Ο επόμενος Τραμπιστής θα είναι πιο επικίνδυνος
Γιώργος Παγουλάτος, KReport, Δημοσιευμένο: 2022-11-13
Το σκηνικό εμφάνιζε τις προδιαγραφές ενός Ρεπουμπλικανικού θριάμβου: τον υψηλότερο πληθωρισμό από το ’80, τιμές της βενζίνης να έχουν ξεφύγει, εγκληματικότητα ανοδική, και έναν γηραιό Δημοκρατικό Πρόεδρο με αποδοχή κάτω από 40%. Και μακρά παράδοση νίκης του αντίπαλου κόμματος στις ενδιάμεσες εκλογές –παράδοση που μόνον ο Κλίντον το 1998 και ο Μπους το 2002 (υπό εξαιρετικές κάθε φορά συνθήκες) είχαν καταφέρει να σπάσουν.
Οι Ρεπουμπλικανοί κέρδισαν μεν στις ενδιάμεσες εκλογές, πέρασαν όμως κάτω από τον πήχη των προβλέψεων. Η πλειοψηφία τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων διαφαίνεται αδύναμη, και η Γερουσία έχει σημαντικές πιθανότητες να επιστρέψει στο 50-50 (που με την tie-breaking ψήφο της Αντιπροέδρου δίνει τον έλεγχο στους Δημοκρατικούς). Το «κόκκινο τσουνάμι» (από το χρώμα των Ρεπουμπλικανών) προέκυψε κυματάκι.
Μέχρι τις εκλογές, ο Τραμπ εξακολουθούσε να κυριαρχεί σε ένα ασπόνδυλο, αμοράλ Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Οι ελάχιστοι Ρεπουμπλικανοί πολιτικοί που είχαν το θάρρος να του αντιταχθούν (όπως η Τσέινι) υπέγραψαν το πολιτικό τους τέλος. Στις προκριματικές εκλογές μια σειρά υποστηριζόμενων από τον Τραμπ ακραίων υποψηφίων επικράτησαν, με τη δύναμη του φανατικού MAGA πυρήνα. Τα αποτελέσματα όμως των εκλογών της Τρίτης έδειξαν τα εκλογικά όρια του τραμπισμού: είναι ικανότατος να εκτοπίζει τους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς, αναδεικνύοντας ακραίους τραμπιστές που κερδίζουν τις προκριματικές εκλογές και παίρνουν το χρίσμα. Όμως την ημέρα των εκλογών, οι ακρότητες του τραμπισμού και το Μεγάλο Ψέμα απωθούν τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, κινητοποιούν τη Δημοκρατική ψήφο, και στερούν τη νίκη από τους Ρεπουμπλικανούς. Το συμπέρασμα πλέον στο Ρεπουμπλικανικό κατεστημένο είναι ότι πρέπει να απαλλαγούν από τον Τραμπ ως εκ νέου υποψήφιο το 2024 αν θέλουν να κερδίσουν τις επόμενες προεδρικές εκλογές.
Enter Ρον Ντεσάντις, Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Φλόριντα που επανεξελέγη θριαμβευτικά. Είναι ένας Τραμπ υψηλότερου επιπέδου. Απόφοιτος Yale και Harvard, με στρατιωτική εμπειρία, παρασημοφορημένος, με ιδανικό βιογραφικό για ένα ριζοσπαστικοποιημένα υπερδεξιό εθνικό ακροατήριο. Συγκροτημένος, πειθαρχημένος, και γι’ αυτό πιο επικίνδυνος. Υπερδεξιός, ταυτοτικός εθνικολαϊκιστής, υποστηρικτής της απαγόρευσης των αμβλώσεων, με έντονο αντιμεταναστευτικό λόγο, είχε δαιμονοποιήσει τον Φάουτσι και τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας, αναδεικνυόμενος σε ήρωα της ρεπουμπλικανικής βάσης. Η σύγκρουσή του με τον Τραμπ έχει ήδη αρχίσει.
Οι Δημοκρατικοί συγκράτησαν τις απώλειές τους χάρη στην απώθηση που προκαλούσε ο ακραίος τραμπισμός στους πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους. Επίσης χάρη στην καμπάνια των Δημοκρατικών, που προτεραιοποίησαν την ευθεία απειλή που συνιστούν οι Ρεπουμπλικανοί για τη Δημοκρατία, και τον άμεσο κίνδυνο απώλειας του δικαιώματος επιλογής της άμβλωσης για τις γυναίκες. Η κινητοποίηση και πυκνότητα ψήφου των Δημοκρατικών έφτασε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, το ίδιο και η μαζική συμμετοχή των νέων ψηφοφόρων, που έσωσαν την κατάσταση σε πολιτείες όπως η Πενσυλβάνια. Και ένας θυελλώδης Ομπάμα, κορυφαίος ομιλητής σε κάθε κρίσιμη πολιτεία, ήταν ο μαγνήτης των Δημοκρατικών.
Ο Ντεσάντις θα έχει δυο χρόνια μπροστά του να ετοιμάζεται ως σωτήρας των Ρεπουμπλικανών. Οι εναντίον του προσωπικές επιθέσεις ενός Τραμπ που κάθε ήττα τον κάνει ακόμα πιο μικροπρεπή και χυδαίο, θα αυξάνουν την αναγνωρισιμότητα του Ντεσάντις. Αντίθετα, το μεγάλο μειονέκτημα των Δημοκρατικών παραμένει η απουσία ευρύτερα αποδεκτής ηγετικής προσωπικότητας για τις Προεδρικές εκλογές του 2024. Ο Μπάιντεν θα βρίσκεται σε προφανή αδυναμία, και η Αντιπρόεδρος Χάρις δεν μπορεί να προσεγγίσει τις κρίσιμες δημογραφικές ομάδες που χρειάζονται οι Δημοκρατικοί (νότιες και μεσοδυτικές πολιτείες, λευκοί χαμηλότερης μόρφωσης Αμερικανοί).
Οι Ρεπουμπλικανοί δεν έχουν αλλάξει. Εξακολουθούν να συγκαλύπτουν ένοχα την απόπειρα κατάλυσης της Δημοκρατίας από τον φασίζοντα τραμπικό όχλο την 6η Ιανουαρίου 2021, και την αποδεδειγμένη απόπειρα φαλκίδευσης του εκλογικού αποτελέσματος του 2020 από τον Τραμπ.
Θα παραμείνουν αποφασισμένοι, χειραγωγώντας ένα απαρχαιωμένο εκλογικό σύστημα, να καλύψουν την δομική υστέρησή τους στη λαϊκή ψήφο, ως αποτέλεσμα της δημογραφικής αλλαγής. Από το 1988, και με μόνη εξαίρεση το 2004, κανείς Ρεπουμπλικανός υποψήφιος δεν κέρδισε την λαϊκή ψήφο, ακόμα κι αν αναδείχθηκε Πρόεδρος χάρη στην πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Η διαφορά στη λαϊκή ψήφο το 2020 ήταν πλέον 7 εκατομμύρια υπέρ του Μπάιντεν. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η ψαλίδα αυτή θα κλείνει. Αντιθέτως, μέχρι το 2045 οι λευκοί θα έχουν καταστεί μειοψηφία στις ΗΠΑ. Για πολλούς παραδοσιακούς, WASP, συντηρητικούς Αμερικανούς, η μάχη της με φυλετικό πρόσημο «επιβίωσης» δικαιολογεί ακόμα και τις ακραίες αντιδημοκρατικές πρακτικές των τραμπιστών. Ποτέ οι ΗΠΑ δεν ήταν τόσο πολωμένες ιδεολογικά, και η φράση «εμφύλιος πόλεμος» εμφανίζεται πλέον σταθερότατα στις σοβαρότερες των αναλύσεων.
Στις προεδρικές του 2024, ο Δημοκρατικός υποψήφιος θα έχει απέναντί του ένα τραμπικό Ρεπουμπλικανικό κόμμα με έναν υποψήφιο Πρόεδρο πολύ ικανότερο του Τραμπ.
Ο Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπη
Οι Ρεπουμπλικανοί κέρδισαν μεν στις ενδιάμεσες εκλογές, πέρασαν όμως κάτω από τον πήχη των προβλέψεων. Η πλειοψηφία τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων διαφαίνεται αδύναμη, και η Γερουσία έχει σημαντικές πιθανότητες να επιστρέψει στο 50-50 (που με την tie-breaking ψήφο της Αντιπροέδρου δίνει τον έλεγχο στους Δημοκρατικούς). Το «κόκκινο τσουνάμι» (από το χρώμα των Ρεπουμπλικανών) προέκυψε κυματάκι.
Μέχρι τις εκλογές, ο Τραμπ εξακολουθούσε να κυριαρχεί σε ένα ασπόνδυλο, αμοράλ Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Οι ελάχιστοι Ρεπουμπλικανοί πολιτικοί που είχαν το θάρρος να του αντιταχθούν (όπως η Τσέινι) υπέγραψαν το πολιτικό τους τέλος. Στις προκριματικές εκλογές μια σειρά υποστηριζόμενων από τον Τραμπ ακραίων υποψηφίων επικράτησαν, με τη δύναμη του φανατικού MAGA πυρήνα. Τα αποτελέσματα όμως των εκλογών της Τρίτης έδειξαν τα εκλογικά όρια του τραμπισμού: είναι ικανότατος να εκτοπίζει τους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς, αναδεικνύοντας ακραίους τραμπιστές που κερδίζουν τις προκριματικές εκλογές και παίρνουν το χρίσμα. Όμως την ημέρα των εκλογών, οι ακρότητες του τραμπισμού και το Μεγάλο Ψέμα απωθούν τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, κινητοποιούν τη Δημοκρατική ψήφο, και στερούν τη νίκη από τους Ρεπουμπλικανούς. Το συμπέρασμα πλέον στο Ρεπουμπλικανικό κατεστημένο είναι ότι πρέπει να απαλλαγούν από τον Τραμπ ως εκ νέου υποψήφιο το 2024 αν θέλουν να κερδίσουν τις επόμενες προεδρικές εκλογές.
Enter Ρον Ντεσάντις, Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Φλόριντα που επανεξελέγη θριαμβευτικά. Είναι ένας Τραμπ υψηλότερου επιπέδου. Απόφοιτος Yale και Harvard, με στρατιωτική εμπειρία, παρασημοφορημένος, με ιδανικό βιογραφικό για ένα ριζοσπαστικοποιημένα υπερδεξιό εθνικό ακροατήριο. Συγκροτημένος, πειθαρχημένος, και γι’ αυτό πιο επικίνδυνος. Υπερδεξιός, ταυτοτικός εθνικολαϊκιστής, υποστηρικτής της απαγόρευσης των αμβλώσεων, με έντονο αντιμεταναστευτικό λόγο, είχε δαιμονοποιήσει τον Φάουτσι και τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας, αναδεικνυόμενος σε ήρωα της ρεπουμπλικανικής βάσης. Η σύγκρουσή του με τον Τραμπ έχει ήδη αρχίσει.
Οι Δημοκρατικοί συγκράτησαν τις απώλειές τους χάρη στην απώθηση που προκαλούσε ο ακραίος τραμπισμός στους πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους. Επίσης χάρη στην καμπάνια των Δημοκρατικών, που προτεραιοποίησαν την ευθεία απειλή που συνιστούν οι Ρεπουμπλικανοί για τη Δημοκρατία, και τον άμεσο κίνδυνο απώλειας του δικαιώματος επιλογής της άμβλωσης για τις γυναίκες. Η κινητοποίηση και πυκνότητα ψήφου των Δημοκρατικών έφτασε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, το ίδιο και η μαζική συμμετοχή των νέων ψηφοφόρων, που έσωσαν την κατάσταση σε πολιτείες όπως η Πενσυλβάνια. Και ένας θυελλώδης Ομπάμα, κορυφαίος ομιλητής σε κάθε κρίσιμη πολιτεία, ήταν ο μαγνήτης των Δημοκρατικών.
Ο Ντεσάντις θα έχει δυο χρόνια μπροστά του να ετοιμάζεται ως σωτήρας των Ρεπουμπλικανών. Οι εναντίον του προσωπικές επιθέσεις ενός Τραμπ που κάθε ήττα τον κάνει ακόμα πιο μικροπρεπή και χυδαίο, θα αυξάνουν την αναγνωρισιμότητα του Ντεσάντις. Αντίθετα, το μεγάλο μειονέκτημα των Δημοκρατικών παραμένει η απουσία ευρύτερα αποδεκτής ηγετικής προσωπικότητας για τις Προεδρικές εκλογές του 2024. Ο Μπάιντεν θα βρίσκεται σε προφανή αδυναμία, και η Αντιπρόεδρος Χάρις δεν μπορεί να προσεγγίσει τις κρίσιμες δημογραφικές ομάδες που χρειάζονται οι Δημοκρατικοί (νότιες και μεσοδυτικές πολιτείες, λευκοί χαμηλότερης μόρφωσης Αμερικανοί).
Οι Ρεπουμπλικανοί δεν έχουν αλλάξει. Εξακολουθούν να συγκαλύπτουν ένοχα την απόπειρα κατάλυσης της Δημοκρατίας από τον φασίζοντα τραμπικό όχλο την 6η Ιανουαρίου 2021, και την αποδεδειγμένη απόπειρα φαλκίδευσης του εκλογικού αποτελέσματος του 2020 από τον Τραμπ.
Θα παραμείνουν αποφασισμένοι, χειραγωγώντας ένα απαρχαιωμένο εκλογικό σύστημα, να καλύψουν την δομική υστέρησή τους στη λαϊκή ψήφο, ως αποτέλεσμα της δημογραφικής αλλαγής. Από το 1988, και με μόνη εξαίρεση το 2004, κανείς Ρεπουμπλικανός υποψήφιος δεν κέρδισε την λαϊκή ψήφο, ακόμα κι αν αναδείχθηκε Πρόεδρος χάρη στην πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Η διαφορά στη λαϊκή ψήφο το 2020 ήταν πλέον 7 εκατομμύρια υπέρ του Μπάιντεν. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η ψαλίδα αυτή θα κλείνει. Αντιθέτως, μέχρι το 2045 οι λευκοί θα έχουν καταστεί μειοψηφία στις ΗΠΑ. Για πολλούς παραδοσιακούς, WASP, συντηρητικούς Αμερικανούς, η μάχη της με φυλετικό πρόσημο «επιβίωσης» δικαιολογεί ακόμα και τις ακραίες αντιδημοκρατικές πρακτικές των τραμπιστών. Ποτέ οι ΗΠΑ δεν ήταν τόσο πολωμένες ιδεολογικά, και η φράση «εμφύλιος πόλεμος» εμφανίζεται πλέον σταθερότατα στις σοβαρότερες των αναλύσεων.
Στις προεδρικές του 2024, ο Δημοκρατικός υποψήφιος θα έχει απέναντί του ένα τραμπικό Ρεπουμπλικανικό κόμμα με έναν υποψήφιο Πρόεδρο πολύ ικανότερο του Τραμπ.
Ο Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπη