Ο Οδυσσέας, ο Οτο, ο Ηλιάδης και το ελληνικό όνειρο
Λαμπρινή Νικολαϊδου, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2004-09-27
Τους τελευταίους μήνες είδα την ελληνική σημαία σε ασυνήθιστα μέρη: στάμπα στην μπλούζα του Σάκη, ταμπλό βιβάν στα πρόσωπα των οπαδών του Euro, τατουαζάκι στα σώματα των αθλητών της ολυμπιακής ομάδας και μπορώ να πω ότι την είδα με πιο φρέσκο μάτι.
Ιδιαίτερα στους Ολυμπιακούς της Αθήνας τα μετάλλια, οι διακρίσεις και γενικά η υπερπροσπάθεια και η θετική αύρα των αθλητών μας, μας έκαναν πολλές φορές να ουρλιάξουμε, να δακρύσουμε, να φάμε τα νύχια μας και να τραβήξουμε τα μαλλιά μας. Οσο μίζερος και να είναι κανείς δεν μπορεί παρά να παραδεχθεί ότι όλα τα αθλήματα προσέφεραν στον θεατή συγκινήσεις που δεν έχουν καμία σχέση με το τρίπτυχο «Περάστε, Ουρήστε, Κερδίσατε».
Κάτι άλλο που πρόσεξα στους τελευταίους Ολυμπιακούς είναι ότι πλήθαιναν οι αθλητές της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής με ξενικά ονοματεπώνυμα, που έκανε μπαμ ότι τους φέραμε με μετεγγραφή για να εμπλουτίσουν τον ελληνικό αθλητισμό. Για τις λεπτομέρειες των μετεγγραφών, να τις πω ελληνοποιήσεις, να τις πω υιοθεσίες τουμπεκί ψιλοκομμένο. Εφόσον θα ανεβάσουν την Ελλάδα στην κλίμακα της παγκόσμιας κατάταξης, είναι για καλό σκοπό. Ολα είναι θεμιτά και όλοι μπορούν να γίνουν Ελληνες, αρκεί να φέρνουν διακρίσεις.
Μόνο που κάτι τέτοιες ώρες σκέφτομαι εκείνο το Αλβανάκι, τον Οδυσσέα, που αρίστευε κάθε χρόνο στη Ν. Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης (τι ειρωνεία, στην πρωτεύουσα των προσφύγων), αλλά δεν έπρεπε να κρατήσει την ελληνική σημαία, γιατί θα μας μόλυνε το εθνικό μας σύμβολο με τα αλλοδαπά χεράκια του.
«-Τι, θα παρελάσει με τη σημαία ο Αλβανός; Οι προπάπποι του πολέμησαν τους προπαππούδες μας και αν γίνει πόλεμος, πρώτος αυτός θα με σφάξει πισώπλατα». Ξέρετε εσείς. Το έχετε ξανακούσει.
Βέβαια, αν ο μαθητής ήταν Ιταλός ή Γερμανός, δεν θα είχε ανακινηθεί ποτέ το ζήτημα, ούτε θα είχαμε σκεφτεί να εμπλέξουμε μνήμες και μίση από τα φρικτά χρόνια της Κατοχής.
Ούτε θα διανοούμασταν να κάνουμε οποιοδήποτε σχόλιο για την ξένη υπηκοότητα του προπονητή της Εθνικής ποδοσφαίρου -συγγνώμη, κ. Ρεχάγκελ, για το παράδειγμα- που με το ζόρι θέλουμε να τον κάνουμε Ελληνάρα.
Είμαστε λαός της υπερβολής. Λαός των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Διθυράμβους για τους Ελληνες μετανάστες που διαπρέπουν στο εξωτερικό. Κατραπακιές για τους ξένους μετανάστες που τολμάνε να σηκώσουν κεφάλι στην Ελλάδα. Ο Οτο την ψυλλιάστηκε τη δουλειά και κρατάει τις αποστάσεις του από την κυκλοθυμική ιδιοσυγκρασία μας.
Εγώ απλώς θα ρωτούσα τον μαθητή που προαναφέραμε:
«-Αισθάνεσαι τιμή, παιδάκι μου, που σηκώνεις την ελληνική σημαία; Αν εσύ αισθάνεσαι μια φορά τιμή, εγώ αισθάνομαι δύο».
Τώρα, γιατί σας τα γράφω όλα αυτά; Για δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι γιατί με πιάνει ένα σφίξιμο στο στομάχι κάθε φορά που ακούω εικοσάχρονα στην εποχή μας να λένε ότι «ένας Παπαδόπουλος θα μας σώσει» και «εγώ πάω τον Πλεύρη» και γιατί θέλω να φωνάξω στους Ελληνόπαιδες και τις Ελληνοπούλες: Ψυχραιμία παιδιά! Δεν μας τρώνε οι ξένοι τις δουλειές. Εμείς τους παίρνουμε, γιατί είναι φτηνοί και συχνά οι μόνοι διαθέσιμοι. Ξεκολλήστε. Ο ρατσισμός είναι για τους άσχημους, τους αποτυχημένους, τους κομπλεξικούς.
Ο δεύτερος είναι γιατί είμαστε παρόντες σε μια ιστορική στιγμή που η Ελλάδα εξελίσσεται σε μέγα σταυροδρόμι λαών που έρχονται να βρουν την τύχη τους και να πιάσουν το ελληνικό όνειρο. Ναι λοιπόν. Χωρίς να το επιδιώξουμε, βρεθήκαμε να ενσαρκώνουμε το greek dream δεκάδων εκατομμυρίων βαλκανιο-πρώηνσοβιετικών. Το αποτέλεσμα αυτής της κινητικότητας γονιδίων, ταλέντων και προσδοκιών είναι ότι σε αυτή τη μικρή χώρα γίνονται καινούργια πράγματα, ενίοτε και θαύματα.
Επίσης θα ήθελα να πω στον δεκαεπτάχρονο χρυσό παλαιστή μας, με τα σπάνια βαθιά του μάτια, ότι, αν την ώρα που υψωνόταν η ελληνική σημαία κατά την απονομή του μεταλλίου του και όλη η Ελλάδα ριγούσε, μια γιαγιά του παραληρούσε σε μια μακρινή χώρα από χαρά και σε γλώσσα που δεν τη γνωρίζω, για μένα η χαρά είναι χαρά και η τιμή για τον θρίαμβό του είναι διπλή.
Τέλος, για να μην ξεχνιόμαστε, πάρτε ανά χείρας από ένα κομπιουτεράκι και αρχίστε τις διαιρέσεις: πόσο μας στοίχισε διά του πόσοι είμαστε, γιατί έχουμε μεγάλο αγώνα από αύριο. Α, και ξέχασα να σας πω: αυτό το λογαριασμό θα τον πληρώσουμε μόνοι μας. Εκτός κι αν πείσουμε τις βαλκανιοσοβιετικές χώρες να μοιραστούμε τα έξοδα. Λέτε να το δεχτούν;
Ιδιαίτερα στους Ολυμπιακούς της Αθήνας τα μετάλλια, οι διακρίσεις και γενικά η υπερπροσπάθεια και η θετική αύρα των αθλητών μας, μας έκαναν πολλές φορές να ουρλιάξουμε, να δακρύσουμε, να φάμε τα νύχια μας και να τραβήξουμε τα μαλλιά μας. Οσο μίζερος και να είναι κανείς δεν μπορεί παρά να παραδεχθεί ότι όλα τα αθλήματα προσέφεραν στον θεατή συγκινήσεις που δεν έχουν καμία σχέση με το τρίπτυχο «Περάστε, Ουρήστε, Κερδίσατε».
Κάτι άλλο που πρόσεξα στους τελευταίους Ολυμπιακούς είναι ότι πλήθαιναν οι αθλητές της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής με ξενικά ονοματεπώνυμα, που έκανε μπαμ ότι τους φέραμε με μετεγγραφή για να εμπλουτίσουν τον ελληνικό αθλητισμό. Για τις λεπτομέρειες των μετεγγραφών, να τις πω ελληνοποιήσεις, να τις πω υιοθεσίες τουμπεκί ψιλοκομμένο. Εφόσον θα ανεβάσουν την Ελλάδα στην κλίμακα της παγκόσμιας κατάταξης, είναι για καλό σκοπό. Ολα είναι θεμιτά και όλοι μπορούν να γίνουν Ελληνες, αρκεί να φέρνουν διακρίσεις.
Μόνο που κάτι τέτοιες ώρες σκέφτομαι εκείνο το Αλβανάκι, τον Οδυσσέα, που αρίστευε κάθε χρόνο στη Ν. Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης (τι ειρωνεία, στην πρωτεύουσα των προσφύγων), αλλά δεν έπρεπε να κρατήσει την ελληνική σημαία, γιατί θα μας μόλυνε το εθνικό μας σύμβολο με τα αλλοδαπά χεράκια του.
«-Τι, θα παρελάσει με τη σημαία ο Αλβανός; Οι προπάπποι του πολέμησαν τους προπαππούδες μας και αν γίνει πόλεμος, πρώτος αυτός θα με σφάξει πισώπλατα». Ξέρετε εσείς. Το έχετε ξανακούσει.
Βέβαια, αν ο μαθητής ήταν Ιταλός ή Γερμανός, δεν θα είχε ανακινηθεί ποτέ το ζήτημα, ούτε θα είχαμε σκεφτεί να εμπλέξουμε μνήμες και μίση από τα φρικτά χρόνια της Κατοχής.
Ούτε θα διανοούμασταν να κάνουμε οποιοδήποτε σχόλιο για την ξένη υπηκοότητα του προπονητή της Εθνικής ποδοσφαίρου -συγγνώμη, κ. Ρεχάγκελ, για το παράδειγμα- που με το ζόρι θέλουμε να τον κάνουμε Ελληνάρα.
Είμαστε λαός της υπερβολής. Λαός των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Διθυράμβους για τους Ελληνες μετανάστες που διαπρέπουν στο εξωτερικό. Κατραπακιές για τους ξένους μετανάστες που τολμάνε να σηκώσουν κεφάλι στην Ελλάδα. Ο Οτο την ψυλλιάστηκε τη δουλειά και κρατάει τις αποστάσεις του από την κυκλοθυμική ιδιοσυγκρασία μας.
Εγώ απλώς θα ρωτούσα τον μαθητή που προαναφέραμε:
«-Αισθάνεσαι τιμή, παιδάκι μου, που σηκώνεις την ελληνική σημαία; Αν εσύ αισθάνεσαι μια φορά τιμή, εγώ αισθάνομαι δύο».
Τώρα, γιατί σας τα γράφω όλα αυτά; Για δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι γιατί με πιάνει ένα σφίξιμο στο στομάχι κάθε φορά που ακούω εικοσάχρονα στην εποχή μας να λένε ότι «ένας Παπαδόπουλος θα μας σώσει» και «εγώ πάω τον Πλεύρη» και γιατί θέλω να φωνάξω στους Ελληνόπαιδες και τις Ελληνοπούλες: Ψυχραιμία παιδιά! Δεν μας τρώνε οι ξένοι τις δουλειές. Εμείς τους παίρνουμε, γιατί είναι φτηνοί και συχνά οι μόνοι διαθέσιμοι. Ξεκολλήστε. Ο ρατσισμός είναι για τους άσχημους, τους αποτυχημένους, τους κομπλεξικούς.
Ο δεύτερος είναι γιατί είμαστε παρόντες σε μια ιστορική στιγμή που η Ελλάδα εξελίσσεται σε μέγα σταυροδρόμι λαών που έρχονται να βρουν την τύχη τους και να πιάσουν το ελληνικό όνειρο. Ναι λοιπόν. Χωρίς να το επιδιώξουμε, βρεθήκαμε να ενσαρκώνουμε το greek dream δεκάδων εκατομμυρίων βαλκανιο-πρώηνσοβιετικών. Το αποτέλεσμα αυτής της κινητικότητας γονιδίων, ταλέντων και προσδοκιών είναι ότι σε αυτή τη μικρή χώρα γίνονται καινούργια πράγματα, ενίοτε και θαύματα.
Επίσης θα ήθελα να πω στον δεκαεπτάχρονο χρυσό παλαιστή μας, με τα σπάνια βαθιά του μάτια, ότι, αν την ώρα που υψωνόταν η ελληνική σημαία κατά την απονομή του μεταλλίου του και όλη η Ελλάδα ριγούσε, μια γιαγιά του παραληρούσε σε μια μακρινή χώρα από χαρά και σε γλώσσα που δεν τη γνωρίζω, για μένα η χαρά είναι χαρά και η τιμή για τον θρίαμβό του είναι διπλή.
Τέλος, για να μην ξεχνιόμαστε, πάρτε ανά χείρας από ένα κομπιουτεράκι και αρχίστε τις διαιρέσεις: πόσο μας στοίχισε διά του πόσοι είμαστε, γιατί έχουμε μεγάλο αγώνα από αύριο. Α, και ξέχασα να σας πω: αυτό το λογαριασμό θα τον πληρώσουμε μόνοι μας. Εκτός κι αν πείσουμε τις βαλκανιοσοβιετικές χώρες να μοιραστούμε τα έξοδα. Λέτε να το δεχτούν;