Τα όρια μιας εκλογικής νίκης
Νικόλας Σεβαστάκης, Το Βήμα της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2015-09-27
Κάθε πρωθυπουργός, ωστόσο, στο δικό μας πολιτικό σύστημα τουλάχιστον, είναι φορέας πολιτικών πρωτοβουλιών.
Ο κ. Τσίπρας πουλώντας το πρόσωπό του αντί της ιδεολογίας του κόμματός του νίκησε ακόμη και το ίδιο του το κόμμα. Ακόμη και αν δεχθούμε ότι στη σύγκρουση «Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο» υπήρχε μια μικρή δόση ιδεολογίας, στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση του «νέου» με το «παλιό» επικράτησε η απόλυτη αποϊδεολογικοποίηση της πολιτικής. Αυτή και ο κ. Τσίπρας είναι οι μεγάλοι νικητές των εκλογών.
Κεντρικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από το απολίτικο «ξεμπερδεύουμε με το παλιό – κερδίζουμε το αύριο», ήταν και το «συμφέρον όλων μας είναι να μην υπάρχουν συμφέροντα»
Στην επικαιρότητα της οικονομικής πολιτικής κυριαρχούν τα θέματα της βαθιάς ύφεσης και του εκρηκτικού δημόσιου χρέους. Και τα δύο είναι όντως απειλητικά, αλλά κανένα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτοτελώς γιατί και τα δύο αποτελούν παράγωγα ενός άλλου προβλήματος ακόμα πιο επικίνδυνου: της παραγωγικής κατάρρευσης της χώρας με τη μαζική ανεργία του εργατικού δυναμικού και τη μαζική αποεπένδυση κεφαλαίου.
Η δημόσια συζήτηση για αυτές τις γενεσιουργές αιτίες και για το πώς είναι δυνατόν να θεραπευθούν είναι ελάχιστη ή εντελώς ανύπαρκτη. Οι μεν άνεργοι αναφέρονται μόνο ως ένα στατιστικό νούμερο κάθε τρίμηνο
Δεν έχουν περάσει παρά λίγες μέρες από τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτέμβρη 2015.
Η αναγκαιότητα των βουλευτικών εκλογών, ως μια διαδικασία προβολής από τη βάση εκείνων των παρατάξεων, προσώπων και προγραμμάτων που θα υπηρετούσαν τη λύση των περισσότερων προβλημάτων που συνδέονται με την καθημερινότητα του πολίτη και την υπόσταση της χώρας, έχω την αίσθηση ότι βούλιαξε σ’ αυτές τις εκλογές. Φαίνεται μάλιστα σαν να συντρίφτηκε οριστικά μέσα από τις ακατάπαυστα λειτουργούσες συμπληγάδες που στήθηκαν.
Η λιτότητα ήταν και, δυστυχώς, παραμένει ακόμα αναπόφευκτη. Αλλά δεν μπορεί αυτή να είναι ο μεγάλος στόχος. Δεν αξίζει μια πολιτική που περιορίζει τις φιλοδοξίες της στην, έστω δίκαιη, κατανομή δεινών και βαρών. Στόχος και κριτήριο κάθε αξιόλογης πολιτικής είναι η ανάπτυξη, η αύξηση απασχόλησης, μισθών και εισοδημάτων, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων.
Δυστυχώς, στη μακρά ιστορική διαδρομή της Ελλάδας, οι δυνάμεις του παρασιτισμού πάντα αποδείχνονταν ισχυρότερες από εκείνες της παραγωγής, της καινοτομίας, της παραγωγικότητας, που πετύχαιναν φωτεινά μεν, αλλά, κατά τεκμήριο, βραχείας διάρκειας διαλείμματα.
Η χώρα χρειαζόταν μια κυβέρνηση σε προοδευτική και μεταρρυθμιστική κατεύθυνση. Δυστυχώς αυτή που συγκροτήθηκε με τους ΑΝΕΛ δεν είναι. Είναι ακατανόητη η επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ για σύμπλευση με ένα κόμμα της λαϊκίστικης δεξιάς. Η πρώτη ημέρα κιόλας της κυβέρνησης δικαίωσε τις ανησυχίες μας. H τοποθέτηση του Δημήτρη Καμμένου στη θέση υφυπουργού ήταν μια ξεκάθαρη προσβολή προς την κοινωνία. Η αποπομπή του ήταν επιβεβλημένη, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα, καθώς πρόκειται για το σύμπτωμα ενός βαθύτερου προβλήματος που προέρχεται από την συγκεκριμένη συνεργασία.
Το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα μιας εκλογικής αναμέτρησης θα ήταν το κυβερνών κόμμα να χάσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων χωρίς να την κερδίσει κάποιο άλλο. Αυτό θα άνοιγε στην καρδιά της πολιτικής μια χαίνουσα άβυσσο, από την οποία θα ξεπρόβαλλε, αργά ή γρήγορα, ό,τι χειρότερο μπορούμε να φανταστούμε.
Στην Ελλάδα δεν έχουμε φτάσει μέχρι εκεί. Τους πολιτικούς μπορεί να τους αντιμετωπίζουμε με μεγαλύτερη δυσπιστία, κυνισμό ή χλεύη -έτσι προέκυψε η Ενωση Κεντρώων και κυρίως η αποχή- αλλά ο λαός εμπιστεύτηκε τον Αλέξη Τσίπρα, ή μάλλον δεν εμπιστεύτηκε τους αντιπάλους του.
«Δεν το πιστεύω! Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό το πράγμα!». Η εξαδέλφη μου - σαράντα χρονών γυναίκα - και διαβασμένη είναι και για περπατημένη περνιέται. Περπατημένη εφόσον πριν ανοίξει το φαρμακείο στο Παγκράτι, πριν παντρευτεί τον Ευριπίδη, πριν αποκτήσει τα δίδυμα, την είχε ζήσει - καμαρώνει - τη ζωή της
Ο Αλέκος Φλαμπουράρης είναι μέλος μιας κυβέρνησης που προτίθεται να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα που συνομολόγησε η ίδια με τους εταίρους της χώρας μόλις πριν δύο μήνες. Στα πλαίσια αυτού του προγράμματος ούτε σαν αστείο δεν μπορεί να πει κανείς -γιατί δεν αστειεύονται μ’ αυτά τα πράγματα– ότι υπάρχει ενδεχόμενο να πάρουν οι Έλληνες συνταξιούχοι στο τέλος της χρονιάς 13η σύνταξη.