Γαλλία: Το τέλος του ρεπουμπλικανικού μετώπου
Γιάννης Ανδρουλιδάκης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2022-06-16
Πέντε ημέρες μετά τις εκλογές, η ιστοσελίδα της μεγαλύτερης εφημερίδα της Ευρώπης Le Monde επιμένει: έστω και με βραχεία κεφαλή, η συμμαχία της Αριστεράς (σοσιαλιστές, κομμουνιστές, πράσινοι, υπό την ηγεσία του Μελανσόν και του κόμματός του) κέρδισαν τον α’ γύρο των γαλλικών βουλευτικών εκλογών με ποσοστό 26,11%, έναντι 25,88% του συνασπισμού που υποστηρίζει τον φρεσκοεκλεγμένο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.
Είναι κρίμα βέβαια που η ιστορική εφημερίδα, που θεωρείται ότι απηχεί τις θέσεις του βαθέος γαλλικού κράτους, προσχώρησε και αυτή στο στρατόπεδο του λαϊκισμού και ώς πότε πια ο ΣΚΑΪ -που βεβαιώνει, αντίθετα, ότι κέρδισε το κόμμα του Μακρόν- θα αντέχει να κρατάει μόνος του τη δημοκρατική ορθή σκέψη σε όλη την Ευρώπη, αλλά έτσι είναι.
Άλλωστε, το ποιος βγήκε πρώτος και ποιος δεύτερος στον α’ γύρο έχει μόνο συμβολική σημασία. Ακόμα κι αν ο συμβολισμός είναι ισχυρός, δεδομένου ότι ο Μακρόν είναι ο πρώτος φρέσκος Πρόεδρος που βλέπει το κόμμα του να κατατάσσεται δεύτερο αμέσως μετά την εκλογή του στην 5η Γαλλική Δημοκρατία, σπάζοντας μια παράδοση περισσότερων από 40 χρόνων και επτά τέτοιων εκλογικών αναμετρήσεων.
Το ουσιαστικό πρόβλημα για τον Μακρόν πάει πέρα από τον συμβολισμό και αφορά την πιθανή αδυναμία του να έχει για τα επόμενα πέντε χρόνια πλειοψηφία στη Βουλή που θα του επιτρέπει να κυβερνήσει. Ακόμα κι αν γυρίσει το αποτέλεσμα υπέρ του στον β’ γύρο-κάτι που μοιάζει πολύ πιθανό-, θα χρειαστεί είτε να συγκροτήσει κυβέρνηση μειοψηφίας είτε να συνεργαστεί ανοιχτά με τη Δεξιά, πετώντας την κεντρώα μάσκα που τον έφερε και τον κράτησε στην προεδρία. Κάποιοι πιο καχύποπτοι εκτιμούν ότι υπάρχει και μια ακόμη εναλλακτική: η αναζήτηση πρόθυμων βουλευτών από δω κι από κει, να στηρίξουν την κυβέρνησή του.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από το τι θα γίνει στον β’ γύρο, το αποτέλεσμα της προηγούμενης Κυριακής προσφέρει ορισμένα συμπεράσματα και κάποιες εξελίξεις:
Κανείς πια δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η ιδιόρρυθμη στρατηγική που ακολούθησε επί μια δεκαετία ο Μελανσόν -η οποία σε συνδυασμό με την κάπως βοναπαρτική ιδιοσυγκρασία του δημιούργησε και αντιπάθειες- στέφθηκε από επιτυχία. Ο άλλοτε σοσιαλιστής γερουσιαστής υπήρξε για χρόνια απόλυτα αρνητικός προς οποιονδήποτε διάλογο με αυτό που θεωρείται συστημική Αριστερά, μέχρι που ο συσχετισμός δύναμης του επέτρεψε να την ενσωματώσει.
Παρά τις διαμαρτυρίες ότι αυτή η πρακτική άφησε την Αριστερά έξω από τον στόχο της κυβέρνησης για πέντε χρόνια, σήμερα την μετατρέπει ξανά σε πρωταγωνίστρια του πολιτικού παιχνιδιού και μάλιστα απαλλαγμένη από βάρη του παρελθόντος. Κι αυτό δύσκολα μπορεί κανείς να μην το πιστώσει στον βετεράνο εκκεντρικό πολιτικό.
Από την άλλη, η άρνηση των μακρονιστών να στηρίξουν την Αριστερά όπου αυτή αναμετράται στον β’ γύρο με την Ακροδεξιά σημαίνει τον οριστικό ενταφιασμό του λεγόμενου «ρεπουμπλικανικού μετώπου». Αυτό για το φιλελεύθερο σύστημα αποτελεί κίνηση υψηλού ρίσκου: για χρόνια επιβίωσε χάρη σε αυτό. Οι πολιτικές του τροφοδοτούσαν την Ακροδεξιά και μετά η απειλή της τροφοδοτούσε το ίδιο. Θα μπορέσει ο φιλελευθερισμός να επιβιώσει στη Γαλλία χωρίς να μπορεί να ισχυριστεί ότι η απόφαση είναι ανάμεσα σε αυτόν και τον φασισμό;
Η λογική λέει ότι… Αλλά πότε η λογική υπήρξε οδηγός για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα που αρέσκεται να κάνει πλάκα στο σύστημα που θεωρεί ότι γέννησε η ίδια;
Είναι κρίμα βέβαια που η ιστορική εφημερίδα, που θεωρείται ότι απηχεί τις θέσεις του βαθέος γαλλικού κράτους, προσχώρησε και αυτή στο στρατόπεδο του λαϊκισμού και ώς πότε πια ο ΣΚΑΪ -που βεβαιώνει, αντίθετα, ότι κέρδισε το κόμμα του Μακρόν- θα αντέχει να κρατάει μόνος του τη δημοκρατική ορθή σκέψη σε όλη την Ευρώπη, αλλά έτσι είναι.
Άλλωστε, το ποιος βγήκε πρώτος και ποιος δεύτερος στον α’ γύρο έχει μόνο συμβολική σημασία. Ακόμα κι αν ο συμβολισμός είναι ισχυρός, δεδομένου ότι ο Μακρόν είναι ο πρώτος φρέσκος Πρόεδρος που βλέπει το κόμμα του να κατατάσσεται δεύτερο αμέσως μετά την εκλογή του στην 5η Γαλλική Δημοκρατία, σπάζοντας μια παράδοση περισσότερων από 40 χρόνων και επτά τέτοιων εκλογικών αναμετρήσεων.
Το ουσιαστικό πρόβλημα για τον Μακρόν πάει πέρα από τον συμβολισμό και αφορά την πιθανή αδυναμία του να έχει για τα επόμενα πέντε χρόνια πλειοψηφία στη Βουλή που θα του επιτρέπει να κυβερνήσει. Ακόμα κι αν γυρίσει το αποτέλεσμα υπέρ του στον β’ γύρο-κάτι που μοιάζει πολύ πιθανό-, θα χρειαστεί είτε να συγκροτήσει κυβέρνηση μειοψηφίας είτε να συνεργαστεί ανοιχτά με τη Δεξιά, πετώντας την κεντρώα μάσκα που τον έφερε και τον κράτησε στην προεδρία. Κάποιοι πιο καχύποπτοι εκτιμούν ότι υπάρχει και μια ακόμη εναλλακτική: η αναζήτηση πρόθυμων βουλευτών από δω κι από κει, να στηρίξουν την κυβέρνησή του.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από το τι θα γίνει στον β’ γύρο, το αποτέλεσμα της προηγούμενης Κυριακής προσφέρει ορισμένα συμπεράσματα και κάποιες εξελίξεις:
Κανείς πια δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η ιδιόρρυθμη στρατηγική που ακολούθησε επί μια δεκαετία ο Μελανσόν -η οποία σε συνδυασμό με την κάπως βοναπαρτική ιδιοσυγκρασία του δημιούργησε και αντιπάθειες- στέφθηκε από επιτυχία. Ο άλλοτε σοσιαλιστής γερουσιαστής υπήρξε για χρόνια απόλυτα αρνητικός προς οποιονδήποτε διάλογο με αυτό που θεωρείται συστημική Αριστερά, μέχρι που ο συσχετισμός δύναμης του επέτρεψε να την ενσωματώσει.
Παρά τις διαμαρτυρίες ότι αυτή η πρακτική άφησε την Αριστερά έξω από τον στόχο της κυβέρνησης για πέντε χρόνια, σήμερα την μετατρέπει ξανά σε πρωταγωνίστρια του πολιτικού παιχνιδιού και μάλιστα απαλλαγμένη από βάρη του παρελθόντος. Κι αυτό δύσκολα μπορεί κανείς να μην το πιστώσει στον βετεράνο εκκεντρικό πολιτικό.
Από την άλλη, η άρνηση των μακρονιστών να στηρίξουν την Αριστερά όπου αυτή αναμετράται στον β’ γύρο με την Ακροδεξιά σημαίνει τον οριστικό ενταφιασμό του λεγόμενου «ρεπουμπλικανικού μετώπου». Αυτό για το φιλελεύθερο σύστημα αποτελεί κίνηση υψηλού ρίσκου: για χρόνια επιβίωσε χάρη σε αυτό. Οι πολιτικές του τροφοδοτούσαν την Ακροδεξιά και μετά η απειλή της τροφοδοτούσε το ίδιο. Θα μπορέσει ο φιλελευθερισμός να επιβιώσει στη Γαλλία χωρίς να μπορεί να ισχυριστεί ότι η απόφαση είναι ανάμεσα σε αυτόν και τον φασισμό;
Η λογική λέει ότι… Αλλά πότε η λογική υπήρξε οδηγός για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα που αρέσκεται να κάνει πλάκα στο σύστημα που θεωρεί ότι γέννησε η ίδια;