ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
ΕΚΔΗΛΩΣΗ-ΣΥΖΗΤΗΣΗ της ΔΗΜΑΡ στο ΕΒΕΑ, 20/11/14:Η παρέμβαση της Μίνας Ξηροτύρη
Δημοσιευμένο: 2014-11-20
Παρά το μέγεθος, τη βιαιότητα της δημοσιονομικής προσαρμογής, το δημόσιο χρέος παραμένει σε εξαιρετικά υψηλό λειτουργώντας αποτρεπτικά για την ανάπτυξη και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, αλλά και την προσέλκυση επενδύσεων.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του προσχεδίου του Προϋπολογισμού 2015, το ύψος του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί το 2014 στα 322,4δις € ή 176,9% του ΑΕΠ (οριακή αύξηση έναντι του 2013) και για το 2015 θα διαμορφωθεί στα 320,2δις € ή 170,1% του ΑΕΠ, σχετική μείωση έναντι του 2014.
Η μικρή αυτή μείωση αυτή του δημόσιου χρέους οφείλεται κατά την Κυβέρνηση στην επίτευξη σημαντικού ταμειακού πλεονάσματος, στην πρόοδο του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων και στην αναμενόμενη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.
Ο χρονικός ορίζοντας των λήξεων του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης εκτείνεται μέχρι το 2057, πενήντα χρόνια περίπου.
Και αναρωτιέται κανείς πως θα τα καταφέρουμε; Όταν οι κανόνες της νέας Οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ιδιαίτερα αυστηροί.
Όταν ο στόχος για το χρέος των κρατών – μελών είναι μόλις στο 60% του ΑΕΠ, και όταν οι κανόνες γίνονται πολύ αυστηρότεροι για χώρες που βρίσκονται σε προσαρμογή όπως η δική μας, η οποία το 2020 και αν θα τα καταφέρει, θα έχει δημόσιο χρέος 125% του ΑΕΠ; Όπως προκύπτει και από την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους της τέταρτη αναθεώρηση του προγράμματος προσαρμογής, δηλαδή το ελληνικό δημόσιο χρέος, το οποίο αυτή τη στιγμή όπως είπαμε είναι στο 177% του ΑΕΠ, αναμένεται να μειωθεί σταδιακά στο 125% του ΑΕΠ έως το 2020 και στο 112% ως το 2022.
Και βέβαια γιαυτό μέχρι το 2020 θα πρέπει να πληρώσουμε 77,7 δις ευρώ σε χρεολύσια και 49,4 δις περίπου σε τόκους, δηλαδή συνολικά 127 δις €;
Πως θα εξευρεθούν αυτοί οι πόροι και επί πλέον θα περισσέψουν για την ανάπτυξη και την κοινωνική και παραγωγική ανάκαμψη της χώρας ; Μίας χώρας που έχει φθάσει σε συνθήκες, οιονεί πολεμικής καταστροφής από την οικονομική κρίση, με την μεγαλύτερη τα τελευταία εκατό χρόνια ύφεση σε χώρα, που εκτόξευσε την ανεργία στα ύψη και με διάχυτο φόβο και την ανασφάλεια για τα πάντα, λόγω του βίαιου προγράμματος προσαρμογής που της επεβλήθη (όσο σε καμία άλλη χώρα) και που ο τρόπος εφαρμογής του διόγκωσε τις κοινωνικές ανισότητες και φτωχοποίησε μεγάλο ποσοστό των πολιτών της.
Όσον αφορά το «δημοσιονομικό κενό», το οποίο η Τρόικα προβάλλει βίαια θα έλεγα σήμερα για να επιβάλλει και άλλα μέτρα και κυρίως τα βαρύτατα όπως για το ασφαλιστικό και για τα εργασιακά δικαιώματα.
Για να πιέσει μάλιστα ανέβασε το κενό στα 3,6δις και τώρα μας κάνει έκπτωση 50%.
Είχαμε πει από πέρυσι στη Βουλή τόσο κατά τον προϋπολογισμό του 2014 και το Μεσοπρόθεσμο ΠΔΣ 2015-2018, όσο και πριν ένα μήνα κατά στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2015, όταν με υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα η Κυβέρνηση παρουσίασε περίπου μηδενικό το κενό για το 2014 και το 2015, ότι έπρεπε να κλείσει το θέμα αυτό με την Τρόικα, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση για άλλα μέτρα μετά τις τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού και την πρωτοφανή προσαρμογή, ούτε βέβαια η χώρα ήταν έτοιμη να βγει στις αγορές για δανεισμό. Και ότι έπρεπε προ πολλού να ανοίξει με συστηματικό και γενναίο τρόπο την διαπραγμάτευση για την αναθεώρηση του χρέους, για να αξιοποιήσει έτσι και τις μεγάλες θυσίες των πολιτών κι την απόφαση του Εurogroup το 2012 για περαιτέρω ελαφρύνσεις στο χρέος. Σήμερα αντί να πάμε μπροστά πάμε πολύ πίσω και η θηλιά του χρέους σφίγγει ακόμη περισσότερο.
Κατά τον ίδιο τρόπο οι εκτιμήσεις της Κυβέρνησης για την εξέλιξη της δημόσιας οικονομίας στηρίζονται σε αισιόδοξες προβλέψεις τόσο για τους ρυθμούς μεγέθυνσης και ανάπτυξης, και του ονομαστικού ΑΕΠ, όσο και για τη μείωση της ανεργίας. Πιο είναι το μαγικό ραβδί που θα εξασφαλίσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι και 3,9% το 2015 και 5,8% το 2018 και θα μειώσει σχεδόν στο μισό την ανεργία όταν η αναπτυξιακή διαδικασία είναι μέχρι σήμερα στην κατάψυξη, αλλά και από το σχεδιασμό της Κυβέρνησης απουσιάζει κάθε αναφορά σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και βιώσιμες στοχεύσεις. Γιατί χωρίς να ξεκαθαρίσει το μίγμα οικονομικής πολιτικής και συγκεκριμένα να υπάρξει ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας με βάση τα μεγάλα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει, προϊόν διαλόγου και συναίνεσης δεν μπορεί να υπάρξει διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Συνεχή πρωτογενή πλεονάσματα έχουν καταφέρει να διατηρήσουν πολύ λίγες χώρες στον κόσμο και προϋπόθεση είναι η επιστροφή στην ανάπτυξη, με ολοκληρωμένο πρόγραμμα, με πρόσθετες και στοχευμένες αναπτυξιακές παρεμβάσεις, με ένα πρόσθετο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων που θα προσελκύσουν και ιδιωτικές με στόχευση τη μείωση της ανεργίας και την τόνωση της ρευστότητας.
Επί πλέον η έως τώρα πτώση των εισοδημάτων και οι συνεχείς ανασχεδιασμοί στο φορολογικό σύστημα δεν επιτρέπουν κάποια αισιόδοξη πρόβλεψη για γρήγορη αύξηση των εσόδων και μείωση της φοροδιαφυγής. Γιαυτό και το σημαντικότερο θέμα που υπερτονίζουμε και επισημαίνουμε συνεχώς από το 2012, είναι η μεγάλη ανάγκη για την εκπόνηση ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας που θα αποτελέσει και τη βάση μίας διευρυμένης αναδιαπραγμάτευσης με τους εταίρους,
Στις συζητήσεις για τους προϋπολογισμούς και για το ΜΠΔΣ είχα επισημάνει με έμφαση ότι λείπουν οι εθνικές προτάσεις για ένα στρατηγικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης αναφορικά με την πολιτική της επόμενης περιόδου με κύριο στόχο την ανάσχεση της ανεργίας και την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας, και το οποίο θα συνδέεται άμεσα με τις διεκδικήσεις της χώρας για την αναδιάρθρωση του χρέους και τη συνολική, δίκαιη λύση διεξόδου από την κρίση, ώστε να υπάρξουν προοπτικές ανάκαμψης.
Οποιαδήποτε άλλη πολιτική βαθαίνει την ύφεση, διαλύει την οικονομία και διαρρηγνύει την κοινωνική συνοχή.
(Και γιατί στο τέλος, όταν δεν έχεις να προτείνεις τίποτα, πρέπει να αποδεχθείς τα πάντα ή όπως έγινε μέχρι σήμερα να αποδεχθείς την κυριαρχία του μνημονίου στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας ).
Η Κυβέρνηση με απαράδεκτη καθυστέρηση παρουσίασε τελευταία ένα σχέδιο αξόνων για την ανάπτυξη το οποίο βασίζεται στις σχετικές εκθέσεις των ΙΟΒΕ, ΚΕΠΕ και McKinsey, που όμως ποτέ δεν τέθηκε υπόψη των αρμόδιων φορέων και του πολιτικού κόσμου ως ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, προκειμένου να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις και να επιτευχθεί η ευρύτερη δυνατή συναίνεση και αποδοχή.
Δεν μπορεί όμως να επέλθει ουσιαστική ανάπτυξη στην ελληνική οικονομία και παραγωγική ανασυγκρότηση, όσο δεν έχουν εξασφαλιστεί ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις για την μελλοντική πορεία και τις στρατηγικές επιλογές για την ανάπτυξη και το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Και βέβαια αν δεν υπάρχει αυτό το υπόβαθρο ποτέ η χώρα δεν θα μπορέσει να κάνει μία αποτελεσματική διαπραγμάτευση με τους δανειστές για την αναθεώρηση του χρέους και την ουσιαστική στήριξη και με πρόσθετους πόρους για τη βιώσιμη ανάπτυξή της .
Μετά από όσα συμβαίνουν δυστυχώς όλοι έχουμε κατανοήσει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος μέσα σε αυτό το σύνθετο και σκληρό συνάμα περιβάλλον – στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό – δεν πρόκειται να τεθεί σε τροχιά μείωσης και να γίνει «βιώσιμο» ως το 2020 ή 2022, τα τοκοχρεολύσια των επόμενων ετών δεν μπορούν να καλυφθούν από δημόσια έσοδα, δηλαδή αποκλειστικά με εθνικές προσπάθειες αποταμίευσης (πρωτογενή πλεονάσματα και ιδιωτικοποιήσεις), χωρίς οποιαδήποτε αναδιάταξη ή αναδιάρθρωση και κυρίως χωρίς πρόσθετη βοήθεια για ένα αναπτυξιακό σοκ στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Ούτε βέβαια διαφαίνεται δυνατότητα ανα-χρηματοδότησης από τις αγορές με ανεκτά επιτόκια . Η πρόσφατη εμπειρία ήταν τραυματική.
Παρόλα αυτά η Κυβέρνηση πριν λίγο καιρό εμφανίσθηκε αισιόδοξη για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Μάλιστα ο Πρωθυπουργός στην συζήτηση για ψήφο εμπιστοσύνης ισχυρίσθηκε ότι βγαίνουμε άμεσα από το μνημόνιο, ότι χρέος είναι βιώσιμο και ότι το χρηματοδοτικό κενό των δύο επόμενων ετών θα καλυφθεί με δανεισμό.
Η μικρή μείωση του δημόσιου χρέους στο 170,1% του ΑΕΠ για το 2015 έναντι 176,9% του ΑΕΠ, οφείλεται κατά την Κυβέρνηση στην επίτευξη σημαντικού ταμειακού πλεονάσματος, στην πρόοδο του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων και στην αναμενόμενη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.
(Το ίδιο μοτίβο, η ίδια συνταγή δηλαδή με υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά πως και από ποιους, τα συνήθη υποζύγια ; και με κατά φαντασία υλικά για την αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, αλλά πως; με ποιο πρόγραμμα, με ποιους δημόσιους πόρους για να προσελκύσουν και τους ιδιωτικούς, με ποια ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, και το κυριότερο με εξωτερικό δανεισμό ή πρόσθετης ευρωπαϊκής στήριξης ;)
Η Κυβέρνηση εξακολουθεί να κινείται με επιπολαιότητα και όχι με συγκεκριμένο σχέδιο. Προχωρά σε απίθανες απλουστεύσεις που αντί να πείσουν τους εταίρους ότι η αναγκαιότητα της χώρας, μετά τις τεράστιες θυσίες των πολιτών, είναι η αναδιάρθρωση του χρέους, μπορεί να οδηγηθούμε είτε στην αδυσώπητη πίεση των αγορών, είτε σε μία διαρκή επιτήρηση, με νέου τύπου μνημόνιο.
Τον τελευταίο μήνα οι εξελίξεις είναι ραγδαίες αλλά και οδυνηρές . Κυκλοφορούν διάφορα σενάρια , ενώ οι πιέσεις της Τρόικας γίνονται θα έλεγα εξωπραγματικές. Τα σενάρια για την επιτήρηση, για την μετά μνημόνιο εποχή, όπως και η παραπομπή στις καλένδες του μεγάλου θέματος της αναθεώρησης του χρέους αλλάζουν συνεχώς. Επικρατέστερα :
Το μεν ΔΝΤ μέσω της Κ. Λαγκάρντ ομιλεί για ένα άλλο πρόγραμμα τύπου <προληπτικής στήριξης και εποπτείας> στις ταραγμένες αυτόν τον καιρό διεθνείς αγορές. Υπονοεί ότι η πόρτα της εξόδου από το μνημόνιο είναι ανοικτή αρκεί το ΔΝΤ να πάρει στο ακέραιο τα χρήματά του και να προχωρήσουν οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο, το εργασιακό και στο ασφαλιστικό, ενώ επανειλημμένα έχει ζητήσει από τους Ευρωπαίους να εγγυηθούν ξανά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Η ΕΕ από την άλλη πλευρά μιλά για τν ενισχυμένης εποπτείας προληπτική γραμμή (ECCL) από τις αρχές του 2015, που εντάσσεται στο οπλοστάσιο των πιστωτικών προληπτικών γραμμών του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι φαίνεται να ξεχνούν τις αποφάσεις του Eurogroup το 2012, που προέβλεπαν περαιτέρω νέες ελαφρύνσεις για το ελληνικό χρέος υπό την προϋπόθεση επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων και διατυπώνουν ότι το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους δεν βρίσκεται σήμερα στο επίπεδο των διαπραγματεύσεων με την Ελληνική Κυβέρνηση για τη λήψη μιας προληπτικής μορφής στήριξης και ότι οι διαπραγματεύσεις για περαιτέρω ανακούφιση του χρέους θα ξεκινήσουν μετά την της αξιολόγησης της τρέχουσας αξιολόγησης του χρέους.
Στο πνεύμα αυτό τελευταία ο κ. Ντράγκι μας προτρέπει να εστιάσουμε στις μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα. Πώς άραγε μια περαιτέρω μείωση μέχρις εξοντώσεως του εργατικού κόστους. Για να συνεχίσει ότι σε ότι αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους αυτή δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε χρήσιμη.
Μεγάλη συζήτηση επίσης γίνεται μετά την επιτυχία των stress tests των ελληνικών τεσσάρων συστημικών τραπεζών για το μαξιλάρι των 11,5 δις του ΤΧΣ, με τον Πρωθυπουργό να δηλώνει στη Βουλή για επιστροφή αυτών ώστε να μειωθεί το χρέος και τον κ. Στουρνάρα να προσθέτει εφόσον το δεχθούν τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια, αλλοιώς θα παραμένει ως χρέος για την κάλυψη τυχόν υποτροπής των Τραπεζών
Σε αυτό το πολύπλοκο και σκληρό περιβάλλον για μας το θέμα των διαπραγματεύσεων – διεκδικήσεων για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους αποτελεί υπόθεση <εθνικού χαρακτήρα> . Είναι κοινή διαπίστωση ότι η μελλοντική πορεία της χώρας είναι γεμάτη αβεβαιότητα.
Η αυταπάτη όμως που δημιουργεί η Κυβέρνηση για την πολιτική σταθερότητα ότι αυτή μπορεί να εξασφαλίζεται με την ευθυγράμμιση στις σήμερα ασκούμενες πολιτικές ακυρώνει κάθε προσπάθεια προόδου και διεκδικήσεων.
Η εμπειρία δείχνει ότι υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα σε οικονομική και πολιτική σταθερότητα πάρα ταύτα δεν κατατέθηκαν ποτέ και απουσιάζουν οι εθνικές προτάσεις για ένα στρατηγικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάκαμψης που θα αποτελέσει τη βάση για την μελλοντική πορεία της χώρας, αλλά και μίας διευρυμένης αναδιαπραγμάτευσης με τους εταίρους και το σημαντικότερο λείπει κάθε πρωτοβουλία διαβούλευσης για την επίτευξη ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών συναινέσεων.
Αυτό είναι το υπόβαθρο της πολιτικής πόλωσης, κοινωνικό – οικονομικό και αναπτυξιακό, που θα κορυφώνεται όσο πλησιάζουμε στην προεδρική εκλογή και το ορατό ενδεχόμενο των εθνικών εκλογών και σε αυτό πρέπει να αναφερθούν τα κόμματα στα πολιτικά τους προγράμματα και να εξειδικεύσουν τις προτάσεις τους για να αναζητηθούν και οι λύσεις για τη διαχείριση του χρέους και την ανάκαμψη της χώρας.
Απαιτείται να διεκδικήσει η χώρα από τους εταίρους μια ουσιαστική αναδιάρθρωση και δραστική μείωσή του, ώστε να καταστεί δυνατή η εξυπηρέτησή του με οικονομικούς και κοινωνικούς όρους. Ταυτόχρονα απαιτείται ένα ευρωπαϊκό επενδυτικό πρόγραμμα, με ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων και παροχή εγγυήσεων και ρευστότητας στην αγορά, που θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για την αναπτυξιακή ώθηση της χώρας.
Το θέμα είναι και δύσκολο και σοβαρό.
Η διεκδίκηση της λύσης γίνεται με τη μέγιστη δυνατή συνεννόηση στο εσωτερικό της χώρας και τη δημιουργία ευρύτερων συμμαχιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στην κατεύθυνση αυτή της διερεύνησης και της επίτευξης ουσιαστικών συγκλίσεων η Δημοκρατική Αριστερά επισημαίνει ότι αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους αποτελεί υπόθεση εθνικού χαρακτήρα. Συνεπώς, δηλώνει ότι είναι έτοιμη να συμμετάσχει στη διαμόρφωση ενός κοινά αποδεκτού πλαισίου από όλα τα κόμματα του συνταγματικού τόξου ενόψει της διαπραγμάτευσης για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους.
Για τις συζητήσεις όπως η σημερινή, έχουμε έγκαιρα καταθέσει μια δέσμη προτάσεων που στηρίζεται στη βάση ότι η δημοσιονομική εξισορρόπηση, κατά συνέπεια και η εξυπηρέτηση του χρέους, πρέπει να επιδιωχθεί μέσα από μια πολιτική που θα αυξάνει το παραγόμενο προϊόν της οικονομίας και όχι μέσω μιας πολιτικής λιτότητας και περικοπών.
– Αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα η αποδέσμευση της οικονομικής πολιτικής από τους υφεσιακούς περιορισμούς του Προγράμματος Δημοσιονομικής Στήριξης της Ελλάδας που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικας. Συνεπώς, πρέπει να αποφευχθεί περαιτέρω δανεισμός από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης και η αναδιάρθρωση του χρέους να μην περιλαμβάνει τη σύναψη νέων δανείων.
– Απαιτείται η στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης στις προτάσεις που έχουν διατυπωθεί από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για μεγαλύτερη ευελιξία ως προς την εφαρμογή του Ενισχυμένου Συμφώνου Σταθερότητας προκειμένου ο στόχος της δημοσιονομικής σταθερότητας να μην αντιστρατεύεται τους στόχους της ανάπτυξης και της καταπολέμησης της ανεργίας.
– Υπάρχει ανάγκη να ενεργοποιηθεί μια διαδικασία διαλόγου αναφορικά με την ανάπτυξη κοινών εργαλείων για την διαχείριση του δημόσιου χρέους σε κοινοτικό επίπεδο (ευρω-ομόλογο, αμοιβαιοποίηση του χρέους, λειτουργία της ΕΚΤ ως δανειστή ύστατης στιγμής, παρέμβαση της ΕΚΤ στην πρωτογενή αγορά ομολόγων).
– Επιδιώκουμε την θεσμοθέτηση σε εθνικό επίπεδο της «ρήτρας απασχόλησης», δηλαδή της νομοθετικής δέσμευσης ότι τμήμα (π.χ. 30%) των επιπλέον πόρων που θα προκύψουν από την ελάφρυνση λόγο της αναδιάρθρωσης του χρέους θα προσανατολιστεί σε προγράμματα ενίσχυσης της απασχόλησης και καταπολέμησης της ανεργίας.
– Σε ό,τι αφορά τα συγκεκριμένα εργαλεία αναδιάρθρωσης του χρέους τονίζουμε την ανάγκη να συμπεριληφθούν και τα παρακάτω:
– ανάληψη του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών από τον ESM,
– «Aμοιβαιοποίηση» μέρους του χρέους των κρατών –μελών, για κοινή εγγύηση του χρέους που ξεπερνά το όριο του Μάαστριχτ το 60% από την ΕΚΤ. κ.ά