Στο κενό η πρωτοβουλία Mπλερ
Δεν περνά περισσότερος νεοφιλελευθερισμός στην Eυρώπη
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2005-10-20
Φιλοδοξία της βρετανικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυτό το εξάμηνο ήταν να προωθήσει μια νέα οικονομική στρατηγική, πολύ πιο φιλελεύθερη και εξωστρεφή ως προς τη λειτουργία των αγορών από τις πρακτικές που ακολουθούνται έως τώρα. Μόνον έτσι, διατείνονται ο Τόνι Μπλερ και ο επίδοξος διάδοχός του υπουργός Οικονομικών Γκόρντον Μπράουν, θα μπορέσει η Ευρώπη να καλύψει την υστέρησή της απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο και να εξαλείψει την ανεργία που πλήττει 20 εκατομμύρια Ευρωπαίους σήμερα. Για να συζητηθούν οι προτάσεις της, η Βρετανία έχει συγκαλέσει έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα τέλη αυτού του μήνα.
Αλλά οι πολιτικές συνθήκες που επικρατούν στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες δεν ευνοούν τα βρετανικά σχέδια. H Άνγκελα Μέρκελ, στη συνηγορία τής οποίας προσέβλεπε ο Μπλερ, στις 27-28 Οκτωβρίου δεν θα έχει ακόμα καν αναλάβει την καγκελαρία της Γερμανίας, ενώ και όταν θα τεθεί επικεφαλής της νέας κυβέρνησης, θα υποχρεωθεί από τους σοσιαλδημοκράτες εταίρους της να μετριάσει τον ακραίο οικονομικό φιλελευθερισμό της, που άλλωστε φαίνεται να της κόστισε την άνετη εκλογική νίκη που περίμενε. H γαλλική πολιτική ηγεσία αναδιπλώνεται σε ακόμα εντονότερα προστατευτικές θέσεις - μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Ζακ Σιράκ διαμαρτυρήθηκε στον πρόεδρο της Επιτροπής για τις ευρωπαϊκές παραχωρήσεις υπέρ των φτωχών αγροτικών χωρών στις διαπραγματεύσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Στην Ισπανία η σοσιαλιστική κυβέρνηση Θαπατέρο, που ασκεί μιαν επιτυχημένη οικονομική πολιτική και μειώνει την ανεργία, δεν έχει λόγους να συνταχθεί με τους Βρετανούς ενάντια στους άλλους Ευρωπαίους, καθώς μάλιστα προσδοκά να συνεχίσει να λαμβάνει σημαντικές χρηματοδοτήσεις από τον κοινοτικό προϋπολογισμό της επόμενης επταετίας, τον οποίο τορπίλισε ο Μπλερ τον Ιούνιο. Και στην Ιταλία φερέγγυα κυβέρνηση δεν υφίσταται - μόνο με τεχνάσματα αλλαγής του εκλογικού νόμου ελπίζει πλέον ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι να αποτρέψει τον Μάιο τη συντριπτική νίκη της Κεντροαριστεράς με επικεφαλής τον Ρομάνο Πρόντι που προεξοφλούν όλες οι δημοσκοπήσεις.
Ο Γκόρντον Μπράουν έθεσε πάντως σε κυκλοφορία μια μαχητική μπροσούρα (Global Europe: full-employment Europe, δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του βρετανικού υπουργείου Οικονομικών) για να προπαγανδίσει τις θέσεις του. Οι αρετές του φυλλαδίου αυτού βρίσκονται στη σαφήνεια της διάγνωσης: H παγκοσμιοποίηση, υποστηρίζει, θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για τα παραδοσιακά μοντέλα ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Επί δεκαετίες η οικονομική ολοκλήρωση επιδιωκόταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο: ευρωπαϊκές ροές κεφαλαίων, εταιρείες, μάρκες, αντί για εθνικές. Σήμερα ωστόσο κυριαρχούν οι παγκόσμιες ροές, εταιρείες, μάρκες, τεχνολογίες. Το ζήτημα δεν είναι πια μόνο πώς θα ολοκληρώνεται εσωτερικά η Ευρώπη, αίροντας τους φραγμούς στην κίνηση των κεφαλαίων, της εργασίας, των αγαθών και των υπηρεσιών, αλλά πώς οι 25 θα ανοιχθούν στον υπόλοιπο κόσμο.
H υπόθεση ήταν, εξηγεί, ότι η κοινή αγορά θα γινόταν ενιαία, η ενιαία αγορά θα γεννούσε το ενιαίο νόμισμα, ίσως και μιαν ομοσπονδιακή δημοσιονομική πολιτική με εναρμόνιση της φορολογίας, για να προχωρήσει κατόπιν σε ένα υπερεθνικό κράτος. Αλλά οι μετατοπίσεις στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, με την άνοδο της Κίνας, της Ινδίας και άλλων γρήγορα αναπτυσσομένων οικονομιών που βασίζονται στον παγκόσμιο καταμερισμό της παραγωγής αγαθών και στις παγκόσμιες ροές κεφαλαίων, θέτουν σήμερα προκλήσεις που δεν μπορούσαν να είχαν προβλέψει οι ιδρυτές της της Ευρώπης. Μολονότι μερικές χώρες-μέλη έχουν σχετικά καλές επιδόσεις, συνολικά η Ευρώπη χάνει έδαφος υπέρ των ανταγωνιστών της σε πέντε τομείς-κλειδιά: μεγέθυνση, επίδοση αγοράς εργασίας, δεξιότητες, καινοτομία και επιχειρηματικότητα.
H αδυναμία της βρετανικής πρωτοβουλίας συνίσταται ωστόσο στις πολιτικές της προτάσεις. Πεντέμισι χρόνια μετά τη σύνοδο της Λισαβώνας, το φυλλάδιο του Μπράουν επαναλαμβάνει για να προεκτείνει σε περισσότερο φιλελεύθερη κατεύθυνση τους στόχους που είχαν αποφασισθεί τότε, χωρίς να αναρωτηθεί πού προσέκρουσε η υλοποίησή τους εν τω μεταξύ: εθνικές πολιτικές εκπαίδευσης και δεξιοτήτων, μέτρα για την απασχολησιμότητα, άνοιγμα των αγορών της κοινής ωφέλειας και των υπηρεσιών, κατάργηση επιδοτήσεων, ανταγωνιστικά φορολογικά συστήματα, ρυθμιστική μεταρρύθμιση που να διευκολύνει τις επιχειρήσεις, αναπροσανατολισμός του κοινοτικού προϋπολογισμού ώστε να στηρίζει τους κλάδους του αύριο που βασίζονται στη γνώση, την έρευνα και ανάπτυξη, περισσότερη οικονομική συνεργασία με την Αμερική αφενός, με την Ασία αφετέρου. Αναγνωρίζει ότι «η ενιαία αγορά είναι κοινωνική δομή», για να δεχθεί όμως μόνο την πληροφόρηση και προστασία των καταναλωτών, την αμοιβαία αναγνώριση προσόντων και τη μεταφορά παροχών ώστε να μετακινούνται ελεύθερα οι εργαζόμενοι, την πληροφόρηση και διαβούλευση των εργαζομένων στις κινήσεις κεφαλαίων.
Δεν κατανοεί τις ισχυρές κοινωνικές αντιστάσεις απέναντι σε πολιτικές που υποβαθμίζουν πλατιά στρώματα εργαζομένων. Και δεν δίνει καμιά απάντηση σε διαπιστώσεις όπως: «H απώλεια διαπραγματευτικής δύναμης των μισθωτών, που συνδέεται με την απειλή των μετεγκαταστάσεων, με τις απώλειες βιομηχανικών θέσεων εργασίας, με ένα υψηλό επίπεδο ανεργίας, διαστρεβλώνει την κατανομή του εισοδήματος υπέρ του κεφαλαίου και εις βάρος της εργασίας», με αποτέλεσμα μιαν αυτοκαταστροφικά βραχυπρόθεσμη επενδυτική λογική των διογκουμένων κερδών (Patrick Artus, Marie-Paule Virard, Le capitalisme est en train de s’ autodιtruire, εκδόσεις La Dιcouverte, μόλις κυκλοφόρησε).
Αλλά οι πολιτικές συνθήκες που επικρατούν στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες δεν ευνοούν τα βρετανικά σχέδια. H Άνγκελα Μέρκελ, στη συνηγορία τής οποίας προσέβλεπε ο Μπλερ, στις 27-28 Οκτωβρίου δεν θα έχει ακόμα καν αναλάβει την καγκελαρία της Γερμανίας, ενώ και όταν θα τεθεί επικεφαλής της νέας κυβέρνησης, θα υποχρεωθεί από τους σοσιαλδημοκράτες εταίρους της να μετριάσει τον ακραίο οικονομικό φιλελευθερισμό της, που άλλωστε φαίνεται να της κόστισε την άνετη εκλογική νίκη που περίμενε. H γαλλική πολιτική ηγεσία αναδιπλώνεται σε ακόμα εντονότερα προστατευτικές θέσεις - μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Ζακ Σιράκ διαμαρτυρήθηκε στον πρόεδρο της Επιτροπής για τις ευρωπαϊκές παραχωρήσεις υπέρ των φτωχών αγροτικών χωρών στις διαπραγματεύσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Στην Ισπανία η σοσιαλιστική κυβέρνηση Θαπατέρο, που ασκεί μιαν επιτυχημένη οικονομική πολιτική και μειώνει την ανεργία, δεν έχει λόγους να συνταχθεί με τους Βρετανούς ενάντια στους άλλους Ευρωπαίους, καθώς μάλιστα προσδοκά να συνεχίσει να λαμβάνει σημαντικές χρηματοδοτήσεις από τον κοινοτικό προϋπολογισμό της επόμενης επταετίας, τον οποίο τορπίλισε ο Μπλερ τον Ιούνιο. Και στην Ιταλία φερέγγυα κυβέρνηση δεν υφίσταται - μόνο με τεχνάσματα αλλαγής του εκλογικού νόμου ελπίζει πλέον ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι να αποτρέψει τον Μάιο τη συντριπτική νίκη της Κεντροαριστεράς με επικεφαλής τον Ρομάνο Πρόντι που προεξοφλούν όλες οι δημοσκοπήσεις.
Ο Γκόρντον Μπράουν έθεσε πάντως σε κυκλοφορία μια μαχητική μπροσούρα (Global Europe: full-employment Europe, δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του βρετανικού υπουργείου Οικονομικών) για να προπαγανδίσει τις θέσεις του. Οι αρετές του φυλλαδίου αυτού βρίσκονται στη σαφήνεια της διάγνωσης: H παγκοσμιοποίηση, υποστηρίζει, θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για τα παραδοσιακά μοντέλα ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Επί δεκαετίες η οικονομική ολοκλήρωση επιδιωκόταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο: ευρωπαϊκές ροές κεφαλαίων, εταιρείες, μάρκες, αντί για εθνικές. Σήμερα ωστόσο κυριαρχούν οι παγκόσμιες ροές, εταιρείες, μάρκες, τεχνολογίες. Το ζήτημα δεν είναι πια μόνο πώς θα ολοκληρώνεται εσωτερικά η Ευρώπη, αίροντας τους φραγμούς στην κίνηση των κεφαλαίων, της εργασίας, των αγαθών και των υπηρεσιών, αλλά πώς οι 25 θα ανοιχθούν στον υπόλοιπο κόσμο.
H υπόθεση ήταν, εξηγεί, ότι η κοινή αγορά θα γινόταν ενιαία, η ενιαία αγορά θα γεννούσε το ενιαίο νόμισμα, ίσως και μιαν ομοσπονδιακή δημοσιονομική πολιτική με εναρμόνιση της φορολογίας, για να προχωρήσει κατόπιν σε ένα υπερεθνικό κράτος. Αλλά οι μετατοπίσεις στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, με την άνοδο της Κίνας, της Ινδίας και άλλων γρήγορα αναπτυσσομένων οικονομιών που βασίζονται στον παγκόσμιο καταμερισμό της παραγωγής αγαθών και στις παγκόσμιες ροές κεφαλαίων, θέτουν σήμερα προκλήσεις που δεν μπορούσαν να είχαν προβλέψει οι ιδρυτές της της Ευρώπης. Μολονότι μερικές χώρες-μέλη έχουν σχετικά καλές επιδόσεις, συνολικά η Ευρώπη χάνει έδαφος υπέρ των ανταγωνιστών της σε πέντε τομείς-κλειδιά: μεγέθυνση, επίδοση αγοράς εργασίας, δεξιότητες, καινοτομία και επιχειρηματικότητα.
H αδυναμία της βρετανικής πρωτοβουλίας συνίσταται ωστόσο στις πολιτικές της προτάσεις. Πεντέμισι χρόνια μετά τη σύνοδο της Λισαβώνας, το φυλλάδιο του Μπράουν επαναλαμβάνει για να προεκτείνει σε περισσότερο φιλελεύθερη κατεύθυνση τους στόχους που είχαν αποφασισθεί τότε, χωρίς να αναρωτηθεί πού προσέκρουσε η υλοποίησή τους εν τω μεταξύ: εθνικές πολιτικές εκπαίδευσης και δεξιοτήτων, μέτρα για την απασχολησιμότητα, άνοιγμα των αγορών της κοινής ωφέλειας και των υπηρεσιών, κατάργηση επιδοτήσεων, ανταγωνιστικά φορολογικά συστήματα, ρυθμιστική μεταρρύθμιση που να διευκολύνει τις επιχειρήσεις, αναπροσανατολισμός του κοινοτικού προϋπολογισμού ώστε να στηρίζει τους κλάδους του αύριο που βασίζονται στη γνώση, την έρευνα και ανάπτυξη, περισσότερη οικονομική συνεργασία με την Αμερική αφενός, με την Ασία αφετέρου. Αναγνωρίζει ότι «η ενιαία αγορά είναι κοινωνική δομή», για να δεχθεί όμως μόνο την πληροφόρηση και προστασία των καταναλωτών, την αμοιβαία αναγνώριση προσόντων και τη μεταφορά παροχών ώστε να μετακινούνται ελεύθερα οι εργαζόμενοι, την πληροφόρηση και διαβούλευση των εργαζομένων στις κινήσεις κεφαλαίων.
Δεν κατανοεί τις ισχυρές κοινωνικές αντιστάσεις απέναντι σε πολιτικές που υποβαθμίζουν πλατιά στρώματα εργαζομένων. Και δεν δίνει καμιά απάντηση σε διαπιστώσεις όπως: «H απώλεια διαπραγματευτικής δύναμης των μισθωτών, που συνδέεται με την απειλή των μετεγκαταστάσεων, με τις απώλειες βιομηχανικών θέσεων εργασίας, με ένα υψηλό επίπεδο ανεργίας, διαστρεβλώνει την κατανομή του εισοδήματος υπέρ του κεφαλαίου και εις βάρος της εργασίας», με αποτέλεσμα μιαν αυτοκαταστροφικά βραχυπρόθεσμη επενδυτική λογική των διογκουμένων κερδών (Patrick Artus, Marie-Paule Virard, Le capitalisme est en train de s’ autodιtruire, εκδόσεις La Dιcouverte, μόλις κυκλοφόρησε).