«Ποιος είστε κύριε;»
Ηλίας Κανέλλης, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2013-01-12
Ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (όπως σε άπταιστον παπανδρεϊκή έχει μετονομασθεί το υπουργείο Εσωτερικών) Αντώνης Μανιτάκης είχε μόλις ανακοινώσει τις απαραίτητες συγχωνεύσεις και καταργήσεις οργανισμών, στο πλαίσιο της απαραίτητης διοικητικής μεταρρύθμισης. Τότε, έλαβε τον λόγο η βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ Ζωή Κωνσταντοπούλου. Εθεσε ένσταση αντισυνταγματικότητας κατηγορώντας τον ότι παραβιάζει άρθρα του Συντάγματος. «Δεν αισθάνομαι την ανάγκη να υπερασπιστώ τον εαυτό μου», απάντησε λίγο μετά ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου υπουργός. «Λυπάμαι που κάποιοι αερολογούν και συνταγματολογούν επειδή δεν έχουν να προτείνουν τίποτα αυτή την κρίσιμη περίοδο». Και τότε, τον λόγο έλαβε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Λαφαζάνης, ο οποίος, για να υπερασπίσει τη συνάδελφο και συντρόφισσά του (τι ιππότης!), ανέκραξε απευθυνόμενος στον καθηγητή Μανιτάκη: «Ποιος είστε κύριε; Ποιος είστε παρακαλώ;».
Είναι εντυπωσιακό. Ενας επαγγελματίας της πολιτικής που δεν έκανε τίποτα παραπάνω από το να εκπονεί κομματικές γραμμές, να στήνει ομάδες, να εκφωνεί τσιτάτα και, γενικώς, να κατατρίβεται στα κλισέ της εξουσίας και των διαδρόμων της, αναρωτιέται ποιος είναι ένας από τους σοβαρότερους, εργατικότερους, συστηματικότερους και δημοκρατικότερους πανεπιστημιακούς δασκάλους.
Από πού αντλεί άραγε ο βουλευτής το δικαίωμα στην αγένεια και στην άγνοια; Τι νομίζει; Η εξουσία, έστω και στο όνομα του λαού, αρκεί για να διαγράψει την εισφορά στην επιστήμη και στον δημόσιο λόγο, στα Γράμματα και στη δημοκρατία, εντέλει στη χώρα των κατ’ εξοχήν ειδικών;
«Ποιος είστε κύριε;». Ενα πρόσωπο, κύριε, που, στην παράδοση των σπουδαίων νομικών, δουλειά του (εκτός από το να είναι σπουδαίος δάσκαλος) είναι η θεσμική θωράκιση της δημοκρατίας. Είναι μια δουλειά που δεν σχετίζεται με κλισέ αλλά με μελέτη, με συνεχή εγρήγορση, με παρεμβάσεις. Οι στρεβλώσεις της μεταπολίτευσης, το πελατειακό σύστημα, ο έλεγχος του πολιτικού χρήματος, μέτρα για να κατοχυρωθεί θεσμικά η διαφάνεια και να πολεμηθεί η έννοια του πολιτικού κόστους είναι μόνο μερικά από τα θέματα που έχουν απασχολήσει τον καθηγητή Μανιτάκη (και πολλούς συναδέλφους του). Ψιλά γράμματα, δηλαδή, για πολιτικούς των κλισέ.
Αλλά αν ο κ. Λαφαζάνης δεν ήταν τόσο προσηλωμένος εκεί μέσα, αν κοιτούσε εκεί έξω, εκεί όπου η προσφορά στην κοινωνία δεν μετράται με τους κανόνες της άγονης ρητορικής, θα περιόριζε την αμετροέπειά του. Και θα μπορούσε να μιλήσει πολιτικά, όπως αρμόζει σε σοβαρούς πολιτικούς. Με επιχειρήματα. Οχι με αγενείς, αλαζονικές κορόνες.
Είναι εντυπωσιακό. Ενας επαγγελματίας της πολιτικής που δεν έκανε τίποτα παραπάνω από το να εκπονεί κομματικές γραμμές, να στήνει ομάδες, να εκφωνεί τσιτάτα και, γενικώς, να κατατρίβεται στα κλισέ της εξουσίας και των διαδρόμων της, αναρωτιέται ποιος είναι ένας από τους σοβαρότερους, εργατικότερους, συστηματικότερους και δημοκρατικότερους πανεπιστημιακούς δασκάλους.
Από πού αντλεί άραγε ο βουλευτής το δικαίωμα στην αγένεια και στην άγνοια; Τι νομίζει; Η εξουσία, έστω και στο όνομα του λαού, αρκεί για να διαγράψει την εισφορά στην επιστήμη και στον δημόσιο λόγο, στα Γράμματα και στη δημοκρατία, εντέλει στη χώρα των κατ’ εξοχήν ειδικών;
«Ποιος είστε κύριε;». Ενα πρόσωπο, κύριε, που, στην παράδοση των σπουδαίων νομικών, δουλειά του (εκτός από το να είναι σπουδαίος δάσκαλος) είναι η θεσμική θωράκιση της δημοκρατίας. Είναι μια δουλειά που δεν σχετίζεται με κλισέ αλλά με μελέτη, με συνεχή εγρήγορση, με παρεμβάσεις. Οι στρεβλώσεις της μεταπολίτευσης, το πελατειακό σύστημα, ο έλεγχος του πολιτικού χρήματος, μέτρα για να κατοχυρωθεί θεσμικά η διαφάνεια και να πολεμηθεί η έννοια του πολιτικού κόστους είναι μόνο μερικά από τα θέματα που έχουν απασχολήσει τον καθηγητή Μανιτάκη (και πολλούς συναδέλφους του). Ψιλά γράμματα, δηλαδή, για πολιτικούς των κλισέ.
Αλλά αν ο κ. Λαφαζάνης δεν ήταν τόσο προσηλωμένος εκεί μέσα, αν κοιτούσε εκεί έξω, εκεί όπου η προσφορά στην κοινωνία δεν μετράται με τους κανόνες της άγονης ρητορικής, θα περιόριζε την αμετροέπειά του. Και θα μπορούσε να μιλήσει πολιτικά, όπως αρμόζει σε σοβαρούς πολιτικούς. Με επιχειρήματα. Οχι με αγενείς, αλαζονικές κορόνες.