Ευρωπαϊκή vs Τραπεζική Ένωση
Θεόδωρος Παπαθεοδώρου, Πελοπόννησος της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2014-03-16
Η προοπτική δημιουργίας, μέσα στο 2014, ενός μηχανισμού εποπτείας του τραπεζικού τομέα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διχάζει σοβαρά τα Κράτη-μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η πίεση που ασκείται από τη Γερμανία είναι μεγάλη, στο βαθμό που αν δεν ψηφισθεί ο σχετικός μηχανισμός από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μέχρι τον Απρίλιο, τότε το όλο σχέδιο παραπέμπεται στην νέα κοινοβουλευτική περίοδο μετά τις ευρωεκλογές.
Το ερώτημα είναι γιατί επείγεται τόσο η Γερμανία; Και γιατί αντιδρά σοβαρή μερίδα των ευρωβουλευτών, από όλες τις πολιτικές ομάδες;
Πρωταρχικός στόχος της τραπεζικής ένωσης της ευρωζώνης ήταν η δημιουργία ενός κοινού ταμείου που θα παρεμβαίνει στις περιπτώσεις τραπεζικής κρίσης (περιπτώσεις Κύπρου, Ιρλανδίας), με ένα χρηματοδοτούμενο σύστημα εξασφάλισης των καταθέσεων και με ένα δίχτυ ασφάλειας για αποταμιευτές και επενδυτές. Η Γερμανία αρνήθηκε μία τέτοια προοπτική ως ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα συμφέροντά της και αντιπρότεινε ένα μηχανισμό εποπτείας των τραπεζών, ικανό να προλαμβάνει τις κρίσεις, δηλαδή να λειτουργεί προληπτικά, ώστε να αποφεύγονται τα «ατυχήματα» του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το κόστος των αναδιαρθρώσεων θα το αναλαμβάνουν οι ίδιοι μέτοχοι των τραπεζών, οι πιστωτές και οι μεγαλοκαταθέτες (παράδειγμα Κύπρου με το κούρεμα των καταθέσεων) και όχι τα Κράτη. Η Γερμανία αρνήθηκε την προοπτική μίας τραπεζικής ένωσης που θα επιβαρύνει τελικά το φορολογούμενο (γερμανό) πολίτη και προώθησε την πολιτική της προληπτική εποπτείας του τραπεζικού τομέα από την ΕΚΤ. Απομακρύνθηκε έτσι για αργότερα (;) η δημιουργία ενός κοινού ταμείου για τη διάσωση και την εκκαθάριση των τραπεζών με πόρους από το μηχανισμό της ευρωζώνης, τον ESM. Γι αυτό η Γερμανία πίεσε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αποδεχθούν την πρότασή της και επιμένει πλέον να ολοκληρωθεί η διαδικασία πριν τις ευρωεκλογές. Επείγεται στην ουσία να κλείσει η εκκρεμότητα χωρίς δέσμευση για τη μελλοντική δημιουργία του ενιαίου ταμείου.
Οι ευρωβουλευτές διαφωνούν για τον απλό λόγο ότι η λειτουργία του μηχανισμού διάσωσης θα εξαρτάται τελικά από μόνες τις αποφάσεις του Συμβουλίου Υπουργών, χωρίς την ανάμειξη κάποιου άλλου ευρωπαϊκού οργάνου. Θα εξαρτάται και πάλι δηλαδή από τις πιέσεις που θα ασκεί η Γερμανία. Διαφωνούν επίσης γιατί δεν διαφαίνεται ακόμη συμφωνία για το δικαίωμα ένστασης επί των αποφάσεων του Συμβουλίου. Ακόμα και οι Υπουργοί του Ecofin δεν θα μπορούν να αναθεωρούν τις συστάσεις του ανεξάρτητου Συμβουλίου εκκαθάρισης τραπεζών, αλλά μόνο να τις απορρίπτουν ή να τις επικυρώνουν Η τραπεζική ένωση αναδεικνύει τις πολιτικές αποκλίσεις μεταξύ Κρατών και Κοινοβουλίου. Ο ρόλος του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθίσταται επομένως κομβικός στο πιθανολογούμενο αδιέξοδο. Μία ενδεχόμενη υποχώρηση των ευρωβουλευτών στις γερμανικές απαιτήσεις θα έστελνε λάθος μήνυμα στους ευρωπαίους πολίτες ενόψει ευρωεκλογών.
Η Ευρώπη οφείλει να λειτουργήσει ως Ένωση Κρατών και Λαών στη βάση της αλληλεγγύης και όχι σαν γραφειοκρατικός μηχανισμός. Γι’ αυτό και συμφωνώ με τη θέση του Μάρτιν Σούλς, Προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου και υποψήφιου των ευρωσοσιαλιστών στην Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάγκη πραγματικής και πλήρους αμοιβαιοποίησης Ταμείου Εξυγίανσης Τραπεζών με δυνατότητα πίστωσης από τα Κράτη-μέλη, ώστε να εξασφαλιστεί μία σταθερή ροή της χρηματοδότησης. Το ζητούμενο είναι η αλλαγή της αντίληψης ότι η Ευρώπη τελικά εξελίσσεται το τελευταίο διάστημα μόνο με την καθοδήγηση της Γερμανίας. Οι πολίτες δείχνουν δυσανεξία στην προοπτική μίας «γερμανικής» Ευρώπης της λιτότητας και της ύφεσης και αυτό θα καταγραφεί στις επερχόμενες ευρωεκλογές. Επομένως, απέναντι σε μία «γραφειοκρατική» τραπεζική ένωση χρειάζεται να ισορροπήσει η ευρωπαϊκή ένωση και οι αρχές που πάντα την χαρακτήριζαν, ώστε να σηματοδοτηθεί η αλλαγή πολιτικής.
Ο Θεόδωρος Π. Παπαθεοδώρου είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και πρώην Υφυπουργός