ασφάλισης δεν επιβαρύνει καθόλου μέχρι το 2070 τον κρατικό προϋπολογισμό.
Τι καλείται να πληρώσει η νέα γενιά
4. Η πραγματικότητα την οποία απαιτείται να γνωρίζει η νέα γενιά είναι ότι με το σημερινό σύστημα επικουρικής ασφάλισης των νοητών ατομικών λογαριασμών θα λάβει κατά 15% υψηλότερες συντάξεις από το σημερινό επίπεδο, ενώ με το προτεινόμενο νομοσχέδιο θα κληθεί όχι μόνο να διαχειριστεί τις εισφορές της, που θα υπόκεινται στους κινδύνους και τις αβεβαιότητες των χρηματιστηρίων, αλλά θα καταβάλει φορολογικά και το κόστος μετάβασης, που θα υπερβαίνει τα 80 δισ. ευρώ, αφού θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.
Αντίθετα, με το ισχύον σύστημα η επικουρική σύνταξη και όχι η κύρια δεν επιβαρύνει καθόλου τα δημόσια οικονομικά της χώρας, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020, η οποία έχει εγκριθεί και από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Επιτροπή. Έτσι, αποδεικνύεται ότι στις συνθήκες των λανθασμένων επιχειρημάτων των κυβερνητικών παραγόντων και της προοπτικής των συνεπειών της πλήρους κεφαλαιοποίησης στη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας με την αύξηση του χρέους διαψεύδονται με τον πιο εύληπτο τρόπο οι προσδοκίες της νέας γενιάς, με την έννοια της βελτίωσης του βιοτικού της επιπέδου, σε σχέση με τη δεκαετία του 2010, της περιόδου της πανδημίας και των μελλοντικών κοινωνικο-οικονομικών της επιπτώσεων.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν οι Σ. Ρομπόλης και Β. Μπέτσης, “η νέα γενιά θα κληθεί όχι μόνο να διαχειριστεί τις εισφορές της, που θα υπόκεινται στους κινδύνους και τις αβεβαιότητες των χρηματιστηρίων, αλλά θα καταβάλει φορολογικά και το κόστος μετάβασης, που θα υπερβαίνει τα 80 δισ. ευρώ, αφού θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό”.
1. Κυβερνητικοί παράγοντες ισχυρίζονται λανθασμένα ότι εάν διατηρηθεί το σημερινό σύστημα επικουρικής ασφάλισης, τότε μετά από 30 χρόνια ο συντελεστής αναπλήρωσης θα μειωθεί από 16% σε 9,5%, σύμφωνα με την Εθνική Αναλογιστική Αρχή. Και αυτό γιατί, πρώτον, το σημερινό σύστημα είναι νοητής κεφαλαιοποίησης μηδενικού ελλείμματος και, δεύτερον, ο λόγος των συνταξιούχων προς τους εργαζομένους θα επιδεινωθεί σημαντικά στο μέλλον.
Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020, η οποία θα πρέπει να σημειωθεί ότι είχε γίνει με δυσμενέστερες δημογραφικές και οικονομικές υποθέσεις από αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη του υπό συζήτηση στη Βουλή νομοσχεδίου, η μέση επικουρική σύνταξη των μελλοντικών γενεών, σύμφωνα με τις αναλογιστικές προβολές της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, θα είναι κατά 15% υψηλότερη (225 ευρώ) σε σχέση με το σημερινό μέσο επίπεδο (195 ευρώ).
2. Επιπλέον, το επιχείρημα ότι ο συντελεστής αναπλήρωσης των μελλοντικών συντάξεων με το ισχύον σύστημα επικουρικής ασφάλισης θα μειωθεί από το 16% στο 9,5%, λόγω του γεγονότος ότι θα επιβαρυνθεί σημαντικά στο μέλλον ο λόγος συνταξιούχων προς ασφαλισμένους με την υπόθεση ότι οι ασφαλιστικές εισφορές παραμένουν σταθερές διαχρονικά, είναι λανθασμένο.
Κι’ αυτό γιατί ο απλοϊκός αυτός ισχυρισμός προϋποθέτει ότι ο συνολικός πληθυσμός παραμένει διαχρονικά σταθερός στα σημερινά επίπεδα μέχρι το 2070. Όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει, σύμφωνα με τις δημογραφικές προβολές της Eurostat, τις οποίες επικαλούνται τα κυβερνητικά στελέχη προκειμένου να υποστηρίξουν την αναγκαιότητα της πλήρους κεφαλαιοποίησης της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης.
Το κόστος μετάβασης θα ξεπεράσει τα 80 δισ.
3. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το κόστος μετάβασης είναι 56 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την πρόσφατη αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει το νομοσχέδιο, και ότι τα οφέλη από την επένδυση των εισφορών (χρημάτων) των ασφαλισμένων στα χρηματιστήρια θα προκαλέσουν όφελος 50 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα, κατά τους λανθασμένους ισχυρισμούς τους, οι φορολογούμενοι να χρειαστεί να πληρώσουν μόνο έξι δισ. ευρώ.
Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική, δεδομένου ότι τα 56 δισ. ευρώ κόστους μετάβασης υπολογίζονται με τις παραδοχές του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Αντίθετα, με βάση τις παραδοχές που προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Συντάξεων για τον υπολογισμό των υποχρεώσεων στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, το κόστος μετάβασης είναι 78 δισ. ευρώ (παρουσιάζεται στην αναλογιστική μελέτης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής) χωρίς να υπολογιστούν οι εγγυήσεις τις οποίες εγγυάται το νομοσχέδιο, όπως ρητά αναφέρεται στην αναλογιστική μελέτη. Αυτό σημαίνει ότι το κόστος μετάβασης υπερβαίνει τα 80 δισ. ευρώ.
Να σημειωθεί ότι τα 15 δισ. ευρώ που αναφέρουν οι κυβερνητικοί παράγοντες ως χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης κατευθύνονται αποκλειστικά και μόνο στην κύρια σύνταξη (εθνική και ανταποδοτική σύνταξη). Αντίθετα, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020, το ισχύον σύστημα επικουρικής ασφάλισης δεν επιβαρύνει καθόλου μέχρι το 2070 τον κρατικό προϋπολογισμό.
Τι καλείται να πληρώσει η νέα γενιά
4. Η πραγματικότητα την οποία απαιτείται να γνωρίζει η νέα γενιά είναι ότι με το σημερινό σύστημα επικουρικής ασφάλισης των νοητών ατομικών λογαριασμών θα λάβει κατά 15% υψηλότερες συντάξεις από το σημερινό επίπεδο, ενώ με το προτεινόμενο νομοσχέδιο θα κληθεί όχι μόνο να διαχειριστεί τις εισφορές της, που θα υπόκεινται στους κινδύνους και τις αβεβαιότητες των χρηματιστηρίων, αλλά θα καταβάλει φορολογικά και το κόστος μετάβασης, που θα υπερβαίνει τα 80 δισ. ευρώ, αφού θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.
Αντίθετα, με το ισχύον σύστημα η επικουρική σύνταξη και όχι η κύρια δεν επιβαρύνει καθόλου τα δημόσια οικονομικά της χώρας, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020, η οποία έχει εγκριθεί και από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Επιτροπή. Έτσι, αποδεικνύεται ότι στις συνθήκες των λανθασμένων επιχειρημάτων των κυβερνητικών παραγόντων και της προοπτικής των συνεπειών της πλήρους κεφαλαιοποίησης στη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας με την αύξηση του χρέους διαψεύδονται με τον πιο εύληπτο τρόπο οι προσδοκίες της νέας γενιάς, με την έννοια της βελτίωσης του βιοτικού της επιπέδου, σε σχέση με τη δεκαετία του 2010, της περιόδου της πανδημίας και των μελλοντικών κοινωνικο-οικονομικών της επιπτώσεων.